«Ήταν γνωστά» - Free Sunday
«Ήταν γνωστά»

«Ήταν γνωστά»

Οι καταγγελίες για κατάχρηση επιρροής προς ικανοποίηση σεξουαλικών επιθυμιών πληθύνονται και ειδικά στον καλλιτεχνικό, λεγόμενο, χώρο λαμβάνουν σημαντικές διαστάσεις. Είναι αξιοσημείωτο πως κάθε δημόσια καταγγελία ακολουθείται από δυο-τρεις ακόμη δημόσιες τοποθετήσεις επιβεβαίωσης. Το γεγονός από μόνο του δείχνει ότι τα προβλήματα ήταν γνωστά σε πολλούς, οι οποίοι ως τώρα δεν μιλούσαν.

Είναι κατανοητό ότι τα θύματα είναι αυτοί που πρέπει να αντιδράσουν πρώτοι και είναι γεγονός πως είτε η προσφυγή στη Δικαιοσύνη είτε η δημόσια καταγγελία αποτελούν δύσκολα βήματα, για ψυχολογικούς, κοινωνικούς και νομικούς λόγους. Είναι άξιο επισήμανσης, ωστόσο, ότι και οι άλλοι, αυτοί που ήξεραν, χωρίς να έχουν κακοποιηθεί οι ίδιοι, ούτε μιλούσαν ούτε υπαινίσσονταν δημόσια οτιδήποτε. Εδώ πρέπει να σταθούμε.

 

Συλλογική σιωπή

Η συλλογική σιωπή, η απουσία κάθε δημόσιου υπαινιγμού, έδωσε κι αυτή σημαντικό χώρο στα φαινόμενα να αναπτυχθούν. Λογικά, οι κακοποιητές αισθάνονταν ότι βρίσκονται στο απυρόβλητο. Ως τέτοιο δεν εννοώ το νομικό απυρόβλητο. Ενδεχομένως αναπτύχθηκε και σαφής αντίληψη ότι μπορούν εύκολα και ανεμπόδιστα να γίνονται αυτά πράγματα, κατάσταση η οποία μετεξελίχθηκε σε «έτσι πρέπει» να γίνονται.

Οι δημόσιες τοποθετήσεις πολλών του καλλιτεχνικού χώρου περιλαμβάνουν πλέον ανοιχτά την παραδοχή ότι τα φαινόμενα κατάχρησης ήταν γνωστά σε μεγάλη μερίδα. Το ίδιο σημειώνουν και τα σχετικά δημοσιεύματα, όπου οι συντάκτες έχουν την ευχέρεια να περιγράφουν πιο ελεύθερα τις καταστάσεις.

Εφόσον, λοιπόν, αυτά ήταν γνωστά, η επόμενη, αναγκαία σκέψη είναι ότι συγκαλύπτονταν, όπως φάνηκε, επί δεκαετίες. Και πάλι μιλώ για τους λοιπούς, όχι για τα θύματα. Το ότι συγκαλύπτονταν σημαίνει ότι δεκάδες άνθρωποι, κυρίως νέοι, αφήνονταν να εισέλθουν σε μια αρένα, όπου ήταν απολύτως βέβαιο ότι κάποιοι από αυτούς θα κατασπαραχθούν από τα θηρία, με τρόπο επώδυνο. Το ότι συγκαλύπτονταν επέτρεψε σε λαμπερές καριέρες να γίνουν ακόμη λαμπερότερες και ενδεχομένως ακόμη σκαιότερες σε ό,τι αφορά τις συμπεριφορές.

Συλλογική σιωπή, λοιπόν, και συλλογική υποκρισία, με σαφή καταμέτρηση θυμάτων, στο όνομα ποιας αξίας άραγε; Της προσωπικής επιβίωσης, της εκπλήρωσης του ονείρου, της σκληράδας που πρέπει να έχει ο καθένας μας για να προχωρήσει και να υπερβεί εμπόδια; Και πάντως, σε ό,τι αφορά τον χώρο του θεάματος, πασπαλισμένη με αρκετή χρυσόσκονη, ψεύτικη, από αυτές που βάζουμε τις Απόκριες.

 

Συλλογική συγκάλυψη

Φαίνεται ότι η χάρη που χρωστούμε στην κ. Μπεκατώρου δεν είναι ακριβώς το ότι ανέδειξε το έγκλημα. Ίσως και η ίδια δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι έφερνε στην επιφάνεια όχι το έγκλημα, αλλά τη συλλογική συγκάλυψη. Το ότι όλοι ήξεραν, όλοι ιδιώτευαν και ουδείς έβαζε το χέρι στη φωτιά. Πολύ περισσότερο από την τιμωρία του συγκεκριμένου, κάθε φορά, δράστη, μεγαλύτερο κέρδος είναι το ότι έγινε μια αρχή στο να σπάσει η συγκάλυψη.

Δεν έχει σημασία αν η συγκάλυψη, ως τώρα, ήταν συνειδητή ή ασυνείδητη, αθώα ή ένοχη, με ή χωρίς σκοπιμότητα, ατομική ή συλλογική. Έχει σημασία να αντιληφθούμε όλοι πως όταν γίνονται σημεία και τέρατα δίπλα μας, δεν πρέπει να κάνουμε ότι δεν βλέπουμε. Και ότι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να προστατέψουμε τα υποψήφια θύματα, προειδοποιώντας τα με σαφήνεια. Κανένας άνθρωπος δεν ξέρει προκαταβολικά πώς θα αντιδράσει σε μια «περίεργη» κατάσταση, αν θα διστάσει, αν θα υποχωρήσει, αν θα αντιδράσει, σωστά ή περίπου σωστά. Θα αντιδράσει όμως καλύτερα σε κάθε περίπτωση αν είναι προειδοποιημένος και προετοιμασμένος. Κάποιοι, σωστά προειδοποιημένοι, θα αποφύγουν και την εμπλοκή. Θα κάνουν άλλες επιλογές, διαφυλάσσοντας παράλληλα και το όνειρό τους και τις φιλοδοξίες τους. Η αποφυγή του «τυχαίου» κακού συναρτάται άμεσα και με τις πληροφορίες που δίνουν οι άνθρωποι του χώρου και με τις αξίες του ευρύτερου περιβάλλοντος.

Όταν η κ. Μπεκατώρου έκανε το δημόσιο βήμα, υπολόγιζε πιθανόν ότι απελευθερώνει έναν χείμαρρο στον χώρο του αθλητισμού, σίγουρα όμως δεν υπολόγιζε ότι θα προκαλέσει τσουνάμι στον χώρο του θεάτρου. Αλλά, για να φτάσουμε και στους εαυτούς μας, αυτά «ήταν γνωστά». Δεν γίνονται μόνο στον αθλητισμό και στο θέατρο. Γίνονται παντού και διαφέρει μόνο η ένταση, η οποία με τη σειρά της διαφέρει ανάλογα με τον βαθμό εξάρτησης που μπορεί να έχει το υποψήφιο θύμα από πρόσωπα και καταστάσεις. Εξαρτάται όμως και από τη συγκρότηση που αποκτά κάθε άνθρωπος στην πορεία του χρόνου, συγκρότηση η οποία είναι σαφώς μικρότερη στις νεότερες ηλικίες, ειδικά αντιπαρατιθέμενες με τις μεγαλύτερες. Εξαρτάται και από τις οδηγίες που θα δοθούν από τους μεγαλύτερους ή τους γνώστες. Εξαρτάται και από τις οδηγίες που δεν θα δοθούν!

 

Βλέπαμε, αλλά δεν αγγίζαμε

Σε τούτη εδώ τη χώρα επί πολλά χρόνια λειτουργήσαμε σε όλους τους τομείς όπως ακριβώς αποκαλύπτεται ότι λειτούργησε ο χώρος του θεάτρου. Βλέπαμε τις καταχρήσεις αλλά δεν τις αγγίζαμε, διότι πιστεύαμε ότι δεν μας αφορούν ή έστω ελπίζαμε ότι θα αργήσουν να μας αγγίξουν. Σπατάλες του κράτους χωρίς να ρωτάμε πού βρέθηκαν τα λεφτά, αυθαίρετα που έχουν όλα «νόμιμη» άδεια, ψήφος σε όποιον έταζε και έδινε τα περισσότερα, συνδικαλισμός του βολέματος, δωρεάν παιδεία με έναν σκασμό λεφτά στα φροντιστήρια και, φυσικά, επιλεκτικές διαπροσωπικές σχέσεις βιτρίνας με κριτήριο το χρήμα, το σεξ, την επιρροή και τα ανάλογα ανταλλάγματα. «Επιτυχίες» χωρίς ουσιαστικό υπόβαθρο και σίγουρα χωρίς αξιόπιστο μέλλον.

Της οικονομικής και πολιτικής χρεοκοπίας προηγείται πάντοτε η ηθική. Τα αποκαλυπτόμενα σήμερα για τον χώρο του αθλητισμού και της τέχνης («ιδεώδη» αμφότερα), και ιδίως το βάθος του χρόνου στο οποίο αυτά αναφέρονται, απλώς το πιστοποιούν και τυπικά. Ο ηθοποιός «ποιεί ήθος» μόνον εφόσον η κοινωνία διαθέτει τούτο. Διαφορετικά, απλώς την εκφράζει κι αυτός με τρόπο ενίοτε δραματικό.

Δεν είναι αδιάφορο το να τιμωρηθούν οι δράστες, όπου τα αδικήματα δεν έχουν παραγραφεί. Είναι σημαντικότερο, ωστόσο, να διασφαλίσουμε, ως πρόσωπα, ομάδες και σύνολο, ότι δεν θα ξαναβρεθούμε στην ανάγκη να ομολογήσουμε εκ των υστέρων ότι αυτά «ήταν γνωστά». Να επαναφέρουμε αρχές και αξίες συμπεριφοράς, και κυρίως αυτοπεριορισμό, ακόμη κι αν αυτό απαιτεί θυσίες. Να καθοδηγήσουμε και να υποστηρίξουμε τους νεότερους καλύτερα. Να είμαστε αυστηροί στις παρεκτροπές και να μην περιμένουμε τον εισαγγελέα.