Δόλιες διχαστικές αντιθέσεις - Free Sunday
Δόλιες διχαστικές αντιθέσεις

Δόλιες διχαστικές αντιθέσεις

Το δίκαιο, έγραφε ο αείμνηστος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου, Αριστόβουλος Μάνεσης, είναι «σύστημα καταναγκαστικών κανόνων που ρυθμίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων σε ορισμένη κοινωνική συμβίωση και που την τήρησή τους επιβάλλει και εξασφαλίζει με κυρώσεις η κρατική εξουσία».

Το δίκαιο, με την παραπάνω «τεχνική - επιστημονική» έννοια, δεν πρέπει να συγχέεται με την καθημερινή χρήση του όρου, κατά την οποία ο όρος αποκτά ιδεολογική φόρτιση και σημαίνει ηθικά σωστό. Δίκιο, εκ παραλλήλου, σημαίνει το αληθές, το ορθό.

Κράτος χωρίς δίκαιο δεν υπάρχει, καθώς οργανωμένη συμβίωση χωρίς κανόνες δε νοείται, αλλά και, αντίστροφα, δίκαιο χωρίς κράτος δεν νοείται, διότι δεν υπάρχει όργανο να το επιβάλει. Οι κανόνες που ρυθμίζουν την οργανωμένη συμβίωση είναι καταναγκαστικοί, δεν είναι απλές προτροπές, και για τον λόγο αυτόν περιέχουν και κυρώσεις.

Το δίκαιο τους κράτους εμπεριέχει και τους κανόνες της αναπαραγωγής του. Για να διατυπώσουμε απλά, υπάρχει το Σύνταγμα που προβλέπει πώς και με ποια όρια ψηφίζονται οι νόμοι, η Βουλή που ψηφίζει τους νόμους, η δυνατότητα της κυβέρνησης να εκδίδει αποφάσεις και διατάγματα και, ως αντίβαρο, υπάρχει η Δικαιοσύνη που κρίνει όλα αυτά.

Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, αναγράφεται στο άρθρο 4 του Συντάγματος. Στο άρθρο 5, δε, αναφέρεται ρητά: «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων».

Το δίκαιο, με τις αξίες και τις προτροπές (μοντέλα συμπεριφοράς, η παραβίαση των οποίων επιφέρει τιμωρία) που καθιερώνει, εκφράζει τις κοινωνικοπολιτικές επιλογές εκείνων που το θεσπίζουν και τελεί σε συνάρτηση με την κοινωνικοπολιτική τους τοποθέτηση. Το εκάστοτε ισχύον δίκαιο αποτελεί, εν τέλει μια «ιδιάζουσα μορφική και λειτουργική συνισταμένη μέσα σε μια κοινωνική συμβίωση», σημείωνε ο ίδιος καθηγητής το 1980.

 

Να τονίσουμε ότι η αναφορά του Ελληνικού Συντάγματος σε δικαιώματα συνοδεύεται με αναφορά σε υποχρεώσεις. Ότι η ελευθερία του καθενός, έχει ως σαφές όριο την ίδια ελευθερία του άλλου. Τι σημαίνουν αυτά πρακτικά; Ότι όλοι μας περιορίζουμε συμφωνημένα και με κανόνες το εύρος της ελευθερίας μας, ώστε να μην εμποδίζουμε τον διπλανό μας. Ότι η ανεξέλεγκτη άσκηση ελευθερίας (ασυδοσία) προκαλεί τον περιορισμό της αντίστοιχης ή κάποιας άλλης ελευθερίας του άλλου. Απλοϊκά, το δικαίωμά μου να διασκεδάζω τραγουδώντας εμποδίζει το δικαίωμα κάποιου να κοιμηθεί και κάποιου άλλου να διασκεδάσει διαβάζοντας.

Στην πράξη, τους κανόνες δικαίου τους διατυπώνουν οι νομικοί. Είναι υποχρεωμένοι να ακούνε τους ειδικούς για κάθε θέμα που χρειάζεται ρύθμιση και, λαμβάνοντας υπόψη και άλλες παραμέτρους, που εκφεύγουν του γνωστικού πεδίου των συγκεκριμένων ειδικών, να θεσπίζουν τους κανόνες λαμβάνοντας υπόψη τις ευρύτερες συνθήκες, ακούοντας και άλλες ειδικότητες, σταθμίζοντας πάντα περισσότερα δεδομένα. Κανένα ζήτημα δεν έχει γραμμική λύση, κανένα ζήτημα δεν επιλύεται λαμβάνοντας υπόψη μία μόνο παράμετρο ή ένα μόνο κριτήριο ή στόχο. Η πολυπαραγοντική στάθμιση οδηγεί εξ ορισμού σε πληρέστερες λύσεις. Το κράτος το εκφράζει, εκάστοτε, η εκλεγμένη κυβέρνηση, η οποία έχει την τελική ευθύνη. Στις δημοκρατίες δεν γίνεται αλλιώς.

Όταν λοιπόν ξεσπά πανδημία, οι γιατροί και οι συναφείς ειδικότητες θα διατυπώσουν το υγειονομικό πρόβλημα και τις ενδεδειγμένες ιατρικά λύσεις, ενώ οι άλλες ειδικότητες θα προσδιορίσουν τις λοιπές δραστηριότητες που πρέπει να διαφυλαχτούν, να θυσιαστούν ή να προσαρμοστούν. Η κυβέρνηση θα λάβει τις αποφάσεις. Ο καθένας από εμάς μπορεί επίσης αυτοβούλως να προσαρμοστεί, πάντα μέσα στο πλαίσιο που θα τεθεί. Λύση εκ των προτέρων ορθή σε πρωτοφανές πρόβλημα δεν υπάρχει. Μπορούμε να διαφωνήσουμε με τις δοθείσες λύσεις, δεν μπορούμε όμως να ανακράξουμε «η χούντα του Κούλη μάς περιορίζει τα ατομικά δικαιώματα». Το κράτος έχει υποχρέωση να λάβει μέτρα (και) κατά της πανδημίας και είναι η κυβέρνηση που το εκφράζει. Μπορούμε να ψηφίσουμε άλλη κυβέρνηση την επόμενη φορά, δεν μπορούμε όμως να αρνούμαστε την ίδια την υπόσταση του κράτους, νομίζοντας αφελώς ότι κάνουμε ζημιά στο κόμμα που κυβερνάει. Αρνούμενοι την ουσία της δημοκρατίας, αρνούμενοι δηλαδή να συμμορφωθούμε στα μέτρα του κράτους, κόβουμε τον λαιμό μας, με την έννοια ότι η ηθική απονομιμοποίηση θεσμών και οργάνων, οδηγεί σε τυφλές ήττες. Έτσι κινηθήκαμε και στην περίπτωση των μνημονίων και ακόμη δεν έχουμε συνέλθει από την πρόσκρουση στον τοίχο.

Όταν η παγκόσμια ιατρική κοινότητα συνιστά εμβολιασμό (καθόλου πρωτότυπο για όποιον στοιχειωδώς γνωρίζει γράμματα), είναι πράγματι δικαίωμα του καθενός μας να τον αρνηθεί. Αρκεί να έχει το θάρρος και τη συνέπεια να αναλάβει το βάρος της επιλογής. Καμία ιατρική πράξη δεν είναι απολύτως ασφαλής. Ο καθένας μας υπογράφει για να την υποστεί. Όταν όμως η επιλογή είναι ο μη εμβολιασμός, δεν μπορεί ταυτόχρονα η απαίτηση να είναι και ελεύθερη κυκλοφορία. Είναι ζήτημα στοιχειώδους συνέπειας. Ελεύθερη κυκλοφορία σημαίνει μολύνσεις σε τρίτους, κάτι το οποίο δεν αποτελεί δικαίωμα του μη εμβολιασμένου. Υπάρχει σαφής υποχρέωση του καθενός μας να μη μεταδίδει οποιαδήποτε νόσο. Και τούτο είναι παλιό, δεν προέκυψε σήμερα.

Ατομικό δικαίωμα είναι η διαφύλαξη της υγείας εκάστου και αντίστοιχο κοινωνικό δικαίωμα είναι η οργάνωση από το κράτος υγειονομικών δομών. Η άρνηση εμβολιασμού είναι επιμέρους επιλογή, όχι αυτοτελές δικαίωμα, και αναλαμβάνεται στα πλαίσια της σαφούς υποχρέωσης μη διασποράς της νόσου σε τρίτους. Επομένως, συνδυάζεται με περιορισμό κυκλοφορίας ή και καραντίνα. Αλλιώς δεν γίνεται. Και δεν αλλάζει επειδή κάτι είπε ένας γιατρός ή ένας νομικός από αυτούς που παριστάνουν τις φωτισμένες (τρομάρα τους) μειοψηφίες.

Η επίκληση ατομικού δικαιώματος, με αγνόηση των δικαιωμάτων των άλλων και πλήρη περιφρόνηση των αντίστοιχων και αυτονόητων υποχρεώσεων, μαρτυρά ασυδοσία και αδιαφορία για το κοινωνικό σύνολο και την ίδια τη δημοκρατία. Είναι διαφανής η πρόθεση των περισσότερων που κινούνται σε αυτό το μοτίβο να ασκήσουν κομματικό παίγνιο και να υπονομεύσουν την (όποια) κυβέρνηση, αδιαφορώντας για τις καταστροφικές συνέπειες της απονομιμοποίησης των θεσμών. Πληρώσαμε βαρύ λογαριασμό με τον κοντόφθαλμο αντιμνημονιακό αγώνα (προς τις τότε κυβερνήσεις), ας μη το επαναλάβουμε με το αντιεμβολιαστικό, αποσαθρώνοντας τα πάντα, για χάρη πρόσκαιρης απόκτησης επιρροής, κομματικής, θρησκευτικής ή κοινωνικής στον μικρόκοσμο του καθενός.

Κράτος και κοινωνία των εύκολων «αντί» ουδέποτε προόδευσε. Αντίθετα, ανέδειξε γενιές απροσάρμοστων, αντικοινωνικών και δυσλειτουργικών μονάδων, που ζημιώνουν το σύνολο. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε και να συμμορφωθούμε με τα θεμελιώδη της συμβίωσής μας, και μέσα στη χώρα και μέσα στον κόσμο ολόκληρο. Τούτο δεν αφορά, βεβαίως, μόνο στην πανδημία.