Πολιτική με μοχλό τη βία - Free Sunday
Πολιτική με μοχλό τη βία

Πολιτική με μοχλό τη βία

Κάτι περίεργο συμβαίνει τον τελευταίο καιρό με την ελληνική αστυνομία. Την ίδια στιγμή που δύσκολες υποθέσεις, όπως η απαγωγή Λεμπιδάκη ή η δολοφονία Ζαφειρόπουλου, εξιχνιάζονται, διάφορες άλλες περιπτώσεις, που ανησυχούν βαθιά την κοινωνία και επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών, μένουν «στο ράφι» με σοβαρά ερωτηματικά.

Μια απάντηση στο θέμα έδωσε ο συνδικαλιστής της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Δ. Αττικής Σπήλιος Κρικέτος, ο οποίος κάλεσε την πολιτική ηγεσία του υπουργείου και το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων να εμπιστευτούν την αστυνομία ώστε να κάνει τη δουλειά της.

«Να μας εμπιστευτούν να κάνουμε τη δουλειά μας» είπε ο κ. Κρικέτος με έναν σαφή υπαινιγμό, ότι η πολιτική ηγεσία δεν αφήνει την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της, ενώ, ζητώντας τη στήριξη της αντιπολίτευσης, πρόσθεσε: «Οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας να πουν ευθέως εάν εμπιστεύονται την ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. και να αφήσουν την ΕΛ.ΑΣ. να δράσει όπως αυτή μόνο ξέρει».

Είναι προφανές ότι η δήλωση του κ. Κρικέτου έχει μια αντίφαση μέσα της. Διότι δεν ανταποκρίνεται στο σύνολο της δουλειάς της ΕΛ.ΑΣ. Υπό αυτό το πρίσμα, η απάντηση στο πρόβλημα είναι σαφώς και μόνο πολιτική.

Ο αναπληρωτής υπουργός Δημόσιας Τάξης Νίκος Τόσκας τις τελευταίες μέρες περιδιαβαίνει τα κανάλια και τα ερτζιανά δίνοντας τη διαβεβαίωση ότι «για όποιον “διαβαίνει τον Ρουβίκωνα” της έννομης τάξης η αστυνομία επεμβαίνει».

Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Τοσκας είπε, ως συνήθως στην εποχή του ΣΥΡΙΖΑ, τη μισή αλήθεια. Διότι ούτε είναι απολύτως βέβαιο ότι η αστυνομία επεμβαίνει ούτε είναι πολύ συγκεκριμένος ο «Ρουβίκωνας» της έννομης τάξης.

 

Ναρκωτικά στο πανεπιστήμιο

Χαρακτηριστικότερη περίπτωση είναι η αποδοκιμασία που επιφύλαξε ο υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Γαβρόγλου στο αίτημα της Συγκλήτου του ΑΠΘ για αστυνομική παρέμβαση κατά της διακίνησης ναρκωτικών: «Οι πρώτοι που έχουμε αναγνωρίσει ότι υπάρχει παραβατικότητα μέσα στα ΑΕΙ είμαστε εμείς. Το θέμα της παραβατικότητας δεν λύνεται μόνο με την αστυνομία».

Θεωρητικά, η αποδοκιμασία του κ. Γαβρόγλου δεν είχε αποτέλεσμα, αφού ο εισαγγελέας έκανε δεκτό το αίτημα της Συγκλήτου του ΑΠΘ. Απλώς, όταν λίγες ημέρες μετά ομάδα κουκουλοφόρων έβαλε φωτιά στο υποκατάστημα της τράπεζας εντός του ΑΠΘ, δεν παρενέβη η αστυνομία, αλλά ούτε και η Πυροσβεστική, διότι οι πυροσβέστες είπαν πως δεν γνώριζαν τι θα αντιμετώπιζαν, καθώς την ίδια ώρα μέσα στο πανεπιστήμιο γινόταν πάρτι με τη συμμετοχή κοντά χιλίων ατόμων. Σύμφωνα δε με δηλώσεις του αρμόδιου αντιπρύτανη, η Πυροσβεστική δεν μπόρεσε να παρέμβει, επειδή δεν είχε την προστασία της αστυνομίας, και τελικά τη φωτιά την έσβησαν οι φύλακες του ΑΠΘ.

 

Ποιος καταστρέφει τα ακυρωτικά;

Η δεύτερη εξίσου χαρακτηριστική περίπτωση αφορά το θέμα του ηλεκτρονικού εισιτηρίου. Ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης, ο οποίος έχει καταγγείλει συντονισμένη προσπάθεια υπονόμευσης του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, σε απάντησή του στη Βουλή στις 17 Μαρτίου εξαίρεσε τις «πολιτικές ομάδες» από αυτούς που κατέστρεφαν τα ακυρωτικά μηχανήματα.

«Η πλειοψηφία αυτών των φαινομένων δεν οφείλονται ούτε σε ομάδες πολιτικές ούτε σε χουλιγκανισμό από τα γήπεδα –υπάρχουν και τέτοια–, αλλά συνδέονται με συγκεκριμένες ομάδες εξυπηρέτησης συγκεκριμένων οργανωμένων και παράνομων συμφερόντων» είπε ο κ. Σπίρτζης, δίνοντας μια σαφή κατεύθυνση στην έρευνα γι’ αυτούς που εμπόδιζαν την εφαρμογή του ηλεκτρονικού εισιτηρίου.

Δύο εβδομάδες αργότερα, ο «Συντονισμός αυτοοργανωμένων/αναρχικών/αντιεξουσιαστικών κοινοτήτων αγώνα για το σαμποτάζ στα συστήματα κοινωνικού ελέγχου και επιτήρησης» ανακοίνωνε ότι «από τις 28/2 έως τις 18/3 αφαιρέσαμε και καταστρέψαμε 149 καινούργια και 60 παλιά ακυρωτικά μηχανήματα στις κάτωθι γραμμές λεωφορείων και τρόλεϊ». Αλλά η κατεύθυνση ήταν σαφής.

Έκτοτε για όλες τις καταστροφές ταυτοποιήθηκαν τα στοιχεία τριών Ελλήνων, οι οποίοι συμμετείχαν σε ομάδα ατόμων που προκάλεσε φθορές σε ακυρωτικά και αυτόματα μηχανήματα στον σταθμό μετρό «Ομόνοια» στις 2 Μαΐου 2017, αλλά παραμένει άγνωστο αν συνελήφθη κάποιος από αυτούς, ενώ τον Ιούλιο συνελήφθη ένας 30χρονος Ιρακινός που περίπου ως μοναχικός λύκος σε αποβάθρα του τραμ προκάλεσε φθορές σε δύο ακυρωτικά μηχανήματα, ενώ αποκόλλησε ένα από αυτά.

 

Το λαϊκό δικαστήριο στον Ευαγγελισμό

Η τρίτη περίπτωση αφορά την επίθεση του «Ρουβίκωνα» στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και τις απειλές σε γιατρό, ο οποίος «καταδικάστηκε» επειδή έπαιρνε «φακελάκια». Δεν υπήρξε καμία αποδοκιμασία του γεγονότος από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, ενώ η διοίκηση του νοσοκομείου περίπου συμμερίστηκε τις καταγγελίες, καθώς σε ανακοίνωσή της περιορίστηκε να αναφέρει τις διαδικασίες που προβλέπονται στις καταγγελίες για «φακελάκια».

Λίγο αργότερα, όταν στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. ρωτήθηκαν αν έγιναν συλλήψεις, περιορίστηκαν να πουν ότι το συγκεκριμένο αδίκημα διώκεται κατ’ έγκληση και έτσι δε μπορούν να γίνουν συλλήψεις χωρίς προηγουμένως κανείς να έχει καταγγείλει το συμβάν. Η πολιτική δικαίωση της επίθεσης του «Ρουβίκωνα» επιβεβαιώθηκε τόσο όταν ο γιατρός-στόχος της επίθεσης διευκρίνισε ότι δεν θα υποβάλει μήνυση όσο και όταν η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου έδωσε εντολή, παράλληλα με την έρευνα για τη δράση της ομάδας που έκανε την επίθεση, να ερευνηθεί και κατά πόσο ο γιατρός έπαιρνε «φακελάκια».

 

Η «παράνομη βία» στην ισπανική πρεσβεία

Η μόνη περίπτωση τον τελευταίο καιρό όπου υπήρξε αστυνομική παρέμβαση ήταν η σύλληψη 18 μελών του «Ρουβίκωνα» για την κατάληψη της ισπανικής πρεσβείας. Απλώς η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης συνέπεσε με την αντιπαράθεση που είχε το υπουργείο Εξωτερικών με τον Ισπανό πρέσβη, όταν ο τελευταίος εξέφρασε τη δυσαρέσκεια της Μαδρίτης για τη θέση που δεν πήρε η Ελλάδα στο θέμα της ανεξαρτησίας της Καταλονίας. Οι 18 προσήχθησαν, συνελήφθησαν και δικάστηκαν σε χρόνο-ρεκόρ. Το δικαστήριο επέβαλε ποινές έξι μηνών για διατάραξη οικιακής ειρήνης, ενώ δεν θεώρησε την εισβολή πράξη παράνομης βίας.

Για την καταστροφή με βαριοπούλες του ΚΕΠΥΟ, την ευθύνη της οποίας επίσης ανέλαβε ο «Ρουβίκωνας», δεν υπήρξε θέμα, ενώ σε όσους από τους 18 αρνήθηκαν να δώσουν δακτυλικά αποτυπώματα επιβλήθηκε πρόστιμο 400 ευρώ.

 

Συνήθως σερίφης και ενίοτε δικαστής

Η τελευταία πράξη του δράματος της σχέσης της αστυνομίας με τις αντιεξουσιαστικές ομάδες και τη βία ήρθε όταν ο κ. Τόσκας ουσιαστικά καταλόγισε στη Δικαιοσύνη επιεική στάση απέναντί τους. «Είναι δουλειά της Δικαιοσύνης να κρίνει το αξιόποινο ή μη των πράξεων. Η Δικαιοσύνη σε κάθε δημοκρατική χώρα είναι ανεξάρτητη και δεν δέχεται υποδείξεις» σχολίασε. Λίγες ημέρες αργότερα, με αφορμή τη βιαιοπραγία εναντίον συνηγόρου πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής, ενεδύθη και στολή δικαστή, για να διαβεβαιώσει ότι «οι φασιστικές προκλήσεις δεν θα μείνουν ατιμώρητες». Και όλα αυτά ενώ η δίκη της Χρυσής Αυγής έχει μετατραπεί σε δικαστικό μαραθώνιο χωρίς τερματισμό.

Από τη στιγμή που η εξιχνίαση της απαγωγής Λεμπιδάκη δεν μπορεί να είναι πιο εύκολη από τη σύλληψη αυτών που καταστρέφουν τα ακυρωτικά μηχανήματα, οι αστυνομικές επιτυχίες του τελευταίου καιρού περισσότερο αναδεικνύουν παρά αμφισβητούν την υποταγή της αστυνομίας στις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, η οποία δεν δείχνει να θεωρεί πρόβλημα τη δράση των αντιεξουσιαστικών ομάδων. Άλλωστε οι ακτιβισμοί αυτών των ομάδων δείχνουν να συμπίπτουν, σε κάποια τουλάχιστον θέματα, με τη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ και σε κάποιες άλλες περιπτώσεις να διευκολύνουν κυβερνητικές επιλογές. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η καθυστέρηση των πλειστηριασμών, ο μοχλός για την οποία είναι η πίεση στους συμβολαιογράφους, που είναι ευλόγως επιφυλακτικοί να διακινδυνεύσουν τη σωματική τους ακεραιότητα, την οποία κανείς δεν δείχνει διαθέσιμος να προστατέψει. Το ότι η κοινωνία αναπτύσσει αντανακλαστικά φόβου μπορεί να εξελιχθεί και σε παράπλευρη ωφέλεια.

Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει και το παλιό απόφθεγμα του Μαρξ σύμφωνα με το οποίο «η βία είναι η μαμή της Ιστορίας».