«Κι εγώ πότε θα ζήσω;» - Free Sunday
«Κι εγώ πότε θα ζήσω;»

«Κι εγώ πότε θα ζήσω;»

Λίγες ημέρες πριν από την αδιανόητη δολοφονία του φοιτητή στη Θεσσαλονίκη, δύο ανήλικα αδέρφια κυνηγήθηκαν στην παραλία της Θεσσαλονίκης από άλλη ομάδα και εδάρησαν. Για την ακρίβεια, ο ένας τρέχοντας ξέφυγε, τον άλλον τον πρόλαβαν και τον χτύπησαν. Διασώθηκε από το προσωπικό του ξενοδοχείου που βρίσκεται εκεί. Το περιστατικό πέρασε απαρατήρητο, όπως και όλα τα παρόμοια που συμβαίνουν σχεδόν κάθε δέκα μέρες στην πόλη. Δεν υπήρξε νεκρός, άρα…. καθημερινότητα.

Ανακοινώθηκε ότι η αστυνομία ταυτοποίησε τους δράστες και επίκεινται συλλήψεις. Πρόκειται λένε τα δημοσιεύματα για έξι με οκτώ ανήλικους, ηλικίας δεκαέξι έως δεκαοκτώ ετών. Οι ηλικίες προκαλούν ρίγος. Τι είναι αυτό που οδηγεί αμούστακους να λειτουργούν ως αγέλη και να ηδονίζονται χτυπώντας;

Η ειδησεογραφία καταγράφει πολύ συχνά πλέον ανάλογα περιστατικά και στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, τα οποία δεν συνδέονται πάντα ή άμεσα με το οπαδιλίκι και τις ομάδες. Η αγελαία συμπεριφορά και η κτηνώδης, χωρίς συναισθηματισμό συμπεριφορά απέναντι στους άλλους αρχίζει να γίνεται χαρακτηριστικό σημαντικής μερίδας των παιδιών και των εφήβων.

Πίσω από την ειδησεογραφία, στο αθέατο κομμάτι των γεγονότων, αναδύονται μορφές παιδιών που είτε βρίσκονται κάθε βράδυ έξω, μέχρι τα μεσάνυχτα, ενώ έχουν σχολείο το πρωί, είτε αναμειγνύονται σε επαγγελματικές ή «επαγγελματικές» δραστηριότητες που δεν έχουν καμία σχέση με την ηλικία τους, είτε συμμετέχουν σε σκληρές ομάδες μπράβων και τραμπούκων.

Οι περισσότεροι συλληφθέντες για τη δολοφονία του φοιτητή βρίσκονται κοντά στην ηλικία των είκοσι ετών. Τούτο σημαίνει πως απέκτησαν την αγελαία συμπεριφορά και την ικανότητα να εμπλέκονται σε βίαια επεισόδια όταν ήταν ανήλικοι. Κάθε διαδρομή έχει την αφετηρία της και την εξελικτική της πορεία. Ουδείς γίνεται μπράβος ή μαχαιροβγάλτης σε μια νύχτα. Οι «καταδρομικές» απαιτούν εκπαίδευση. Απλώς, όταν ενηλικιωθεί κανείς και αποκτήσει μεροκάματο και αυτοκίνητο, αποκτά και μεγαλύτερη αυτονομία κινήσεων. Εικοσάρης με ιδιωτικό αυτοκίνητο και κύρια δραστηριότητα το γήπεδο και το χτύπημα των δήθεν αντιπάλων. Με ιδεολογικό σύμβολο, που νομιμοποιεί όλα αυτά, μια ανώνυμη εταιρεία αθλητικού θεάματος που λειτουργεί με σκοπό το κέρδος. Δηλαδή, με άδειο κεφάλι.

Γιατί όλο και περισσότερα παιδιά αναπτύσσονται σωματικά, ενώ το κεφάλι παραμένει άδειο; Τι είναι αυτό που κάνει τον νέο δύστροπο, αντικοινωνικό και εν τέλει υποψήφιο εγκληματία; Εδώ, μάλλον, οι μεγαλύτεροι πρέπει να κοιταχτούμε στον καθρέφτη.

Οι παλιότεροι μεγαλώσαμε με ωράριο κυκλοφορίας και τρέμαμε μη τυχόν το παραβιάσουμε και μας δει ο δάσκαλος εκτός σπιτιού, πέντε λεπτά μετά την έναρξη της απαγόρευσης. Προλάβαμε την ποδιά, προλάβαμε τη συνολική αποδοκιμασία της κοινωνίας για όποιον πιτσιρικά κυκλοφορούσε τις ώρες που δεν έπρεπε. Όποιος δεν ήθελε να μάθει γράμματα, πήγαινε και έβρισκε δουλειά. Δεν ήταν της μόδας ακόμη το να πάρει κανείς ένα χαρτί από το πανεπιστήμιο. Ζούσαμε όμως μέσα σε όρια, κάποιες φορές ασφυκτικά, αλλά τούτο μας δυνάμωνε.

Οι νεότεροι, γονείς σήμερα, μεγάλωσαν οι ίδιοι στην εποχή της χαλάρωσης. Καταργήθηκε η απαγόρευση κυκλοφορίας, καταργήθηκε η ποδιά, καταργήθηκαν οι εξετάσεις στα σχολεία, χαλάρωσαν οι όροι εισαγωγής στα πανεπιστήμια, αυξήθηκαν οι θέσεις και, κυρίως, αυξήθηκε το χρήμα και η «άπλα» που παρείχε η κοινωνία στους νέους. Πέρασε το παιδί στο πανεπιστήμιο, να του πάρουμε αυτοκίνητο να πηγαίνει στη σχολή. Του νοικιάζουμε γκαρσονιέρα γιατί δεν θέλουμε συγκάτοικο. Τα ίδια, όμως, και για όσους δεν πέρασαν στο πανεπιστήμιο.

Από μικρά, τα παιδιά μας τα μάθαμε να διεκδικούν και να παίρνουν ελευθερίες οι οποίες ήταν αδιανόητες για μας. Δεν θα ήταν κακό, αν υπήρχε η έννοια του ορίου. Κάθε γενιά μπορεί και πρέπει να απολαμβάνει τα πλεονεκτήματα της εποχής της. Αυτό που δεν πρέπει όμως να συμβεί είναι να της καταργήσουμε τα όρια.

Τα όρια πολλοί από εμάς τα κατάργησαν παύοντας να ασχολούνται με την ανατροφή, δίνοντας βάρος στη δική τους καλοπέραση. Η αφοσίωση στην ανατροφή προϋποθέτει αυτοπεριορισμό, στρίμωγμα και θυσία προσωπικών απολαύσεων. Όταν ο γονέας, όμως, δεν θέλει να θυσιάσει την οικονομική του ευκολία, την εκδρομή του, τη βραδινή διασκέδαση, θα θυσιάσει την ποιότητα της ανατροφής των παιδιών του. Ο γονέας είναι πρότυπο για το παιδί και τούτο είναι απαράβατο. Το πρότυπο δεν είναι απαραίτητα θετικό, με την έννοια ότι συχνά το παιδί επιχειρεί να γίνει το αντίθετο από αυτό που βλέπει στο σπίτι του. Τούτο και διότι ο γονιός δεν κάθισε να εξηγήσει, δεν έβαλε όρια και ενδεχομένως δεν προσπάθησε να αιτιολογήσει τη δική του κοσμοθεωρία ή τη συμπεριφορά του, όπως αυτή παρουσιάζεται στο ανήλικο.

Οι σημερινοί έφηβοι ή νεαροί χούλιγκαν είναι παιδιά της γενιάς της κρίσης. Της γενιάς που μεγάλωσε με όλες τις ευκολίες και τα «όνειρα» της εύκολης ζωής, η οποία περιέπεσε σε κατάθλιψη, αντιμετωπίζοντας τη συνέπεια της χρεοκοπίας. Είναι παιδιά της γενιάς που αντιμετώπισε το δικό της ψυχολογικό πρόβλημα, της διάψευσης των προσδοκιών και των προβλημάτων επιβίωσης. Που δεν αφιέρωσε χρόνο, παρά μόνο χρήμα, στην επιμέλεια των παιδιών της. Είναι παιδιά της γενιάς που, μεγαλωμένη με ευκολίες, δεν επένδυσε σε ηθικές αξίες και μόρφωση και αρκέστηκε στο ρέον χρήμα, σε όποιο οικονομικό επίπεδο βρισκόταν το κάθε μέλος της. Σχηματικά και λίγο αυθαίρετα, η γενιά η οποία είχε βιομήχανους και εργάτες δίπλα-δίπλα στα μπουζούκια να ξοδεύουν το ίδιο ποσό σε λουλούδια, σήμερα έχει χάσει τον έλεγχο των παιδιών της.

Το ερώτημα είναι αν η κοινωνία έχει το κουράγιο να ανακάμψει, να επιχειρήσει με ορθολογισμό τον επαναπροσδιορισμό των αξιών της. Πιθανότατα, για μια μεγάλη μερίδα νέων, το παιχνίδι έχει χαθεί και το μόνο που μένει είναι να περιορίσουμε, αστυνομικά, τις συνέπειες. Πιθανότατα, έχουμε ήδη δημιουργήσει, αληθινά, την κοινωνία των δύο ταχυτήτων. Στη δεύτερη ταχύτητα βρίσκονται όσοι, χωρίς να έχουν οπωσδήποτε οικονομικό πρόβλημα, έχουν ξεμείνει από όνειρα, αξίες και προοπτικές ή έτσι νομίζουν. Το πιο μεγάλο ερώτημα είναι, και η απάντηση δεν είναι ακόμη αισιόδοξη, αν η αδιανόητη δολοφονία μάς συντάραξε τόσο όσο να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να πούμε: «Φταίω και εγώ». Και πρέπει να κάνω κάτι. Να επαναπροσδιοριστώ. Να κοπιάσω.

Κράτος, κοινωνία, θεσμοί είναι οι συνολικές εκφάνσεις του «εγώ» του καθενός μας.