Ακραία φαινόμενα ή ακραία συλλογική αδυναμία; - Free Sunday
Ακραία φαινόμενα ή ακραία συλλογική αδυναμία;

Ακραία φαινόμενα ή ακραία συλλογική αδυναμία;

Για άλλη μια φορά ανακαλύψαμε έκπληκτοι ότι είμαστε αδύναμοι μπροστά στη φύση. Μπορούμε να αντιπαρέλθουμε τα φαινόμενα μέχρι ένα σημείο, αλλά, από εκεί και μετά, μία και μόνη είναι η λογική επιλογή. Να υποταχθούμε για να επιβιώσουμε.

Το καλοκαίρι, με ακραίο καύσωνα, καήκαμε. Τον προηγούμενο χειμώνα, με ακραίες πλημμύρες, πνιγήκαμε, φέτος, με ακραία χιονοθύελλα, αποκλειστήκαμε. Θα είχε νόημα η συζήτηση για τις «ακρότητες» των φυσικών φαινομένων αν οι συνέπειες εμφανίζονταν μόνο στα «ακραία». Έχουν εμφανιστεί όμως πολύ συχνά και στα λιγότερο έντονα φαινόμενα, γεγονός που πρέπει, κατ’ ελάχιστο, να μας προβληματίσει.

Η συνηθισμένη συζήτηση μετά από κάθε καταστροφή ή αστοχία αφορά στην επάρκεια του κρατικού μηχανισμού και στη δυνατότητά του να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα. Έχει νόημα αυτή η συζήτηση, εφόσον όμως προηγουμένως κάνουμε μια βασική παραδοχή. Τα οποιαδήποτε φαινόμενα, οπουδήποτε στον κόσμο, μπορούν να αντιμετωπιστούν μέχρι ενός σημείου. Από εκεί και πέρα η φύση υπερτερεί και ο άνθρωπος δεν έχει άλλη επιλογή από το να υποταχθεί.

Υποταγή σημαίνει άμεση προσαρμογή της συμπεριφοράς με έναν και μόνο στόχο: την ασφάλεια και την επιβίωση. Τούτο μπορεί να επιτευχθεί, τεχνοκρατικά, μόνο με εκπαίδευση, αλλά στην πραγματικότητα κυρίως βιωματικά.

Αντιμετώπιση των φαινομένων σημαίνει ότι έχεις κρατικό και ιδιωτικό μηχανισμό αξιόπιστο, εκπαιδευμένο και έτοιμο να εργαστεί σωστά, χωρίς προηγουμένως να έχει κηρυχθεί επιστράτευση και χωρίς οδηγίες από τους υπουργούς (λες κι αυτοί είναι πανεπιστήμονες). Με αυτοματισμό και ετοιμότητα. Υποτίθεται ότι τα σχέδια προϋπάρχουν και ο καθένας ξέρει τι πρέπει να κάνει. Κάθε φορά, όμως, οργανώνονται συσκέψεις επί συσκέψεων για να «προληφθεί» η κατάσταση και πολύ συχνά το αποτέλεσμα είναι αποκαρδιωτικό. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, εφόσον εμείς επιλέξαμε να έχουμε διαμορφώσει μια Δημόσια Διοίκηση με πολιτική - μετακλητή τη διοικητική ιεραρχία, χαλαρή πειθαρχία και περίπου ακαταδίωκτο των στελεχών της. Μια διοίκηση που, ενώ θα έπρεπε, δεν λειτουργεί χωρίς πολιτικό προϊστάμενο. Τα έχουμε ψηφίσει αυτά, επί δεκαετίες, χωρίς μάλιστα να έχουμε καμία εγγύηση ότι ο επόμενος πολιτικός προϊστάμενος δεν θα είναι εξ ίσου ανεκπαίδευτος με τον προηγούμενο.

Αντιμετώπιση των φαινομένων σημαίνει ότι έχεις αποδεχθεί και έχεις καταλάβει τι ακριβώς διαμόρφωσες τις τελευταίες δεκαετίες: Πόλεις μη λειτουργικές, χωρίς βασικές υποδομές και με απόλυτη, εκ των προτέρων δεδομένη, αδυναμία να λειτουργήσουν ακόμη και σε περίπτωση απλούστερου φαινομένου. Σε περίπτωση ακραίου φαινομένου απλώς παραλύουν, όπως είναι απόλυτα λογικό, με βάση τις προδιαγραφές με τις οποίες εμείς οι ίδιοι τις φτιάξαμε. Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα πλημμυρίζουν από χρόνια. Τώρα που ο πολιτισμός του τσιμέντου και της υπερσυγκέντρωσης απλώθηκε και στην επαρχία, πλημμυρίζει και η επαρχία. Τίποτα το παράξενο.

Ανάλογα ισχύουν και για τα χιόνια. Τα παλιότερα χρόνια δεν έκλειναν τα σχολεία με τις χιονοπτώσεις, αλλά τότε σχολικές αυλές και πεζοδρόμια ήταν χωμάτινα. Ο πολιτισμός της ταρατσόπλακας και οι τσιμενταρισμένες σχολικές αυλές όμως δημιουργούν κινδύνους κατάγματος ακόμη και το καλοκαίρι. Είναι βεβαίως «καθαρές», δεν έχουν λάσπες και δεν χρειάζεται να βγάλουμε παπούτσια μπαίνοντας σπίτι όταν βρέχει.

Αντιμετώπιση των φαινομένων σημαίνει τέλος ατομική εμπειρία, η οποία προηγείται της υπευθυνότητας. Εμπειρία που έχει απολύτως χαθεί με τον περιορισμό του βίου μας σε απολύτως τεχνητά περιβάλλοντα. Αυτή η κατάσταση μάς έχει κάνει νωθρούς, αδύναμους να διδαχθούμε ακόμη και από την καταιγιστική ροή πληροφοριών που αφορά στα παθήματα των άλλων. Με αυτοκίνητα να παρασύρονται στα ρέματα κάθε φορά που βρέχει δυνατά, με αυτοκίνητα που ακινητοποιούνται στο χιόνι χωρίς αλυσίδες κάθε φορά. Αδυνατούμε να διδαχθούμε από όσα γίνονται γύρω μας.

Έχουμε, αφελώς, αποκτήσει την πεποίθηση ότι ο άνθρωπος και τα «έργα» μπορούν να αντιμετωπίσουν τα πάντα και κυρίως ότι δεν χρειάζεται ή δεν πρέπει να προσαρμόσουμε τη συμπεριφορά μας με βάση το τι εξελίσσεται γύρω μας. Είναι πραγματικά παράλογη η απαίτηση ένα κάποιο κράτος να βρίσκεται πλάι μας και να φροντίζει να μη χαλάσουμε τη ζαχαρένια μας. Αντίστροφα λειτουργεί το ζήτημα. Αν ως πολίτες αυτοπεριοριστούμε και κάνουμε και ό,τι πρέπει, θα επιτρέψουμε και στο κράτος να αποτελέσει τις βασικές λειτουργίες του. Αρκεί να αποδεχθούμε ότι είναι αδύνατο να τα βάλουμε με τη φύση και ότι είναι αδύνατο να μη θυσιάσουμε καμία μέρα από την καθημερινότητά μας επειδή έβρεξε, χιόνισε, πήρε φωτιά, έχει καύσωνα.

Είναι τυχαίο ότι το μποτιλιάρισμα αποτελεί την πρώτη «παρενέργεια» είτε βρέχει, είτε χιονίζει, είτε πιάνει φωτιά, είτε γίνεται σεισμός; Είναι τυχαίο ότι το μποτιλιάρισμα αποτελεί, τελικά, τον μεγαλύτερο κίνδυνο σε όλες τις περιπτώσεις; Είναι τυχαία η αγελαία και μονίμως πανικόβλητη αντίδρασή μας; Πώς αλλάζει αυτό;

Μετά από κάθε κακό, μικρό ή μεγάλο, εξαντλούμε τη συζήτηση στο τι έκανε η κυβέρνηση, το πόσο άχρηστη είναι και τα συναφή. Η ερώτηση που δεν γίνεται είναι το τι κάνει ο καθένας μας. Στην πρόσφατη χιονόπτωση στην Αττική, αλλά και σε όλες τις προηγούμενες στις λοιπές ελληνικές πόλεις, ουδείς βγήκε να καθαρίσει την πόρτα του σπιτιού του, κάτι που γίνεται ευλαβικά σε όλα τα χωριά της ελληνικής επαρχίας, όπου όλοι καθαρίζουν αυλές και δρόμο και δεν περιμένουν το κράτος.

Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι το (ειδικά το δικό μας) κράτος, εξ ορισμού δεν μπορεί να τα κάνει όλα σωστά. Αντιθέτως, είναι πολύ περιορισμένα αυτά που μπορεί. Εκτός αν αποφασίσουμε να γκρεμίσουμε πολυκατοικίες και να ανοίξουμε τα ρέματα, να γκρεμίσουμε κτίρια για να φαρδύνουν οι δρόμοι και να περνούν οι αλατιέρες, να κατασκευάσουμε από την αρχή τα ηλεκτρικά δίκτυα, να σχεδιάσουμε μακροπρόθεσμα, να εκτελέσουμε με αυτοματισμό και συνέπεια, να θυσιάσουμε βολές και μικροσυμφέροντα. Χρειάζονται αιώνες και πολλές ακόμη καταστροφές. Και αρκετές γενιές επίσης.

Φταίει η κυβέρνηση, όπως και η προηγούμενη και η επόμενη, διότι έτσι δεν θίγεται το ταπεινό σαρκίο μας. Η επόμενη κυβέρνηση δεν θα μας πείσει να μην περάσουμε το ρέμα όταν βρέχει, δεν θα μας πείσει να σκουπίσουμε το χιόνι από την πόρτα, δεν θα μας πείσει να μείνουμε μέσα ενόψει κινδύνου. Δεν θα μας μάθει να αναγνωρίζουμε τον κίνδυνο. Θα φταίει πάντως. Και θα φταίει πάντα, όσο δεν αποφασίζουμε, νωθροί και ανεκπαίδευτοι, να αντιστρέψουμε, αναλαμβάνοντας το κόστος, το αβίωτο και αφιλόξενο περιβάλλον που έχουμε διαμορφώσει. Οι εκάστοτε κυβερνήτες από εμάς επιλέγονται και σαν κι εμάς είναι. Στο μεταξύ, όταν όλοι κοροϊδεύουμε το αναποτελεσματικό καθημερινό Δημόσιο, είναι αφελές να αναμένουμε ότι θα αντιμετωπίσει τα «ακραία φαινόμενα» επειδή απλώς θα αλλάξουμε κυβέρνηση. Αν δεν αλλάξουμε εμείς, δεν θα αλλάξει και η κυβέρνηση, όποιος και αν ψηφιστεί.