Οι Έλληνες ξοδεύουν το... 126% του εισοδήματός τους - Free Sunday
Οι Έλληνες ξοδεύουν το... 126% του εισοδήματός τους

Οι Έλληνες ξοδεύουν το... 126% του εισοδήματός τους

Η Capital Economics δεν πιστεύει ότι ο πληθωρισμός στα τρόφιμα θα πέσει κάτω από το μηδέν

Περισσότερα χρήματα από όσα βγάζουν κάθε μήνα δαπανούν οι Έλληνες –ενδεχομένως χρεώνοντας πιστωτικές κάρτες ή εξαντλώντας τις αποταμιεύσεις τους– καθώς τα συνολικά τους έξοδα ανέρχονται στο 126% του εισοδήματός τους. Αυτό προκύπτει από σχετική μελέτη του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ), η οποία σκιαγραφεί μια εικόνα έντονης οικονομικής πίεσης στα ελληνικά νοικοκυριά, παρότι οι προοπτικές βελτιώνονται.

Αναλυτικά, το 67% του οικογενειακού εισοδήματος, ήτοι κάτι περισσότερο από το μισό των συνολικών μηνιαίων εξόδων, αντιπροσωπεύουν πλέον οι δαπάνες για λογαριασμούς, ενοίκια και φόρους. Ειδικότερα, οι δαπάνες για τους λογαριασμούς αποτελούν τη μεγαλύτερη δαπάνη ως ποσοστό του εισοδήματος, στο 30%. (Στα ίδια επίπεδα κινούνται και οι δαπάνες για αγορές προϊόντων.) Το 17% του εισοδήματος –το οποίο υπενθυμίζεται δεν επαρκεί για την κάλυψη των μηνιαίων αναγκών– διατίθεται στο ενοίκιο και το 20% στους φόρους.

Μάλιστα, εκτός των λογαριασμών, όπου οι δαπάνες φαίνεται να έχουν μειωθεί σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο, τα έξοδα για τις τρεις υπόλοιπες κατηγορίες έχουν αυξηθεί ελαφρώς.

Τέλος, το 15% του εισοδήματος διατίθεται σε υπηρεσίες, όπως εισιτήρια και εστίαση, και το 14% σε άλλες κατηγορίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε την περίοδο 3-5 Ιουνίου σε δείγμα 900 καταναλωτών.

Οι προσδοκίες

Σύμφωνα με το ΣΕΛΠΕ, ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος τον Ιούνιο διαμορφώθηκε στις -49 μονάδες, πολύ χαμηλότερα από τον Οκτώβριο του 2019, τον μήνα βάσης, αλλά αυξημένο κατά 19 μονάδες σε σχέση με την αντίστοιχη μέτρηση του περασμένου Ιουνίου.

Αυτό σχηματίζεται αφενός στις προσδοκίες των καταναλωτών για το επόμενο διάστημα (που βελτιώθηκε από -67 στο -54), αφετέρου στην τρέχουσα κατάσταση (που βελτιώθηκε από το -57 στο -46). Πρακτικά αυτό που καταγράφεται είναι και χαμηλές προσδοκίες, αλλά και επιβαρυμένα οικονομικά για τους καταναλωτές, με καλύτερη πορεία βελτίωσης στις προσδοκίες των καταναλωτών, οι οποίες βέβαια παραμένουν αρνητικές.

Ειδικότερα, οι προσδοκίες για τις δαπάνες είναι αυξητικές και σχετίζονται κυρίως με δαπάνες εκτός λιανικών αγορών, τον πληθωρισμό και την αύξηση των τιμών. Το 36% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι το δεύτερο εξάμηνο του έτους οι δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας θα είναι αυξημένο. Επίσης, το 42% αναμένει μείωση των δαπανών για τις αγορές προϊόντων, ενώ το 19% προβλέπει αύξηση. Λίγο καλύτερη είναι η εικόνα για τις υπηρεσίες (εισιτήρια, εστίαση), για τις οποίες αναμένεται μείωση από το 28% των καταναλωτών και αύξηση από 23%. Αυξητική είναι η μέτρηση σε σχέση με τη φορολογία για την οποία το 57% εκτιμά ότι θα μείνει αμετάβλητη, το 13% ότι θα παρουσιάσει μείωση και το 30% αύξηση.

Πρακτικά, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι καταναλωτές αναμένουν το δεύτερο εξάμηνο χαμηλότερα έξοδα για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών και μικρή αύξηση για δαπάνες διασκέδασης, ενώ επικρατεί διάχυτη ανησυχία σχετικά με τις λοιπές δαπάνες παγίων εξόδων.

Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα

Πάντως, μέσα σε αυτό το σκηνικό, η έκθεση της Capital Economics προκαλεί... τρόμο, καθώς κάθε άλλο παρά αισιόδοξη είναι. Ειδικότερα, ο επενδυτικός οίκος δεν πιστεύει ότι ο πληθωρισμός στα τρόφιμα θα πέσει κάτω από το μηδέν (όπου δηλαδή θα έχουμε πτώση των τιμών των τροφίμων) για δύο βασικούς λόγους:

  • Πρώτον, ιστορικά, ο αποπληθωρισμός στα τρόφιμα στην Ευρωζώνη είναι πολύ σπάνιος. Από το 1997, όταν άρχισαν να καταγράφονται τα στοιχεία των τιμών στην κατηγορία τροφίμων, ποτών και καπνού, ο σχετικός δείκτης έχει υπάρξει αρνητικός σε ετήσια βάση μόνο 13 από τους συνολικά 327 μήνες. Το χαμηλότερο επίπεδο στο οποίο έχει πέσει ο πληθωρισμός των τροφίμων (σε ετήσια βάση) είναι το -0,4%.
  • Δεύτερον, το εργατικό κόστος αυξάνεται με γοργό ρυθμό. Και με δεδομένο το ασυνήθιστα υψηλό μερίδιο των παραγωγών τροφίμων που δηλώνουν ότι οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού περιορίζουν την παραγωγή τους, η Capital Economics εκφράζει την εκτίμηση ότι οι ρυθμοί αύξησης των μισθών θα παραμείνουν υψηλοί για κάποιο διάστημα. Αυτό, τονίζει, θα αντισταθμίσει εν μέρει την επίδραση από τη μείωση στις τιμές της ενέργειας και των αγροτικών προϊόντων.

Έτσι, η Capital Economics εκτιμά ότι ο πληθωρισμός στην κατηγορία των τροφίμων, ποτών και καπνού θα πέσει κάτω από το 5% έως το τέλος του έτους και κάτω από το 2% έως τα μέσα του 2024. Κι όλα αυτά παρά τη σημαντική πτώση στις τιμές των αγροτικών και ενεργειακών εμπορευμάτων. Σε σύγκριση με τα υψηλά που σημείωσαν τον τελευταίο χρόνο, οι τιμές των αγροτικών προϊόντων έχουν μειωθεί κατά ένα τέταρτο, η τιμή του μπρεντ πετρελαίου σε ευρώ (που αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα για το κόστος παραγωγής και μεταφοράς) έχει πέσει κατά ένα τρίτο και οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου (που επηρεάζουν σημαντικά το κόστος των λιπασμάτων) έχουν σημειώσει βουτιά περίπου 90%.