Γιασεμί Κηλαηδόνη - Κατερίνα Παπαδάκη: Γυναικεία υπόθεση - Free Sunday
Γιασεμί Κηλαηδόνη - Κατερίνα Παπαδάκη: Γυναικεία υπόθεση

Γιασεμί Κηλαηδόνη - Κατερίνα Παπαδάκη: Γυναικεία υπόθεση

 

Τι μπορεί να οδηγήσει μια γυναίκα στον φόνο; Τι μπορεί να οδηγήσει μια γυναίκα να σκοτώσει τον άντρα της; Μπορεί μια κόρη να κατανοήσει και να συγχωρέσει τη μάνα της για τον φόνο του πατέρα της; Η απάντηση δεν είναι πάντα ούτε εύκολη ούτε η αναμενόμενη. Το «Ατσάλι» της Rona Munro, η παράσταση που πρωτοανέβηκε πέρσι τον Μάιο και γνώρισε πολύ μεγάλη ανταπόκριση από κοινό και κριτικούς, επαναλαμβάνεται για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο «Μεταξουργείο». Η Γιασεμί Κηλαηδόνη και η Κατερίνα Παπαδάκη πρωταγωνιστούν και εξηγούν.

Τι αισθανθήκατε για τους χαρακτήρες που υποδύεστε όταν διαβάσατε για πρώτη φορά το «Ατσάλι»;

Γιασεμί Κηλαηδόνη: Συγκλονίστηκα με τον χαρακτήρα της Φέη –της ισοβίτισσας μάνας– από την πρώτη ανάγνωση. Είναι από τους πιο πολυσήμαντους και ενδιαφέροντες ρόλους που έχω ενσαρκώσει στο θέατρο. Πρόκειται για μια γυναίκα που έχει δολοφονήσει τον άντρα της, με τον οποίο υπήρξε παράφορα ερωτευμένη, ζει εδώ και 15 χρόνια σε συνθήκες εγκλεισμού, δεν έχει καμία επαφή με τον έξω κόσμο και βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπη με την 25χρονη κόρη της, την οποία έχει δει τελευταία φορά την ημέρα της δολοφονίας!

Κατερίνα Παπαδάκη: Διάβασα το κείμενο δυο φορές απανωτά. Είχα αιφνιδιαστεί με την πλοκή και τον άμεσο λόγο του, αλλά κυρίως με την ηρωίδα που είχα απέναντί μου, τη Τζόσυ. Μου έκαναν τεράστια εντύπωση κάποια κοινά που είχαμε, αλλά δεν στάθηκα εκεί.
Είναι 25 χρονών, όπως κι εγώ, και έχει για μένα κάτι πολύ ενδιαφέρον, «πηδάει» απ’ τη γυναίκα στο κορίτσι και αντίστροφα. Αυτό της το χαρακτηριστικό με έβαλε σε μια πολύ ωραία διαδικασία αναζήτησης του πώς θα μπορούσε να σταθεί, τι σώμα και τι ηχόχρωμα θα μπορούσε να έχει. Μου άρεσε πολύ το πάθος της, είτε αυτό αφορούσε τη δουλειά της είτε τη σχέση που τελικά επιδιώκει κάποια στιγμή να αναπτύξει με τη μητέρα της.
Έχει μια ελπίδα αυτό το κορίτσι διαρκώς και έναν στόχο που θα μπορούσε πολύ εύκολα να χαθεί, κι όμως στέκεται, διεκδικεί και παίρνει όταν πρέπει τη σωστή –μάλλον– απόφαση.
Το δάκρυ έπεσε πάντως ήδη απ’ την πρώτη ανάγνωση, και πέρασα απ’ τη συμπόνια, τα ερωτηματικά και τη στεναχώρια, στην αγάπη και ελπίζω τελικά στην κάποια κατανόηση αυτού του πλάσματος.

Η παράσταση ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο «Μεταξουργείο». Τι είναι αυτό που, κατά τη γνώμη σας, έχει κερδίσει το κοινό;

Γ.Κ.: Καταρχάς, το ίδιο το κείμενο! Είναι αριστοτεχνικά γραμμένο, έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή και έναν πυρήνα βασισμένο σε επίκαιρα κοινωνικά ζητήματα που μας αφορούν όλους. Η παράστασή μας είναι καθαρή, λιτή και βασίζεται στον ρεαλισμό. Το κοινό φεύγει συγκινημένο από το θέατρο έχοντας εισπράξει σκέψεις και συναισθήματα που νομίζω το ακολουθούν για καιρό.

Κ.Π.: Ναι, συνεχίζουμε και είμαστε πολύ χαρούμενοι που ο κόσμος εμπιστεύθηκε αυτήν τη δουλειά. Δεν κατάλαβα ποτέ και δεν ξέρω ποιο είναι το κλειδί για να κερδίσει μια παράσταση το κοινό. Σίγουρα το στίγμα του θεάτρου «Μεταξουργείο» έπαιξε σημαντικό ρόλο. Από κει κι έπειτα, εγώ πιστεύω στη δουλειά. Όταν παράγεις κάτι με αγάπη και συνεχίζεις για όσο αυτό προχωράει να το φροντίζεις, τα νέα από στόμα σε στόμα μεταφέρονται και ο κόσμος ξέρει ότι θα δει στη χειρότερη κάτι τίμιο, ελπίζω στη δική μας περίπτωση να δει κάτι παραπάνω απ’ το τίμιο. Άπειροι άλλοι λόγοι σίγουρα υπάρχουν, αλλά δεν μπήκα ποτέ, για να πω την αλήθεια, στη διαδικασία να τους αναλύσω.
Ωστόσο, νομίζω πως το ίδιο το έργο, με τη θεματική που έχει, έκανε το κοινό να ενδιαφερθεί.

Πρόκειται για ένα έργο σκληρό και μάλιστα έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία οι γυναικοκτονίες είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Πώς αντιδρά το κοινό με τη Φέη, την ισοβίτισσα μάνα που σκότωσε τον άνδρα της;

Γ.Κ.: Αυτό που έχω διαπιστώσει υποδυόμενη τη Φέη είναι ότι το κοινό δεν είναι εξοικειωμένο με την ιδέα μιας γυναίκας δολοφόνου. Η γυναίκα είναι πάντα «υποχρεωμένη», μας λέει και η συγγραφέας, να παίζει έναν ρόλο, να έχει «γυναικείο» κίνητρο σε ό,τι διαπράττει. Όταν μια γυναίκα προβαίνει σε μια καθαρά αντικοινωνική πράξη, όπως είναι το έγκλημα, το πρώτο που η κοινωνία σκέφτεται είναι πως δεν μπορεί να είναι πια τόσο γυναίκα!

Κ.Π.: Είναι πραγματικά ένα πολύ σκληρό έργο. Η Rona Munro κατάφερε να δομήσει αριστοτεχνικά ένα κείμενο που τα έχει όλα: Σκληρότητα, χιούμορ, ψυχολογικό βάθος και κυρίως μια ανατροπή διαμάντι. Όλα αυτά κατάφερε επίσης να τα διατηρήσει ακέραια η κα Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη μέσα απ’ την αιχμηρή της μετάφραση.
Δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος να μιλήσω για το τραγικό ζήτημα των γυναικοκτονιών. Οι αντιδράσεις όμως των θεατών είναι πολλές και πολύ πολύ διαφορετικές. Ψάχνουν, μαζί με την κόρη, την Τζόσυ, την αιτία αυτής της δολοφονίας. Αυτό που κατάφερε η συγγραφέας είναι να αφήνει στην πορεία του έργου ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Και να σκέφτεσαι, «α, το έκανε γι’ αυτό, όχι τελικά το έκανε για το άλλο...» και καταλήγουμε σε μια αποκάλυψη που κανείς δεν περίμενε. Η Φέη, άλλωστε, είναι ένας τόσο περίπλοκος αλλά και απλός ταυτόχρονα (στα δικά μου μάτια) χαρακτήρας που από μόνος του αυτός ο συνδυασμός «σκοτώνει», στη δική της περίπτωση και κυριολεκτικά.
Στο τέλος της παράστασης είναι πολύς ο κόσμος που δεν μπορεί να κατανοήσει ή να πιστέψει την πραγματική αιτία και τον λόγο αυτής της δολοφονίας, και αυτό έχει μεγάλο ενδιαφέρον.

Προκύπτει αισιόδοξο μήνυμα από την παράσταση και, αν ναι, ποιο είναι αυτό;

Γ.Κ.: Στις ανθρώπινες σχέσεις –ακόμα και σε αυτές που φαίνονται πολύ αρμονικές– μπορεί να υπάρχει μια σκοτεινή πλευρά. Αν είμαστε σε συνεχή διάλογο με τον εαυτό μας και επεξεργαζόμαστε τα συναισθήματά μας, θα μπορέσουμε ατομικά αλλά και σαν κοινωνία να αντιμετωπίσουμε τις παθογένειες που μας βασανίζουν.

Κ.Π.: Η απάντηση εδώ είναι λιγάκι περίπλοκη στα δικά μου μάτια. Έχουμε να κάνουμε με τέσσερις διαφορετικούς ανθρώπους. Ακούμε μία ανατριχιαστική αφήγηση του φόνου και παγώνουμε στο τι τελικά θα συμβεί μετά από αυτήν την αποκάλυψη. Δεν ξέρω αν έχουν όλοι οι χαρακτήρες αίσιο τέλος στο έργο μας. Σε κάποιους το τοπίο καθαρίζει, σε άλλους μένει ερωτηματικό, τουλάχιστον έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ την κατάληξη. Σίγουρα, πάντως, η ζωή όλων συνεχίζεται. Τώρα το πώς συνεχίζεται για τον καθένα είναι άλλη ιστορία, όμως συνεχίζεται. Νομίζω η απάντηση κρύβεται στο πού θα εστιάσει ο καθένας.


Για τη Γιασεμί Κηλαηδόνη

Η Φέη, η ηρωίδα που υποδύεστε, είναι αντιμέτωπη με την πράξη της, με την κόρη της, μ’ ένα σαθρό σωφρονιστικό σύστημα, με τον ίδιο της τον εαυτό. Αν έβαζε όλα τα παραπάνω σε μια ζυγαριά, πού θα έγερνε αυτή παραπάνω;

Γ.Κ.: Η Φέη προσπαθεί μέσα στην πορεία του έργου να προφυλάξει την κόρη της από την ωμή πραγματικότητα. Η ίδια έχει βρει καταφύγιο μέσα στο σκοτεινό περιβάλλον της φυλακής, καταφεύγοντας στις ευτυχισμένες αναμνήσεις του παρελθόντος. Με τον ερχομό της κόρης της, η ζωή της βρίσκει νόημα μέσα από τη ζωή της κόρης της. Είναι ένα πρόσωπο που είναι σε μια διαρκή εσωτερική πάλη με τον εαυτό της, ένας διόλου μονοσήμαντος χαρακτήρας. Δύσκολα μπορεί να τη βάλει κανείς σε καλούπια!

Είστε και η ίδια μητέρα. Πόσο βοήθησε αυτός ο ρόλος στο «χτίσιμο» της σχέσης σας με τη θεατρική σας κόρη, την Τζόσυ;

Γ.Κ.: Η ζωή μου και ο τρόπος που αντιμετωπίζω τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και τους ρόλους μου, έχει αλλάξει εντελώς από τη στιγμή που έγινα μητέρα. Η αλήθεια είναι ότι από μικρό παιδί ακόμα είχα μέσα μου κάτι πολύ μητρικό. Ήταν, λοιπόν, μια σημαντική πρόκληση για μένα το «Ατσάλι», γιατί είναι η πρώτη φορά που ερμηνεύω στο θέατρο μια μάνα. Έχω την τύχη να έχω δίπλα μου μια εξαιρετική νέα συνάδελφο στον ρόλο της κόρης μου, την Κατερίνα Παπαδάκη, και έτσι το «χτίσιμο» της αρχέγονης αυτής σχέσης ήταν πραγματικά μια ευτυχισμένη στιγμή!

Για την Κατερίνα Παπαδάκη

Τελικά μπορεί μια κόρη να κατανοήσει τη μάνα της για τον φόνο του πατέρα της; Μέσα από τον ρόλο σας, σε τι συμπέρασμα έχετε καταλήξει; Και μπορεί να τη συγχωρέσει;

Κ.Π.: Σε γενικό επίπεδο, δεν έχω ιδέα. Ειλικρινά δεν ξέρω. Αναφορικά με το κείμενο όμως, αυτή η ερώτηση ανοίγει τεράστια κουβέντα. Νομίζω είναι ένα απ’ τα βασικά ερωτήματα που «τρέχουν» καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Η Τζόσυ φτάνει μετά από δεκαπέντε χρόνια στο επισκεπτήριο της φυλακής. Δεν έχει σκοπό –ακόμα– να συγχωρέσει κι ούτε να κατανοήσει τη μητέρα της. Αυτό που ζητά και ξαναζητά είναι οι αναμνήσεις της, οι οποίες δεν υπάρχουν. Χρειάζεται τα εφόδια για να χτίσει σωστά τη ζωή της, και αυτό την καίει σε πρώτη φάση. Φυσικά, μέσα σε αυτήν την προσπάθεια, ασυναίσθητα και χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, δημιουργείται μια σχέση. Μια σχέση μαμάς - κόρης που έως τότε δεν αποτελούσε ζητούμενο. Μπαίνει λοιπόν με θάρρος και επιμονή στην προσπάθεια κατανόησης, έχοντας την ελπίδα της πολύ ψηλά για το κομμάτι της συγχώρεσης. Αυτή η ελπίδα όμως τσακίζεται στο άκουσμα της πραγματικής αιτίας του φόνου, όπως τσακίζεται και η ίδια η Τζόσυ, καθώς όλα ανατρέπονται.
Ωστόσο, για να μην αποκαλύψω πολλά, το συμπέρασμα μάς το προσφέρει απλόχερα η ίδια η συγγραφέας στο τέλος του έργου, όπου ο θεατής θα καταλάβει αν η αυτή η γυναίκα βρήκε τη δύναμη να συγχωρέσει ή όχι.

Πώς «χτίστηκε» ερμηνευτικά η μεταξύ σας σχέση με την κυρία Κηλαηδόνη;

Κ.Π.: Με τη Γιασεμί Κηλαηδόνη βρήκαμε μέσα από πολλή πρόβα, κουβέντα, λάθη, σωστά και αλληλοβοήθεια τα πατήματά μας για το χτίσιμο αυτής της σχέσης. Το σπουδαίο, και αυτό είναι κάτι που εμένα μου αρέσει πολύ όταν συμβαίνει στη δουλειά και το επιδιώκω όταν έχω χώρο χάρη στη συνεννόηση με τους συνεργάτες μου, είναι πως συνεχίζουμε να χτίζουμε αυτήν τη σχέση. Γίνονται πραγματάκια από μικροαγγίγματα, από πινελιές, ακόμη κι από λάθη που φάνηκαν χρήσιμα, τα οποία συμβάλλουν στο να υπάρξει ένα μεγαλύτερο δέσιμο ανάμεσα και σε εμάς σαν άτομα αλλά κυρίως σαν ρόλους. Αυτό είναι κάτι που δίνει και στις δύο μας μεγάλη χαρά. Τελειώνει πολλές φορές μια παράσταση και λέμε: «Αχ, εκεί που έγινε αυτό σήμερα ήταν τέλειο, να το κρατήσουμε, ή και όχι… (χαχα)». Επίσης, το γεγονός ότι έχουμε ακριβώς τις ίδιες ηλικίες με τις ηρωίδες έδωσε κι αυτό ένα «κάτι». Αλλά το βασικότερο για μένα είναι το ότι, όταν υπάρχει διάθεση, θα επέλθει δουλειά και αυτό με τη σειρά του θα δώσει ένα μεγάλο έδαφος στη δημιουργία μιας ειλικρινούς, όσο γίνεται, σχέσης. Διάθεση λοιπόν υπήρχε και υπάρχει, συνεπώς χτίσαμε, χτίζουμε και στηρίζουμε τις ηρωίδες μας και τη μεταξύ μας χημεία.

Info

«Το ατσάλι»

Συγγραφέας: Rona Munro

Μετάφραση: Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη

Σκηνοθεσία: Νάντια Φώσκολου

Ερμηνεύουν: Γιασεμί Κηλαηδόνη, Κατερίνα Παπαδάκη, Ανδρέας Κωνσταντινίδης, Ασπασία Μπατατόλη

Θέατρο «Μεταξουργείο», Ακαδήμου 14, Μεταξουργείο, τηλ.: 210 5234382