Ευρωβαρόμετρο: Δυσαρέσκεια των Ελλήνων με αυτούς που… ψήφισαν - Free Sunday
Ευρωβαρόμετρο: Δυσαρέσκεια των Ελλήνων με αυτούς που… ψήφισαν
Προσπάθειες ερμηνείας του πολιτικού παραδόξου

Ευρωβαρόμετρο: Δυσαρέσκεια των Ελλήνων με αυτούς που… ψήφισαν

Η ειδική έρευνα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ευρωβαρόμετρο (εαρινή έρευνα 2023) αναδεικνύει ένα εντυπωσιακό πολιτικό παράδοξο. Οι Έλληνες εμφανίζονται ιδιαίτερα αυστηροί στην κρίση τους για την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, σε μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2023, όταν διαμορφωνόταν η πολιτική δυναμική για τις εκλογές της 21ης Μαΐου 2023. Ενώ, με βάση τα αποτελέσματα του Ευρωβαρόμετρου, μπορούσε να εκδηλωθεί στις κάλπες η δυσαρέσκεια με την κυβερνητική πολιτική, στην πράξη ενισχύθηκαν τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας και έχασε πάνω από 35% της εκλογικής του δύναμης ο ΣΥΡΙΖΑ.

Η οικονομία

Σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο, η απόρριψη της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι περίπου καθολική.

Στο ερώτημα πόσο ικανοποιημένος/η ή όχι είστε από τα μέτρα που έχουν ληφθεί έως τώρα για να αντιμετωπιστεί το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης (για παράδειγμα, οι αυξανόμενες τιμές τροφίμων και ενέργειας) από την κυβέρνηση, μόλις 15% δήλωσαν ικανοποιημένοι ενώ 85% δήλωσαν δυσαρεστημένοι.

Πρόκειται για ένα ζήτημα που έρχεται πρώτο στις αξιολογήσεις των πολιτών στην Ελλάδα και στο σύνολο της Ε.Ε. των 27.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ερώτημα σε ποιο από τα παρακάτω θέματα θα θέλατε να δώσει προτεραιότητα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι Έλληνες (δύο απαντήσεις) απαντούν με ποσοστό 59% ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη στήριξη της οικονομίας και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, με ποσοστό 56% στην καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και με 50% στη δημόσια υγεία.

Έχουμε, λοιπόν, βαθιά δυσαρέσκεια της ελληνικής κοινής γνώμης με την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη στο κρίσιμο θέμα της ακρίβειας και στροφή προς την Ευρωπαϊκή Ένωση για να συμβάλλει στην επίλυση προβλημάτων απασχόλησης, φτώχειας, ΕΣΥ.

Οι λύσεις

Συνήθως οι αναλυτές αναφέρονται στην έλλειψη προτάσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ για να δικαιολογήσουν το τεράστιο εύρος της εκλογικής νίκης της Νέας Δημοκρατίας.

Στα συγκεκριμένα θέματα όμως οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ ήταν απόλυτα συγκεκριμένες και εντός ευρωπαϊκού πλαισίου. Σε ό,τι αφορά την ακρίβεια, τα δύο κόμματα πρότειναν μεταξύ των άλλων την προσωρινή μείωση των συντελεστών ΦΠΑ και του ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα καύσιμα. Δεν πρόκειται για ανεύθυνες προτάσεις αλλά για την αξιοποίηση της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπέρ προσωρινής μείωσης των σχετικών συντελεστών έμμεσης φορολογίας για να καταπολεμηθεί ο πληθωρισμός και να στηριχθεί το πραγματικό εισόδημα των μη προνομιούχων πολιτών, σε μια δύσκολη συγκυρία.

ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ συγκλίνουν επίσης στην επιβολή έκτακτης φορολογίας στα λεγόμενα ουρανοκατέβατα κέρδη των εταιρειών του κλάδου της ενέργειας, κατά την περίοδο της μεγάλης ενεργειακής κρίσης από το φθινόπωρο του 2021 μέχρι τα τέλη του 2022. Δεν πρόκειται για «φορολογική ισοπέδωση» της μεσαίας τάξης όπως υποστηρίζει η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας αλλά για εφαρμογή εισήγησης της κεντροδεξιάς προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Φον ντερ Λάιεν, η οποία έγινε δεκτή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για επιβολή έκτακτης φορολογίας στα «ουρανοκατέβατα κέρδη» των εταιρειών που αξιοποίησαν προς όφελος τους την ενεργειακή κρίση.

Η ποιότητα της Δημοκρατίας

Αυστηρή είναι η κρίση των Ελλήνων πολιτών, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, και για την ποιότητα της Δημοκρατίας μας.

Στην ερώτηση «γενικά είστε πολύ ικανοποιημένος/η, αρκετά ικανοποιημένος/η, όχι τόσο ικανοποιημένος/η ή καθόλου ικανοποιημένος/η με τον τρόπο που λειτουργεί η Δημοκρατία», μόλις 29% απάντησαν πολύ ή αρκετά ικανοποιημένοι ενώ 71% εμφανίζονται δυσαρεστημένοι.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο προηγούμενο Ευρωβαρόμετρο που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο-Νοέμβριο του 2022, 34% είχαν δηλώσει πολύ ή αρκετά ικανοποιημένοι με τον τρόπο λειτουργίας της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και 65% δυσαρεστημένοι.

Αυτό σημαίνει ότι σε ένα κρίσιμο προεκλογικό εξάμηνο, ο ήδη χαμηλός βαθμός ικανοποίησης με τη λειτουργία της Δημοκρατίας έπεσε άλλες 5 ποσοστιαίες μονάδες για να περιοριστεί στο 29%.

Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27, το ποσοστό ικανοποίησης των πολιτών με τον τρόπο λειτουργίας της Δημοκρατίας παρέμεινε το ίδιο διάστημα σταθερό στο 56%, με 42% αρνητικές γνώμες.

Η Ελλάδα, λοιπόν, αποδεικνύεται ειδική περίπτωση με πολύ χαμηλό ποσοστό ικανοποίησης για τη λειτουργία της Δημοκρατίας, μόλις 29% σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 56%. Κατά την κρίσιμη προεκλογική περίοδο παρατηρήθηκε σημαντική πτώση των ικανοποιημένων με τη λειτουργία της Δημοκρατίας μας, η οποία θα πρέπει να αποδοθεί σε διάφορα σημαντικά γεγονότα που μεσολάβησαν. Αποκάλυψη νέων τηλεφωνικών παρακολουθήσεων στα τέλη Δεκεμβρίου, μεταξύ των οποίων η δική μου παρακολούθηση από την ΕΥΠ αφού είχα χαρακτηριστεί «επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια», προκλητικό κουκούλωμα του σκανδάλου από την πλευρά της κυβέρνησης και η σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών που ανέδειξε δυσλειτουργίες, διαπλοκή, αναξιοκρατία.

Τα ποσοστά του Ευρωβαρόμετρου δίνουν και την απάντηση στα ελεγχόμενα από το σύστημα Μητσοτάκη ΜΜΕ, οι δημοσιογράφοι των οποίων επιχειρηματολογούσαν από το πρωί μέχρι το βράδυ ότι αυτά τα ζητήματα δεν επηρεάζουν την διαμόρφωση της κοινής γνώμης.

Με βάση λοιπόν την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, που είναι γενικά αποδεκτή στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 και αξιοποιείται σαν έρευνα αναφοράς, οι Έλληνες είναι βαθιά δυσαρεστημένοι με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης στα ζητήματα της καθημερινότητας που προσδιορίζουν το βιοτικό τους επίπεδο και πιστεύουν σε πολύ μεγάλο βαθμό ότι η Δημοκρατία υποβαθμίζεται στη χώρα τους.

Ανάλογα ευρήματα σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 θα οδηγούσαν στην εκλογική κατάρρευση του κυβερνώντος κόμματος. Στην Ελλάδα η καταδίκη της πολιτικής που εφάρμοσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνο δεν την έφθειρε εκλογικά αλλά δεν στάθηκε εμπόδιο στον εκλογικό θρίαμβο της Νέας Δημοκρατίας, με ποσοστό διπλάσιο του ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι σαν να θεωρούν οι πολίτες ότι η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη σε ζητήματα μεγάλης σημασίας είναι απαράδεκτη και να τη χρεώνουν… στον ΣΥΡΙΖΑ.

Προσπάθεια ερμηνείας

Η απόσταση μεταξύ των δημοσκοπικών ευρημάτων του Ευρωβαρόμετρου και του εκλογικού αποτελέσματος είναι τεράστια και επιβάλλει μια πρώτη προσπάθεια ερμηνείας, η οποία σε αυτή τη φάση είναι, υποχρεωτικά, αρκετά πρόχειρη.

Η πρώτη παρατήρηση που έχω να κάνω είναι ότι δημιουργήθηκε στην Ελλάδα μια «ιερή συμμαχία» των πιο ισχυρών ΜΜΕ που στήριξαν, για τους δικούς τους λόγους, τον Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία.

Αντί να αναδείξουν τη δυσαρέσκεια με την κυβερνητική πολιτική και να οργανώσουν σοβαρές συζητήσεις για τις προτάσεις της αντιπολίτευσης, άρχισαν να επιχειρηματολογούν υπέρ του… αναπόφευκτου της ακρίβειας και της πτώσης του πραγματικού εισοδήματος των νοικοκυριών και να εξηγούν την υποτιθεμένη ανευθυνότητα του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ σε ό,τι αφορά τη διατύπωση εναλλακτικών προτάσεων.

Με τη βοήθεια της «ιερής συμμαχίας» των ισχυρότερων ΜΜΕ, ο κ. Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του κατάφεραν να καλλιεργήσουν στην κοινή γνώμη τον φόβο για ενδεχόμενη επανάληψη της κρίσης του 2015. Επιδιώχθηκε ένας ετεροχρονισμός ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να κριθεί με βάση το λάθος στρατηγικής σημασίας το 2014-2015 και όχι με βάση τις επιδόσεις του 2018-2019 που ήταν πολύ καλύτερες από τις επιδόσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη και έδειχναν ότι δεν υπήρχε περίπτωση επανάληψης του λάθους του 2014-2015 και της σχετικής κρίσης.

Το 2018-2019 η κυβέρνηση Τσίπρα επετύγχανε δημοσιονομικά πλεονάσματα, όχι πρωτογενή αλλά συνολικά. Το 2020 έως 2022 η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε ευρωπαϊκό ρεκόρ δημοσιονομικού ελλείμματος με σωρευτικό έλλειμμα για την τριετία 20% του ΑΕΠ. Η διαφορά είναι τεράστια και δεν εξηγείται πλήρως από την κρίση της πανδημίας και την ενεργειακή κρίση εφόσον οι δαπάνες ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα, να ενισχυθεί και να μεγαλώσει το κομματικό κράτος, να ικανοποιηθούν συγκεκριμένες κατηγορίες ψηφοφόρων.

Το 2018 και το 2019 οι δημόσιες δαπάνες ήταν πολύ λιγότερες από ό,τι επί κυβέρνησης Μητσοτάκη και το φορολογικό φορτίο μικρότερο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τους καταναλωτικούς φόρους που πλήττουν τους μη προνομιούχους.

Και στο ζήτημα του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που μετράει την διεθνή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και αποτελεί το διαχρονικά αδύναμο σημείο μας, η διαφορά μεταξύ Τσίπρα και Μητσοτάκη είναι τεράστια. Ο Τσίπρας το έριξε κάτω από 2% του ΑΕΠ επιτυγχάνοντας την ισορροπία που έχει ανάγκη η οικονομία, με τον Μητσοτάκη να το αυξάνει πρώτα σε 6% του ΑΕΠ και στην συνέχεια πάνω από 10%, πενταπλασιάζοντάς το σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση.

Επομένως, ο καλλιεργηθείς φόβος σε σχέση με την επανάληψη της κρίσης πρέπει να αποδοθεί αποκλειστικά σε πολιτικές σκοπιμότητες και όχι στην αξιολόγηση των βασικών οικονομικών μεγεθών επί κυβέρνησης Τσίπρα και επί κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Εντυπωσιακή αστοχία

Η «ιερή συμμαχία» των ΜΜΕ και η καλλιέργεια του φόβου της επανάληψης της κρίσης του 2015 δεν θα απέδιδαν τόσο εάν υπήρχε μια οργανωμένη αντίδραση από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ.

Όμως, για διάφορους λόγους, η αστοχία των βασικών κομμάτων της αντιπολίτευσης υπήρξε εντυπωσιακή.

Αναπτύχθηκε ένας «εμφύλιος» στην κεντροαριστερά και την αριστερά που δεν επέτρεψε μια σοβαρή άμυνα στην κυβερνητική επίθεση. Το ένα κόμμα έβγαζε τον λογαριασμό στο άλλο και όλα μαζί άφηναν ουσιαστικά στο απυρόβλητο την πολιτική Μητσοτάκη και χωρίς απάντηση την κυβερνητική επιχειρηματολογία η οποία σε αρκετές περιπτώσεις ήταν στο επίπεδο της προπαγάνδας.

Επιπλέον, πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ προχωρούσαν… αμέριμνα σε ένα ναρκοθετημένο επικοινωνιακό περιβάλλον. Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλλαν διάφορες θέσεις με έναν τρόπο που μπορούσε να αξιοποιήσει εύκολα η κυβερνητική προπαγάνδα, περιορίζοντας έτσι ακόμη περισσότερο τον τηλεοπτικό χρόνο του κόμματος τους και την δυνατότητα του να προβάλλει ορισμένες ενδιαφέρουσες προτάσεις εντός ευρωπαϊκού πλαισίου. Από την πλευρά τους στελέχη του ΠΑΣΟΚ σπαταλούσαν τον περιορισμένο τηλεοπτικό χρόνο τους σε επιθέσεις εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ ή δείχνοντας έλλειψη βασικών γνώσεων για την κυβερνητική πολιτική και τις εναλλακτικές προτάσεις του κόμματους τους.

Τέλος, οι επιτυχίες που είχαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και διαμόρφωσης της Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης σε σχέση με την καταγγελία των πρακτικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη στα ΜΜΕ, στο θέμα των κοριών και σε ζητήματα του κράτους δικαίου, οδήγησαν σε ακόμη μεγαλύτερη χαλάρωση στα ζητήματα της οικονομίας που προσδιορίζουν, σε μεγάλο βαθμό, το εκλογικό αποτέλεσμα.

Επομένως, η κυβερνητική πλευρά ήξερε πώς να καλύψει τα αδύναμα σημεία της πολιτικής της, ιδιαίτερα στα ζητήματα της οικονομίας ενώ τα δύο ισχυρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν τη δικαιολογημένη δυσαρέσκεια των πολιτών με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ούτε να περάσουν τις κατά κανόνα χρήσιμες και «ευρωπαϊκές» προτάσεις τους. Το Ευρωβαρόμετρο έδωσε ενδιαφέροντα αποτελέσματα τα οποία μπόρεσε να καλύψει η κυβέρνηση Μητσοτάκη και δεν μπόρεσαν να τα αξιοποιήσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Το εκλογικό αποτέλεσμα δεν διαμορφώνεται από τις έρευνες της κοινής γνώμης αλλά από την δράση και την αντίδραση των πολιτικών.