Συντριβή - Free Sunday
Συντριβή

Συντριβή

Σε μια απροσδόκητη τραγωδία, κατά την οποία ένας νέος άνθρωπος χάνει τη ζωή του δολοφονημένος, οι υπόλοιποι λογικά βρισκόμαστε, το λιγότερο, σε προβληματισμό. Αυτό καθεαυτό το γεγονός του φόνου γεννά ερωτήματα για το πώς και το γιατί. Τι μπορεί να είναι αυτό που ώθησε τον δράστη, ειδικά όταν αυτός δεν είναι επαγγελματίας κακοποιός αλλά, έως τη μοιραία στιγμή, καθημερινός πολίτης. Ποιες συνθήκες ευνόησαν το «κακό», αν και πώς μπορεί το θύμα να συνέβαλε στην πρόκληση της «κακιάς στιγμής», τι υπάρχει κάτω από την επιφάνεια αυτού που όλοι βλέπουμε. Σκέψεις αναπόφευκτες και έως ένα σημείο λογικές.

Χάνεται, ωστόσο, κάθε μέτρο, όταν αυτές οι σκέψεις εξωτερικεύονται φωναχτά, εκ του προχείρου, με αυτάρεσκες βεβαιότητες και, το χειρότερο, με προφανείς στοχεύσεις, άσχετες με το περιστατικό. Η σιωπή (όχι των οικείων) είναι μια λογική αντίδραση απέναντι στην τραγωδία. Ο προβληματισμός το ίδιο. Οι φωνές και οι αναθεματισμοί των τρίτων, όμως, συνήθως είναι θεατρικοί και δόλιοι.

Η τραγωδία στα Γλυκά Νερά ανέδειξε, όχι για πρώτη φορά, τις παθογένειες και το αρρωστημένο κλίμα στο οποίο επιλέγουμε να ζούμε. Αυτήν τη φορά χάθηκε πέρα από κάθε όριο το μέτρο και εξευτελίστηκε κάθε έννοια ευγένειας και ανθρωπιάς αλλά και συγκρότησης μια συντεταγμένης κοινωνίας. Μάλλον απέχουμε πολύ ακόμη από το να μιλήσουμε για ώριμη, συντεταγμένη κοινωνία των πολιτών.

Αρχικά το θέμα κομματικοποιήθηκε άγρια, με τις κατάρες κατά των αλλοδαπών που έφεραν την εγκληματικότητα (τι τιμή για τους ενσωματωμένους, όχι λίγους, συμπολίτες μας), την κριτική για την ανεπάρκεια της κυβέρνησης να φέρει τον νόμο και την τάξη, τις ευθύνες της προηγούμενης για τα ανοιχτά σύνορα και τον νόμο για τις αποφυλακίσεις. Το ορφανό μωρό ήταν μια όμορφη δικαιολογία για να ειπωθούν χοντράδες.

Όταν το θέμα κατέληξε να είναι ενδοοικογενειακό, τα παραπάνω ξεχάστηκαν και η κριτική επικεντρώθηκε είτε στις αστοχίες των Αρχών, είτε στην υποτιθέμενη «παιδεραστία», είτε σε κριτική του κοινωνικού περίγυρου των εμπλεκομένων στην υπόθεση, από τον καναπέ. Επιδερμικά, πρόχειρα και φωναχτά, πάντα.

Οι λογαριασμοί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης των εμπλεκομένων στην υπόθεση έγιναν τηλεοπτικό θέαμα. Αλήθεια, τι εξυπηρετεί η συνεχής προβολή φωτογραφιών ενός νεκρού ανθρώπου και πώς αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί καπηλεία;

Οι ενημερωτικές (με έναν τρόπο...) εκπομπές της τηλεόρασης ανέδειξαν για πολλοστή φορά πρόσωπα που δεν τίμησαν τη θεσμική τους ιδιότητα, είτε αυτοί είναι συνδικαλιστές αστυνομικοί, είτε δικηγόροι, είτε πάσης φύσεως «ειδικοί».

Έντυπος και ηλεκτρονικός Τύπος για άλλη μια φορά ανταγωνίστηκαν με επιτυχία την ελαφρότητα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου βέβαια όροι «ζούγκλα» και «αρένα» δεν αρκούν για να περιγράψουν την κατάσταση.

Όλα αυτά υπάρχουν, γιατί εμείς το επιλέξαμε και, κατά μία διαστροφική έννοια, το θεωρούμε και ελευθερία του λόγου. Δεν αντιλαμβανόμαστε τη διαβρωτική ασυδοσία που ανακύπτει μέσα από όλα αυτά.

Ως κατακλείδα, ανέκυψε και η διαμάχη περί γυναικοκτονίας και έμφυλης βίας. Άλλο ένα αφήγημα που έρχεται, στυγνά, να υπηρετήσει άλλες επιδιώξεις. Σε μια κοινωνία στην οποία οι γυναίκες επικρατούν συστηματικά πλέον στο πεδίο της μόρφωσης και των γνώσεων (η πραγματική ισχύς), η συζήτηση περί πατριαρχίας και μειονεκτικής θέσης των γυναικών είναι χωρίς αντικείμενο. Πιο ουσιαστικό θα ήταν να συζητήσουμε την εκδοχή να εμφανίζεται βίαιη συμπεριφορά εκ μέρους ορισμένων ανδρών ως συμπλεγματική αντίδραση απέναντι στις γυναίκες του περιβάλλοντός τους. Όπως, επίσης, και να αναλύσουμε την ανάπτυξη μορφών μη σωματικής βίας, οι οποίες μπορούν να αναπτύσσονται από άντρες και γυναίκες και να δημιουργούν εκρηκτικές καταστάσεις. Να συζητήσουμε ενδεχομένως και τη συμβολή των ίδιων των γυναικών στη δημιουργία και την καταπολέμηση ανάλογων φαινομένων. Το σίγουρο είναι ότι σε πατριαρχική παλαιού τύπου κοινωνία δεν ζούμε. Ενδεχομένως, ένα μέρος των προβλημάτων που εξελίσσονται στη σημερινή κοινωνία αναπτύσσεται από το γεγονός ότι καταργήσαμε την πατριαρχία, χωρίς να έχουμε αποφασίσει με τι ακριβώς θα την αντικαταστήσουμε. Και σίγουρα, αντιλήψεις και δοξασίες δεν αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη. Οι οργανωμένες και συντεταγμένες κοινωνίες δεν προκύπτουν μόνο από το νόμο και την εφαρμογή του, αντίθετα προκύπτουν πρώτα από τη συλλογική αντίληψη για το καλό και το κακό, αλλά και τη συμπεριφορά που, ηθικά, αξιώνει το σύνολο να έχει κάθε μέλος του. Έχουμε τέτοια αντίληψη;

Οι προβληματισμοί που ανακύπτουν με αφορμή ή εξαιτίας μιας τραγωδίας είναι πάντα πολλοί, δύσκολοι και σύνθετοι. Κάθε προβληματισμός, όμως, για να αναπτυχθεί σωστά και να αποβεί παραγωγικός, χρειάζεται έναν ελάχιστο χρόνο για να εξελιχθεί και νηφαλιότητα, καθαρό μυαλό, για να γίνει παραγωγικός.

Τούτο δεν επιτυγχάνεται πάνω από το πτώμα, δεν επιτυγχάνεται με κραυγές, το περιεχόμενο των οποίων είναι φανερά προδιατυπωμένο και θα επαναληφθεί αυτούσιο με οποιαδήποτε άλλη ευκαιρία, σχετική ή άσχετη. Δεν επιτυγχάνεται με αναγωγή στο τρέχον πολιτικό και κομματικό παίγνιο. Σε όλα αυτά, δεν υπάρχει αμέτοχος και ανεύθυνος.

Όταν, με αφορμή ένα τραγικό περιστατικό ή ένα έγκλημα, καταλήγουμε να αποδομούμε με περισσή ευκολία ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει σε τούτη εδώ τη χώρα, είτε σε επίπεδο θεσμών, είτε σε επίπεδο αντιλήψεων, είτε σε επίπεδο συλλογικών αξιών, τότε απλώς υπονομεύουμε το μέλλον μας και σίγουρα δεν δείχνουμε καμία συμπόνια και κανένα σεβασμό στο θύμα. Το αντίθετο, σκυλεύουμε.

Ο σεβασμός στην αξία του ανθρώπου, ζώντος και τεθνεώτος, και υπό την πολιτική εκδοχή και υπό την κοινωνιολογική εκδοχή και υπό τη θρησκευτική, επιβάλλει περίσκεψη και ενίοτε σιωπή. Ενώπιον του αδικοχαμένου, συντριβή.