Η Ευρώπη χωρίς στρατηγική μεταξύ διαμαρτυρίας και εμβολίου - Free Sunday
Η Ευρώπη χωρίς στρατηγική μεταξύ διαμαρτυρίας και εμβολίου
Η αντιμετώπιση της πανδημίας επιβάλλει λιγότερη πολιτική διαχείριση και περισσότερη υγειονομική.

Η Ευρώπη χωρίς στρατηγική μεταξύ διαμαρτυρίας και εμβολίου

Όσο εντυπωσιακές κι αν ήταν οι συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών που έσπασαν τα μέτρα κατά του κορονοϊού και της αστυνομίας στην Αθήνα στις 17 Νοεμβρίου, στην επέτειο του Πολυτεχνείου, δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με τη μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας που αναστάτωσε το κέντρο του Βερολίνου την Τετάρτη 18 Νοεμβρίου.

Οι Ευρωπαίοι είναι σε κατάσταση σύγχυσης και κινούνται μεταξύ μεγάλης ανησυχίας για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, βουβής οργανωμένης διαμαρτυρίας και ελπίδας για τα εμβόλια που θα λύσουν οριστικά το πρόβλημα.

Την κατάσταση περιπλέκει η έλλειψη στρατηγικής που χαρακτηρίζει πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, οι οποίες προσπαθούν, με διάφορους τρόπους, να διαχειριστούν το πολιτικό κόστος σε εθνικό επίπεδο.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Στην Ελλάδα οι πολίτες αντιδρούν στις οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες που προκαλεί η πανδημία και στα κυβερνητικά μέτρα. Δεν προχωρούν όμως σε δυναμική αμφισβήτηση της πολιτικής που εφαρμόζεται.

Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στον εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνείου, για να αποτραπεί μεγαλύτερη διάδοση του κορονοϊού, έγιναν σε γενικές γραμμές σεβαστοί.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ προχώρησαν –παρά τους ελιγμούς τακτικής και τις καταγγελίες– στην κυβερνητική λογική της απαγόρευσης της πορείας και των μαζικών εκδηλώσεων για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Ο κ. Χρυσοχοΐδης και η ΕΛ.ΑΣ. κινήθηκαν γρήγορα και αποτελεσματικά και εξουδετέρωσαν τους «αντιεξουσιαστές», οι οποίοι συνήθως κυριαρχούν με τις ακρότητές τους στον εορτασμό του Πολυτεχνείου.

Η μόνη σημαντική και οργανωμένη δύναμη που έσπασε τα μέτρα κατά της πανδημίας στο όνομα της προάσπισης των δημοκρατικών δικαιωμάτων ήταν το ΚΚΕ. Δεν μπορεί όμως να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικό της ελληνικής κοινωνίας, γιατί είναι ένα κόμμα με περιορισμένη εκλογική απήχηση, ισχυρό μηχανισμό και απεριόριστο δογματισμό.

Οι Έλληνες πολίτες έχουν φορτωθεί τα μεγαλύτερα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα εξαιτίας της πανδημίας. Ο κορονοϊός ρίχνει το ήδη εξαιρετικά χαμηλό βιοτικό επίπεδό τους και θίγει με διάφορους τρόπους την καθημερινότητά τους.

Περίπου ο μισός πληθυσμός υποφέρει εξαιτίας της μείωσης του εισοδήματός του και των ελλείψεων σε βασική υποδομή, που μπορεί να μετατρέψουν σε πράξη ηρωισμού τη χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς από τους εργαζόμενους ή σε μαρτύριο διαρκείας για τους γονείς την τηλεκπαίδευση των παιδιών.

Θα περίμενε κανείς ότι σε τόσο δύσκολες συνθήκες η κοινωνία θα εκδήλωνε δυναμικά τη διαμαρτυρία της. Κατά την άποψή μου, αυτό δεν συμβαίνει για διάφορους λόγους.

Πρώτον, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες πλήρωσαν ακριβά τα κινήματα διαμαρτυρίας, την «πάνω» και την «κάτω πλατεία», γι’ αυτό είναι εξαιρετικά προσεκτικοί στις κινήσεις τους.

Δεύτερον, η δεκαετής κρίση έχει σκληραγωγήσει τους πολίτες, οι οποίοι μπορεί να θεωρούν αυτονόητο αυτό που πολίτες άλλων ευρωπαϊκών χωρών θεωρούν αδιανόητο.

Τρίτον, οι πολίτες σέβονται –παρά τη μεγάλη επιδείνωση των τελευταίων εβδομάδων– τις επιδόσεις της κυβέρνησης στην προστασία της δημόσιας υγείας. Με τις κινήσεις που έκανε ο Μητσοτάκης, η Ελλάδα πέρασε χωρίς μεγάλες ανθρώπινες απώλειες το πρώτο κύμα της πανδημίας. Δυστυχώς, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική τώρα που αναπτύσσεται το δεύτερο κύμα στην πορεία προς έναν εξαιρετικά δύσκολο χειμώνα. Οι θάνατοι που καταγράφονται σε ημερήσια βάση είναι πάρα πολλοί, αλλά λιγότεροι από αυτούς που καταγράφονται στα περισσότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε., λαμβάνοντας υπόψη και τη σύγκριση του πληθυσμού.

Τέταρτον, η οικονομική και κοινωνική κατάσταση είναι τόσο δύσκολη για πολλούς συμπολίτες μας, ώστε η δυναμική διαμαρτυρία στα γνωστά ξεπερασμένα συντεχνιακά πλαίσια μοιάζει για τους περισσότερους ένα είδος πολυτέλειας.

Η 17η Νοεμβρίου ήταν σε γενικές γραμμές ήρεμη στην Αθήνα και στα άλλα αστικά κέντρα, δεν ισχύει όμως το ίδιο για τη 18η Νοεμβρίου σε ό,τι αφορά τη Γερμανία.

Ο αγώνας της Μέρκελ

Όσα συμβαίνουν στη Γερμανία έχουν πάντα μεγάλη σημασία για την Ε.Ε. Πρόκειται για το κράτος-μέλος της Ε.Ε. με την ισχυρότερη οικονομία και, κατά την άποψή μου, την καλύτερα οργανωμένη κοινωνία. Επειδή η επιρροή της Γερμανίας είναι σημαντική στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, όσα συμβαίνουν σε αυτήν περνούν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Από τις 2 Νοεμβρίου η Γερμανία εφαρμόζει ένα είδος light lockdown. Οι κοινωνικές επαφές έχουν περιοριστεί σε δύο νοικοκυριά ή δέκα άτομα. Τα εστιατόρια και τα μπαρ έχουν κλείσει και λειτουργούν μόνο στη βάση του take-away, τα ταξίδια αποθαρρύνονται αλλά δεν απαγορεύονται, ενώ τα σχολεία και τα νηπιαγωγεία παραμένουν ανοιχτά.

Η καγκελάριος Μέρκελ, της οποίας η δημοτικότητα ανέβηκε εντυπωσιακά εξαιτίας του χειρισμού της πανδημίας, προσπαθεί να ελέγξει την αυξητική τάση των νέων κρουσμάτων χωρίς να βάλει προσωρινό «λουκέτο» στην οικονομία και στην κοινωνία.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των διεθνών οργανισμών και των ευρωπαϊκών θεσμών, η Γερμανία πηγαίνει για μια πτώση του ΑΕΠ κατά 5% το 2020, ενώ Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία –οι επόμενες τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης– πηγαίνουν για διψήφιο ποσοστό πτώσης του ΑΕΠ. Η Γερμανία συνδυάζει τις μικρότερες οικονομικές απώλειες με τις μικρότερες ανθρώπινες απώλειες μεταξύ των μεγαλύτερων κρατών-μελών της Ε.Ε.

Ο κυβερνητικός συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών εκτιμά ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα για την προστασία της δημόσιας υγείας, γι’ αυτό και πέρασαν από την Ομοσπονδιακή Βουλή και το δεύτερο νομοθετικό σώμα, στο οποίο εκπροσωπούνται τα γερμανικά κρατίδια, νομοθεσία που ενισχύει το πλαίσιο για την προστασία από την πανδημία. Ενσωματώθηκαν στη νομοθεσία αποφάσεις για περιορισμό των κοινωνικών επαφών, για τη χρήση της μάσκας, για την απαγόρευση κατανάλωσης αλκοόλ σε δημόσιους χώρους, για το αναγκαστικό κλείσιμο των καταστημάτων, για τη ματαίωση αθλητικών διοργανώσεων, για τους κανόνες βάσει των οποίων κλείνουν τα σχολεία και τα νηπιαγωγεία και τους περιορισμούς που ισχύουν για εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Η Ομοσπονδιακή Βουλή υπερψήφισε την ενίσχυση της σχετικής νομοθεσίας με 415 ψήφους υπέρ, 236 κατά και 8 αποχές.

Την ημέρα που εγκρίθηκε ο νέος νόμος καταγράφηκαν 17.561 νέα κρούσματα και ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων από την αρχή της πανδημίας έφτασε τα 833.307. Παρά το γεγονός ότι στη Γερμανία η καταγραφή των κρουσμάτων είναι πολύ πιο αποτελεσματική απ’ ό,τι στην Ελλάδα λόγω του μεγαλύτερου αριθμού τεστ κορονοϊού που πραγματοποιούνται, αποδεικνύεται αδύνατη η ιχνηλάτηση των επαφών άνω του 75% των νέων κρουσμάτων.

Δυναμική διαμαρτυρία

Την ώρα που η Ομοσπονδιακή Βουλή ψήφιζε, με την υποστήριξη των Χριστιανοδημοκρατών, των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων, τον νόμο που έδινε μεγαλύτερες αρμοδιότητες στην κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας, δεκάδες χιλιάδες άτομα διαδήλωναν στο κέντρο του Βερολίνου, κοντά στη Βουλή, κατά της κυβερνητικής πολιτικής.

Οι διαδηλωτές ήταν ένα μείγμα ακροδεξιών που επενδύουν στην αποσταθεροποίηση, αρνητών του κορονοϊού, αλλά και ατόμων που εναντιώνονται από θέσεις αρχής σε αυτό που θεωρούν ειδική νομοθεσία και έκτακτα μέτρα.

Η αστυνομία είχε λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα, γιατί τον περασμένο Αύγουστο οι διαδηλωτές κατάφεραν να εισβάλουν στο κτίριο της Ομοσπονδιακής Βουλής. Η διαμαρτυρία του Αυγούστου έγινε Σαββατοκύριακο, χωρίς να υπάρχει κοινοβουλευτικό έργο και παρουσία βουλευτών στο κτίριο.

Την Τετάρτη 18 Νοεμβρίου η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική, εφόσον η Ομοσπονδιακή Βουλή συνεδρίαζε σε ολομέλεια.

Οι διαδηλωτές, οι οποίοι κατά την εκτίμηση της αστυνομίας ήταν 18.000, δεν φορούσαν μάσκες, παρά τις συστάσεις που τους έγιναν, και δεν κράτησαν αποστάσεις μεταξύ τους και από την αστυνομία. Η διαδήλωση κατέληξε σε συγκρούσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό εννέα αστυνομικών και τη σύλληψη 150 διαδηλωτών.

Οι βουλευτές της ακροδεξιάς Εναλλακτική για τη Γερμανία κατάφεραν να βάλουν στο κτιριακό συγκρότημα της Ομοσπονδιακής Βουλής δικούς τους ανθρώπους σαν επισκέπτες. Ορισμένοι από αυτούς επιτέθηκαν στον υπουργό Οικονομίας και δεξί χέρι της Μέρκελ, Πέτερ Αλτμάιερ, βρίζοντας και βιντεοσκοπώντας τον.

Οι περισσότεροι διαδηλωτές διαμαρτυρήθηκαν για την υπερβολική, κατά την άποψή τους, συγκέντρωση εξουσίας και τον κίνδυνο που μπορεί να δημιουργήσει για τα δικαιώματα των πολιτών. Αρκετοί κορυφαίοι νομικοί εκτιμούν ότι η νέα νομοθεσία είναι αντισυνταγματική και ότι θα πέσει στα δικαστήρια.

Η Εναλλακτική για τη Γερμανία, σε μια επιθετική κίνηση τακτικής, συνέκρινε τη νέα νομοθεσία με την έκτακτη νομοθεσία που επέβαλε το 1933 ο Χίτλερ και άνοιξε τον δρόμο στην κατάργηση του κοινοβουλευτισμού από τους ναζί. Με τον ελιγμό αυτόν η Εναλλακτική για τη Γερμανία, στην οποία υπάρχει ισχυρή νεοναζιστική πτέρυγα, θέλησε να περάσει το μήνυμα ότι δεν έχει σχέση με το σκοτεινό ιστορικό παρελθόν και πως η πραγματική απειλή για τη δημοκρατία είναι ο κυβερνητικός συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών και το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα.

Η καγκελάριος Μέρκελ δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο τις διαμαρτυρίες των διαδηλωτών αλλά και τις αντιρρήσεις των πρωθυπουργών των 16 γερμανικών κρατιδίων. Σε συνάντηση που είχε μαζί τους πρότεινε πρόσθετα μέτρα, όπως απαγόρευση των πάρτι μέχρι την παραμονή των Χριστουγέννων, αυστηρότερους περιορισμούς στις επαφές των νοικοκυριών, υποχρεωτική χρήση μάσκας στα σχολεία και κατά τη διάρκεια των μαθημάτων, επταήμερη καραντίνα για τους πολίτες ακόμη και με απλό κρυολόγημα. Οι περισσότεροι πρωθυπουργοί των 16 κρατιδίων δεν συμφώνησαν με τα μέτρα, κρίνοντάς τα υπερβολικά αυστηρά, και η καγκελάριος ανακοίνωσε νέα συνάντηση την επόμενη εβδομάδα, σε αναζήτηση του αναγκαίου συμβιβασμού.

Η συνολική εικόνα της Γερμανίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Έχουμε ένα light lockdown το οποίο αυστηροποιείται με μικρά και διστακτικά βήματα, τη δυναμική αντίδραση πολλών πολιτών και τη συνεχή διαχείριση του πολιτικού κόστους σε ένα εξαιρετικά δημοκρατικό αλλά και εξαιρετικά σύνθετο πολιτικό σύστημα.

Πολιτική διαχείριση

Η πολιτική διαχείριση της πανδημίας δεν είναι βέβαια αποκλειστικό προνόμιο της Γερμανίας. Σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. οι αποφάσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά και οι αντιδράσεις σε αυτές, έχουν αναπόφευκτα πολιτική διάσταση.

Ο Μακρόν προωθεί στη Γαλλία το νομοσχέδιο για τη συνολική ασφάλεια, το οποίο μεταξύ των άλλων περιορίζει τις δυνατότητες αμφισβήτησης της δράσης της αστυνομίας. Έτσι, οι δημοσιογράφοι πρέπει να ειδοποιούν τις αρχές για την παρουσία τους σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, ενώ απαγορεύεται η φωτογράφιση των αστυνομικών σε δράση.

Η εξαιρετικά αυστηρή νομοθεσία, και μάλιστα από έναν φιλελεύθερο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αποδίδεται από πολιτικούς αναλυτές σε δύο λόγους. Στην ανησυχία του Μακρόν και της κυβέρνησης Καστέξ ότι μπορεί να ενωθεί η διαμαρτυρία για την πανδημία με τη διαμαρτυρία των Κίτρινων Γιλέκων ή τη διαμαρτυρία για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, η οποία αναβάλλεται συνεχώς, χωρίς όμως να ματαιώνεται. Το κοινωνικό κλίμα στη Γαλλία ήταν δύσκολο πριν από την πανδημία και μπορεί να γίνει δυσκολότερο όταν την αφήσουμε οριστικά πίσω μας.

Τα σκληρά μέτρα που προωθεί ο Μακρόν έχουν σχέση και με τις προεδρικές εκλογές του 2022. Προφανώς, εκτιμά ότι βασικός αντίπαλός του και αυτή τη φορά θα είναι η Λεπέν και μάλιστα με ενισχυμένα ποσοστά. Με τη σκλήρυνση που επιχειρεί, θέλει να της περιορίσει τον πολιτικό της χώρο, υιοθετώντας μέρος της επιχειρηματολογίας της υπέρ του νόμου και της τάξης. Ο Μακρόν, βέβαια, κινδυνεύει να χάσει ψήφους προς το Κέντρο και την Αριστερά, φαίνεται όμως ότι εκτιμά πως δύσκολα θα υπάρξει υποψήφιος που θα κινηθεί στα αριστερά του ικανός να επιτύχει ποσοστά που θα του επιτρέψουν να περάσει στον δεύτερο γύρο.

Προς το παρόν, οι διαμαρτυρίες για τα μέτρα κατά της πανδημίας που εφαρμόζονται στη Γαλλία είναι διαφόρων ειδών και δεν ασκούν μεγάλη πίεση στον Μακρόν και στον Καστέξ. Διαμαρτύρονται μαθητές και εκπαιδευτικοί κατά της λειτουργίας των σχολείων, εκπρόσωποι της εστίασης, από γνωστούς σεφ μέχρι μικρομεσαίους, για το κλείσιμο των εστιατορίων, ακόμη και πιστοί που δεν θέλουν κανέναν περιορισμό για το εκκλησίασμα.

Στην Ισπανία η διαμαρτυρία κατά των κυβερνητικών μέτρων είναι συνήθως υπόθεση του ακροδεξιού κόμματος Vox ή των περιφερειών που ελέγχονται από δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Στην Ιταλία οι διαμαρτυρίες προέρχονται από ένα μείγμα μικρομεσαίων –κυρίως του τουρισμού και της εστίασης– και ακροδεξιών δυνάμεων που δοκιμάζουν τις αντοχές της κυβέρνησης συνασπισμού Δημοκρατικού Κόμματος και Κινήματος Πέντε Αστέρων.

Σε κενό στρατηγικής

Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τα πολιτικά κόμματα επιδίδονται και σε πολιτική διαχείριση της πανδημίας, έχοντας πάντα στον νου τους το πολιτικό κόστος.

Η κάθε κυβέρνηση έχει διαφορετικές προτεραιότητες, ενώ δεν υπάρχει πλήρης συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ούτε κοινή στρατηγική για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Την ημέρα που πραγματοποιήθηκε η μεγάλη διαδήλωση στο Βερολίνο, εννέα κράτη-μέλη της Ε.Ε. κατέγραψαν πάνω από 100 θανάτους το καθένα εξαιτίας του κορονοϊού. Στην Ιταλία είχαμε 753 θανάτους, στην Πολωνία 603, στη Γαλλία 425, στην Ισπανία 351, στη Γερμανία 305, στο Βέλγιο 223, στην Τσεχία 182, στη Ρουμανία 168 και στην Αυστρία 109.

Η Ιταλία επανέρχεται στη δοκιμασία της περασμένης άνοιξης. Γαλλία και Ισπανία δοκιμάζονται. Το Βέλγιο έχει σταθερά το ρεκόρ σε σχέση με τον πληθυσμό. Παρατηρείται ανησυχητική αύξηση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Η Αυστρία, που είχε εντυπωσιακές επιδόσεις στο πρώτο κύμα της πανδημίας, αντιμετωπίζει τώρα σοβαρό πρόβλημα. Το δεύτερο κύμα δοκιμάζει σκληρά και τις ανατολικές χώρες της Ε.Ε., οι οποίες δεν είχαν μεγάλες ανθρώπινες απώλειες στη διάρκεια του πρώτου κύματος.

Μια ματιά στον αριθμό των θανάτων σε 24ωρη βάση, στη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πολιτική που ακολουθείται δύσκολα θα αντέξει μέχρι τον εμβολιασμό του πληθυσμού. Ο εμβολιασμός μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να ξεκινήσει στις αρχές του 2021. Θα πρέπει όμως να φτάσουμε στο φθινόπωρο ή και στον χειμώνα του 2021-2022 για να καλυφθεί πλήρως ο πληθυσμός και να αφήσουμε πίσω μας την πανδημία.

Είναι φανερό ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να συνεχίσουμε τους επόμενους 10 ή 12 μήνες με αυτούς τους αριθμούς. Χρειάζονται πιο αποτελεσματικές παρεμβάσεις των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, οι οποίες όμως έχουν αρχίσει να πιέζονται πολιτικά από την εφαρμογή και παράταση μέτρων που αποδεικνύονται αναποτελεσματικά.

Όλες οι αποφάσεις στρατηγικής σημασίας που πάρθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο χαρακτηρίζονται από βασικά λάθη και παραλείψεις.

Στο πρώτο κύμα της πανδημίας η Ε.Ε. αντέδρασε καθυστερημένα, αλλά αρκετά αποτελεσματικά. Δεν έδωσε όμως συνέχεια στη σχετική επιτυχία της, γιατί δεν ολοκλήρωσε την αντιμετώπιση της πανδημίας με μαζικά τεστ και εξαντλητική ιχνηλάτηση των νέων κρουσμάτων.

Χάθηκε έτσι πολύτιμος χρόνος και στη συνέχεια άρχισαν να επικρατούν πολιτικές απόψεις που δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα που διαμόρφωνε η πανδημία.

Την άνοιξη και το καλοκαίρι, όταν η κατάσταση ήταν αρκετά καλή, επικράτησε, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η άποψη ότι μπορούσαμε να λειτουργήσουμε την οικονομία χωρίς να έχουμε αντιμετωπίσει πλήρως την πανδημία, όπως για παράδειγμα οι Κινέζοι και οι Νεοζηλανδοί.

Η απάντηση που δόθηκε σε όσους θεωρούσαν βέβαιη την εκδήλωση του δεύτερου κύματος ήταν ότι θα μπορούσαμε να το ξεπεράσουμε χωρίς μεγάλες απώλειες λόγω της εμπειρίας που είχαμε αποκτήσει με το πρώτο κύμα.

Το φθινόπωρο, όταν τα πράγματα άρχισαν να γίνονται ξανά δύσκολα, οι ηγέτες των «27» πέρασαν το μήνυμα ότι θεωρούσαν αδιανόητο ένα νέο lockdown, που θα μπορούσε να προκαλέσει την καταστροφή της οικονομίας, και πως θα αντιμετώπιζαν το δεύτερο κύμα με στοχευμένα, περιορισμένης γεωγραφικής εφαρμογής μέτρα.

Όταν έγινε φανερό ότι αυτή η μέθοδος δεν οδηγούσε πουθενά, άρχισαν να υποστηρίζουν την αναγκαιότητα αυστηρότερων μέτρων «για να σώσουμε τα Χριστούγεννα». Στην προσπάθειά τους να διαχειριστούν πολιτικά τη διαμαρτυρία του κόσμου, όρισαν ως αυστηρά μέτρα που μοιάζουν ιδιαίτερα χαλαρά σε σχέση με το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε. Επιπλέον, άφησαν σαφώς να εννοηθεί ότι τα μέτρα θα είχαν διάρκεια λίγων εβδομάδων και πως μετά θα επιστρέφαμε σε κάποιου είδους κανονικότητα. Αντιμέτωπες με εφιαλτικούς αριθμούς σε ό,τι αφορά τα νέα κρούσματα, τις εισαγωγές στις ΜΕΘ και τους θανάτους, οι κυβερνήσεις άρχισαν να παρατείνουν την ισχύ των μέτρων μέχρι τις ημέρες των Χριστουγέννων.

Ελάχιστοι πιστεύουν ότι θα υπάρξει δραστική βελτίωση που θα επιτρέψει την επιστροφή στην κανονικότητα την περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Το πιθανότερο είναι ότι θα ξεκινήσουμε το 2021 εφαρμόζοντας μέτρα που θα εξασφαλίζουν κάποιες «ανάσες» στα συστήματα υγείας, χωρίς όμως να αντιμετωπίζουν την πανδημία.

Το τελευταίο διάστημα αναπτύσσεται η ιδέα των μέτρων-ακορντεόν, άλλοτε θα «ανοίγουν» και άλλοτε θα «κλείνουν», μέχρις ότου φτάσουμε στον πολυπόθητο εμβολιασμό του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού.

Θεωρώ ότι σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο πρέπει να περιορίσουμε το στοιχείο της πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας και να προχωρήσουμε στην αποτελεσματική αντιμετώπισή της, για να προστατεύσουμε τη δημόσια υγεία.