Να καεί, να καεί… - Free Sunday
Να καεί, να καεί…

Να καεί, να καεί…

Πριν από τις εκλογές του 2019 λεγόταν από πολλούς ότι η Ελλάδα είχε καταστεί μια μη κυβερνήσιμη χώρα. Κατά ένα ποσοστό ο αφορισμός αφορούσε την τότε κυβέρνηση, κατά ένα άλλο τις δομές, τα στεγανά και τις ανεπάρκειες του ελληνικού Δημοσίου. Το μεγάλο ερώτημα πίσω απ’ όλα ήταν και παραμένει το αν η ελληνική κοινωνία επέστρεψε από τον παραλογισμό του δημοψηφίσματος. Τότε που το «όχι», για λόγους «υπερηφάνειας», υπερίσχυσε, χωρίς κανείς να ξέρει το πώς και το γιατί και κυρίως χωρίς κανείς να έχει κάτι να προτάξει, πέρα από οργή, κατάρες και ευσεβείς πόθους. Το ερώτημα αν η κοινωνία επέστρεψε από την τύφλωση του δημοψηφίσματος απαντήθηκε μερικώς στις εκλογές. Η κύρια απάντηση έπρεπε, και εξακολουθεί να πρέπει, να διατυπωθεί στη διάρκεια της θητείας της παρούσας κυβέρνησης.

Η πανδημία από μόνη της θα μπορούσε να έχει διαλύσει τη χώρα, πολύ περισσότερο που τα οικονομικά της ήταν ασθενή και πλέον είναι άθλια. Αντέχουμε και έχουμε τις δυνατότητες να αντέξουμε λίγο ακόμη. Έχει σημασία ότι με τον εμβολιασμό σε εξέλιξη η έξοδος από την κρίση είναι ορατή και μετρήσιμη. Κρίσιμο παραμένει το να μη μετρήσουμε από δω και πέρα αχρείαστα θύματα. Η ανάταξη της χώρας δεν θα είναι εύκολη, αλλά είναι εφικτή και κυρίως ελπιδοφόρα, πρώτα και κύρια γιατί δεν έχουμε καταγράψει θηριώδεις αριθμούς νεκρών. Με το πιστοποιητικό εμβολιασμού η χώρα βρέθηκε και στην πρωτοπορία των εξελίξεων. Είναι σαφές πως για την Ελλάδα το θέμα αφορά το κρίσιμο ζήτημα της διάσωσης της τουριστικής βιομηχανίας. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει για άμεσα αποτελέσματα. Υπάρχει και ρίσκο, αλλά είναι στο χέρι μας να αξιοποιήσουμε όσα ξέρουμε για την προφύλαξή μας.

Η αντιμετώπιση της επιθετικότητας της Τουρκίας υπήρξε αποτελεσματική και αναβάθμισε τη θέση της χώρας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Το ίδιο και η επιλογή της κυβέρνησης να συνεργαστεί στενά με την Ε.Ε., η οποία και θα χρηματοδοτήσει την ανάκαμψη. Η πορεία της υποψηφιότητας της κ. Διαμαντοπούλου για τη θέση του γραμματέα του ΟΟΣΑ έδειξε ότι η χώρα ανακτά και ανέλπιστη αξιοπιστία στη διεθνή σκηνή.

Εντυπωσιακή υπήρξε και η διαδικασία ψηφιοποίησης των κρατικών υπηρεσιών ως τώρα. Στην πραγματικότητα, η παράκαμψη των δυσκίνητων και αναποτελεσματικών δομών του Δημοσίου και η αντικατάστασή τους από τα μηχανήματα και τις ενέργειες των ίδιων των πολιτών. Κάποιοι συνδικαλιστές αισθάνονται ήδη να χάνουν προνόμια.

Η ως τώρα διαδρομή μας υπήρξε ομαλή και χωρίς ιδιαίτερες αναταράξεις, παρά τις πρωτοφανείς δυσκολίες. Το πράγμα άρχισε να χαλάει όταν η αντιπολίτευση «ανακάλυψε» ότι η διαδρομή αυτή όχι μόνο μπορεί να εδραιώσει την παρούσα κυβέρνηση αλλά κυρίως να ξηλώσει αμετάκλητα ορισμένα δικά της βιλαέτια. Με πρώτο και καλύτερο το πανεπιστημιακό «άσυλο». Ως τέτοιο δεν εννοούμε μόνο τη χωρική απαγόρευση της εισόδου της αστυνομίας, η οποία έτσι κι αλλιώς καταργήθηκε από πέρυσι. Εννοούμε το ξήλωμα των μηχανισμών που επιτρέπουν σε αιώνιες μειοψηφίες να λυμαίνονται τους χώρους, επικαλούμενες την επ’ αόριστον φοιτητική ιδιότητα. Εννοούμε τη βάση του δέκα, τον περιορισμό των «αδιάφορων» εισερχομένων, την πανεπιστημιακή αστυνομία, την αξιολόγηση σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες.

Καθόλου αμελητέος και ο νόμος για τον ορισμό κανόνων στις πορείες και συγκεντρώσεις. Νόμος που, αν εφαρμοστεί, θα τις κόψει μαχαίρι, για πολύ πιο απλούς λόγους απ’ όσους φανταζόμαστε. Όταν είναι γνωστός ο οργανωτής και έχει κλείσει τον δρόμο χωρίς να δικαιολογείται από τις περιστάσεις, είναι θέμα χρόνου να δεχτεί αγωγή αποζημιώσεως (ή και μήνυση) για χαμένο μεροκάματο ή για κίνδυνο της ζωής κάποιου που μεταφερόταν με ασθενοφόρο και καθυστέρησε. Τελειώνει η ανέξοδη (και αντικοινωνική) «αγωνιστικότητα».

Είναι σαφές πως η κυβέρνηση προσπαθεί να μαζέψει τη διαχρονική απορρύθμιση που καθημερινά επιβάλλουν αριστερές κατά κύριο λόγο πολιτικές και συνδικαλιστικές ομάδες. Είναι επίσης σαφές πως η κίνηση αυτή τούς στερεί το οξυγόνο, κυρίως της αυτοσυσπείρωσης. Προοδευτικά, θα τους στερήσει και τον λόγο ύπαρξης. Είναι λογικό να υπάρχουν αντιδράσεις. Πρόκειται κυριολεκτικά για ζήτημα επιβίωσης, και ειδικά για τον συνδικαλιστικό, καλά αμειβόμενο χώρο, είναι και ζήτημα προσωπικού οφέλους. Επειδή δεν μπορεί κανείς στα σοβαρά να διεκδικήσει δικαίωμα στο αυθαίρετο κλείσιμο του δρόμου ή στην κατοχύρωση ασύλου για τον μπαχαλάκη στο πανεπιστήμιο, ο ισχυρισμός είναι (το ξέραμε) «αστυνομικό κράτος» και «καταπάτηση δικαιωμάτων». Βολικό, για όποιον θέλει να παραμυθιάζεται.

Με αυτή τη λογική, έχει κάθε συμφέρον η αντιπολίτευση να τορπιλίσει τη σχετικά ανεκτή πορεία της χώρας μέσα στην πανδημία, και μέσω αυτής την οικονομία, με την «αποδοχή του ρίσκου των διαδηλώσεων». Και το βιλαέτι θα διατηρηθεί, και τα κρούσματα θα ανέβουν, και στην κυβέρνηση θα τα χρεώσουμε. Δεν έχει νόημα, όταν συστηματικά προκαλείς κρούσματα, να ζητάς ταυτόχρονα και ΜΕΘ. Έχει κάθε πονηρό συμφέρον η αντιπολίτευση να κατηγορήσει την κυβέρνηση για καταπάτηση του κράτους δικαίου, με όχημα τον Κουφοντίνα. Να συμπαρίσταται επισήμως, με παρουσία βουλευτών, στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η οποία συμπαρίσταται στον «αγωνιστή και επαναστάτη» Κουφοντίνα.

Η Ελληνική Δημοκρατία ευτύχησε, τα τελευταία σχεδόν 50 χρόνια, να πορεύεται ομαλά και να εξελίσσεται. Κατάφερε, έστω και μέσα από την τύφλωση της ευημερίας των δανεικών, τη διαδικασία της οργής των αγανακτισμένων, τα αντιμνημόνια και τα άλλα γλαφυρά, να προχωρήσει μπροστά. Πέρυσι έκανε μια τεράστια στροφή στον ορθολογισμό, ο οποίος πρέπει στην πορεία να εμπεδωθεί. Οι νόμοι της Ελληνικής Δημοκρατίας ψηφίζονται στη Βουλή και δεν ανατρέπονται στο πεζοδρόμιο. Εκτός αν θέλουμε να αυτοκτονήσουμε.

Τα απολιθώματα «επανάστασης» των διαδηλώσεων, των μπαχαλάκηδων, των εραστών της τρομοκρατίας, ως συγκοινωνούντα δοχεία πλέον και με πλήρη κάλυψη από τον ΣΥΡΙΖΑ και τις «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις», δίνουν τον ύστατο αγώνα επιβίωσης, χωρίς όρους, όρια και κανόνες. Όταν η Αριστερά την περασμένη άνοιξη έθετε ζήτημα καταπάτησης δικαιωμάτων λόγω της καραντίνας, στη σημερινή κατάσταση στόχευε, πολύ πονηρά, έχοντας βάλει τη σπίθα από τότε. Κι αφού δεν προέκυψαν ως τώρα ανεξέλεγκτοι θάνατοι για να συμβάλουν σε αποσταθεροποίηση, οι πορείες θα βοηθήσουν και σε αυτό.

Οφείλουμε να παραμείνουμε συγκεντρωμένοι και ψύχραιμοι και να επιμείνουμε ώστε η κυβέρνηση να εφαρμόσει σωστά αυτά για τα οποία ψηφίστηκε. Υπάρχει ουσιαστική δουλειά να γίνει στο άμεσο μέλλον και εκεί πρέπει να στοχεύσουμε.