Γ. Τζογόπουλος: «Αθήνα και Λευκωσία χειρίστηκαν τις διαπραγματεύσεις με γνώμονα το εθνικό συμφέρον» - Free Sunday
Γ. Τζογόπουλος: «Αθήνα και Λευκωσία χειρίστηκαν τις διαπραγματεύσεις με γνώμονα το εθνικό συμφέρον»

Γ. Τζογόπουλος: «Αθήνα και Λευκωσία χειρίστηκαν τις διαπραγματεύσεις με γνώμονα το εθνικό συμφέρον»

Τους λόγους για τους οποίους η διάσκεψη για το Κυπριακό στην Ελβετία κατέληξε σε αποτυχία εξηγεί ο δρ. Γιώργος Τζογόπουλος, ειδικός συνεργάτης στον Τομέα Διεθνών Σπουδών του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, αναλύοντας παράλληλα τις εξελίξεις μετά την έναρξη των γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.

Κατ’ αρχάς θα ήθελα να μου πείτε γιατί θεωρείτε εσείς ότι η τελευταία διάσκεψη για το Κυπριακό κατέληξε σε ναυάγιο.

O ενθουσιασμός που είχε καλλιεργηθεί ήταν υπερβολικός. Από τη στιγμή που οι διαφορετικές θέσεις των δύο πλευρών είναι πάγιες, δεν θα μπορούσε να βρεθεί λύση, παρά τις συζητήσεις σε ουδέτερο έδαφος. Δεν νομίζω πως πρόκειται για ναυάγιο. Πρόκειται απλώς για επιβεβαίωση της αδυναμίας των δύο πλευρών να βρουν κοινό τόπο και της διεθνούς κοινότητας να συμβάλει σε έναν βιώσιμο συμβιβασμό, όπως είχε συμβεί σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν, ανεξαρτήτως πολιτικών προσώπων.

Έχουμε καταλήξει ποιες είναι οι επιδιώξεις της Άγκυρας σχετικά με το Κυπριακό;

Η Κύπρος είναι στρατηγικά εξαιρετικά σημαντική για την Τουρκία. Συνεπώς η αδιάλλακτη στάση της τουρκικής πλευράς δεν εκπλήσσει. Η συνέχιση των εγγυήσεων και η παρουσία του τουρκικού στρατού, σε συνδυασμό με το αίτημα για εκ περιτροπής προεδρία, αποτέλεσαν και αποτελούν βασικές επιδιώξεις της Άγκυρας, που εξαρχής θα έπρεπε να «απαγορεύουν» την αισιοδοξία για εξεύρεση λύσης στην ελληνική και ελληνοκυπριακή πλευρά.

Θεωρείτε ότι Αθήνα και Λευκωσία χειρίστηκαν σωστά τις διαπραγματεύσεις;

Αθήνα και Λευκωσία χειρίστηκαν τις διαπραγματεύσεις με γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να υποχωρήσουν βλέποντας την τουρκική αδιαλλαξία, η οποία διέλυε τα όρια ανοχής και ρεαλιστικής διαπραγμάτευσης. Παρ’ όλα αυτά, η αποτυχία των διαπραγματεύσεων δεν εξυπηρετεί γενικά τα συμφέροντα Ελλάδας και Κύπρου. Όσο ο χρόνος περνά και λύση δεν βρίσκεται, τόσο οι ελληνικές και ελληνοκυπριακές θέσεις αποδυναμώνονται πολιτικά, παρόλο που συμβαδίζουν με το διεθνές δίκαιο.

Ποιο είναι το σχόλιό σας σχετικά με τη στάση του ειδικού αντιπροσώπου του ΟΗΕ πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της διάσκεψης;

Δεν νομίζω πως το συγκεκριμένο πρόσωπο ευθύνεται για την αποτυχία, αν και συχνά εξέφραζε αισιοδοξία, αν όχι βεβαιότητα, για λύση. Αντιθέτως, ο ΟΗΕ είναι αυτός που πρέπει να προβληματιστεί. Το ίδιο ισχύει για τη διεθνή κοινότητα γενικότερα. Το Κυπριακό είναι απλώς ένα από τα πολλά διεθνή προβλήματα τα οποία δεν έχουν επιλυθεί με διεθνή μεσολάβηση.

Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών χαρακτήρισε τις ελληνοκυπριακές θέσεις «ανόητες». Μπορείτε να εξηγήσετε τους λόγους για μια τόσο «βαριά» έκφραση;

Πολύ συχνά τέτοιες εκφράσεις χρησιμοποιούνται για λόγους εσωτερικής πολιτικής κατανάλωσης. Μπορεί η τουρκική κοινή γνώμη να μην ασχολείται ιδιαίτερα με το Κυπριακό, αλλά δεν ισχύει το ίδιο για την κεμαλική αντιπολίτευση και εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα. Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική στάση της Άγκυρας έχει μεγαλύτερη σημασία από τις εκφράσεις, οι οποίες ναι μεν καταγράφονται, αλλά δεν έχουν κομβική σημασία.

Από δω και πέρα πώς περιμένετε να εξελιχθούν τα πράγματα σχετικά με το Κυπριακό;

Το πιθανότερο σενάριο είναι πλέον η συνέχιση της υφιστάμενης κατάστασης. Η σταδιακή διολίσθηση προς οριστική διχοτόμηση δεν μπορεί να αποκλειστεί. Τα περασμένα χρόνια πολλοί θεωρούσαν πως ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων Μουσταφά Ακιντζί μπορούσε να δράσει αυτόνομα. Επρόκειτο για εσφαλμένη εκτίμηση. Η Άγκυρα κινεί τα νήματα και η πολιτική ελίτ –είτε ισλαμιστές είτε κεμαλιστές– ακολουθεί σε γενικές γραμμές την ίδια πολιτική ως προς το Κυπριακό. Άρα δεν μπορεί να υπάρχει αισιοδοξία.

Η Κύπρος άρχισε τη γεώτρηση στο οικόπεδο 11 της ΑΟΖ της. Σας ανησυχεί πιθανή κλιμάκωση από πλευράς Τουρκίας;

Προφανώς, πόσο μάλλον όταν η Τουρκία θεωρεί τις έρευνες «μονομερείς ενέργειες» και ακολούθως στέλνει φρεγάτες της να παρακολουθούν τις γεωτρήσεις. Πάντως, το διεθνές σκηνικό και η εμπλοκή μεγάλων εταιρειών δεν διευκολύνουν τους τουρκικούς σχεδιασμούς στην κυπριακή ΑΟΖ. Θετικό, επίσης, για την Ελλάδα είναι το γεγονός πως τους τελευταίους μήνες η ελληνοαμερικανική στρατιωτική συνεργασία ενισχύεται. Η Άγκυρα δεν μπορεί εύκολα να παραγνωρίσει την εξέλιξη αυτή, παρόλο που η νέα αμερικανική εξωτερική πολιτική υπό τον Ντόναλντ Τραμπ στην ΝΑ Μεσόγειο δεν έχει διαμορφωθεί πλήρως.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και με το Ισραήλ, ώστε η Τουρκία να αισθανθεί περισσότερο απομονωμένη στην περιοχή. Με δεδομένο ότι λόγω της οικονομικής κρίσης δεν υπάρχουν δυνατότητες για πρακτική ενδυνάμωση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, το ζήτημα της ενέργειας αποτελεί εξαιρετική ευκαιρία. Η αποτυχία επίλυσης του Κυπριακού μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για την κατασκευή του αγωγού EastMed, που θα συνδέει τα κοιτάσματα της ΝΑ Μεσογείου με το Ισραήλ, την Κύπρο και την Ελλάδα, υπό τις αμερικανικές ευλογίες. Το σενάριο κατασκευής τουρκοϊσραηλινού αγωγού μέσα από την ΑΟΖ των Κατεχομένων χάνει έδαφος.

Όσον αφορά τις σχέσεις Αθήνας-Άγκυρας, πόσο θεωρείτε ότι θα επηρεαστούν από την αποτυχία της διάσκεψης;

Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν είναι απρόβλεπτος, έτσι ο αντίκτυπος της αποτυχίας των συνομιλιών δεν είναι προδιαγεγραμμένος. Παρά το απρόβλεπτο του χαρακτήρα του, πάντως, το επίπεδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι κατά κάποιον τρόπο περισσότερο ελεγχόμενο σε σχέση με την περίοδο προ Ερντογάν ή με μια πιθανή κατάσταση πολιτικής αστάθειας στη γειτονική χώρα. Πρέπει να δημιουργηθούν περισσότεροι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας, που σίγουρα θα διευκολύνουν την καλύτερη συνεργασία παρά τις κομβικές διαφορές.

Επίσης, πόσο θα επιδράσει στις σχέσεις της με την Ε.Ε. η άρνηση της Τουρκίας να συμβάλει στην επίλυση του Κυπριακού;

Η συνεργασία Ε.Ε.-Τουρκίας είναι δύσκολη. Η αδιαλλαξία της Τουρκίας σε διάφορα θέματα δεν βοηθάει, όπως στην τρέχουσα περίπτωση με το Κυπριακό. Ωστόσο, πάρα τις εκατέρωθεν επιθετικές δηλώσεις που γίνονται κατά καιρούς, έχει διαμορφωθεί ένα πλαίσιο συμβίωσης, για παράδειγμα για τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης. Αντί να παρακολουθεί απλώς τις εξελίξεις, η Ελλάδα πρέπει να αξιοποιήσει την αποτυχία επίλυσης των συνομιλιών, ώστε να πιέσει τις Βρυξέλλες για την κατασκευή του EastMed, που έτσι κι αλλιώς αποτελεί έργο ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και πρόκειται να συγχρηματοδοτηθεί.