Δυναμική πολιτικών αλλαγών και ανατροπών το 2022 - Free Sunday
Δυναμική πολιτικών αλλαγών και ανατροπών το 2022
Τα προβλήματα αλλάζουν το πολιτικό σκηνικό

Δυναμική πολιτικών αλλαγών και ανατροπών το 2022

Στο ξεκίνημα του 2022 δημιουργήθηκε μια νέα πολιτική δυναμική, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε εντυπωσιακές εξελίξεις.

Όλοι οι πολιτικοί χώροι βρίσκονται αντιμέτωποι με νέες προκλήσεις και καλούνται να προσαρμόσουν την τακτική και τη στρατηγική τους.

Οι ισχυροί, όχι πανίσχυροι

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παραμένει εντυπωσιακά ισχυρή με βάση τη σύγκριση με προηγούμενες ελληνικές αλλά και ξένες κυβερνήσεις.

Συσπειρώνει ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων και έχει σημαντικό προβάδισμα έναντι των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Μητσοτάκης και κυβέρνηση παραμένουν ισχυροί, δεν είναι όμως πανίσχυροι όπως κατά το πρώτο ήμισυ της τετραετίας.

Στην πρώτη διετία, ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση έκαναν τη μεγάλη έκπληξη αποφεύγοντας οποιαδήποτε φθορά, παρά τις διάφορες κρίσεις που αντιμετώπισαν, και ενίσχυσαν τα δημοσκοπικά ποσοστά τους σε σχέση με τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών.

Αυτή η περίοδος της παντοδυναμίας φαίνεται να ανήκει πλέον στο παρελθόν. Η κυβέρνηση αρχίζει να έχει μετρήσιμη φθορά εξαιτίας του συνδυασμού αρνητικών παραγόντων.

Πρώτον, η πανδημία είναι πάντα μαζί μας και μάλιστα σε έξαρση. Οι σκληροί δείκτες, 70 ως 100 θάνατοι την ημέρα, και οι διασωληνωμένοι σταθερά στους 650 με 680 δημιουργούν δικαιολογημένο προβληματισμό στους πολίτες. Οι εκτιμήσεις που άρχισαν να διατυπώνονται από το καλοκαίρι του 2020 στην Ελλάδα και διεθνώς, ότι η πανδημία θα είναι σύντομα παρελθόν, διαψεύδονται.

Ορισμένοι ειδικοί και αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εκτιμούν ότι η μετάλλαξη Όμικρον μπορεί να επιταχύνει το τέλος της πανδημίας. Εκφράζονται όμως και διαμετρικά αντίθετες απόψεις σε επιστημονικό και πολιτικό επίπεδο. Κανένας δεν ξέρει τι ακριβώς πρόκειται να συμβεί, αλλά όσο συνεχίζεται η πανδημία τόσο αυξάνεται η δυσαρέσκεια λόγω των πολλών θανάτων και της αδυναμίας επιστροφής στην οικονομική και κοινωνική κανονικότητα.

Δεύτερον, η παράταση και η έξαρση της πανδημίας συνδυάζεται με ένα πρωτοφανές κύμα ακρίβειας, το οποίο μοιάζει με τσουνάμι για τα χαμηλά εισοδήματα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, τον Δεκέμβριο ο κατώτατος μισθός έχασε πάνω από το 10% της αγοραστικής του αξίας, ενώ οι απώλειες για τον μισθό ενός μερικά απασχολούμενου ξεπέρασαν το 13%.

Το φαινόμενο είναι διεθνές. Στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός έφτασε το 7%, σε ετήσια βάση και είναι ο υψηλότερος των τελευταίων 40 ετών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο καταγράφεται ρεκόρ 30ετίας και στις χώρες της Ευρωζώνης ρεκόρ 25ετίας. Ο ετήσιος πληθωρισμός είναι 5% στην Ευρωζώνη, 5,7% στη Γερμανία και 5,1% στην Ελλάδα, με τάση παραπέρα αύξησης.

Η Ελλάδα όμως είναι μία χώρα όπου δύο στους τρεις πολίτες έχουν χάσει σημαντικό μέρος του εισοδήματός τους εξαιτίας της δεκαετούς κρίσης και των μέτρων προσαρμογής και έχει κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) στα δύο τρίτα του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Επομένως, η εισοδηματική αντοχή των Ελλήνων, ιδιαίτερα αυτών που δύσκολα τα φέρνουν βόλτα, είναι εξαιρετικά περιορισμένη.

Η ακρίβεια είναι, διεθνώς, η μεγαλύτερη απειλή για τη δημοτικότητα των κυβερνήσεων. Ανεξάρτητα από τα αίτια, αυτό που μετράει περισσότερο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης είναι το τελικό οικονομικό αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι οι Δημοκρατικοί και ο Μπάιντεν θα χάσουν, εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού, τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου 2022 και την πλειοψηφία στα νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ.

Η κυβέρνηση δεν έχει δημοσιονομικό χώρο για να αξιοποιήσει τη δυνατότητα που δίνει η Ε.Ε. στις κυβερνήσεις να καταπολεμήσουν την ακρίβεια, μειώνοντας προσωρινά τη φορολογία της κατανάλωσης.

Το πιθανότερο είναι ότι ο πληθωρισμός θα ενισχυθεί τους αμέσως επόμενους μήνες και θα παραμείνει αρκετά ισχυρός για το σύνολο του 2022. Σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί αυτό το σενάριο, η κυβέρνηση θα πρέπει να βρει τρόπους ενίσχυσης του λαϊκού εισοδήματος, διαφορετικά θα υπάρξει μεγάλη δυσαρέσκεια που θα οδηγήσει, αναπόφευκτα, σε σημαντική κάμψη των δημοσκοπικών ποσοστών της.

Τρίτον, το ξεκίνημα της λεγόμενης πράσινης μετάβασης έγινε με αρκετά πρόχειρο τρόπο στην Ε.Ε., με αποτέλεσμα να προκύψει ενεργειακή ακρίβεια. Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο στην Ελλάδα λόγω προβλημάτων στη διάρθρωση της αγοράς Ενέργειας και μεγάλης εξάρτησης από το φυσικό αέριο, το οποίο έχει επιλεγεί σαν μεταβατικό καύσιμο στα πλαίσια της απολιγνιτοποίησης.

Οι εισοδηματικές απώλειες για τα νοικοκυριά λόγω του υψηλού κόστους θέρμανσης και μεταφοράς είναι σημαντικές, ενώ πλήττεται και η διεθνής ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων εξαιτίας των μεγάλων ενεργειακών επιβαρύνσεων.

Επομένως, η κυβέρνηση δεν βρίσκεται μόνο αντιμέτωπη με την άνοδο του πληθωρισμού αλλά και με την ανάδειξη των διαρθρωτικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, σε συνθήκες μεγάλης δυσκολίας.

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια αργή αλλά σταθερή υποχώρηση της δημοτικότητας της ΝΔ εξαιτίας του συνδυασμού προβλημάτων που επηρεάζουν άμεσα την ποιότητα ζωής και το πραγματικό εισόδημα των πολιτών.

Το «χαρτί» της Σοσιαλδημοκρατίας

Η ανάδειξη του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ φαίνεται ότι έχει δώσει μια νέα πνοή στο κόμμα της κεντροαριστεράς. Οι δημοσκοπήσεις τού δίνουν σταθερά διψήφια ποσοστά που ξεκινάνε από το 12% και μπορεί να ξεπερνάνε το 15%.

Είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί η πορεία του Ανδρουλάκη και του ΚΙΝΑΛ, είναι φανερό όμως ότι δημιουργείται ένας αξιόλογος φορέας της κεντροαριστεράς, ο οποίος δεν πρόκειται να δεχθεί την περιθωριοποίησή του από τα δύο μεγάλα κόμματα.

Ο Ανδρουλάκης εκτιμά ότι μπορεί να εκφράσει τη σύγχρονη Σοσιαλδημοκρατία και πως ακόμη και πριν φτάσει στα υψηλά ποσοστά που έχει κατά νου, θα είναι σε θέση να επιβάλει τους πολιτικούς του όρους σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.

Η γενική εκτίμηση είναι ότι στο νέο σκηνικό είναι πρακτικά αδύνατον να επιτευχθεί αυτοδυναμία στις πρώτες εκλογές που θα γίνουν με απλή αναλογική και δύσκολο –όχι όμως αδύνατο– στις δεύτερες εκλογές, που θα γίνουν με ενισχυμένη αναλογική.

Έχοντας ισχυρή παρουσία στον στρατηγικής σημασίας χώρο της κεντροαριστεράς και με δεδομένο ότι η κεντροαριστερά αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη κυβερνητική δύναμη στην Ε.Ε., ο Ανδρουλάκης και οι συνεργάτες του θεωρούν ότι μπορούν να επιβάλουν τη δική τους ατζέντα.

Ζητήματα που χαρακτηρίζουν παραδοσιακά τη Σοσιαλδημοκρατία, όπως είναι η παρέμβαση του κράτους στην οικονομία, η ενίσχυση του ΕΣΥ, του εκπαιδευτικού συστήματος, των έργων υποδομής είναι πλέον στις βασικές προτεραιότητες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Η ΝΔ θα δεχθεί μεγάλη πολιτική πίεση για να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση, ενώ και ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται να κινηθεί προς τον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας για να μην περιοριστεί η απήχησή του στην Αριστερά.

Νέοι κανόνες από Τσίπρα

Η απόφαση του Τσίπρα να επιδιώξει την εκλογή του προέδρου και των ανώτατων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ από τη βάση, οφείλεται –κατά την άποψή μου– στην προσπάθειά του να αποκτήσει μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων προκειμένου να μην αποκτήσουν Ανδρουλάκης και ΚΙΝΑΛ πλεονέκτημα στον χώρο της κεντροαριστεράς.

Στα σχέδια Τσίπρα αντιδρούν στελέχη που εκφράζουν τον μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ του 4%. Θέλουν να αποτρέψουν την ενίσχυση και την αυτονόμηση του Τσίπρα μέσα από την άμεση εκλογή του από τη βάση.

Από την άλλη, είναι φανερό ότι μετά την ανάδειξη του Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ, μέσα από μια διαδικασία με μεγάλη λαϊκή συμμετοχή, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση για να παραμείνει πολιτικά ανταγωνιστικός.

Τα μηνύματα από την Ευρώπη προκαλούν κάποια ανησυχία στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.

Η Εύα Καϊλή εκλέχθηκε σε εντυπωσιακά καλή σειρά αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σπάζοντας την αποκλειστικότητα που είχε τα τελευταία χρόνια σε αυτό το σημαντικό αξίωμα ο Δημήτρης Παπαδημούλης εκ μέρους της ευρωπαϊκής Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, ο Ανδρουλάκης αξιοποιεί την εμπειρία του σαν ευρωβουλευτής και ενισχύει τη διασύνδεση του ΚΙΝΑΛ με τους ευρωσοσιαλιστές, περνώντας τους το μήνυμα ότι πρέπει να κρατήσουν σε κάποια απόσταση ασφαλείας τον ΣΥΡΙΖΑ.

Στις νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να κινηθεί πιο αποφασιστικά στον χώρο της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας για να μην επιτρέψει στο ΚΙΝΑΛ να αναδειχθεί ως ο μοναδικός πολιτικός εκφραστής της στην Ελλάδα.

Έχουμε λοιπόν έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό εξελίξεων, με τον Μητσοτάκη και τη ΝΔ να παραμένουν ισχυροί, αλλά όχι πανίσχυροι όπως κατά την πρώτη διετία της άσκησης της εξουσίας, το ΚΙΝΑΛ να επενδύει σοσιαλδημοκρατικά και να έχει εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές διψήφιο ποσοστό και τον ΣΥΡΙΖΑ να προσπαθεί να κινηθεί, με πρωτοβουλία Τσίπρα, προς τον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας για να περιορίσει τις πιθανές απώλειες που μπορεί να έχει από το ΚΙΝΑΛ. Με τον Ανδρουλάκη στην ηγεσία, το ΚΙΝΑΛ προβάλλεται σαν ΠΑΣΟΚ και διεκδικεί τον «επαναπατρισμό» των απογοητευμένων πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, που στράφηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ύστερα από μια μεγάλη περίοδο δημοσκοπικής στασιμότητας ή και κάμψης, έχει αρχίσει να καταγράφει κάποια κέρδη αξιοποιώντας τη μικρή προς το παρόν φθορά που προκαλεί ο συνδυασμός σημαντικών προβλημάτων στην κυβέρνηση. Είναι στρατηγικής σημασίας για τον ΣΥΡΙΖΑ να περιορίσει ενδεχόμενες απώλειες προς το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, σε μία περίοδο που καταγράφει τα πρώτα μικρά κέρδη έναντι της ΝΔ.

Σημάδια ωριμότητας

Παρά τις ακραίες καταστάσεις που δημιουργούν η πανδημία, το κύμα ακρίβειας και η νέα ενεργειακή κρίση, βλέπουμε ότι οι πολιτικές εξελίξεις στρέφονται γύρω από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο χώρος που βρίσκεται στα δεξιά της ΝΔ δεν εμφανίζει πολιτική δυναμική. Η κάμψη των δυνάμεων της άκρας και της σκληρής Δεξιάς σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες και η δυσφήμηση στην ελληνική άκρα Δεξιά, που προκάλεσε η για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα κυριαρχία της Χρυσής Αυγής, όπως και το φιάσκο με τον Καμμένο, εμποδίζουν την ανάπτυξη δυνάμεων στα δεξιά της ΝΔ.

Αυτό είναι ένα στοιχείο πολιτικής ωριμότητας του δημοκρατικού μας συστήματος.

Και στον χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, δεν παρατηρείται ιδιαίτερη πολιτική δυναμική. Τα «πειράματα» τύπου Βαρουφάκη δεν τραβάνε πλέον το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, παρά τις σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες.

Και ο υπόλοιπος χώρος στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ δεν μοιάζει να είναι σε θέση να αξιοποιήσει το υπό διαμόρφωση νέο πολιτικό σκηνικό, ενώ το ΚΚΕ μετράει, όπως πάντα, τις δυνάμεις του.