Η ιταλική κρίση χτυπάει την πόρτα μας - Free Sunday
Η ιταλική κρίση χτυπάει την πόρτα μας
Χωρίς τον Ντράγκι θα δοκιμαστεί η Ευρωζώνη

Η ιταλική κρίση χτυπάει την πόρτα μας

Η Ιταλία μπήκε σε νέα περίοδο πολιτικής κρίσης με το γνώριμο… ιταλικό στυλ. Για περισσότερα από δέκα χρόνια, τα πολιτικά κόμματα δίνουν την πρωθυπουργία σε τεχνοκράτες ή σε πολιτικούς που δεν έχουν κατέβει στον λαό για να αναδειχθούν στην ηγεσία της χώρας.

Είναι ένα περίεργο σύστημα που θέλει τους πολιτικούς να νομίζουν ότι ορίζουν την πορεία της Ιταλίας στο παρασκήνιο αποφεύγοντας την ανάληψη των ευθυνών, σε μια προσπάθεια να μην υποστούν το σχετικό πολιτικό κόστος.

Όλα αυτά είναι στη φαντασία τους, εφόσον τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων και κυρίως των εκλογών στην Ιταλία δείχνουν συνεχείς ανακατατάξεις, με τα ποσοστά των κομμάτων να αλλάζουν θεαματικά.

Η νέα ιταλική κρίση βάζει τέλος σε μία περίοδο σχετικής σταθερότητας με τον Ντράγκι στην πρωθυπουργία της χώρας από τον Φεβρουάριο του 2021.

Ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) είναι ό,τι καλύτερο έχει να παρουσιάσει η Ιταλία. Η επιτυχία του στη μάχη για το ευρώ κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης έχει ενισχύσει το κύρος και την αποδοχή του. Οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί, που θεωρούνται αυστηροί σε ζητήματα διαχείρισης ευρωπαϊκών πόρων και δημοσιονομικής πολιτικής, τον εμπιστεύονται και είναι διατεθειμένοι να δεχθούν ορισμένες από τις ιδιαιτερότητες του ιταλικού συστήματος, αρκεί να υπάρχει ο Ντράγκι στο προσκήνιο.

Την αλλαγή στο οικονομικό, νομισματικό περιβάλλον δείχνει η εξέλιξη του επιτοκίου στο δεκαετές ομόλογο του ιταλικού Δημοσίου. Τον Φεβρουάριο του 2021, όταν ανέλαβε ο Ντράγκι, έπεσε στο 0,5%, ενώ τώρα, στο τέλος της περιόδου Ντράγκι, έχει ανέβει στο 3,4%.

Η άνοδος των επιτοκίων δανεισμού του ιταλικού Δημοσίου δεν οφείλεται βέβαια αποκλειστικά στις εξελίξεις στην Ιταλία, εφόσον αντανακλά τις αλλαγές και στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Η πολιτική αποσταθεροποίηση όμως στην Ιταλία και η απομάκρυνση του Ντράγκι από την εξουσία αναμένεται να οδηγήσουν τα επιτόκια ακόμη υψηλότερα.

Πολιτικοί ελιγμοί

Την αφορμή για την έναρξη μιας νέας πολιτικής κρίσης έδωσε η σύγκρουση των κομμάτων γύρω από το λεγόμενο «Διάταγμα Βοήθειας», ύψους 20 δισ. ευρώ.

Ο Τζιουζέπε Κόντε, πρώην πρωθυπουργός και ηγέτης του Κινήματος των Πέντε Αστέρων, βρήκε την ευκαιρία να αμφισβητήσει τις προτάσεις Ντράγκι ζητώντας περισσότερα φιλολαϊκά μέτρα, όπως για παράδειγμα μια μεγαλύτερη αύξηση του κατώτατου μισθού.

Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων ήταν ο μεγάλος νικητής των βουλευτικών εκλογών του 2018, τώρα όμως βρίσκεται σε δύσκολη θέση, εφόσον το δημοσκοπικό ποσοστό του είναι κατώτερο του 12%.

Τη σκλήρυνση της στάσης του Κόντε έναντι του Ντράγκι αξιοποίησε ο υπουργός Εξωτερικών Ντιμάγιο, ο οποίος προχώρησε με μια μεγάλη ομάδα γερουσιαστών και βουλευτών στη διάσπαση του Κινήματος των Πέντε Αστέρων. Το συγκεκριμένο κόμμα ξεκίνησε σαν εκφραστής του αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού του Μπέπε Γκρίλο, στη συνέχεια όμως έκανε μία φιλοευρωπαϊκή στροφή συμβάλλοντας με τους ευρωβουλευτές του ακόμη και στον σχηματισμό της οριακής πλειοψηφίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που εξασφάλισε την εκλογή της Φον ντερ Λάιεν στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Το πέρασμα από τον επιθετικό λαϊκισμό στον ευρωπαϊσμό και τη σχετική υπευθυνότητα μείωσε δραστικά την εκλογική απήχηση του κόμματος και προκάλεσε εσωκομματικές συγκρούσεις.

Τα προβλήματα του Κινήματος των Πέντε Αστέρων θέλει να εκμεταλλευτεί η Τζόρτζια Μελόνι, ηγέτης του κόμματος Αδέρφια της Ιταλίας, προκειμένου να επιβάλει πρόωρες εκλογές τον Οκτώβριο του 2022 επιταχύνοντας τις εξελίξεις, εφόσον το τέλος της πενταετίας και οι βουλευτικές εκλογές είναι προγραμματισμένες για τον Απρίλιο του 2023.

Τα Αδέρφια της Ιταλίας καταγγέλλονται σαν κόμμα με νεοφασιστικές ρίζες, η δημόσια εικόνα όμως της Μελόνι είναι καλή, ηγείται του μόνου κόμματος που δεν συμμετέχει στον υπό τον Ντράγκι κυβερνητικό συνασπισμό και καταγράφει δημοσκοπικά ποσοστά της τάξης του 22%, λίγο πιο πάνω από το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα, που αποτελεί τη συνεπέστερη φιλοευρωπαϊκή δύναμη στήριξης της κυβέρνησης Ντράγκι.

Τρίτο κόμμα στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων έρχεται η επίσης σκληρή δεξιά Λέγκα του Σαλβίνι. Τα τελευταία χρόνια είχε φτάσει σε δημοσκοπικά ποσοστά που ξεπερνούσαν το 30%, αλλά τώρα κινείται γύρω στο 16% έως 18%. Σε περίπτωση πρόωρων εκλογών το πιθανότερο είναι ότι η Μελόνι και ο Σαλβίνι θα αποτελέσουν τον κορμό του νέου κυβερνητικού συνασπισμού. Πρόκειται για δύο ευρωσκεπτικιστές με μικρή επιρροή στις Βρυξέλλες και μικρότερη στις κυβερνήσεις της Ολλανδίας και της Γερμανίας, που πρωταγωνιστούν στη χάραξη της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής.

Συμπλήρωμα αυτού του αξιοπερίεργου σκηνικού είναι ο 85χρονος Σίλβιο Μπερλουσκόνι με τον πολιτικό του σχηματισμό Forza Italia. Πρόκειται για τον πιο πλούσιο πολίτη της Ιταλίας, η αυτοκρατορία του οποίου ελέγχει και τους τρεις σημαντικότερους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς της χώρας. Φιλοδοξία του Μπερλουσκόνι είναι να παίξει ρόλο ευρωπαϊκής εγγύησης σε μια κυβέρνηση συνασπισμού που θα αποτελείται από τα Αδέρφια της Ιταλίας, τη Λέγκα και τη Forza Italia.

Τα δημοσκοπικά ποσοστά του κόμματος Forza Italia έχουν υποχωρήσει στο 8% αλλά ο Μπερλουσκόνι θεωρεί ότι, παρά τα προβλήματα υγείας που έχει, είναι σε θέση να εγγυηθεί τη… νέα ευρωπαϊκή πορεία της Ιταλίας.

Το 2011 έχασε την πρωθυπουργία ύστερα από τη δυναμική αντίδραση του Βερολίνου, του Παρισιού και φυσικά των Βρυξελλών στη χαλαρή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών της Ιταλίας. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι Βρυξέλλες και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έχουν αλλάξει την αξιολόγησή τους σε ό,τι αφορά τις διαχειριστικές του ικανότητες και την πολιτική του υπευθυνότητα.

Άλλωστε, μια κυβέρνηση με κυρίαρχους τη Μελόνι και τον Σαλβίνι δεν μπορεί να ελπίζει σε μεγάλη ευρωπαϊκή κατανόηση.

Η σημασία της αντιπαράθεσης

Ο ιταλικός καβγάς που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι, φαινομενικά, για το αν θα γίνουν οι εκλογές τον Οκτώβριο του 2022 ή τον Απρίλιο του 2023. Η χρονική διαφορά είναι μικρή, αλλά η πολιτική διαφορά τεράστια.

Η Ιταλία χάνει την εγγύηση Ντράγκι για δημοσιονομική σταθερότητα, μεταρρυθμίσεις και σωστή αξιοποίηση των τεράστιων κονδυλίων ύψους 190 δισ. ευρώ που έχει λαμβάνειν η χώρα στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης, όπως και την πολιτική υποστήριξη των ευρωπαϊκών θεσμών και των σημαντικότερων, από οικονομική άποψη, ευρωπαϊκών πρωτευουσών.

Η πολιτική αστάθεια έρχεται σε μία κρίσιμη περίοδο για την Ιταλία και την Ευρωζώνη. Μετά την Ελλάδα, η Ιταλία έχει το υψηλότερο δημόσιο χρέος σαν ποσοστό επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), της τάξης του 150%. Το ύψους του χρέους 2.700 δισ. ευρώ προβληματίζει τις αγορές και τρομάζει τις Βρυξέλλες.

Άλλο αρνητικό χαρακτηριστικό της ιταλικής οικονομίας είναι η χαμηλή ανάπτυξη στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Την εικοσαετία 1999-2019 το ιταλικό ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις 7,9%, ενώ το γερμανικό αυξήθηκε 30,2%, το γαλλικό 32,4% και το ισπανικό 43,6%. Με το πέρασμα του χρόνου, η Ιταλία αναδείχθηκε στον μεγάλο ασθενή της Ευρωζώνης, γεγονός που δεν αφήνει περιθώρια για νέες πολιτικές περιπέτειες.

Η οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 6,6% το 2021, ύστερα από ένα καταστροφικό –λόγω COVID-19– 2020. Για το 2022 προβλέπεται ανάπτυξη 3,2% υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Πρώτον, ότι θα γίνουν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και θα εφαρμοστούν όσα μέτρα χρειάζονται για την ομαλή ροή των τεράστιων πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Δεύτερον, ότι θα αποτραπεί η διακοπή της ροής ρωσικού φυσικού αερίου από το οποίο η Ιταλία έχει μεγάλη εξάρτηση. Σε περίπτωση επιδείνωσης της ενεργειακής κρίσης, η αύξηση του ΑΕΠ θα περιοριστεί σε ένα ισχνό 1%.

Η ιταλική οικονομική, πολιτική βόμβα είναι έτοιμη να εκραγεί και οι συνέπειες προβλέπονται τεράστιες για την Ε.Ε. και την Ελλάδα.

Η ευρωπαϊκή διάσταση

Η ΕΚΤ προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ μιας αντιπληθωριστικής αύξησης των βασικών επιτοκίων, η οποία όμως δεν θα προκαλέσει ανυπέρβλητα προβλήματα στην ανάπτυξη της Ευρωζώνης.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, έχει καλές σχέσεις με τον προκάτοχό της, Μάριο Ντράγκι, και προσπαθεί να βρει ειδικές λύσεις για χώρες όπως η Ιταλία και η Ελλάδα, που θα κρατήσουν τη διαφορά στα spreads των δεκαετών ομολόγων του Δημοσίου σε λογικά πλαίσια, προκειμένου να μη δοκιμαστεί η ενότητα της Ευρωζώνης.

Το πρόβλημα είναι ότι η Λαγκάρντ και οι συνεργάτες της έπεσαν πολύ έξω στην εκτίμηση του πληθωριστικού κινδύνου και δέχονται την κριτική των κεντρικών τραπεζιτών της Γερμανίας και της Ολλανδίας. Οι τελευταίοι είναι διατεθειμένοι να συμβιβαστούν για να βοηθήσουν τον Ντράγκι να βάλει οικονομική τάξη στην Ιταλία. Θα αντιδράσουν όμως δυναμικά, αν καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι επιλογές της Λαγκάρντ διευκολύνουν αυτό που αντιλαμβάνονται σαν ιταλική πολιτική και διαχειριστική ανευθυνότητα.

Το ίδιο ισχύει για τις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωζώνης με πρωταγωνιστικό οικονομικό ρόλο. Θα δεχθούν την παράταση της δημοσιονομικής χαλαρότητας προκειμένου να στηρίξουν την προσπάθεια του Ντράγκι, δύσκολα όμως θα συναινέσουν στην παράταση εξαιρέσεων και ευκολιών προκειμένου να επιδοτήσουν ένα καταδικασμένο σε αποτυχία πολιτικό πείραμα με Μελόνι, Σαλβίνι και Μπερλουσκόνι.

Και να θέλουν οι κυβερνήσεις να κάνουν τα στραβά μάτια, δεν θα τους το επιτρέψει η κοινή γνώμη των χωρών τους. Αποκλείεται, λοιπόν, να δεχθούν να υποστούν πολιτικό κόστος μπαίνοντας στον λαβύρινθο της ιταλικής πολιτικής ζωής.

Η πολιτική αποσταθεροποίηση στην Ιταλία αποκτά εξαιρετική σημασία εξαιτίας της επιθετικότητας του Πούτιν και του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία.

Τα ρωσικά στρατεύματα έχουν ήδη καταλάβει το 20%-25% της Ουκρανίας και συνεχίζουν τις επιθετικές κινήσεις. Οι οικονομικές κυρώσεις και ο πόλεμος της ενέργειας πλήττουν, προς το παρόν, περισσότερο την ευρωπαϊκή οικονομία απ’ ό,τι τη ρωσική. Ο Πούτιν γίνεται ολοένα πιο επιθετικός στη διαχείριση του ενεργειακού όπλου που διαθέτει.

Η Ιταλία πάσχει και αυτή από έλλειψη φυσικού αερίου, υψηλό ενεργειακό κόστος, έντονες πληθωριστικές πιέσεις και έχει μπροστά της έναν χειμώνα λαϊκής δυσαρέσκειας.

Τα κόμματα που έχουν το δημοσκοπικό πλεονέκτημα δείχνουν αρκετά μεγάλη κατανόηση στη στρατηγική και τις επιθετικές κινήσεις του Πούτιν, γεγονός που θα κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη συνεννόηση με τις Βρυξέλλες και αναμένεται να μεγαλώσει τις διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της Ε.Ε. έναντι του Πούτιν.

Η ελληνική διάσταση

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μπόρεσε δυστυχώς να αξιοποιήσει τη θετική δυναμική που δημιούργησε η άνοδος του Ντράγκι στην εξουσία.

Η ελληνοϊταλική συνεργασία παρέμεινε υποτονική, ενώ έπρεπε να αξιοποιήσουμε το κύρος και την ευρωπαϊκή επιρροή του Μάριο Ντράγκι για να προωθήσουμε λύσεις για τον τραπεζικό τομέα, την πράσινη μετάβαση, το φυσικό αέριο και άλλα ζητήματα μεγάλης σημασίας.

Μείναμε στα γνωστά πολιτικά, να στηρίξουμε την Ουκρανία, να της αναγνωρίσουμε καθεστώς εντάξιμης χώρας, να συνεργαστούμε –υποτίθεται– για την εξεύρεση λύσεων στη διαλυμένη Λιβύη και τον περιορισμό της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο.

Τον Μάρτιο του 2021 ο Ντράγκι προχώρησε στην έκδοση πράσινου ομολόγου του ιταλικού Δημοσίου. Εξασφάλισε από τις αγορές 8,5 δισ. ευρώ με χρόνο λήξης αποπληρωμής το 2045 και ετήσιο κουπόνι 1,5%. Το πράσινο ομόλογο είναι σχεδιασμένο, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της ιταλικής κυβέρνησης, για να προωθήσει τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), την αποτελεσματικότητα στη διαχείριση του ενεργειακού συστήματος, να προσαρμόσει τις συγκοινωνίες στη νέα εποχή, να χρηματοδοτήσει τις σχετικές έρευνες και άλλες δράσεις που μας ενδιαφέρουν άμεσα.

Με αλλεπάλληλες δημόσιες παρεμβάσεις μου κάλεσα την κυβέρνηση να ακολουθήσει το καλό παράδειγμα της έκδοσης πράσινου ομολόγου από τον Ντράγκι. Οι αρμόδιοι ακόμη… το σκέφτονται, ενώ έχουν αλλάξει προς το χειρότερο οι συνθήκες στις διεθνείς αγορές και φτάνουμε στο τέλος της τετραετίας χωρίς να έχει ιεραρχήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη τις πρωτοβουλίες και τα σχέδια που θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει το πράσινο ομόλογο.

Ακόμη χειρότερα εξελίχθηκε η ενεργειακή μας συνεργασία με την Ιταλία κατά την περίοδο της πρωθυπουργίας Ντράγκι.

Η Ρώμη ήταν πάντα επιφυλακτική σε ό,τι αφορούσε τη συμμετοχή της στο ανύπαρκτο, όπως αποδείχθηκε, σχέδιο για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου East Med. Αφού καταναλώσαμε άφθονο διπλωματικό κεφάλαιο για να τονώσουμε το ενδιαφέρον της Ιταλίας για τον East Med, προσαρμοστήκαμε στη συνέχεια, πολύ εύκολα, στην απόφαση των ΗΠΑ για εγκατάλειψή του στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής για την Ανατολική Μεσόγειο και τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία.

Δεν ενώσαμε τις δυνάμεις μας με την Ιταλία και κυρίως την Ισπανία και την Πορτογαλία, που πήραν πρωτοβουλίες για τον περιορισμό της εξάρτησης των τιμών χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας από το φυσικό αέριο.

Τώρα διαπιστώνουμε ότι μας λείπει η αποθηκευτική υποδομή για το φυσικό αέριο από το οποίο είμαστε εντυπωσιακά και επικίνδυνα εξαρτημένοι. Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Ε.Ε., θα πρέπει να έχουμε πληρότητα των ανύπαρκτων αποθηκευτικών μας χώρων τουλάχιστον κατά 80% μέχρι τον Νοέμβριο, για να περιοριστεί ο κίνδυνος έλλειψης φυσικού αερίου στη διάρκεια του χειμώνα. Χωρίς αποθηκευτικούς χώρους αναζητούμε λύσεις στην Ιταλία και δευτερευόντως στη Βουλγαρία, για να εκπληρώσουμε τις ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις.

Δεν αξιοποιήσαμε τις ευκαιρίες που δημιουργούσε η παρουσία του Ντράγκι στην πρωθυπουργία και τώρα θα πληρώσουμε, θέλουμε δεν θέλουμε, τη νέα ιταλική πολιτική κρίση.

Ελλάδα, ο αδύναμος κρίκος

Η Ελλάδα παραμένει ο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης, όπως κατά τη διάρκεια της διεθνούς κρίσης του 2008-2009 που οδήγησε, σε συνδυασμό με τα δικά μας λάθη και παραλείψεις, στην περίοδο των μνημονίων.

Η νέα ιταλική κρίση θα κάνει τις διεθνείς αγορές και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς αυστηρότερους στην αξιολόγηση της κατάστασης και της προοπτικής της ελληνικής οικονομίας. Μέχρι σήμερα η κατάσταση θυμίζει το 2008-2009, όπου είχαμε σταδιακή επιδείνωση των βασικών οικονομικών μεγεθών αλλά και θετικά σχόλια για την ανθεκτικότητα και την αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας.

Όλα αυτά ξεχάστηκαν όταν άλλαξαν οι προτεραιότητες στην Ευρωζώνη και το ίδιο μπορεί να συμβεί, ως ένα βαθμό, εξαιτίας της νέας ιταλικής κρίσης.

Το ρεκόρ δημόσιου χρέους, οι δυσκολίες του τραπεζικού συστήματος, το ρεκόρ στο εμπορικό έλλειμμα, η επανεμφάνιση των λεγόμενων δίδυμων ελλειμμάτων, το ασφαλιστικό, ο πληθωρισμός που είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, η εξαιρετικά υψηλές τιμές χονδρικής στην ηλεκτρική ενέργεια και η ενεργειακή ακρίβεια και η φτώχεια επιβεβαιώνουν τον ρόλο της Ελλάδας σαν αδύναμου κρίκου της Ευρωζώνης.

Όσο μεγαλύτερη αναταραχή προκαλέσει στις διεθνείς αγορές η κρίση στην Ιταλία, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το κόστος για την Ελλάδα. Όσο αυστηρότερη είναι η αντίδραση της ΕΚΤ και της Ευρωζώνης στην ιταλική ανευθυνότητα, τόσο πιο δύσκολο θα γίνει το ευρωπαϊκό περιβάλλον για την πατρίδα μας.

Οι διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και τα σοβαρά λάθη και οι παραλείψεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που κάνουν ακόμη πιο ευάλωτη την ελληνική οικονομία, θα αναδειχθούν μέσω της ιταλικής κρίσης.

Αυτά που συμβαίνουν στην Ιταλία μπορεί να οδηγήσουν στην πρόσθετη επιβάρυνση που θα δοκιμάσει την ασταθή ισορροπία του συστήματος. Έχουμε κρίση ενεργειακής ακρίβειας και πληθωρισμού, πόλεμο στην Ουκρανία και κλιμάκωση της σύγκρουσης Ε.Ε. - Πούτιν, συνέχιση της κρίσης του COVID-19, επιστροφή βασικών οικονομικών μεγεθών στα επίπεδα του 2008-2009. Η ιταλική κρίση μάς έλειπε…