Η άλλη όψη του σκότους - Free Sunday
Η άλλη όψη του σκότους

Η άλλη όψη του σκότους

Την Πρωτοχρονιά στη Θεσσαλονίκη καταγγέλθηκε βιασμός. Ασκήθηκε ποινική δίωξη άμεσα, έγινε απολογία του υπόπτου και η υπόθεση πήρε το δρόμο της. Δέκα μέρες μετά, η κοινή γνώμη ανακάλυψε την υπόθεση. Ο βιασμός αποκλήθηκε ομαδικός. Επειδή ο φερόμενος δράστης είναι πλούσιος, ξεκίνησε η συνήθης φιλολογία για συγκάλυψη. Ισχυρές πλάτες και κακομαθημένα πλουσιόπαιδα. Εννοείται πως η «κοινή γνώμη» ξαναφώναξε «καμία μόνη» και εξάντλησε την αγωνιστικότητά της. Από κοντά και οι φήμες για σκάνδαλα, κυκλώματα και άλλα πιθανά και απίθανα. Από τις επίσης συνήθεις διαρροές του ανακριτικού υλικού, το σενάριο περί ομαδικού βιασμού φάνηκε να αποδυναμώνεται. Οι καταγγελίες για κυκλώματα μαστροπείας πήραν τον συνήθη δρόμο της προκαταρκτικής εξέτασης, η οποία θα καταλήξει στο πουθενά και ουδείς θα ασχοληθεί για να το μάθει. Στην Κύπρο, οι αντίστοιχες καταγγελίες απορρίφθηκαν ορθά κοφτά από τους εκεί εισαγγελείς. Τι απέμεινε από όλα αυτά; Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από αυτό που υπήρχε από την αρχή: μια υπόθεση στα χέρια της Δικαιοσύνης. Η καταγγέλλουσα δεν διαψεύστηκε ακόμη, ο φερόμενος ως δράστης δεν καταδικάστηκε ακόμη. Οφείλουμε να αναμείνουμε την κατάληξή της. Όλα τα άλλα αποδείχθηκαν περιττά λαϊκά αναγνώσματα.

 

Ο γνωστός σκηνοθέτης δικάζεται αυτές τις ημέρες για τις κατηγορίες των βιασμών. Η υπόθεση συντάραξε την κοινή γνώμη, η οποία κοινή γνώμη συνηθίζει να συνταράσσεται, απλώς σπανίως μεταβάλλει συμπεριφορά. Όπως συνηθίζεται, ο σκηνοθέτης έχει εισπράξει ως τώρα χίλιες μύριες κατάρες και, ενώ ήταν περιζήτητος, έχουν απομακρυνθεί σχεδόν όλοι από κοντά του. Εντάξει, δεν ζητάμε πολλά από τους ανθρώπους, ειδικά όταν μπορεί να τους κυνηγήσει ο όχλος των μέσων, ενημερωτικών και κοινωνικής δικτύωσης. Εξαίρεση αποτέλεσε ο Σάκης Ρουβάς ο οποίος δήλωσε ότι αισθάνεται κοντά στον κατηγορούμενο και εισέπραξε την οργή του όχλου. Ξέπλυμα του ενόχου θεωρήθηκε η στάση του, πλην όμως οι τιμητές θα έπρεπε να θυμούνται ότι ο σκηνοθέτης δεν είναι ακόμη ένοχος. Κάποιος πρέπει να θυμίσει στους τιμητές ότι ο κάθε άνθρωπος δικαιούται (και πρέπει) να στέκεται δίπλα (και) στους παραβάτες και ότι η συμπαράσταση μπορεί να είναι και ένας από τους τρόπους είτε να εκφραστεί η μετάνοια και να επιτευχθεί η επανένταξη του ενόχου (εφόσον κριθεί τέτοιος) είτε η διάσωση της ψυχικής του υγείας, εφόσον, εν τέλει, ο κατηγορούμενος αθωωθεί. Η εκ των προτέρων καταδίκη ανθρώπου που δεν έχει δικαστεί δεν μαρτυρά αγαθές προθέσεις, ούτε συγκροτημένες προσωπικότητες.

 

Η αδιανόητη δολοφονία του φοιτητή από τους οπαδούς στη Θεσσαλονίκη έσφιξε τα στομάχια όλων μας. Μας έδειξε ότι όλο αυτό που επί χρόνια εξελίσσονταν και το οποίο είχαμε σχεδόν εντάξει στην καθημερινότητά μας μπορεί να γίνει εξαιρετικά αποκρουστικό. Μας φάνηκε ότι βγήκαμε από τα όρια, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για συνεπή κορύφωση μιας εξελικτικής διαδικασίας, την οποία ατάραχοι παρακολουθούσαμε. Και σε αυτή την περίπτωση, η αστυνομικές αρχές ξεκαθάρισαν τάχιστα το τοπίο και έφεραν τους φερόμενους δράστες ενώπιον της Δικαιοσύνης. Πολύ γρήγορα σχηματίστηκε δικαστική υπόθεση, η οποία παίρνει τον δρόμο της. Τα υπόλοιπα θα κριθούν. Κοντά στις αναπόφευκτες κραυγές και κατάρες για τους δράστες, τους χούλιγκαν, τους συνδέσμους, μας προέκυψε και η επικοινωνιακή καταιγίδα που εξαπέλυσε «γνωστός δικηγόρος». Επειδή δεν είναι αυτός ο ρόλος του δικηγόρου, ο ίδιος ο γνωστός δικηγόρος φρόντισε σύντομα να δηλώσει ότι Αστυνομία και Δικαιοσύνη κινήθηκαν τάχιστα και δεν έχει παράπονο (αλίμονο!), αλλά έμειναν στον αέρα οι λοιπές επικοινωνιακές κορώνες του. Ας σημειώσουμε απλά ότι ο δικηγόρος συνιστά θεμελιώδες γρανάζι στη λειτουργία του κράτους δικαίου και δεν επιτρέπεται να μετατρέπεται ο ίδιος σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Ούτε να παρεμβάλει, δίνοντας έντονη δημοσιότητα, προσωπικές αντιδικίες στην υποστήριξη της υπόθεσής του, εκτρέποντας τη συζήτηση σε άλλα θέματα, γενόμενος ο αγαπημένος των αδηφάγων μέσων.

 

Ανάλογα θα μπορούσαμε να σχολιάσουμε και για τις επίσης πολύκροτες υποθέσεις του θανάτου των τριών παιδιών στην Πάτρα, όπως και για τη δολοφονία του επτάχρονου από τη μητέρα και τον πατριό του στην Κυψέλη. Περίσσεψαν οι υποψίες, οι ψίθυροι, οι κραυγές, τα αναθέματα οι θεωρίες συνωμοσίας και φυσικά η ηθικολογία. Έλειψαν και εδώ ο ψύχραιμος προβληματισμός και η προσπάθεια ανάλυσης γεγονότων, αιτίων, συνεπειών.

 

Πέντε υποθέσεις, ποινικού ενδιαφέροντος, στις οποίες οι διαδικασίες βρίσκονται ακόμη στην αρχή, αλλά η «κοινή γνώμη» και οι άσχετοι «ειδικοί» έχουν βγάλει πορίσματα. Πολύ χειρότερα έχουν ηθικολογήσει τόσο πολύ, που κοντεύουμε να πνιγούμε. Κάπως έτσι είχαν εξελιχθεί τα πράγματα και στην υπόθεση των Γλυκών Νερών. Εκεί βέβαια η «μπάλα» είχε πάρει αρχικά και την Αστυνομία. Ας μην αναφέρουμε τη λεπτομερή περιγραφή των δολοφονιών γυναικών, που λειτουργεί και ως εγχειρίδιο χρήσης του επόμενου επίδοξου δράστη. Δήθεν για να εκφραστεί ο αποτροπιασμός.

Διαμορφώνεται στην κοινωνία ένα μοντέλο αντίδρασης στα περιστατικά της επικαιρότητας, ιδίως τα ποινικά (που είναι πάντα και κοινωνικά), περιορισμένο σε μεγαλοστομίες, μακριά από ψύχραιμη ανάλυση, εμπιστοσύνη στους ειδικούς και αναζήτηση των αιτίων. Φαίνεται ότι η κραυγαλέα αντίδραση, ασυναίσθητα, μας δίνει άλλοθι να συνεχίσουμε όπως πριν. Διαφορετικά δεν εξηγείται.

Όλα αυτά τα περιστατικά, σημειωμένα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, υποδεικνύουν ότι δεν είμαστε ώριμοι να αναλύσουμε τα βαθύτερα αίτια που τα προκαλούν και, πολύ περισσότερο, δεν είμαστε πρόθυμοι να αλλάξουμε στ’ αλήθεια συμπεριφορά και στάση ζωής. Χρειάζεται κόπος για να γίνει αυτό και μάλλον δεν είμαστε διατεθειμένοι. Πολλές φορές χρειάζεται, όπως δείχνουν τα πράγματα, να απέχουμε και από δραστηριότητες, αλλά ειδικά αυτό σίγουρα δεν το θέλουμε. Για να μιλήσουμε με στερεότυπα: Γνωρίζουμε ότι τα «πλουσιόπαιδα» είναι κακομαθημένα, αλλά επιζητούμε την παρέα τους. Γνωρίζουμε ότι στο θέατρο μπορεί και να «παίζει» σεξουαλική εκμετάλλευση, αλλά έχουμε όνειρο καριέρας. Γνωρίζουμε ότι στο γήπεδο πέφτει ξύλο, αλλά δεν το κόβουμε. Με αυτόν τον τρόπο, νομιμοποιούμε τους εκάστοτε κακούς και, όταν και όποτε κάποιος κακός αποκαλυφθεί, τον «ξεσκίζουμε» συνεχίζοντας κατά τα λοιπά από εκεί που μείναμε. Τα θύματα είναι αυτά που, τελικά, μένουν μόνα τους.

 

Η Δικαιοσύνη, με τους γνωστούς της καθυστερημένους ρυθμούς, αποδίδει τα δέοντα. Ας το ψάξουμε το σημείο αυτό. Οι καθυστερημένοι ρυθμοί της δεν εντοπίζονται στις υποθέσεις μείζονος ενδιαφέροντος. Κάθε σύστημα έχει τους μηχανισμούς αυτοπροστασίας του. Ένας κώδικας αξιών μιας συγκροτημένης κοινωνίας θα μπορούσε να έχει μειώσει τις υποθέσεις που καταλήγουν στη Δικαιοσύνη. Αν υπήρχε και αν εφαρμοζόταν. Η ασφαλέστερη απόδειξη ότι δεν υπάρχει είναι ακριβώς η υπερβολική και πάντα πρόσκαιρη αντίδραση σε υπαρκτά εγκλήματα. Κάποιες φορές η υποκριτική και ταυτόχρονα υπερβολική αντίδραση μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στη νομιμοποίηση των τεράτων.

 

Να σιωπήσουμε. Να σκεφτούμε.