Τα πράγματα είναι σοβαρά… - Free Sunday
Τα πράγματα είναι σοβαρά…

Τα πράγματα είναι σοβαρά…

Στους μήνες της αθωότητας, την άνοιξη, όταν η κυβέρνηση μας κλείδωσε μέσα, ήταν έως και χαριτωμένο να κοροϊδεύει κανείς το σποτάκι του Σπύρου Παπαδόπουλου και συνηθισμένη η εξαχρείωση όσων αναρωτιόνταν πόσα άρπαξε ο συγκεκριμένος για να κάνει το διαφημιστικό και πόσα άρπαξαν τα κανάλια για να το μεταδώσουν. Δεν έχει καμία σημασία αν κάποιος κορόιδευε το σποτάκι επειδή ήθελε να κάνει αντιπολίτευση, επειδή ήταν αρνητής ή επειδή απλώς έσπαγε πλάκα στα κοινωνικά δίκτυα. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι από τότε κανείς δεν κοιτούσε την επόμενη μέρα.

Η κυβέρνηση μας έπιασε στον ύπνο και προσπεράσαμε το πρώτο κύμα. Η αλήθεια είναι ότι αν δεν μοίραζε επιδόματα θα είχε σηκωθεί επανάσταση. Όλοι γνωρίζαμε πως είμαστε χρεοκοπημένη χώρα, ουδείς αναρωτήθηκε πού βρέθηκαν τα λεφτά. Λεφτά για επιδόματα δεν υπήρχαν και υπό αυτή την έννοια ορθώς επίσης λεγόταν ότι ένα νέο κλείδωμα θα ήταν καταστροφικό.

Είναι εύκολο να λέγεται «κλείστε τα σύνορα», ωστόσο αυτό σημαίνει ανεργία για περίπου το 1/5 του εργατικού δυναμικού της χώρας, που απασχολείται στον τουρισμό. Είναι εύκολο να λέγεται «κλείστε τα θέατρα και τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος», αλλά ποιος πληρώνει τον κόσμο που χάνει τη δουλειά του; Είναι ακόμη πιο εύκολο να κλείσουν οι υπηρεσίες, διότι, είπαμε, στην Ελλάδα δεν είναι κακό να κάθεσαι και να πληρώνεσαι από το Δημόσιο.

Αυτό που είναι δύσκολο είναι να συνεχίσουμε να ζούμε εν μέσω πανδημίας, αυτοπεριοριζόμενοι, φτωχότεροι, με μεγάλη δυσκολία, αλλά να ζούμε. Είναι ξεκάθαρο σήμερα πως ελάχιστοι είδαν τα πράγματα με αυτή την οπτική. Όταν άνοιξε η οικονομία, την άνοιξη, επιλέξαμε να εργαστούμε με πλήρη πελατεία και μέγιστο κέρδος, όπως πριν, και όχι με περιορισμούς, ώστε να επιβιώσουμε μέχρι να περάσει η μπόρα. Η δε πελατεία, όλοι εμείς, το απολαύσαμε, αφελώς.

 

 

Στρεβλώσεις

Ο ΕΟΔΥ καταγράφει τα κρούσματα με βάση τον τόπο κατοικίας. Τον Αύγουστο η Χαλκιδική κατέγραφε ελάχιστα κρούσματα και η άδεια Θεσσαλονίκη, που παραθέριζε στη Χαλκιδική, δεκάδες. Όταν ελήφθησαν μέτρα στη Χαλκιδική, όλοι οι τοπικοί παράγοντες επιτέθηκαν στην κυβέρνηση, διότι δήθεν έβαζε τη Χαλκιδική να πληρώσει τον λογαριασμό της Θεσσαλονίκης. Ουδείς ζήτησε να φύγουν οι Θεσσαλονικείς πίσω, οι οποίοι ξαναπήγαν στο πενθήμερο της παρέλασης. Κατηγόρησαν την κυβέρνηση και για το γεγονός ότι ουσιαστικά έδιωξε τους Βαλκάνιους τουρίστες. Οι ίδιοι παράγοντες, όμως, απαίτησαν να έρθουν εργάτες γης από το εξωτερικό για να μαζέψουν την παραγωγή. Άσχετα από το πόσες στρεβλώσεις ανακύπτουν από αυτή τη συμπεριφορά, έχει σημασία να τονιστεί ότι όλοι σχεδόν οι παράγοντες της Χαλκιδικής, ιδίως οι αυτοδιοικητικοί, πρόσκεινται στη ΝΔ. Τώρα βράζουν και οι δύο νομοί.

Η κυβέρνηση σχετικοποίησε τη δυνατότητα που είχε για σοβαρή επιβολή μέτρων (δεν χρειαζόταν να είναι και αυστηρά) και ικανοποίησε αιτήματα των κοινωνικών τάξεων, ομάδων, συνδικάτων. Με αυτόν τον τρόπο η ευθύνη πέρασε και σε όλους όσοι βρίσκονται κάτω από αυτήν. Δεν είναι πιθανό οι κυβερνητικοί να πίστεψαν ότι οι Έλληνες θα τηρούσαν τα ήπια μέτρα προστασίας από ατομική ευθύνη. Όχι οι Έλληνες που ψήφισαν σε ποσοστό 62% «όχι» στο δημοψήφισμα, που σε ποσοστό 33% πιστεύουν ότι μας ψεκάζουν, που σε ποσοστό 53% πιστεύουν ότι ο κορονοϊός είναι δημιούργημα των εργαστηρίων και που σε ποσοστό σχεδόν 70% δεν απορρίπτουν τις θεωρίες συνωμοσίας. Σίγουρα όχι οι ιεράρχες και το ποίμνιο. Και, όπως φάνηκε από την εξέλιξη, ουδείς ενδιαφέρθηκε να τηρήσει μέτρα, πολύ περισσότερο να θυσιάσει είτε τη βολή του είτε την οικονομική του πορεία.

Η κυβέρνηση έδωσε τις οδηγίες, άνοιξε την οικονομία και έπρεπε καθένας από εμάς να δείξει στην πράξη τι κατάλαβε και τι έμαθε και να επιβιώσει. Είτε δεν καταλάβαμε τίποτα, είτε αδιαφορήσαμε, είτε επιλέξαμε την αρπαχτή. Η οικονομική κρίση και η χρεοκοπία είναι αιτιολογία, αλλά δεν είναι δικαιολογία. Αν η κυβέρνηση ήθελε, μπορούσε να επιβάλει αυστηρά μέτρα. Τότε όμως θα χρεωνόταν αυτή τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης για αυταρχισμό, όπως και τις κατηγορίες και του δικού της κόσμου για αχρείαστη καταστροφή της οικονομίας. ΜΕΘ ζητούνται και σήμερα, ως να ζητούμε να κυκλοφορούμε με διπλάσιο αριθμό θανάτων. Όταν γινόταν ο κακός χαμός στις συναθροίσεις, ελάχιστοι το επισήμαναν, και κυρίως τα «βοθροκάναλα που προκαλούν πανικό». Περαστικά μας.

 

Λάθος

Τα μέτρα ίσχυαν, αλλά δεν βρέθηκε δήμαρχος να ανακαλέσει άδεια καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος για παραβίαση, αστυνομικός να εκκενώσει εκκλησία με υπεράριθμους, εισαγγελέας να κυνηγήσει τους συνωμοσιολόγους και τους ψευδολόγους, προϊστάμενος υπηρεσίας να στείλει στο Πειθαρχικό υπάλληλο που δεν φορούσε μάσκα. Κράτος είναι και όλοι αυτοί. Η κυβέρνηση δεν απομάκρυνε από τα όργανα όσους δημόσιους λειτουργούς απέκλιναν από την κεντρική κατεύθυνση. Η χαλαρή εφαρμογή –στην πραγματικότητα, η μη εφαρμογή– των απλούστερων μέτρων αφέθηκε στην κρίση του καθενός μας και, φυσικά, την αποτυχία τη χρεωθήκαμε όλοι.

Γέμισαν τα κοινωνικά δίκτυα με αγγελίες θανάτων. Και, φυσικά, η αγορά διαλύθηκε.

Με το δεύτερο άνοιγμα, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα ξαναγίνουν τα ίδια. Ακόμη και με το εμβόλιο, αν όλα πάνε καλά, δύσκολα θα απαλλαγούμε από τους περιορισμούς που πρέπει να τηρούμε σήμερα. Αρκεί να θυμηθούμε πώς ακριβώς συμπεριφερόμασταν επί έτη με τη γρίπη, για την οποία υπάρχει εμβόλιο. Μόλις το 1/3 των υγειονομικών εμβολιαζόταν κάθε χρόνο και ανάλογα ο γενικός πληθυσμός. Ουδείς ασχολήθηκε ποτέ με τους ετησίως 150 εργαστηριακά επιβεβαιωμένους και 1.000 αποδιδόμενους στη γρίπη νεκρούς και ουδείς θεώρησε υποχρέωσή του να μείνει σπίτι για να μη διασπείρει τη γρίπη. Τρεις χιλιάδες νεκροί δεν θα αλλάξουν νοοτροπίες.

Αποδείχθηκε λάθος της κυβέρνησης το κλείδωμα της άνοιξης με ταυτόχρονη παροχή επιδομάτων. Αν τότε έκλεινε τη χώρα λέγοντας «δεν έχω να δώσω», ίσως στο άνοιγμα να ήμασταν πιο προσεκτικοί και προσαρμοσμένοι στη συνολική –υγειονομική και οικονομική– επιβίωση. Σήμερα δεν θα φώναζε ο καθένας «κλείστε» και «δώσε κι εμένα, μπάρμπα», είτε ΜΕΘ, είτε επιδόματα, είτε φοροαπαλλαγές. Όλοι να πάρουν, χωρίς κανένας να δώσει στο χρεοκοπημένο κράτος. Ξέραμε τι δυνατότητες είχαμε.

 

Χάνουμε

Στη δημοκρατία, θέλουμε - δεν θέλουμε, υπάρχει και ατομική ευθύνη – του κάθε πολίτη, του κάθε υπαλλήλου, δημόσιου και ιδιωτικού, που πάει στη δουλειά με συμπτώματα, του κάθε αυτοδιοικητικού που χαϊδεύει αυτιά και του κάθε κυβερνητικού που δεν δίνει το παράδειγμα. Χάνουμε, γιατί δεν αποφασίσαμε ότι επιβάλλεται να ζήσουμε διαφορετικά και με θυσίες. Ο άνθρωπος δεν κλέβει όχι γιατί φοβάται την αστυνομία, αλλά γιατί ο ηθικός του κώδικας του το απαγορεύει. Με τον ίδιο μόνο τρόπο θα νικηθεί η πανδημία και θα επιβιώσουμε και οικονομικά. Αν ποτέ αποφασίσουμε να προσαρμοστούμε…