ΣΥΡΙΖΑ: Μονομαχία χωρίς μονομάχους και κοινό - Free Sunday
ΣΥΡΙΖΑ: Μονομαχία χωρίς μονομάχους και κοινό

ΣΥΡΙΖΑ: Μονομαχία χωρίς μονομάχους και κοινό

Παρά το σοκ της διαφοράς από τη Νέα Δημοκρατία στην κάλπη του Μαΐου και τη διεύρυνση του χάσματος στη δεύτερη κάλπη του Ιουνίου, η παραίτηση του κ. Τσίπρα από την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία μπορεί να χαρακτηριστεί ως αιφνίδια.

Πρώτα και πάνω από όλα για τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς οι έκτοτε εξελίξεις αποτυπώνουν το γεγονός πως ουδείς ήταν προετοιμασμένος για το ενδεχόμενο. Εξελίξεις που κατέστησαν σαφές πως παρά την ύπαρξη των «συνιστωσών» παλαιότερα, των «τάσεων», των «ρευμάτων», των «κινήσεων» και των φαινομενικά ισχυρών κομματικών οργάνων, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα αρχηγοκεντρικό κόμμα, με σημείο αναφοράς και «συγκολλητική ουσία», όπως χαρακτήρισε ο κ. Σπίρτζης τον κ. Τσίπρα. Πλέον δεν υπάρχει ούτε το σημείο αναφοράς, ούτε η συγκολλητική ουσία.

Σημείο αναφοράς

Στις πιο πρόσφατες εσωκομματικές διαδικασίες για την ανάδειξη νέας ηγεσίας στη Νέα Δημοκρατία και στο ΠΑΣΟΚ, όπως και σε όλες τις προηγούμενες, το πρώτο βήμα ήταν κοινό: οι υποψήφιοι διάδοχοι βγήκαν με πυγμή μπροστά και κατέστησαν σαφείς τις προθέσεις τους. Όλοι τους εξέφραζαν κάποια ισχυρή κοινωνική –και κομματική– τάση άρα και ψηφοφόρους, στους οποίους θα βασίζονταν για την εκλογή τους. Όταν πρόκειται για κόμματα εξουσίας η εξίσωση είναι αυτονόητη, αν ο νέος αρχηγός δεν εκφράζει μια ισχυρή τάση μεταξύ των ψηφοφόρων προφανώς δεν μπορεί να οδηγήσει το κόμμα του στην εξουσία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα που έχει κυβερνήσει και είναι η αξιωματική αντιπολίτευση, είναι κόμμα εξουσίας, ωστόσο αυτό που συμβαίνει από τη στιγμή της παραίτησης του κ. Τσίπρα από την προεδρία είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Κανείς δεν έχει βγει μπροστά να διεκδικήσει την προεδρία και οι τάσεις βρίσκονται σε μια διαρκή διαβούλευση μεταξύ των μελών τους για να καταλήξουν στον υποψήφιο, ή τους υποψήφιους, που θα προτείνει η κάθε μία, ενώ συμφώνησαν μεταξύ τους για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί. Διεξάγεται, λοιπόν, μια μονομαχία χωρίς μονομάχους και χωρίς κοινό, την κοινωνία.

Ο κ. Τσίπρας υπήρξε σημείο αναφοράς όχι μόνο για τους «προεδρικούς» που έμειναν δίχως πρόεδρο και πλέον είναι η «Κίνηση Μελών», αλλά και για την εσωκομματική αντιπολίτευση, την «Ομπρέλα»: Mπορούσαν να υπάρχουν και να έχουν σημαντικό, αν όχι καθοριστικό, ρόλο όσο υπήρχε ο κ. Τσίπρας να προσελκύει σε προσωπικό επίπεδο ψηφοφόρους οι οποίοι προέρχονταν από την κεντροαριστερά και μετέτρεπαν τον ΣΥΡΙΖΑ σε μεγάλο κόμμα. Τώρα που καλούνται να συνδιαχειριστούν τη διαδοχή του διαπιστώνουν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προκύψει από τις τάξεις τους κάποιος που να έχει απήχηση στην ευρύτερη κοινωνία. Είναι χαρακτηριστικοί οι ενδοιασμοί του κ. Τσακαλώτου να βγει μπροστά και να διεκδικήσει την ηγεσία: σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα θα θεωρούνταν αυτονόητο πως ο επικεφαλής της εσωκομματικής αντιπολίτευσης και ουσιαστικά το Νο2 του κόμματος, όσο ο κ. Τσίπρας παρέμενε επικεφαλής, θα ήταν υποψήφιος.

Οι πιθανοί υποψήφιοι

Όπως φαίνεται η «Ομπρέλα», εφόσον το αποφασίσουν και οι ίδιοι, θα καταλήξει είτε στον κ. Τσακαλώτο είτε στην κα Αχτσιόγλου, η οποία έχει απήχηση στα μέλη του κόμματος και επιπλέον θα πρόκειται για μια πιο ενωτική υποψηφιότητα εφόσον δεν προέρχεται από καμία από τις δύο κυρίαρχες τάσεις, κινείται κάπου στο ενδιάμεσο. Η υποψηφιότητα της κας Αχτσιόγλου, πάντως, είναι εξαιρετικά πιθανή ανεξαρτήτως του αν θα έχει και την υποστήριξη της «Ομπρέλας».

Από τους έως πρότινος «προεδρικούς», οι οποίοι χωρίς τον πρόεδρο έχουν χωριστεί σε διακριτές υποομάδες –διατηρούν μεν την πλειοψηφία στα εσωκομματικά όργανα αλλά δεν λειτουργούν πλέον ως ενιαίο σύνολο–, εκείνοι που εξετάζουν το ενδεχόμενο να είναι υποψήφιοι είναι ο κ. Νίκος Παππάς και η κα Δούρου. Ο πρώτος καταδικασμένος με ομόφωνη απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου για παράβαση καθήκοντος κατά την τέλεση των υπουργικών καθηκόντων του και η δεύτερη επιβαρυμένη με τη «στραβή στη βάρδια» της, το Μάτι. Ο μοναδικός που έδειχνε εξαρχής βέβαιος για την επόμενη κίνησή του είναι ο κ. Πολάκης, ο οποίος θα είναι υποψήφιος με διπλό στόχο, αφενός να μετρήσει δυνάμεις και αφετέρου να διασφαλίσει την παρουσία του στην επόμενη μέρα του κόμματος τώρα που δεν είναι πλέον επικεφαλής ο κ. Τσίπρας, ο οποίος τον προστάτευσε κατ’ επανάληψη.

Συγκολλητική ουσία

Η κοινή συνισταμένη όλων των παραπάνω, σε θεωρητικό επίπεδο ακόμα, υποψηφιοτήτων, είναι η πρόθεσή τους να μην διαταραχθεί η υφιστάμενη εσωκομματική τάξη. Κάτι που αποτυπώνεται και στις –ήπιες– δηλώσεις των εκπροσώπων των τάσεων για το τι έφταιξε. Αποδέχονται γενικόλογα τις ευθύνες τους για το εκλογικό αποτέλεσμα, αναγνωρίζουν το γεγονός ότι έγιναν λάθη ή ότι δεν ανέλυσαν σωστά την πραγματικότητα, ωστόσο κανείς δεν εξειδικεύει ποιες είναι οι ευθύνες και ποια τα λάθη. Η πρώτη εξαίρεση στον γενικό κανόνα ήταν ο κ. Σπίρτζης.

Το πρώτο χτύπημα Σπίρτζη: «Το οικονομικό μας επιτελείο δεν γνώριζε ότι πραγματικά η αγορά έχει πάρει μια μεγάλη ανάσα από αυτά που έδινε η προηγούμενη κυβέρνηση». Το οικονομικό επιτελείο, δηλαδή ο κ. Τσακαλώτος, η κ. Αχτσιόγλου και ο κ. Χαρίτσης.

Το δεύτερο χτύπημα: «H κομματική γραφειοκρατία είναι εκείνη που κάνει κουμάντο στον ΣΥΡΙΖΑ και τον μηχανισμό του μέχρι και σήμερα». Στο συγκεκριμένο απάντησε ο κ. Σκουρλέτης: «Ο Χρήστος Σπίρτζης ήταν στον πυρήνα του ηγετικού επιτελείου. Εγώ ήμουν στη μειοψηφία από ένα σημείο κι έπειτα».

Το τρίτο χτύπημα: «Ο κ. Τσίπρας έπρεπε να είχε κάνει νέο κόμμα από το 2019».

Καθόλου τυχαίες οι εκρηκτικές τοποθετήσεις Σπίρτζη των τελευταίων ημερών. Ο κ. Σπίρτζης εκπροσωπεί σε μεγάλο βαθμό τα στελέχη και τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που μετακόμισαν στον ΣΥΡΙΖΑ λόγω Τσίπρα. Μεγάλο μέρος των συγκεκριμένων ψηφοφόρων στις πρόσφατες εκλογές απέσυραν τη στήριξή τους και έκαναν άλλες επιλογές, εξ ου και η αποτυχία των περισσότερων προερχόμενων από το ΠΑΣΟΚ υποψηφίων του ΣΥΡΙΖΑ να εξασφαλίσουν την επανεκλογή τους. Η συγκολλητική ουσία ήταν αναμφίβολα ο κ. Τσίπρας, ο οποίος προσέλκυσε στον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ στελέχη και ψηφοφόρους από διάφορους χώρους (από το ΠΑΣΟΚ μέχρι τους ΑΝΕΛ). Σε αυτή τη φάση οι προερχόμενοι από άλλους χώρους ψηφοφόροι έχουν σε σημαντικό βαθμό αποχωρήσει, ο κ. Τσίπρας ακολούθησε και είναι δεδομένο ότι πολλοί ακόμα τον έχουν ήδη ακολουθήσει ή θα τον ακολουθήσουν, σε επίπεδο στελεχών, μελών του κόμματος και ψηφοφόρων, οι οποίοι πίστευαν προσωπικά στον κ. Τσίπρα. Συνεπώς είναι απολύτως κατανοητή η αγωνία του κ. Σπίρτζη για το πολιτικό μέλλον του ιδίου και όσων βρίσκονται σε ανάλογη θέση.

Αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εγγεγραμμένα 172.000 μέλη, τα οποία δύνανται να συμμετάσχουν στη διαδικασία εκλογής προέδρου. Περίπου 110.000 εξ αυτών κινητοποιήθηκαν από τον ίδιο τον κ. Τσίπρα στη σχετική καμπάνια του και έγιναν μέλη τον Μάιο του 2022 για να τον ψηφίσουν ως πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ. Το 2019, πριν ξεκινήσει η προσπάθεια εγγραφής νέων μελών στον ΣΥΡΙΖΑ, τα μέλη του κόμματος ήταν περίπου 30.000. Συνεπώς, το μεγάλο ερώτημα είναι πόσα από τα μέλη θα κινητοποιηθούν ώστε να συμμετάσχουν στη διαδικασία. Πόσο θελκτική για τους 110.000 ανθρώπους που κινητοποιήθηκαν από τον κ. Τσίπρα –και οι οποίοι στη συνέχεια αποκλείστηκαν από τις εσωκομματικές διαδικασίες– θα είναι μια εκλογική διαδικασία στην οποία πιθανότατα θα συμμετέχουν όλοι ή κάποιοι από τους κ.κ. Τσακαλώτο, Αχτσιόγλου, Παππά, Δούρου, Πολάκη; Δηλαδή οι εκπρόσωποι εκείνων που τους απέκλεισαν από τις υπόλοιπες εσωκομματικές διαδικασίες και άλλοι που έχουν προσωπικές επιβαρύνσεις βάσει των πεπραγμένων τους. Θα πάνε όλοι; Θα πάνε έστω οι μισοί; Ή η βάση θα είναι τα 30.000 «παλαιά» μέλη του κόμματος και ένα μικρό ποσοστό από τα νεότερα μέλη; Είναι αρκετά σαφές λοιπόν πως με τα σημερινά δεδομένα το πλεονέκτημα ανήκει στην «Ομπρέλα» και στην επιλογή της στροφής προς τα αριστερά. Μια στροφή αντίθετη με τις τάσεις της κοινωνίας αυτή την εποχή, όπως αποτυπώθηκαν στις εκλογές. Άρα και με λιγοστές πιθανότητες επιτυχίας, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει κόμμα εξουσίας.

Η εξαίρεση στον κανόνα

Εκείνος που αποφάσισε να ταράξει τα λιμνάζοντα παρά το σοκ της εκλογικής συντριβής και της αποχώρησης Τσίπρα ύδατα ήταν ο Διονύσης Τεμπονέρας, συντονιστής της Εκλογικής Επιτροπής που συστάθηκε μετά τις πρώτες εκλογές. Ο κ. Τεμπονέρας είχε κατά γενική ομολογία μια πολύ καλή δημόσια παρουσία στο ενδιάμεσο των δύο εκλογικών αναμετρήσεων. Μετά την ανακοίνωση της αποχώρησης Τσίπρα όμως και παρά το νεαρό της ηλικίας του, ήταν που είχε αναμφίβολα ηγετική παρουσία. Αποδείχτηκε ο μόνος που συγκεκριμενοποίησε τις ευθύνες και τα λάθη, με σκληρές παραδοχές: «Οι πολίτες προσήλθαν στην κάλπη για να εκφράσουν την πολιτική δυσαρέσκεια και την αποδοκιμασία προς τον ΣΥΡΙΖΑ, τιμωρώντας τον για την ιδεολογική, προγραμματική και οργανωτική του ανεπάρκεια. […] Αν θέλουμε να γίνουμε μέρος της λύσης, πρέπει να αναγνωρίσουμε, ότι υπήρξαμε μέρος του προβλήματος. […] Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι μακριά από τις διεργασίες, που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία, τα τελευταία χρόνια. […] Η “από τα πάνω” θεώρηση των πραγμάτων και η προσπάθεια να εμφανιστεί ως πολιτική πρωτοπορία, μια μικρή “ελίτ” που λίγη σχέση είχε με το μαζικό χώρο, στέρησε την δυνατότητα σύνδεσης κόμματος και κοινωνίας. […] Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ένα συνέδριο απολογισμού, ταυτότητας, θέσεων, πολιτικής φυσιογνωμίας και στρατηγικής […] Να μας πει η κοινωνία, από ποιους θέλει να εκπροσωπηθεί και πρώτοι εμείς, για το καλό του νέου εγχειρήματος, να αποδεχθούμε ότι ενδεχομένως το “νέο” μπορεί να μην μας περιλαμβάνει, σε θέσεις ευθύνης […] Ο πολιτικός καιροσκοπισμός γεννάει πολιτική αναξιοπιστία και συνεπακόλουθα, δεν μπορεί να αποτυπώσει μια σαφή πολιτική φυσιογνωμία. [… ]Το κόμμα μας θα εξαϋλωθεί αν προσποιηθούμε πως δεν συνέβη τίποτα και συνεχίσουμε με τις συνταγές του παρελθόντος. Το γήπεδο είναι πλέον διαφορετικό. Πρέπει να αφήσουμε το νέο να γεννηθεί […]».

Ο κ. Τεμπονέρας, που προέρχεται από την «προεδρική» τάση ΡΕΝΕ, φυσικά δεν θα είναι υποψήφιος στη διαδικασία διαδοχής του κ. Τσίπρα. Με τις θέσεις του είναι ξεκάθαρο ότι έφερε απέναντί του την κομματική γραφειοκρατία, όλους όσοι θέλουν να διατηρηθεί η υφιστάμενη τάξη των πραγμάτων. Επιπλέον, δεν είναι βουλευτής, οπότε τυχόν υποψηφιότητά του θα ήταν εξ αρχής υπονομευμένη. Σε μια εποχή όμως που στον ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχεί η εσωστρέφεια και όλα τα προβεβλημένα στελέχη είναι τουλάχιστον μουδιασμένα, η ηγετική παρέμβαση του κ. Τεμπονέρα έβαλε αναμφίβολα υποθήκη για την (μεθ)επόμενη μέρα.

Το πιθανότερο άλλωστε είναι πως η αμέσως επόμενη μέρα θα αποδειχτεί βραχύβια, όπως συνήθως συμβαίνει για τον διάδοχο οποιουδήποτε ηγέτη που καθόρισε τον χώρο του και ήταν το σημείο αναφοράς μιας ολόκληρης εποχής, των μνημονίων στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η μεταβατική περίοδος δεν είναι ποτέ ομαλή ακόμα κι αν η αποχώρηση συμβαίνει σε περίοδο ακμής και όχι πτώσης.

Ο κ. Τσίπρας ανέλαβε τον ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν ένα μικρό κόμμα που έμπαινε δεν έμπαινε στη Βουλή, τον οδήγησε στην εξουσία και τον παραδίδει με μειωμένο ποσοστό και σε κρίση ταυτότητας μεν, στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης δε. Η απόφαση του σίγουρα ήταν λυτρωτική για τον ίδιο, είχε καταλήξει να είναι ο εύκολος στόχος για όλους: για τους συντρόφους του στον ΣΥΡΙΖΑ, για τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, για το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη. Ταυτόχρονα, όμως, έφερε τον κομματικό μηχανισμό και τα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αντιμέτωπους με τις ευθύνες τους. Καλούνται πλέον να αποδείξουν ότι μπορούν να παραμείνουν κόμμα εξουσίας, χωρίς εκείνον που τους μετέτρεψε σε κόμμα εξουσίας. Δύσκολα πράγματα και σίγουρα οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές.