Παναγιώτης Λιαργκόβας: «Η χώρα ασφαλώς και δεν βγήκε από την επιτροπεία» - Free Sunday
Παναγιώτης Λιαργκόβας: «Η χώρα ασφαλώς και δεν βγήκε από την επιτροπεία»

Παναγιώτης Λιαργκόβας: «Η χώρα ασφαλώς και δεν βγήκε από την επιτροπεία»

Το αφήγημα της κυβέρνησης περί εξόδου από την επιτροπεία, με το τέλος του προγράμματος, αποδομεί ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και πρώην επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής Παναγιώτης Λιαργκόβας, επισημαίνοντας ότι μπορεί το πρόγραμμα να ολοκληρώθηκε, αλλά τα μνημονιακά μέτρα και οι υποχρεώσεις παραμένουν. Επισημαίνει, δε, ότι η παροχολογία φθείρει την αξιοπιστία της χώρας έναντι των αγορών.

Για να αρχίσουμε από το μείζον ζήτημα των ημερών, δηλαδή τη ΔΕΘ, πώς είδατε τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού από το βήμα της Έκθεσης;

Σε γενικές γραμμές, οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ συνέχισαν μια παλαιοκομματικού τύπου παράδοση παροχών και υποσχέσεων. Θα προτιμούσα στη ΔΕΘ να γίνεται μια ολοκληρωμένη ανάλυση του οικονομικού μοντέλου της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Το ζητούμενο δεν είναι τι θα υποσχεθεί ότι θα δώσει η κυβέρνηση αλλά να προσδιορίσει τις προκλήσεις και το πώς θα τις αντιμετωπίσει. Ποια είναι η προετοιμασία της χώρας, για παράδειγμα, απέναντι στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση ή απέναντι στο δημογραφικό μας πρόβλημα;

Θεωρείτε ότι οι εξαγγελίες αυτές βρίσκονται εντός μεταμνημονιακού πλαισίου ή υπάρχει κίνδυνος αντιδράσεων από τους δανειστές;

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τον περασμένο Ιούνιο, που ψηφίστηκε το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2019-2022. Εκεί προσδιορίστηκαν από την κυβέρνηση όλα τα άμεσα μέτρα της μεταμνημονιακής περιόδου: τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% και άνω, μείωση των συντάξεων, διεύρυνση της φορολογικής βάσης, καθώς και κοινωνικά και φορολογικά αντίμετρα, προκειμένου να υπάρξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη και ελάφρυνση των ασθενέστερων συμπολιτών μας. Στη ΔΕΘ, αυτά που υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός υπολείπονται των κοινωνικών και φορολογικών αντίμετρων. Ανεξάρτητα αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με την ουσία της πολιτικής, το βέβαιο είναι ότι δεν εκπέμπεται σοβαρότητα από την κυβέρνηση όταν σε λιγότερο από τρεις μήνες αλλάζει την πολιτική που η ίδια νομοθέτησε.

Τελικά, η χώρα βγήκε, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, από την επιτροπεία ή όχι;

Η χώρα ασφαλώς και δεν βγήκε από την επιτροπεία. Δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, γιατί με βάση τις υπάρχουσες συνθήκες η χώρα θα ελέγχεται από τους δανειστές μέχρις ότου αποπληρωθεί το 70% των δανείων που έχει λάβει από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Πρέπει, ωστόσο, να πούμε ότι αυξάνονται οι βαθμοί ελευθερίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μια ευκαιρία για την κυβέρνηση να κάνει ό,τι θέλει (π.χ. να ανοίξει τις κάνουλες) σε μια προσπάθεια μεγιστοποίησης του βραχυχρόνιου εκλογικού οφέλους, αδιαφορώντας για τη μακροχρόνια οικονομική ζημιά της χώρας.

Ως επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, πάντα είχατε κριτική στάση έναντι της υπέρμετρης λιτότητας. Θεωρείτε ότι η χώρα βγαίνει από το πλαίσιο αυτό;

Η υπέρμετρη λιτότητα που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα ήταν μια λάθος συνταγή. Ήταν αποτέλεσμα της επιμονής των Γερμανών και ειδικότερα του Γερμανού υπουργού Οικονομικών κ. Σόιμπλε. Τεχνικά εκφράστηκε με τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα. Δυστυχώς, η κυβέρνηση έπεσε στην παγίδα Σόιμπλε και, αντί να διαπραγματευτεί τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, επιδίωξε υπερ-πλεονάσματα, υπερβαίνοντας κατά πολύ τους στόχους. Όταν κάποτε συζητούσα στις Βρυξέλλες με έναν σύμβουλο του Γερμανού υπουργού Οικονομικών για τη ρύθμιση του χρέους, μου είπε αφοπλιστικά «γιατί να σας δώσουμε μεγάλη ρύθμιση στο χρέος, αφού εσείς μια χαρά τα καταφέρνετε με τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα;». Προφανώς δεν ένιωθε τον πόνο και τις στερήσεις των συμπολιτών μας από την τεράστια φορολογική αφαίμαξη.

Η αντιπολίτευση μιλά για «τέταρτο μνημόνιο». Ισχύει κάτι τέτοιο κατά την άποψή σας;

Τυπικά δεν έχουμε τέταρτο μνημόνιο. Έχουμε όμως όλες τις μνημονιακές πολιτικές: λιτότητα, προαπαιτούμενα, επιτροπεία. Ελπίζω μια μελλοντική κυβέρνηση να διαπραγματευτεί με τους θεσμούς τη μείωση των καταστροφικών για την ανάπτυξη πρωτογενών πλεονασμάτων, δίνοντας ως αντάλλαγμα περισσότερες μεταρρυθμίσεις σε διάφορους τομείς, π.χ. στη Δικαιοσύνη, στο τρίγωνο παιδεία-γνώση-καινοτομία κ.λπ.

Με τις αγορές σε αναταραχή, πιστεύετε ότι η χώρα μπορεί να δανειστεί από αυτές ή εξαρτάται πλήρως από το μεταμνημονιακό «μαξιλάρι»;

Εάν οι αγορές βρίσκονται σε αναταραχή, τότε είναι δύσκολο να δανειστούμε από αυτές, γιατί οι ίδιες θα αναζητούν ασφαλή καταφύγια, όπως η Αμερική, η Γερμανία, ο Καναδάς κ.λπ. Αλλά και σε ηρεμία να βρίσκονται οι αγορές, εάν η οικονομική μας πολιτική δεν έχει αξιοπιστία, αυτές θα είναι τιμωρητικές και θα ανεβάζουν τα επιτόκια. Όσο αυξάνονται οι δηλώσεις και οι υποσχέσεις κυβερνητικών στελεχών ότι θα υπάρξουν παροχές πέρα από τα γνωστά κοινωνικά και φορολογικά αντίμετρα, τόσο περισσότερο θα μειώνεται η εμπιστοσύνη των αγορών στην ελληνική οικονομία, θα πέφτει ο Γ.Δ. του χρηματιστηρίου, θα ανεβαίνουν οι αποδόσεις των ομολόγων, θα αναστρέφεται η τάση επιστροφής των αποταμιεύσεων και δεν θα γίνονται επενδύσεις, ούτε από Έλληνες ούτε από ξένους. Ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι υποτονικός, η ανεργία θα διατηρείται σε υψηλά επίπεδα και η χώρα θα παραμένει αποκλεισμένη από τις αγορές. Αναγκαστικά θα χρησιμοποιήσει το μαξιλάρι ασφαλείας των 24 δισ. ευρώ για τη χρηματοδότηση των αναγκών της, αλλά αυτό θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία της.

Σας ικανοποιεί το σχέδιο της κυβέρνησης για το αναπτυξιακό/παραγωγικό μοντέλο της χώρας μετά την κρίση;

Όχι. Το υπάρχον πρόγραμμα «ολιστικής ανάπτυξης» είναι πολύ γενικό και αόριστο, είναι μια έκθεση ιδεών. Δεν απαντά σε πολλά ερωτήματα, όπως με ποιο παραγωγικό μοντέλο θα πρέπει να σχεδιάσουμε μια μακροπρόθεσμα διατηρήσιμη ανοδική πορεία της οικονομίας, δηλαδή πώς θα μπορέσουμε να επιτύχουμε μια βιώσιμη ανάπτυξη στα επόμενα χρόνια. Εκτός αυτού, πώς θα μπορέσουμε να θωρακίσουμε την οικονομία μας από μια άλλη ενδεχόμενη κρίση; Επιπλέον, ποιο είναι το πλήγμα, για την προσπάθεια ανάταξης της οικονομίας μας, από τη συνεχή απαξίωση και αδρανοποίηση των συντελεστών παραγωγής;

Κατά την άποψή σας, πώς μπορεί η Ελλάδα να μπει σε ισχυρή αναπτυξιακή τροχιά;

Μπορεί και πρέπει να υπάρξει ισχυρή ανάπτυξη, της τάξης του 4%-5%. Η στροφή σε επενδύσεις οι οποίες θα καινοτομούν, δηλαδή θα δημιουργούν αξία ξανά και ξανά, έτσι ώστε να υπάρχει μια συνέχεια στην οικονομική ανάπτυξη, είναι μονόδρομος για την προστασία της οικονομίας και της βιώσιμης, μακροπρόθεσμα, κοινωνικής ευημερίας. Η «παραγωγή» που θα κρατήσει τον τόπο όρθιο σε βάθος χρόνου θα πρέπει να υποστηρίζεται από πλευράς φυσικού χώρου, χρηματοδότησης, αλλά και στελέχωσης - ανθρώπων. Αυτό σημαίνει ότι και το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να συμμετέχει αποτελεσματικά στην παραπάνω διαδικασία, εξασφαλίζοντας τους κατάλληλους ανθρώπους, με την απαραίτητη εξειδίκευση αλλά και με τη βέλτιστη αναλογία ειδικοτήτων, οι οποίοι θα στελεχώσουν τις εν λόγω επενδυτικές προσπάθειες. Η ύπαρξη αλλά και η στρατηγική διαχείριση των παραπάνω θα οδηγήσει στη μακροχρόνια ανάπτυξη.