Το ενεργειακό δυσκολεύει τον πολιτικό σχεδιασμό - Free Sunday
Το ενεργειακό δυσκολεύει τον πολιτικό σχεδιασμό
Η απόσυρση της Φ. Γεννηματά από την κούρσα της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ αλλάζει τους υπολογισμούς

Το ενεργειακό δυσκολεύει τον πολιτικό σχεδιασμό

Οι πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής στην πατρίδα μας είναι υποχρεωμένοι να λειτουργούν σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Εντυπωσιακές αλλαγές και ανατροπές παρατηρούνται και σε πολλές χώρες της Ε.Ε., όπως δείχνουν τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων.

Ειδικά στην Ελλάδα όμως οι ανατροπές γίνονται, λόγω των μεγάλων προβλημάτων της χώρας, στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο γι’ αυτό έχουν μεγαλύτερη σημασία.

Αλλαγή σκηνικού

Η ενεργειακή κρίση που εκδηλώνεται διεθνώς και δοκιμάζει τις αντοχές της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας προκαλεί ξανά μεγάλες αλλαγές στο πλαίσιο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος.

Ο Μητσοτάκης κέρδισε τις εκλογές του 2019 για να βάλει τη χώρα σε μία πορεία αποτελεσματικής διαχείρισης και δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης.

Το ξέσπασμα της πανδημίας τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2020 προκάλεσε την πρώτη μεγάλη ανατροπή. Ο Μητσοτάκης που προτιμήθηκε από τον ελληνικό λαό σαν αποτελεσματικός διαχειριστής απέδειξε ότι έχει ηγετικά χαρίσματα που του επιτρέπουν να ανταποκρίνεται σε εξαιρετικά σύνθετες καταστάσεις.

Διαχειρίστηκε υποδειγματικά την πανδημία στην πρώτη φάση της, απέκρουσε τον εκβιασμό που επιχείρησε ο Ερντογάν σε βάρος της Ελλάδας και της Ε.Ε. με τις ροές προσφύγων και μεταναστών στον Έβρο, αναμετρήθηκε με τον νεο-οθωμανικό επεκτατισμό της Τουρκίας και μπόρεσε να ενισχύσει θεαματικά τη στρατιωτική και διεθνοπολιτική συγκριτική θέση της Ελλάδας.

Όλα αυτά τα επιτεύγματα επέτρεψαν στον Μητσοτάκη να μπει στο δεύτερο μισό της τετραετίας καταγράφοντας πολιτική και δημοσκοπική κυριαρχία, παρά τα αναπόφευκτα λάθη και παραλείψεις και τη φθορά της εξουσίας.

Πριν λίγους μήνες, η οικονομία ανέπτυσσε νέα δυναμική με τη βοήθεια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Το πρόβλημα του πρωθυπουργού και των συνεργατών του ήταν πώς να αφήσουμε οριστικά πίσω μας την πανδημία και να χαράξουν πορεία για μια νέα εκλογική νίκη μέσα από τις διπλές εκλογές που επιβάλλει η απλή αναλογική στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση.

Το ξέσπασμα της διεθνούς ενεργειακής κρίσης δυσκολεύει για μία ακόμη φορά τον πολιτικό σχεδιασμό της κυβέρνησης. Το ενεργειακό είναι παραδοσιακά το αδύναμο σημείο της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας. Η Ελλάδα έχει τεράστια εξάρτηση από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και πολύ υψηλό κόστος στην παραγωγή ενέργειας, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η διεθνής ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και να επιβαρύνεται δυσανάλογα ο οικογενειακός προϋπολογισμός.

Το ενεργειακό έχει μετατραπεί –σε αρκετές περιπτώσεις– πολιτική απειλή για τις κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν την οικονομία σε συνθήκες ενεργειακής κρίσης. Το Μαξίμου γνωρίζει την πολιτική σημασία του ενεργειακού, γι’ αυτό άλλωστε η κυβέρνηση ήταν από τις πρώτες στην Ε.Ε. οι οποίες πήραν μέτρα μετριασμού των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της νέας ενεργειακής κρίσης.

Η κυβέρνηση δέσμευσε σε πρώτη φάση 500 εκ. ευρώ γι’ αυτόν τον σκοπό και είναι φανερό ότι θα συνεχίσει ανεβάζοντας τον δημοσιονομικό λογαριασμό. Το πρόβλημα είναι ότι παρά την κυβερνητική γενναιοδωρία είναι πρακτικά αδύνατον να καλυφθεί ο λογαριασμός της ενεργειακής κρίσης για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, η μηνιαία επιβάρυνση για τις ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από την εξωφρενική αύξηση των διεθνών τιμών των δικαιωμάτων ρύπων, του φυσικού αερίου, του πετρελαίου και του κόστους της ενέργειας, μπορεί να φτάσει τα 1,3 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις της προέδρου της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι εξαιρετικά υψηλές τιμές στα καύσιμα και στην ενέργεια θα συνεχιστούν τουλάχιστον μέχρι τον Απρίλιο του 2022. Με βάση αυτό το σενάριο έχουμε μπροστά μας ένα εξάμηνο φοβερής οικονομικής και κοινωνικής δοκιμασίας, από την οποία είναι πρακτικά αδύνατο να μας απαλλάξει οποιαδήποτε κυβερνητική παρέμβαση. Μέσα σε αυτό το εξάμηνο μπορούν να «καούν» εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης 7-8 δισ. ευρώ, μειώνοντας την αποτελεσματικότητα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και περιορίζοντας την εντυπωσιακή αναπτυξιακή δυναμική που εκδηλώνεται από το 2ο τρίμηνο του 2021.

Πλήρης έλλειψη συνεννόησης

Ο πολιτικός αγώνας γίνεται σε ένα δύσκολο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, χωρίς να υπάρχει στοιχειώδης συνεννόηση μεταξύ των πρωταγωνιστών.

Είναι τέτοιες οι διαστάσεις των προβλημάτων και η ενεργειακή μας εξάρτηση, ώστε επιβάλλεται συναίνεση σε βασικά ζητήματα για να αντιμετωπιστεί η νέα κρίση με το μικρότερο δυνατόν οικονομικό και κοινωνικό κόστος.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ βλέπει στις νέες δυσκολίες τη μεγάλη ευκαιρία να επαναλάβει την πορεία που τον έφερε στην εξουσία το 2015 μέσα από ένα ρεσιτάλ λαϊκισμού και δημαγωγίας.

Διαβάζοντας τις δηλώσεις του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη της διεθνούς ενεργειακής κρίσης και θεωρούν ότι όλα τα δυσάρεστα που συμβαίνουν εξαιτίας της στη χώρα μας οφείλονται σε επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Επιμένουν στη θεωρία μιας ακροδεξιάς και νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης, η οποία στερείται στοιχειώδους κοινωνικής ευαισθησίας και λειτουργεί με την πολιτική της σαν οδοστρωτήρας για τους μη προνομιούχους, ακόμη και για τη μεσαία τάξη.

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), η Ελλάδα έχει μετά τη Γαλλία τις μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες μεταξύ των δυτικών χωρών, σαν ποσοστό επί του ΑΕΠ. Οι δημόσιες δαπάνες ξεπερνούν σε ετήσια βάση το φράγμα του 60% του ΑΕΠ.

Δεν έχουμε λοιπόν μία κυβέρνηση που αφήνει αβοήθητη την οικονομία και την κοινωνία. Αντίθετα, μπορεί να υποστηριχθεί ότι στην προσπάθειά της να καλύψει τις νέες ανάγκες που δημιουργεί η διαρκώς μεταβαλλόμενη κρίση, έχει ξεπεράσει τα όρια ασφαλείας στη δημοσιονομική διαχείριση.

Η εικόνα θυμίζει, ως ένα βαθμό, όσα προηγήθηκαν της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, η οποία οδήγησε σε αδιέξοδο την ελληνική οικονομία. Εκείνη την περίοδο, η κυβέρνηση της ΝΔ ακολουθούσε μία υπερβολικά χαλαρή, όπως αποδείχτηκε, οικονομική και δημοσιονομική πολιτική, με την τότε πολιτική και συνδικαλιστική αντιπολίτευση να καταγγέλλει μια ανύπαρκτη «αντιλαϊκή» πολιτική και να χαρακτηρίζει τις παροχές της καραμανλικής περιόδου σαν «ψίχουλα».

Η οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική σήμερα και η πιθανότητα να έχουμε επανάληψη του αδιεξόδου που παρατηρήθηκε την περίοδο 2008-2010 και οδήγησε στα μνημόνια είναι ελάχιστες.

Ο τρόπος όμως που διεξάγεται η πολιτική αντιπαράθεση παραπέμπει στο παρελθόν και επιβεβαιώνει ότι το πολιτικό μας σύστημα αντί να αθροίζει δυνάμεις την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας για να ξεπεράσουμε την κρίση με όσο το δυνατόν μικρότερες απώλειες, ακολουθεί μία στρατηγική έντασης που τα κάνει όλα πιο δύσκολα.

Η κυβέρνηση απαντά στην πρόκληση του ΣΥΡΙΖΑ με μία επιχειρηματολογία που δεν αφήνει πολλά περιθώρια αμφισβήτησης της αποτελεσματικότητας των επιλογών της. Σε μια τόσο σύνθετη κατάσταση, τα πολιτικά συστήματα άλλων ευρωπαϊκών χωρών αντιδρούν με μεγαλύτερη μετριοπάθεια και περισσότερες δυνατότητες να αναλύσουν ψύχραιμα την κατάσταση, για να κινηθούν στη συνέχεια προς τη σωστή κατεύθυνση.

Οι δημοσκοπήσεις

Παρά τις νέες δυσκολίες, τα δημοσκοπικά ποσοστά του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη και της ΝΔ είναι εξαιρετικά ικανοποιητικά και σε περιπτώσεις εντυπωσιακά.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει το πολιτικό, δημοσκοπικό πλεονέκτημα της κυβέρνησης με μεγάλη αμηχανία, εφόσον αναδεικνύει τη δική της ανεπάρκεια. Γι’ αυτό επιμένει στη θεωρία της συνωμοσίας των δημοσκόπων σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ και της εξαγοράς από την κυβέρνηση όλων των ισχυρών ΜΜΕ με δημόσιο χρήμα.

Ο εξαναγκασμός σε παραίτηση του Αυστριακού καγκελάριου Κουρτς, εξαιτίας της κατηγορίας που αντιμετωπίζει ότι όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών χρησιμοποίησε δημόσιο χρήμα για να οργανώσει την αυτοπροβολή του, οδήγησε τον κ. Τσίπρα και τους συνεργάτες του σε λογικά και πολιτικά άλματα, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσουν την αδυναμία τους. Ο Μητσοτάκης μετατράπηκε –για τις ανάγκες του σεναρίου– από νέος Όρμπαν σε νέο Κουρτς, ενώ η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής για τη διερεύνηση της χρήσης του δημόσιου χρήματος για ευνοϊκές για την κυβέρνηση δημοσκοπήσεις και προβολή του έργου της, θα την φέρει σε δύσκολη θέση.

Το πιθανότερο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταλήξει απολογούμενος για τις χοντράδες που έκανε με τον Καλογρίτσα και την προσπάθεια σταλινικού τύπου ελέγχου των ΜΜΕ επί κυβέρνησης Τσίπρα.

Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πρόβλημα χειραγώγησης δημοσκοπήσεων της δημόσιας εικόνας από σκοτεινά κυβερνητικά κέντρα, αλλά πρόβλημα πολιτικής ουσίας.

Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Μητσοτάκης είναι πιο αξιόπιστος και «πρωθυπουργικός» από τον Τσίπρα και μάλιστα με σημαντική διαφορά. Δείχνουν, επίσης, ότι ενώ αυξάνονται η δυσαρέσκεια με την κυβερνητική πολιτική και οι αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητά της, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εισπράξει πολιτικά οφέλη από την αναπόφευκτη φθορά της κυβέρνησης.

Υπάρχει μια σημαντική σχετική πλειοψηφία, της τάξης του 35%-40%, η οποία εξακολουθεί να στηρίζει την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και να είναι αισιόδοξη, παρά τις αυξανόμενες οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες. Ειδικά στα οικονομικά θέματα, ο Μητσοτάκης κρίνεται πιο αξιόπιστος από τον Τσίπρα σε όλες σχεδόν τις κατηγορίες των ψηφοφόρων. Στις γυναίκες και στους άνδρες συνολικά, στις βασικές ηλικιακές κατηγορίες, στους συντηρητικούς ψηφοφόρους, τους κεντροδεξιούς και τους κεντρώους. Ο Τσίπρας διατηρεί το πλεονέκτημα μόνο στους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους και κυρίως στους αριστερούς.

Σε αυτές τις συνθήκες είναι εξαιρετικά δύσκολο να αμφισβητηθεί η ηγεμονία Μητσοτάκη, ΝΔ από τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορούμε επίσης να υποθέσουμε ότι σε συνθήκες μεγάλης πολιτικής πίεσης, οπότε οι ψηφοφόροι θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ του «αξιόπιστου» Μητσοτάκη και μιας «νέας περιπέτειας», θα δώσουν περισσότερες ευκαιρίες στη ΝΔ.

Υπάρχουν και ανεξήγητες επιλογές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ που επηρεάζουν τον συσχετισμό δυνάμεων σε βάρος του. Για παράδειγμα, η άρνηση του Τσίπρα και των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ να υπερψηφίσουν στη Βουλή τη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας - Γαλλίας ενίσχυσε την αμφισβήτηση της ορθής κρίσης του προέδρου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνίστησε γιατί μπόρεσε να πάρει με το μέρος του μια μεγάλη μάζα ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, πολλοί από τους οποίους έχουν σχέση με το λεγόμενο πατριωτικό ΠΑΣΟΚ. Όλοι αυτοί δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί ο Τσίπρας διαχώρισε τη θέση του από μια πολύ σοβαρή και πολύ επιτυχημένη εθνική προσπάθεια να εξασφαλιστεί η Ελλάδα έναντι της υπαρκτής τουρκικής απειλής.

Το επιχείρημα που χρησιμοποίησε ο κ. Τσίπρας, ότι δήθεν θα γεμίσουμε φέρετρα Ελλήνων στρατιωτικών που θα πέσουν μαχόμενοι στο πλευρό των γαλλικών στρατευμάτων στην υποσαχάρια Αφρική, είναι εκτός πραγματικότητας και αναδεικνύει το χαμηλό πολιτικό επίπεδο της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Η Γαλλία και άλλες έξι ευρωπαϊκές χώρες –οι οποίες δεν έχουν συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με τη Γαλλία σαν κι αυτή που υπέγραψε η Ελλάδα– μάχονται από το 2014 κατά των ισλαμιστών στις χώρες του Σαχέλ, στην υποσαχάρια Αφρική. Ο ρόλος των 600 Ευρωπαίων στρατιωτικών που στηρίζουν τους 5.000 Γάλλους στρατιωτικούς που σηκώνουν το κύριο βάρος της προσπάθειας είναι βοηθητικός, γι’ αυτό δεν έχει σημειωθεί καμία απώλεια ζωής μεταξύ τους, ενώ οι Γάλλοι έχουν χάσει συνολικά γύρω στους 200 στρατιωτικούς.

Επομένως, η κινδυνολογία Τσίπρα δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, ενώ η ευρωπαϊκή συμβολή στην αντιτρομοκρατική προσπάθεια των Γάλλων στις χώρες του Σαχέλ προϋπάρχει της γαλλο-ελληνικής αμυντικής συμφωνίας.

Ο ρόλος του ΚΙΝΑΛ

Μέχρι τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ διευκολύνεται στην κάλυψη των πολιτικών του προβλημάτων από την εντυπωσιακή αδυναμία του Κινήματος Αλλαγής.

Αυτό όμως μπορεί να αλλάξει, γεγονός που θα επηρεάσει τους πολιτικούς υπολογισμούς γενικότερα. Η κεντροαριστερά φαίνεται να ενισχύεται στην Ε.Ε. Οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες έμοιαζαν κολλημένοι στο 15% και σε κατάσταση πολιτικής απελπισίας. Μπόρεσαν όμως τελικά να αξιοποιήσουν τις ελλείψεις των Πρασίνων και τα λάθη των Χριστιανοδημοκρατών και να αναδειχθούν σε πρώτο κόμμα στις εκλογές στη Γερμανία με 25%. Το γεγονός ότι η Γερμανία θα αποκτήσει Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο δημιουργεί ευρύτερη δυναμική υπέρ της κεντροαριστεράς στην Ε.Ε. και φυσικά στην Ελλάδα.

Επίσης, ο αξιοπρεπέστατος τρόπος που χειρίστηκε η Φώφη Γεννηματά το ζήτημα της ασθένειάς της δημιουργεί ένα κύμα συμπάθειας για το πρόσωπό της, αλλά και για τον πολιτικό χώρο που εκπροσωπεί.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η αναμέτρηση για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ θα εξελιχθεί σε μία ενδιαφέρουσα μονομαχία Ανδρουλάκη-Λοβέρδου, η οποία μπορεί –υπό προϋποθέσεις– να δημιουργήσει πολιτική δυναμική που θα μετατρέψει σταδιακά το ΚΙΝΑΛ στον τρίτο πόλο του πολιτικού μας συστήματος.

Αν τελικά συμβεί αυτό, τον πολιτικό λογαριασμό θα πληρώσει, πιθανότατα, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έχει λεηλατήσει εκλογικά τον χώρο του παλιού ΠΑΣΟΚ χωρίς να μπορεί να ικανοποιεί πάντα τους ψηφοφόρους του, όπως φανέρωσαν οι απαράδεκτοι χειρισμοί Τσίπρα στο θέμα της αμυντικής συμφωνίας Ελλάδας - Γαλλίας.

Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η δεξαμενή των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ βλέπουν πιο θετικά τη ΝΔ απ’ ό,τι τον ΣΥΡΙΖΑ. Το πολιτικό στοίχημα όμως είναι να αυξήσει το ΚΙΝΑΛ τις δυνάμεις του για να μετατραπεί στον τρίτο πόλο του πολιτικού μας συστήματος. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο στη βάση του επαναπατρισμού ψηφοφόρων που προτιμούν τα τελευταία χρόνια τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ακόμη και την περίοδο της μεγάλης αδυναμίας του ΚΙΝΑΛ, ο Τσίπρας φρόντιζε να καλλιεργεί τις σχέσεις του με τους ευρωσοσιαλιστές. Επιδίωξή του δεν ήταν να υιοθετήσει την πολιτική τους, εφόσον επέμενε να εμφανίζεται σαν αριστερή εναλλακτική λύση, αλλά να μην αφήσει πολιτικό χώρο για την εκλογική ανάκαμψη του ΚΙΝΑΛ στην Ελλάδα μέσω Ε.Ε.

Στις νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, και με τον Ανδρουλάκη ή τον Λοβέρδο επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ, θα είναι πολύ δύσκολο για τον Τσίπρα να συνεχίσει την πολιτική μπλόφα με τους ευρωσοσιαλιστές.

Πολύ δύσκολος ο σχεδιασμός

Με την κρίση που περνάει η Ελλάδα να επηρεάζεται από τη διεθνή ενεργειακή κρίση και να αλλάζει συνεχώς μορφή σε ό,τι αφορά την οικονομία και την κοινωνία, είναι πρακτικά αδύνατον να γίνει πολιτικός σχεδιασμός σε βάθος χρόνου.

Το Μαξίμου πρέπει να λάβει υπόψη του ότι η συνέχιση της πανδημίας λειτουργεί αποτρεπτικά για τη διενέργεια βουλευτικών εκλογών και μάλιστα διπλών, λόγω της απλής αναλογικής που θα ισχύσει στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση. Το επιχείρησε ο Τριντό στον Καναδά θεωρώντας ότι οι ψηφοφόροι θα τον επιβράβευαν για την καλή διαχείριση της πανδημίας και πως θα περνούσε από τη σχετική στην απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Τελικά, τον άφησαν εκεί που περίπου ήταν.

Αντίπαλος της κυβέρνησης σε αυτή τη φάση είναι τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που μπορεί να οξυνθούν λόγω της διεθνούς ενεργειακής κρίσης. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο των διεθνών οργανισμών, θα την αφήσουμε πίσω μας σε διάστημα ενός εξαμήνου, οπότε η Ελλάδα θα έχει τα πλεονεκτήματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και της διεθνούς αξιοπιστίας Μητσοτάκη χωρίς πρόσθετα μεγάλα ενεργειακά βάρη. Μιλάμε όμως για σενάρια, ενώ δεν ξέρουμε πώς ακριβώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Το ενεργειακό μπορεί να αποδειχθεί σοβαρότερο και μεγαλύτερης διάρκειας απ’ ό,τι εκτιμούμε. Η απόφαση της Ε.Ε. να επιταχύνει τη λεγόμενη πράσινη ενεργειακή μετάβαση ισοδυναμεί με κήρυξη πολέμου στις χώρες που στηρίζουν την οικονομία τους στην παραγωγή και τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων. Από τη στιγμή που οι Βρυξέλλες και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τούς στέλνουν το μήνυμα ότι θέλουν να ξεμπερδεύουν μαζί τους σε μεγάλο βαθμό μέχρι το 2030 και πλήρως μέχρι το 2050, δεν πρέπει να περιμένουν την κατανόησή τους ή οποιαδήποτε διευκόλυνση από την πλευρά τους.

Επομένως και το σενάριο μιας ενεργειακής κρίσης που θα έχει μεγαλύτερη διάρκεια δεν μπορεί να αποκλειστεί.