Ο αρχηγός των ατάκτων - Free Sunday
Ο αρχηγός των ατάκτων

Ο αρχηγός των ατάκτων

Όταν η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έστησε δέκα κάλπες στη Βουλή για να διώξει δέκα πολιτικούς της αντιπάλους από ολόκληρο το φάσμα, επρόκειτο καθαρά για πολιτική απόφαση, άρα για πολιτική δίωξη. Η ίδια η πρόταση των βουλευτών της τότε κυβέρνησης μιλούσε για παραγεγραμμένα αδικήματα, αλλά η επιλογή ήταν να στηθούν οι αντίπαλοι στον τοίχο και ό,τι ήθελε προκύψει. Στην πραγματικότητα ήλπιζαν ότι, αν κρατήσουν μια έρευνα ανοιχτή για δέκα πολιτικούς, όλο και σε κάποιου τους λογαριασμούς θα έβρισκαν κάτι. Στην περίπτωση αυτή, η έκθεση των αντιπάλων θα ήταν τέτοια, που η παραγραφή δεν θα έπαιζε κανέναν ρόλο. Ήλπιζαν ότι το ξέπλυμα θα «εξιλέωνε» την προσπάθεια. Άλλωστε και ο μακαρίτης Τσοχατζόπουλος για ξέπλυμα καταδικάστηκε.

Ο καιρός πέρασε, η έρευνα δεν οδήγησε πουθενά και οι απαλλαγές διαδέχονταν η μία την άλλη. Από την αρχή όμως είχαμε επισημάνει ότι είχε διενεργηθεί έρευνα από την Εισαγγελία Διαφθοράς κατά υπουργών χωρίς προηγούμενη άδεια της Βουλής. Τούτο κατέστη εμφανές στη συνέχεια και δεν χρειάζονταν ιδιαίτερες γνώσεις ούτε ιδιαίτερες αποδείξεις. Είναι λογικά αδύνατο ένας μάρτυρας να κατονόμασε δέκα ετερόκλητους πολιτικούς ή ένα έγγραφο να απεδείκνυε χρηματισμό δέκα ετερόκλητων πολιτικών. Η ευθύνη αυτή βάραινε αποκλειστικά την Εισαγγελία Διαφθοράς.

Σύντομα, ο εποπτεύων την Εισαγγελία Διαφθοράς, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου αντέδρασε και μήνυσε την εισαγγελέα Διαφθοράς για παράβαση καθήκοντος. Η συγκεκριμένη μήνυση παρέμεινε στα συρτάρια του Αρείου Πάγου και δόθηκε στην κοινή γνώμη η πληροφόρηση ότι επρόκειτο περί πειθαρχικής αναφοράς η οποία αρχειοθετήθηκε. Όταν διέρρευσε το περιεχόμενό της, το οποίο μάλιστα επιβεβαίωσε η ίδια η τότε εισαγγελέας Διαφθοράς με εξώδικό της σε εφημερίδα, κατέστη σαφής η ποινική διάσταση και η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου αναγκάστηκε να κινήσει την ποινική διαδικασία. Η συγκεκριμένη δίωξη είναι ξεκάθαρα, αμιγώς δικαστική. Αυτή οδήγησε, υποχρεωτικά κατά νόμο, στην κοινοβουλευτική διερεύνηση, κατά τη διάρκεια της οποίας εν ενεργεία και συνταξιούχοι δικαστές αναφέρθηκαν στο πρόσωπο του τότε αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης κ. Παπαγγελόπουλου. Ήδη η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου προτείνει την παραπομπή σε δίκη του κ. Παπαγγελόπουλου και των τριών στελεχών της τότε Εισαγγελίας Διαφθοράς και λογικά, εντός του μήνα, θα εκδοθεί και το βούλευμα, το οποίο όλα δείχνουν ότι θα είναι παραπεμπτικό. Η Δικαιοσύνη βρίσκεται σε τροχιά αυτοκάθαρσης και τούτο θα ισχύει και στην περίπτωση που οι κατηγορούμενοι αθωωθούν.

Ήταν ο κ. Τσίπρας που δήλωνε με στόμφο στη Βουλή, «αν τολμάτε παραπέμψτε και μένα», καλύπτοντας τότε τον κ. Παπαγγελόπουλο προκαταβολικά. Θεωρούμε βέβαιο ότι η συγκεκριμένη δήλωση δεν θα επαναληφθεί. Όχι γιατί οι κατηγορούμενοι θεωρούνται ένοχοι, το αντίθετο, αλλά διότι το προωθημένο στάδιο στο οποίο βρισκόμαστε θεμελιώνει πια αδιάσειστες πολιτικές ευθύνες του ιδίου. Ακόμη και αν όλοι αθωωθούν, δεν έγιναν τότε όλα καλά. Η προσπάθεια της τότε κυβέρνησης να διώξει τους αντιπάλους θεμελιώθηκε πλήρως. Η δε ευθύνη, μετά το επιδεικτικό στήσιμο δέκα καλπών στο Κοινοβούλιο, είναι συλλογική. Βαραίνει ολόκληρη την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ. Αν μη τι άλλο, όταν κάνεις συνεταίρο τον «στα τέσσερα εσείς» Πάνο Καμμένο, υιοθετείς και τη χυδαιότητά του. Το ίδιο και όταν τον αγκαλιάζεις στο Ζάππειο και αυτός δηλώνει «έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε ακόμη για να καθαρίσει ο τόπος».

Στο μεταξύ, παραπέμπεται αμετάκλητα και ο έτερος κορυφαίος υπουργός της τότε κυβέρνησης, Νίκος Παππάς, για παράβαση καθήκοντος για τις ενέργειές του ελέγχου του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου. Ο συγκεκριμένος ουδέποτε αποδοκιμάστηκε από το κόμμα του, το οποίο θεωρεί πως όλα έγιναν καλά και επιβραβεύτηκε με την εκλογή του στα όργανα στο πρόσφατο συνέδριο του κόμματος. Και εδώ, συλλογικά, οι σύντροφοι καλύπτουν τον κατηγορούμενο, με κίνδυνο, αν υπάρξει καταδίκη, να χρεωθούν όλοι μαζί την αποδοκιμασία και την απαξίωση που αυτή επιφέρει. Είναι εντυπωσιακό ότι ουδείς κρατά επιφυλάξεις.

Βέβαια, οφείλουμε να θυμηθούμε πως όταν επρόκειτο να κριθεί η συνταγματικότητα του νόμου για τις τηλεοπτικές άδειες, δημοσιεύθηκαν προσωπικά ηλεκτρονικά μηνύματα του εισηγητή στο ΣτΕ, δυνατότητα που έχουν μόνο οι Μυστικές Υπηρεσίες της χώρας. Ο κ. Τσίπρας είχε δηλώσει «αφελώς» ότι δεν πτοείται από θεσμικά εμπόδια, εννοώντας το ΣτΕ, και ότι θεωρεί αδιανόητο να μην περάσει ο νόμος. Γραφική εικόνα η κα Γεροβασίλη, τότε κυβερνητική εκπρόσωπος, η οποία εμφανώς οργισμένη αντέδρασε στην κήρυξη αντισυνταγματικότητας του νόμου για τις άδειες, δηλώνοντας ότι έχασαν τα παιδάκια τα σχολικά γεύματα. Πάλι καλά που δεν κατήργησαν το ΣτΕ με έναν νόμο και ένα άρθρο.

Όλα αυτά είναι γνωστά σε όποιον στοιχειωδώς ασχολείται και θέλει να θυμάται. Αυτό που είναι σήμερα αξιομνημόνευτο είναι ότι ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να κινείται, σε επίπεδο διακηρύξεων, στην ίδια γραμμή. Τότε ήταν νέοι και άπειροι και είχαν και αυταπάτες. Χωρίς καμία δόση ειρωνείας, αυτό ήταν αληθινό και δικαιολογούσε και κάποια λάθη και αστοχίες. Είναι και λογικό και ανθρώπινο. Θα ήταν για την ακρίβεια. Όταν μετά από τεσσεράμισι χρόνια δύο κυβερνητικών θητειών η σημερινή αντίδραση είναι αφενός η πλήρης κάλυψη όλων όσοι ενέχονται σε ερευνώμενες υποθέσεις, αφετέρου το «την επόμενη φορά θα είναι αλλιώς», το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι είναι τουλάχιστον ανεπίδεκτοι μαθήσεως και σίγουρα αμετανόητοι.

Ένα κόμμα που φιλοδοξεί να κυβερνά τη χώρα, οφείλει πρώτα από όλα να σέβεται τους θεσμούς. Όταν το ίδιο δίωκε πολιτικά τους αντιπάλους του, μιλούσε για κάθαρση. Όταν στελέχη του διώκονται από την αρμόδια δικαιοσύνη, επιλέγει να μιλά για πολιτική δίωξη. Προσβάλλει τη νοημοσύνη μας ο υπαινιγμός ότι η κυβέρνηση ενορχηστρώνει τις παραπομπές στο Ειδικό Δικαστήριο, όταν διατυπώνεται από αυτούς που ψήφισαν νύχτα Ποινικό Κώδικα και κυρίως επιχείρησαν να διορίσουν ηγεσία Δικαιοσύνης έχοντας ουσιαστικά παραιτηθεί.

Ακόμη χειρότερα, έστω και για τους τύπους, κάποιος θα έπρεπε από την αξιωματική αντιπολίτευση να έχει δηλώσει ότι σέβεται την ελληνική Δικαιοσύνη, η οποία και θα κρίνει. Οι αντίπαλοί της τότε είχαν τα κότσια να το κάνουν και δικαιώθηκαν, όσο ακόμη κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο γράφων ανήκει σε αυτούς που καταλογίζουν στους δικαστές και συντεχνιασμό και υπαλληλική νοοτροπία στην καθημερινότητά τους. Η ελληνική Δικαιοσύνη και οι δικαστές ως σύνολο και ενιαίο θεσμικό όργανο απέδειξαν, ωστόσο, ότι στα μείζονα δεν δυσκολεύονται να υπηρετήσουν αποτελεσματικά τη Δημοκρατία και να αναλάβουν και την ευθύνη της αυτοκάθαρσης. Απέδειξαν ότι αποτελούν ισχυρό αντίβαρο στο πρωθυπουργοκεντρικό μας πολιτικό σύστημα. Τούτο πρέπει να το λάβουν υπόψη τους σοβαρά οι «άτακτοι» του «την επόμενη φορά θα είναι αλλιώς». Πολύ απλά, δεν γίνεται αλλιώς.