Η ανάδειξη νέων ηγεσιών δεν αποτρέπει την πολιτική αβεβαιότητα σε Βρετανία και Ιταλία - Free Sunday
Η ανάδειξη νέων ηγεσιών δεν αποτρέπει την πολιτική αβεβαιότητα σε Βρετανία και Ιταλία

Η ανάδειξη νέων ηγεσιών δεν αποτρέπει την πολιτική αβεβαιότητα σε Βρετανία και Ιταλία

Ανησυχία για την ταχύτητα με την οποία παράγονται οι πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη προκάλεσαν οι ραγδαίες ανακατατάξεις σε δύο χώρες στις οποίες οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις είχαν αναδειχθεί μόλις τον προηγούμενο μήνα και συγκεκριμένα στην Ιταλία, που ανέδειξε έναν κεντροδεξιό συνασπισμό στην εξουσία στις 25 Σεπτεμβρίου, και στη Βρετανία, όπου η πρωθυπουργός Λιζ Τρας ανέλαβε καθήκοντα στις 5 Σεπτεμβρίου παραμένοντας 6,5 βδομάδες στην εξουσία, μετά από μια νίκη με ευρεία διαφορά στο εσωτερικό των συντηρητικών.

Το πρώτο πρόβλημα που η απελθούσα κυρία Τρας είχε και η επερχόμενη κυρία Μελόνι έχει μπροστά της είναι η οικονομία.

Αναλαμβάνοντας την εξουσία στις 6 Σεπτεμβρίου, η μέχρι τότε υπουργός Εξωτερικών Λιζ Τρας αποφάσισε να γίνει μια σύγχρονη Θάτσερ, αλλά παρέμεινε μόλις 45 μέρες στην πρωθυπουργική κατοικία στον αριθμό 10 της Ντάουνινγκ Στριτ.

Όταν ανέλαβε, ένα από τα πρώτα της μελήματα ήταν η εφαρμογή ενός νέου οικονομικού μοντέλου, με μέτρα ανάμεσα στα οποία ήταν η μείωση του εταιρικού φόρου. Το σχέδιο είχαν επεξεργαστεί το καλοκαίρι, αναμένοντας τα αποτελέσματα των εσωκομματικών διαδικασιών του Συντηρητικού Κόμματος για τη διαδοχή του παραιτηθέντος Τζόνσον, η ίδια και ο μετέπειτα υπουργός Οικονομικών, Κουάζι Κουάρτενγκ.

Με την ανακοίνωση όμως του σχεδίου, στις 23 Σεπτεμβρίου, η Τρας βρέθηκε απέναντι όχι μόνο στις αγορές, αλλά και στους βουλευτές του κόμματος, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί σε στροφή 180 μοιρών και ανάκληση της μείωσης του εταιρικού φόρου, λίγες μέρες αφότου ο κ. Κουάρτενγκ προαναγγείλει κι άλλες μειώσεις φόρων.

Το μέτωπο της πρωθυπουργού με τον υπουργό Οικονομικών είχε αποσταθεροποιηθεί κι ο υπουργός οδηγήθηκε στην παραίτηση αμέσως μετά από μια συνάντηση με την πρωθυπουργό, επιστρέφοντας από συνεδρίαση του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον. Ήταν μόλις 38 ημέρες από τότε που είχε αναλάβει καθήκοντα.

Στην επιστολή της παραίτησης έκανε λόγο για όραμα της πρωθυπουργού, το οποίο χαρακτήριζε σωστό, αν και η ίδια είχε ήδη κάνει πίσω.

Σε μια κίνηση που είχε σαφή εσωκομματική στόχευση, η πρωθυπουργός όρισε ως νέο υπουργό Οικονομικών έναν πολιτικό φίλο του κύριου αντιπάλου της στην εσωκομματική διαδικασία, Ρίσι Σούνακ, τον Τζέρεμι Χαντ.

Όμως, προφανώς, οι εξελίξεις είχαν αρχίσει να την ξεπερνούν και ο διορισμός Χαντ δεν επαρκούσε, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η αλλαγή πολιτικής και στο θέμα των συντάξεων.

Τέσσερις ημέρες αργότερα, 43η ημέρα της κυβέρνησης Τρας, ένας ακόμη στενός συνεργάτης του Σούνακ, ο Γκραντ Σαπς, βρέθηκε στην κυβέρνηση για να αντικαταστήσει την υπουργό Εσωτερικών Σουέλα Μπρέιβερμαν, η οποία με απόφαση της πρωθυπουργού απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση για παραβίαση των όρων ασφαλείας, όταν έστειλε σε βουλευτή του κόμματος ένα επίσημο έγγραφο από το προσωπικό της e-mail.

Επρόκειτο για ένα σχέδιο γραπτής δήλωσης για τους κανόνες της μετανάστευσης, θέμα το οποίο θεωρείται εξαιρετικά ευαίσθητο, καθώς ενδέχεται να έχει μείζονες επιπλοκές για τις προβλέψεις περί ανάπτυξης του υπουργείου για την Ευθύνη στον Προϋπολογισμό.

Η κυρία Τρας είναι η τέταρτη κατά σειρά πρωθυπουργός της χώρας η οποία εξαναγκάζεται σε παραίτηση.

Η ίδια διαδέχτηκε τον Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος παραιτήθηκε επειδή δεν κατάφερε να απαντήσει πειστικά όταν καταγγέλθηκε για τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων του.

Το 2019, ο Τζόνσον είχε διαδεχτεί την Τερέζα Μέι, η οποία δεν είχε καταφέρει να ολοκληρώσει τη συμφωνία με την Ε.Ε. για το Brexit.

Τρία χρόνια νωρίτερα, η κυρία Μέι είχε αντικαταστήσει τον Ντέιβιντ Κάμερον μετά την ήττα του στο δημοψήφισμα για το Brexit, το οποίο είχε προκηρύξει ο ίδιος, τασσόμενος υπέρ της παραμονής της χώρας στην Ε.Ε.

Συνολικά, δηλαδή, από τότε που ο Κάμερον κέρδισε στις εκλογές του 2010 τον αντίπαλό του από το Εργατικό Κόμμα Γκόρντον Μπράουν, οι Συντηρητικοί έχουν περάσει 12 χρόνια στην εξουσία έχοντας αλλάξει τέσσερις πρωθυπουργούς, κανένας από τους οποίους δεν απομακρύνθηκε ομαλά.

Πλήγματα στη Μελόνι

Τα ευρωπαϊκά διαπιστευτήρια που προσπαθούσε να υποβάλει η Τζόρτζια Μελόνι, επικεφαλής του κεντροδεξιού συνασπισμού, λίγες μέρες πριν αναλάβει επισήμως την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, δέχτηκαν σοβαρό πλήγμα όταν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του μικρότερου εταίρου της πλειοψηφίας «Forza Italia», επιβεβαίωσε ότι στα γενέθλιά του, στις 29 Σεπτεμβρίου, τέσσερις ημέρες μετά τις εκλογές στις οποίες είχε εκλεγεί και γερουσιαστής, δέχτηκε από τον Ρώσο πρόεδρο, ως δώρο, είκοσι μπουκάλια βότκα κι ανταπέδωσε με 20 μπουκάλια ενός κορυφαίου ιταλικού αφρώδους οίνου, ενώ αντάλλαξαν και φιλικές επιστολές από τις οποίες επιβεβαιώνεται η βαθιά φιλία που τους συνδέει.

Μόλις έγινε γνωστή η ανταλλαγή των δώρων Μπερλουσκόνι - Πούτιν, η επικεφαλής της πλειοψηφίας τον προειδοποίησε ότι η Ιταλία θα παραμείνει σταθερά στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, αλλά εκείνος κινδυνεύει να χάσει κάθε επιρροή στο νέο κυβερνητικό σχήμα.

«Η Ιταλία, με το κεφάλι ψηλά, είναι μέρος της Ευρώπης και της Ατλαντικής Συμμαχίας», είπε η Μελόνι, που προσέθεσε ότι «οποίος δεν συμφωνεί με αυτόν τον ακρογωνιαίο λίθο δεν μπορεί να είναι μέρος της κυβέρνησης, ακόμη κι αν το κόστος είναι να μην έχουμε κυβέρνηση».

Η προειδοποίηση είχε πολλαπλούς αποδέκτες.

Στο εξωτερικό απαντούσε στις ανησυχίες που η Ε.Ε. είχε εκφράσει για την εκλογή της στην πρωθυπουργία.

Στο εσωτερικό από τη μία έδινε διαβεβαιώσεις στους πολιτικούς που αρνούνται να ανταποκριθούν στην πρότασή της να αναλάβουν το υπουργείο Οικονομικών, επειδή δεν εμπιστεύονται την αφοσίωσή της στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, και από την άλλη υπενθύμιζε στον Μπερλουσκόνι έναν σκελετό που έχει στην ντουλάπα του.

Πρόκειται για την τελευταία δικαστική εκκρεμότητα που έχει ο πρώην πρωθυπουργός για τα πάρτι Arcore του 2010.

Ο Μπερλουσκόνι επεδίωξε να πάρει για το κόμμα του τη θέση του υπουργού Δικαιοσύνης, η Μελόνι όμως είχε επιλέξει ως υποψήφιο τον δικαστή που πρότεινε πριν από λίγο καιρό για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Ο πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος αποδίδει τις διώξεις του στο ότι η πλειοψηφία των δικαστών είναι κομμουνιστές, δεν ψήφισε τον υποψήφιο πρόεδρο της Γερουσίας που πρότεινε η Μελόνι, ο οποίος όμως εξελέγη με άνεση, χωρίς μέχρι στιγμής να έχει διευκρινιστεί αν οι ψήφοι που δεν έδωσε η «Forza Italia» καλύφθηκαν από δικούς της διαφωνούντες ή από τον τρίτο πόλο, το κεντροαριστερό κόμμα του πρώην πρωθυπουργού Ρέντσι, που πάντως διέψευσε ότι ψήφισε τον υποψήφιο της Μελόνι.

Τις υποψίες για την εσωκομματική αμφισβήτηση του Μπερλουσκόνι ενίσχυσε το γεγονός ότι οι παραδοχές του για τον Πούτιν έγιναν σε ομιλία του στους νεοεκλεγέντες κοινοβουλευτικούς του κόμματός του, κάποιος από τους οποίους τις διέρρευσε σε ηχητικό απόσπασμα σε ηλεκτρονικό πρακτορείο ειδήσεων.

Αμέσως μετά, τα τρία κόμματα του συνασπισμού επαναβεβαίωσαν την προσήλωσή τους στον σχηματισμό κυβέρνησης, όπως είχε συμφωνηθεί προεκλογικά ανάμεσα στους ηγέτες τους, Μελόνι, Σαλβίνι και Μπερλουσκόνι, όμως η ανησυχία περί χάσματος παραμένει.

Πάντως, η Μελόνι δεν χρειάζεται μόνο τη συμφωνία των άλλων δύο εταίρων της αλλά και την έγκριση του προέδρου Ματαρέλα για τον σχηματισμό της κυβέρνησης.

Το ΔΝΤ προβλέπει ότι η Ιταλία το 2023 θα έχει ύφεση 0,2% στην οικονομία, αν και σύμφωνα με την Τράπεζα της Ιταλίας θα έχει ανάπτυξη 0,3% με πληθωρισμό 6%, αλλά δεν αποκλείει ύφεση 1,5% και πληθωρισμό 9%, εάν η Ρωσία περικόψει όλες τις προμήθειες ενέργειας στην Ευρώπη.

Η πρώτη επιλογή της Μελόνι για το υπουργείο Οικονομίας ήταν εκτός του δικού της κόμματος αλλά κι εκτός του συνασπισμού, καθώς απευθύνθηκε στον διευθυντή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Φάμπιο Πανέτα, ο οποίος όμως εμφανίστηκε απρόθυμος.

Αρνητικός ήταν και ο μέχρι τώρα υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Ντράγκι, Ντανιέλε Φράνκο, που εξακολουθεί να διαχειρίζεται ως υπηρεσιακός τα δημόσια πράγματα.

Η τρίτη της επιλογή παρέμεινε εκτός κόμματος αλλά ήλθε εντός συνασπισμού και αφορά τον υπουργό Οικονομικής Ανάπτυξης της κυβέρνησης Ντράγκι, Τζιανκάρλο Τζορτζέτι, ο οποίος προέρχεται από τη Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι και θεωρείται ως ένας από τους πιο μετριοπαθείς και πιο φιλοευρωπαίους παράγοντες του κόμματος.

Αλλά οι διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης μόλις άρχισαν.