Μπλόκο στις εφαρμογές ταξί στην Ελλάδα - Free Sunday
Μπλόκο στις εφαρμογές ταξί στην Ελλάδα

Μπλόκο στις εφαρμογές ταξί στην Ελλάδα

Την ανάπτυξη με το βλέμμα στο... παρελθόν επιχειρεί να φέρει η κυβέρνηση με το σχέδιο νόμου για τα ταξί.

Το νομοσχέδιο, μεταξύ άλλων, περιορίζει δραστικά τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες και τις εφαρμογές που χρησιμοποιούν οι επιβάτες των ταξί, «κλείνοντας» με αυτόν τον τρόπο την αγορά.

Ανοιγοκλείνει η αγορά ταξί

Το ζήτημα της απελευθέρωσης της αγοράς ταξί στην Ελλάδα αποτελεί ανοιχτό μέτωπο με τους ιδιοκτήτες ταξί, σχεδόν από τους πρώτους μήνες της εισόδου της χώρας στον «κόσμο» των μνημονίων, με τον υπουργό Μεταφορών Γιάννη Ραγκούση και την κυβέρνηση Παπανδρέου να αντιμετωπίζουν τον Αύγουστο του 2011 μια τεράστια και άκρως επεισοδιακή απεργία των ταξί, ενώ η ΝΔ στάθηκε διακριτικά στο πλευρό τους, δεδομένου ότι ο τότε πρόεδρος του Συνδικάτου Αυτοκινητιστών Ταξί Αττικής (ΣΑΤΑ) Θύμιος Λυμπερόπουλος κατείχε και τη θέση του αναπληρωτή γραμματέα Παραγωγικών Τάξεων του κόμματος, αν και λίγους μήνες αργότερα ο πρόεδρος της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς τον διέγραψε από το κόμμα.
Από τότε η αγορά των ταξί «απελευθερώνεται», παραμένοντας, ωστόσο, ουσιαστικά κλειστή, καθώς το νομοθετικό πλαίσιο κάνει πολύ δύσκολη την είσοδο νέων «παικτών». Κατά τα φαινόμενα, δε, ένα νέο νομοσχέδιο που βρίσκεται στα σκαριά και που τμήματά του έχουν δει το φως της δημοσιότητας δημιουργεί νέα προσκόμματα, καθώς βάζει στο στόχαστρό του τις διαδικτυακές πλατφόρμες παροχής υπηρεσιών μεταφοράς.

Νομοσχέδιο-μποναμάς

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με δημοσίευμα των «Νέων», το προσχέδιο νόμου που έχει ετοιμάσει ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη υποχρέωση σύναψης συμβάσεων τριετούς διάρκειας μεταξύ των εταιρειών των διαδικτυακών εφαρμογών παροχής υπηρεσιών μεταφοράς, όπως η Beat (πρώην Taxibeat, η οποία πρόσφατα αγοράστηκε από τον γίγαντα της αυτοκινητοβιομηχανίας Daimler έναντι ποσού 40 εκατ. ευρώ), και των αυτοκινητιστών ταξί.
Αν και πηγές του υπουργείου αφήνουν να εννοηθεί ότι στόχος των περιορισμών αυτών είναι ο έλεγχος της εξάπλωσης της εταιρείας Uber στην Ελλάδα, στην πράξη η ρύθμιση αυτή σημαίνει ότι οι εταιρείες που ήδη έχουν αναπτύξει τις συγκεκριμένες διαδικτυακές πλατφόρμες θα πρέπει να μετατραπούν σε ολοκληρωμένες επιχειρήσεις παροχής μεταφορικού έργου, ενώ σήμερα λειτουργούν μόνο ως «διαμεσολαβητές», και επί της ουσίας αποτελεί «δώρο» στις υφιστάμενες υπηρεσίες παροχής μεταφορικού έργου, δηλαδή στα ταξί.

Επικουρικές οι διαδικτυακές πλατφόρμες

Πιο αναλυτικά, το προσχέδιο, το οποίο φέρεται να έχει λάβει την «ευλογία» του προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ταξί (ΠΟΕΙΑΤΑ) Θύμιου Λυμπερόπουλου, προβλέπει ότι φυσικά ή νομικά πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσία ηλεκτρονικής ή τηλεφωνικής διαμεσολάβησης οποιουδήποτε είδους (όπως οι εφαρμογές ταξί) για την άσκηση μεταφορικού έργου (π.χ. μεταξύ οδηγού οχήματος και επιβάτη κ.λπ.) λογίζεται ότι ασκούν ως κύρια οικονομική δραστηριότητα αυτή της μεταφοράς επιβατών. Στην περίπτωση αυτή, «η υπηρεσία της ηλεκτρονικής ή τηλεφωνικής διαμεσολάβησης», σύμφωνα με το νομοσχέδιο, «είναι απλώς επικουρική και δευτερεύουσα» και επομένως «οι μεταφορικές υπηρεσίες θα πρέπει να παρέχονται με βάση τις διατάξεις που ρυθμίζουν και τις μεταφορικές υπηρεσίες από επιβατηγά δημόσιας χρήσης (ΕΔΧ) οχήματα».
Το σχέδιο νόμου, μάλιστα, σημειώνει ότι με την έναρξη της ισχύος του οι φορείς της ηλεκτρονικής ή τηλεφωνικής διαμεσολάβησης (εφαρμογές ταξί) θα πρέπει να αδειοδοτούνται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Εμπορευματικών ή Επιβατηγών Μεταφορών του υπουργείου Υποδομών, στις οποίες θα καταθέτουν σχετική αίτηση και μια σειρά δικαιολογητικά, αλλά και παράβολο του Δημοσίου ύψους 1.000 ευρώ, όπως επίσης θα πρέπει να καταθέτουν συμβολαιογραφική σύμβαση ορισμένου χρόνου τουλάχιστον τριών ετών αποκλειστικά με οχήματα-ταξί δημόσιας χρήσης, τα οποία θα πρέπει να είναι τουλάχιστον τρία και στη σύμβαση να ταυτοποιούνται ένα προς ένα.

«Όπως οι πόρνες στις βιτρίνες»

Όπως είναι φυσικό, οι πληροφορίες για το περιεχόμενο του σχεδίου νόμου προκάλεσαν αντιδράσεις από τους δημιουργούς των διαδικτυακών εφαρμογών, με τον Νίκο Δρανδάκη, δημιουργό της εφαρμογής The Beat App, να σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «ο προτεινόμενος νόμος μάς επιτρέπει μόνο να ορίζουμε το ύψος της προμήθειας που λαμβάνουμε και τίποτε άλλο, αλλά να έχουμε την πλήρη ευθύνη του μεταφορικού έργου, με οδηγούς-υπαλλήλους (ή σχεδόν υπαλλήλους) που δεν είναι υπάλληλοί μας, με οχήματα που δεν έχουμε επιλέξει εμείς ως πιο κατάλληλα. Εγώ δεν βλέπω σε ποια ευνομούμενη χώρα θα μπορούσε αυτή η υπέρβαση λογικής να γίνει νόμος του κράτους».
Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι και ο πρώην υπουργός και νυν βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και υποψήφιος για την προεδρία του νέου φορέα της κεντροαριστεράς Γιάννης Μανιάτης εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά της κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι βρίσκεται σε «αρμονική συνεργασία» με την ηγεσία συντεχνίας και σημειώνοντας ότι και οι δύο πλευρές «άγονται και φέρονται από το δικό τους μικροπολιτικό συμφέρον και όχι από τη διασφάλιση καλύτερου περιβάλλοντος εργασίας για τα μέλη τους και καλύτερων υπηρεσιών προς τους πολίτες-πελάτες», ενώ προσβάλλουν 8.000 επαγγελματίες που συνεργάζονται με το Taxibeat.
Την ίδια στιγμή στο Facebook του ΣΑΤΑ εντύπωση έχει προκαλέσει μια ανάρτηση, στην οποία οι συγγραφείς της υποστηρίζουν μεταξύ άλλων ότι ο δημιουργός του Taxibeat «πλούτισε από τον ιδρώτα των ταξιτζήδων, τους έβαλε σε κοινή θέα για να επιλέγει ο πελάτης, όπως γίνεται με τις πόρνες στις βιτρίνες στα Red Lights στο Άμστερνταμ».

Εκτός Λονδίνου η Uber

Πάντως, φαίνεται ότι οι διαδικτυακές πλατφόρμες διαμεσολάβησης μεταφορικών υπηρεσιών έχουν κι αλλού προβλήματα. Πριν από λίγες ημέρες η Υπηρεσία Μεταφορών του Λονδίνου (TfL) ήρε την άδεια της Uber, κατηγορώντας την για αδράνεια όσον αφορά την καταγγελία εγκλημάτων των οποίων γίνονται μάρτυρες οι οδηγοί της, για ελλείψεις στους ελέγχους των ποινικών μητρώων των οδηγών της, για χρήση λογισμικού «απόκρυψης», που επιτρέπει στους οδηγούς να αποφεύγουν να εντοπίζονται από τις αρχές στις ζώνες στις οποίες δεν έχουν δικαίωμα να εργάζονται, και για μη αξιόπιστα ιατρικά πιστοποιητικά των οδηγών.
Η απόφαση αυτή της TfL προκάλεσε την άμεση αντίδραση της Uber, η οποία ανακοίνωσε ότι θα την προσβάλει δικαστικά, αλλά και των πελατών της εταιρείας, που ήδη συγκέντρωσαν περί τις 700.000 υπογραφές για την ανάκλησή της.