Τα μπλοκάκια, η εγκύκλιος και το αλαλούμ - Free Sunday
Τα μπλοκάκια, η εγκύκλιος και το αλαλούμ

Τα μπλοκάκια, η εγκύκλιος και το αλαλούμ

Σε απόλυτη σύγχυση, αλλά και μπροστά σε μια ακόμη οικονομική αιμορραγία, βρίσκονται εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες και εργοδότες λόγω του νέου ασφαλιστικού νόμου για τα «μπλοκάκια».

Σε αυτό το τοπίο πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες σπεύδουν να κλείσουν τα βιβλία τους, ώστε να αποφύγουν επιμέρους εισφορές που θεσπίζονται, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν θα αναγκαστούν να τα ανοίξουν και πάλι μεταγενέστερα, για να πληρωθούν είτε οφειλές προηγούμενων ετών είτε νέες δραστηριότητες, ευρισκόμενοι και πάλι αντιμέτωποι με εισφορές.

Παράλληλα, υπό τις παρούσες συνθήκες είναι πολύ δύσκολο για μια επιχείρηση ή και έναν αυτοαπασχολούμενο να υπολογίσει πόσα χρήματα και πότε πρέπει να καταβάλει, πολύ δε περισσότερο όταν βάση υπολογισμού θα αποτελέσουν τα εισοδήματα του 2015, από τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να γίνονται συμψηφισμοί επιστροφής ή επιπλέον καταβολών. Επιπρόσθετα, λόγω της τεχνικής αδυναμίας διασταυρώσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ, ακυρώνεται στην πράξη ο έλεγχος για τη σωστή τήρηση των υποχρεώσεων εργοδοτών και εργαζομένων.

Σύμφωνα με την εγκύκλιο που δόθηκε στη δημοσιότητα για τις εισφορές που θα πληρώνουν όσοι εργαζόμενοι αμείβονται με «μπλοκάκια», καθορίζεται ως ανώτατο ετήσιο ασφαλιστέο πλαφόν το ποσό των 70.320 ευρώ για όσους χρησιμοποιούν μπλοκάκι και έχουν ετήσια σύμβαση, ενώ για όσους έχουν σύμβαση μικρότερης διάρκειας, δηλαδή μερικών μηνών, το ανώτατο ασφαλιστέο πλαφόν ανά μήνα είναι 5.860,80 ευρώ.

Η εγκύκλιος ορίζει ρητά ότι εφόσον το εισόδημα προέρχεται από την άσκηση διαρκούς –και όχι ευκαιριακής– επαγγελματικής δραστηριότητας, και μόνο από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά), προκύπτει ουσιαστικά αποκλειστικότητα ως προς το/τα πρόσωπο/α που αποδέχεται/ονται τις σχετικές υπηρεσίες. Επομένως, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου.

Εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι το υπουργείο πετάει το μπαλάκι στους εργαζόμενους σε περίπτωση που ο εργοδότης αρνηθεί να καταβάλει το μερίδιο των δικών του εισφορών. Ο εργαζόμενος θα πρέπει να κάνει αίτηση στον ΕΦΚΑ και να δηλώσει ότι ο εργοδότης δεν πληρώνει, αλλά μέχρι τότε θα πληρώνει ο πρώτος το σύνολο των εισφορών. Δημιουργείται ουσιαστικά μια «βιομηχανία» αντιπαράθεσης μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη, ωστόσο θεωρείται σίγουρο ότι υπό την απειλή της απόλυσης κανείς δεν θα συγκρούεται και τελικά ο εργαζόμενος θα πληρώνει το σύνολο των εισφορών.

Αναλυτικά, η εγκύκλιος αναφέρει:

1. Πρόσωπα που εντάσσονται στη ρύθμιση

Σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 39 του ν. 4387/2016, για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους που υπάγονται ή θα υπάγονταν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις αυτών, όπως ίσχυαν πριν την ένταξή τους στον ΕΦΚΑ, το συνολικό ποσό εισφοράς κύριας σύνταξης, ο τρόπος υπολογισμού, καθώς και ο υπόχρεος καταβολής της εισφοράς, προσδιορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 38 του συγκεκριμένου νόμου, εφόσον το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά).

2. Ποσοστά εισφορών

Ειδικότερα, εφόσον το εισόδημα προέρχεται από την άσκηση διαρκούς –και όχι ευκαιριακής– επαγγελματικής δραστηριότητας, και μόνο από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά), προκύπτει ουσιαστικά αποκλειστικότητα ως προς το/τα πρόσωπο/α που αποδέχεται/ονται τις σχετικές υπηρεσίες. Επομένως, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου. Αντίστοιχα κατανέμονται οι εισφορές υγειονομικής περίθαλψης, καθώς και οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ, σε όσες κατηγορίες ασφαλισμένων υφίσταται υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση των κλάδων αυτών (δηλαδή επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ) λόγω της ιδιότητάς τους ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή αυτοαπασχολούμενοι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία και σε κάθε περίπτωση οι εισπραττόμενες εισφορές καταβάλλονται στους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς στους οποίους και έχει υπαχθεί ο ασφαλισμένος.

3. Ανώτατη - κατώτατη βάση υπολογισμού εισφορών

Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τις περιπτώσεις που υπάγονται στην οικεία ρύθμιση ελέγχεται σε συνάρτηση με τη διάρκεια της σύμβασης μεταξύ των μερών. Πιο συγκεκριμένα, για όσους έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της παρ. 9 του άρθρου 39 με ετήσια διάρκεια σύμβασης, κατά τα ως άνω, ισχύει το ετήσιο ανώτατο όριο των 70.320 ευρώ, συνεπώς οι οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται στο συνολικό ποσό του δελτίου παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ), ακόμα και αν αυτό υπερβαίνει ανά μήνα το ποσό των 5.860,8 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται υπέρβαση του ανωτάτου ετησίου ορίου. Σε περιπτώσεις συμβάσεων με διάρκεια μικρότερη του έτους, καταβάλλονται οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στην κατανομή της συμφωνημένης αμοιβής ανά μήνα, ενώ και το ανώτατο όριο λαμβάνεται υπόψη σε μηνιαία βάση (5.860,80 ευρώ).