Πόσο λαϊκιστής είναι ο Μητσοτάκης - Free Sunday
Πόσο λαϊκιστής είναι ο Μητσοτάκης
Οι πιο επικίνδυνοι λαϊκιστές είναι αυτοί που δηλώνουν αντιλαϊκιστές

Πόσο λαϊκιστής είναι ο Μητσοτάκης

Το Renew Europe με συμπεριέλαβε σε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αποστολή στη Χιλή, που είχε ως βασικό στόχο να έρθουμε σε επαφή με φιλελεύθερους πολιτικούς της χώρας και ομάδες σκέψης (think tank) φιλελεύθερης κατεύθυνσης.

Μαζί με τον Ισπανό συνάδελφο των Ciudadanos, Jordi Caňas, είχαμε ενδιαφέρουσες επαφές και συζητήσεις σε ένα πολιτικό περιβάλλον που είναι διαφορετικό από το ευρωπαϊκό, με μεγάλες δυνατότητες αλλά και μεγαλύτερες αντιθέσεις και εντάσεις.

Μεταξύ των άλλων, επισκεφτήκαμε τα γραφεία του Ιδρύματος για την Πρόοδο (FPP-Fundación para el Progreso), όπου είχαμε τρίωρη συζήτηση με τους ικανούς εκπροσώπους της νέας γενιάς πολιτικών αναλυτών και διαμορφωτών της κοινής γνώμης του φιλελεύθερου χώρου.

Μας παρουσίασαν τις απόψεις τους για τον λαϊκισμό στη Χιλή, τη Λατινική Αμερική και γενικότερα, ο οποίος στέκεται εμπόδιο στην οικονομική και κοινωνική πρόοδο και δηλητηριάζει την πολιτική ζωή.

Συνόψισαν τα χαρακτηριστικά του λαϊκιστή σε δέκα καλαίσθητες κάρτες τις οποίες χρησιμοποιούν στις παρουσιάσεις που κάνουν σε δημοσιογραφικά και πολιτικά στελέχη, αλλά και στη γενικότερη προσπάθεια εκλαΐκευσης των απόψεών τους.

Στη διάρκειας δεκατριών ωρών πτήση από το Σαντιάγκο προς τη Μαδρίτη και στην πτήση από τη Μαδρίτη προς τις Βρυξέλλες, είχα την ευκαιρία να μελετήσω τις σημειώσεις από τις επαφές μου και τον λεγόμενο δεκάλογο του λαϊκιστή.

Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο Μητσοτάκης είναι ένας πολύ καλός ως άριστος λαϊκιστής μεγάλης πολιτικής επικινδυνότητας. Το γεγονός ότι δηλώνει αντιλαϊκιστής έχοντας τα χαρακτηριστικά λαϊκιστή τού δίνει τη δυνατότητα να διεισδύει σε ένα ευρύτερο κοινό με εξαιρετικά αρνητικά πολιτικά αποτελέσματα.

Ο «χαρισματικός»

Το πρώτο πολιτικό χαρακτηριστικό του λαϊκιστή, κατά το FPP, είναι ότι υμνεί συνεχώς τον «χαρισματικό ηγέτη».

Αυτό ακριβώς κάνει ο Μητσοτάκης, υποστηριζόμενος από έναν ισχυρό προπαγανδιστικό, επικοινωνιακό μηχανισμό. Δεν εμφανίζεται βέβαια στην κοινή γνώμη σαν μια ευρωπαϊκή έκδοση του Χουάν Περόν ή του Ούγκο Τσάβες, αλλά σαν ένας σύγχρονος ηγέτης με μεγάλες διαχειριστικές ικανότητες.

Απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ, ο ελεγχόμενος από αυτόν μηχανισμός προβάλλει θετικά χαρακτηριστικά, όπως σύγχρονος διαχειριστής, πολιτικός με κοινωνικές ευαισθησίες, αποφασισμένος αντιλαϊκιστής, δυναμικός μεταρρυθμιστής, με πρωταγωνιστικό διεθνή ρόλο.

Όλα αυτά δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα που διαμορφώνει η κυβερνητική πολιτική, οδηγούν όμως στην καλλιέργεια του μύθου του «χαρισματικού» με τον οποίο εγκλωβίζονται πολλοί ψηφοφόροι, ακόμη και από αυτούς που πληρώνουν ακριβά τις επιλογές Μητσοτάκη.

Ο λαϊκίστικος μύθος του «χαρισματικού», προσαρμοσμένος στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα και στο σύγχρονο μάρκετινγκ, αποτελεί βασικό μέρος της πολιτικής Μητσοτάκη.

Η ιδιοκτησία των λέξεων

Το δεύτερο χαρακτηριστικό του λαϊκιστή, σύμφωνα με τους φιλελεύθερους του FPP, είναι ότι όχι μόνο κάνει κατάχρηση των λέξεων και των εννοιών, αλλά καταλήγει να τις θεωρεί ιδιοκτησία του.

Σ’ αυτό το ζήτημα ο Μητσοτάκης είναι πολύ προωθημένος εφόσον παίζει συνεχώς με λέξεις και έννοιες καταλήγοντας να επιβάλλει τη δική του ερμηνεία, καθιστώντας τες σε τελική ανάλυση ιδιοκτησία του.

Έτσι, μπορεί να μιλάει για διαφάνεια κουκουλώνοντας τα πάντα, να περιγράφει αυξήσεις στον κατώτατο μισθό ή συντάξεις οι οποίες ισοδυναμούν με μεγάλες πραγματικές μειώσεις εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού, να διαφημίζει χτυπήματα στην ενεργειακή και γενικότερη ακρίβεια, ενώ την ενισχύει και την οργανώνει με τις επιλογές του.

Η διαστρέβλωση λέξεων και εννοιών και η προσαρμογή τους στην πολιτική ιδιοτέλεια Μητσοτάκη προϋποθέτουν βέβαια εξαιρετικά υψηλό βαθμό ελέγχου των ΜΜΕ.

Η κατασκευή της αλήθειας

Το τρίτο χαρακτηριστικό του λαϊκιστή, με βάση την ανάλυση των Χιλιανών φιλελευθέρων, είναι η κατασκευή της αλήθειας.

Οι λαϊκιστές στη Χιλή, στη Λατινική Αμερική, στον κόσμο όλο δεν δεσμεύονται από την πραγματικότητα, εφόσον κατασκευάζουν τη δική τους αλήθεια για να τη μεταφέρουν στην ευρύτερη κοινή γνώμη.

Η κατασκευή της αλήθειας από τον Μητσοτάκη και τους συνεργάτες του έχει πάρει βιομηχανικές διαστάσεις.

Η μέθοδος είναι εξαιρετικά αναπτυγμένη. Πρώτον, αποκλείονται –στο μέτρο του δυνατού– από την επικοινωνία και τον πολιτικό διάλογο οι πλευρές της πραγματικότητας που δεν βολεύουν την κυβέρνηση.

Δεύτερον, όταν η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να δώσει τη μάχη σε ένα δυσάρεστο γι’ αυτήν θέμα, αναζητά έναν τρόπο προβολής του που δημιουργεί πρόβλημα στην αντιπολίτευση και γενικότερα στους επικριτές της. Δίνεται έμφαση σε μια λεπτομέρεια προκειμένου να κρυφθεί από την κοινή γνώμη η μεγάλη εικόνα ή επινοούνται αρνητικές πρωτοβουλίες ή διαμάχες στον χώρο της αντιπολίτευσης, σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα.

Τρίτον, αντιστρέφεται συνειδητά η πραγματικότητα σε θέματα μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής σημασίας ή φωτίζονται επιλεκτικά πλευρές της για να χαθεί η γενική εικόνα. Με βάση την «αλήθεια» που κατασκευάζει ο Μητσοτάκης, η χώρα βρίσκεται σε αναπτυξιακή απογείωση με εξαιρετικά θετικά αποτελέσματα για την κοινωνία. Η πραγματικότητα είναι ότι βαδίζουμε σε οικονομική ύφεση με επιδείνωση των παραδοσιακών διαρθρωτικών προβλημάτων, ενώ δύο στους τρεις πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι με κάθετη πτώση του πραγματικού τους εισοδήματος και του βιοτικού τους επιπέδου.

Τέταρτον, η κατασκευή της «αλήθειας» από τον Μητσοτάκη έχει πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις και στα εθνικά θέματα. Προβάλλεται η εικόνα ενός ηγέτη που δίνει ευρωπαϊκές μάχες σε βάρος μιας απομονωμένης Τουρκίας. Στην πραγματικότητα, ο Μητσοτάκης δεν δημιουργεί ευρωπαϊκό πρόβλημα στην Τουρκία και αποφεύγει να εκθέτει ζητήματα όπως το εμπάργκο όπλων και οι οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της. Η διεθνοπολιτική απομόνωση της Τουρκίας είναι επίσης μια κατασκευασμένη «αλήθεια» εφόσον ο Ερντογάν έχει καταφέρει μέσω του πολέμου στην Ουκρανία να αναδειχθεί σε ευρύτερης αποδοχής διαμεσολαβητή για τον οποίο όλα περίπου επιτρέπονται και συγχωρούνται.

Αδιαφάνεια στη διαχείριση

Με βάση την ανάλυση του FPP, το τέταρτο χαρακτηριστικό των λαϊκιστών είναι η αδιαφανής διαχείριση του δημόσιου χρήματος και του δημόσιου συμφέροντος.

Στο ζήτημα της αδιαφανούς διαχείρισης ο Μητσοτάκης παίρνει άριστα με τα κριτήρια της Λατινικής Αμερικής, της Ε.Ε. ή οποιουδήποτε άλλου μέρους του πλανήτη.

Έχει φτιάξει ένα προσωπικό-οικογενειοκρατικό σύστημα διαχείρισης του δημόσιου χρήματος με τις υπογραφές που μετράνε να είναι όλες υπό τον άμεσο έλεγχο της «οικογένειας».

Μεγάλοι κερδισμένοι από την έλλειψη διαφάνειας στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι με τους οποίους έχει στενές προσωπικές και πολιτικές σχέσεις, ιδιαίτερα στον χώρο της ενέργειας, όπου αναδεικνύεται –με τη δική του βοήθεια– η νέα ολιγαρχία.

Αποτέλεσμα της αδιαφανούς διαχείρισης του δημόσιου χρήματος ήταν η οριζόντια δαπάνη 40 δισ. ευρώ για την καταπολέμηση των συνεπειών της πανδημίας, με ένα μεγάλο μέρος των 40 δισ. να πηγαίνει σε εκλογική πελατεία ή φίλους της κυβέρνησης.

Δεν είναι τυχαίο ότι επί Μητσοτάκη η Ελλάδα έκανε νέο ρεκόρ δημόσιου χρέους σαν ποσοστό επί του ΑΕΠ και νέο ρεκόρ δημοσίων δαπανών σαν ποσοστό επί του ΑΕΠ. Το γεγονός ότι οι τεράστιες πρόσθετες δαπάνες συνδυάστηκαν με νέα έκρηξη φτώχειας και εντυπωσιακή άνοδο όλων των δεικτών οικονομικής και κοινωνικής δυσφορίας, οφείλεται στην αδιαφανή διαχείριση του δημόσιου χρήματος με λάθος κριτήρια.

Λαϊκίστικη ανακατανομή

Το πέμπτο χαρακτηριστικό του λαϊκιστή ηγέτη είναι η οργάνωση της ανακατανομής του εισοδήματος και της περιουσίας.

Επί Μητσοτάκη, η μεθοδευμένη ανακατανομή εισοδήματος και περιουσίας έχει πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις. Δεν πρόκειται όμως για τις παραδοσιακές παροχές των λαϊκιστών που δημιουργούν ένα κλίμα ευφορίας, για να έρθει στη συνέχεια ο οικονομικός λογαριασμός της κακοδιαχείρισης και της διαφθοράς.

Ο Μητσοτάκης έχει καταφέρει να δουλεύει ανάποδα, επιβάλλοντας ανακατανομή εισοδήματος και πλούτου υπέρ των λίγων και ισχυρών και σε βάρος των πολλών και ασθενέστερων.

Καλύπτει αυτήν της στρατηγικής σημασίας επιλογή του πίσω από την «αλήθεια» κατά κανόνα ανύπαρκτων παροχών, αλλά και τη στοχευμένη αύξηση των δημοσίων δαπανών προκειμένου να επηρεαστεί ένα κρίσιμο ποσοστό του εκλογικού σώματος.

Καλλιέργεια ταξικού μίσους

Το έκτο βασικό πολιτικό χαρακτηριστικό του λαϊκιστή είναι η καλλιέργεια του ταξικού μίσους.

Σε μία περίοδο κατά την οποία τα κόμματα της αντιπολίτευσης –όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ– αποφεύγουν αναφορές στην πάλη των τάξεων, ο Μητσοτάκης καλλιεργεί το ταξικό μίσος επικαλούμενος τους «εχθρούς» που απειλούν τη μεσαία τάξη.

Οι περισσότεροι από αυτούς ανήκουν στην κατηγορία των «Συριζαίων», οι οποίοι σύμφωνα με την επίσημη προπαγάνδα συνωμοτούν συνεχώς σε βάρος της μεσαίας τάξης, επιδιώκοντας την οικονομική και κοινωνική εξίσωση προς τα κάτω.

Στην πραγματικότητα, ο μεγαλύτερος εχθρός της μεσαίας τάξης είναι ο Μητσοτάκης που δηλώνει δυναμικός υποστηρικτής της. Επί των ημερών του, η μεσαία τάξη υφίσταται μια συρρίκνωση που ξεπερνά κατά πολύ αυτή που γνώρισε κατά την περίοδο των μνημονίων. Τα «μεσαία» νοικοκυριά πρέπει πλέον να δώσουν μάχη για να πληρώσουν τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ή να γεμίσουν το λεγόμενο καλάθι της νοικοκυράς. Όλες οι έρευνες της κοινής γνώμης δείχνουν ότι δύο στους τρεις πολίτες τα βγάζουν δύσκολα πέρα ή δεν τα βγάζουν πέρα.

Ο Μητσοτάκης προσπαθεί να περιορίσει την πολιτική φθορά της κυβέρνησης από την πολιτική της, καλλιεργώντας την εντύπωση ότι ταξικοί εχθροί της μεσαίας τάξης και όχι οι επιλογές του δημιουργούν τα προβλήματα.

Κοινωνική κινητοποίηση

Το έβδομο πολιτικό χαρακτηριστικό του λαϊκιστή είναι ότι στήνει μηχανισμούς για την κινητοποίηση κοινωνικών ομάδων ή διαφόρων ειδών οργανισμών και την ένταξή τους στα πολιτικά του σχέδια.

Ο Μητσοτάκης, σαν εκπρόσωπος του ελληνικού λαϊκισμού, δεν έχει τη δυνατότητα κινητοποίησης λατινοαμερικανικής κλίμακας, αποδεικνύεται όμως αρκετά ευρηματικός.

Χαρακτηριστικό το καπέλωμα του φοιτητικού κινήματος από τον κομματικό μηχανισμό της ΝΔ. Έχει οδηγήσει στη μετατροπή σημαντικού τμήματος της φοιτητικής νεολαίας σε όργανο της κυβέρνησης σε βάρος των καλώς εννοούμενων συμφερόντων της νέας γενιάς. Μέχρι και η διαχείριση των φοιτητικών εστιών πέρασε στον έλεγχο πρώην προέδρου της ΟΝΝΕΔ, για να μείνουν οι περισσότεροι φοιτητές χωρίς στέγη και φαγητό.

Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα λαϊκίστικης κινητοποίησης ήταν η μετατροπή του ΕΒΕΑ σε κομματικό όργανο στη διάθεση της κυβέρνησης, με τον διευθυντή της ΝΔ να είναι ταυτόχρονα και πρόεδρος του ΕΒΕΑ. Τέτοια κατάλυση της αυτονομίας ενός επαγγελματικού, κοινωνικού χώρου είναι χαρακτηριστική λαϊκίστικων, αντιδημοκρατικών καθεστώτων.

«Εξωτερικός εχθρός»

Το όγδοο πολιτικό χαρακτηριστικό το λαϊκιστή είναι, σύμφωνα με την ανάλυση του FPP, η συστηματική επίκληση του «εξωτερικού εχθρού».

Και σε αυτό το θέμα ο Μητσοτάκης παίρνει άριστα σαν λαϊκιστής. Το εντυπωσιακό είναι ότι έφτασε στην πρωθυπουργία προβάλλοντας την εικόνα ενός ευρωπαϊστή με ανοιχτούς ορίζοντες και ασκώντας κριτική στον «ευρωφοβικό» ΣΥΡΙΖΑ, που αναζητούσε λύσεις μεταξύ των παγκόσμιων πρωταθλητών του λαϊκισμού.

Εδώ κι έναν χρόνο, ο Μητσοτάκης επικαλείται ολοένα συχνότερα τον «εξωτερικό εχθρό», σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει απαράδεκτες πλευρές της πολιτικής του και να συσπειρώσει τον κόσμο της ΝΔ στη βάση της εσωστρέφειας και των θεωριών συνωμοσίας.

Τονίστηκε, για παράδειγμα, ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έπρεπε να επιμείνει στο θέμα της διαφάνειας και τις τιμωρίες των ενόχων για τις τηλεφωνικές υποκλοπές, γιατί με αυτόν τον τρόπο μπορεί να προσφέρει επιχειρήματα και δυνατότητες στους «εχθρούς της Ελλάδας», Πούτιν και Ερντογάν.

Με την ίδια λογική, οι καταδικαστικές για τον Μητσοτάκη εκθέσεις των Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα για την ελευθερία των ΜΜΕ στην Ελλάδα, είναι αποτέλεσμα σκοτεινών διεργασιών και διαφόρων ασχέτων με ύποπτα κίνητρα.

Όσο για τις παρεμβάσεις της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και διαφόρων επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να γίνουν σεβαστές από την κυβέρνηση Μητσοτάκη οι αρχές των κανόνων του κράτους δικαίου, οφείλονται και αυτές στην «ανθελληνική» δραστηριότητα εκπροσώπων των κομμάτων της αντιπολίτευσης ή σε διεθνείς ΜΚΟ που παίζουν το παιχνίδι του Ερντογάν.

Θεωρώ μεγάλη μου τιμή ότι η στρατηγική της καταπολέμησης του εξωτερικού «εχθρού» επισημοποιήθηκε από τον Μητσοτάκη με τη διαγραφή μου από τη ΝΔ. Στο «αιτιολογικό» της διαγραφής μου από τη ΝΔ αναφέρεται ότι με την κριτική που έκανα στην ηγεσία για τη διαχείριση της πανδημίας, το κουκούλωμα του σκανδάλου της Novartis και τις διώξεις σε βάρος Τουλουπάκη, Βαξεβάνη, Παπαδάκου δυσφήμισα συνειδητά τη χώρα στο εξωτερικό. Ουσιαστικά, ο Μητσοτάκης επανέφερε στον δημόσιο διάλογο τη θεωρία των «αντεθνικώς δρώντων» που χαρακτήρισε πολύ σκληρές περιόδους της πολιτικής ζωής.

Υποβάθμιση των θεσμών

Το ένατο χαρακτηριστικό του λαϊκιστή είναι η προγραμματισμένη υποβάθμιση των θεσμών προκειμένου να μπορεί να κινηθεί ελεύθερα χωρίς δημοκρατικό έλεγχο και διαφάνεια.

Και σε αυτό το ζήτημα ο Μητσοτάκης αριστεύει με τα κριτήρια του λαϊκιστή οποιασδήποτε ηπείρου. Ο τρόπος που εξευτέλισε το Κοινοβούλιο, σε μια προσπάθεια να καλύψει τα ίχνη των «κοριών» του Μαξίμου είναι ενδεικτικός του επιθετικού λαϊκισμού του.

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δίνει το χειρότερο παράδειγμα του λαϊκισμού θέτοντας εαυτόν εκτός θεσμικού ελέγχου σε ζητήματα που πρωταγωνιστεί –όπως είναι οι τηλεφωνικές υποκλοπές– και αποφεύγοντας τη συμμετοχή του σε διαδικασίες και συζητήσεις στη Βουλή που θεωρεί ότι μπορεί να βλάψουν το προφίλ και τη δημοτικότητά του.

Ακόμη και η ΝΔ έχει υπονομευθεί σαν θεσμός –δημοκρατικό, εξουσίας– από τον Μητσοτάκη. Φωνές όπως του πρώην πρωθυπουργού Καραμανλή για διαφάνεια και τιμωρία ενόχων στο θέμα της παρακολούθησης Ανδρουλάκη δεν λαμβάνονται υπόψη από τον Μητσοτάκη. Δεν υπάρχει εσωκομματικός διάλογος, η κριτική δεν γίνεται ανεκτή και στελέχη και βουλευτές ενθαρρύνονται να ασχολούνται με οτιδήποτε άλλο εκτός από τη δημοκρατική κομματική, πολιτική λειτουργία.

Στόχος η φιλελεύθερη Δημοκρατία

Κοινό χαρακτηριστικό των λαϊκιστών είναι η επιδίωξή τους να καταστρέψουν τη φιλελεύθερη Δημοκρατία.

Αυτή η επιδίωξη διατρέχει την πολιτική που εφαρμόζει ο Μητσοτάκης.

Τα ΜΜΕ ελέγχονται σε ποσοστό 80%-90% από την κυβέρνηση.

Το Μαξίμου έχει μετατραπεί σε υπερκυβέρνηση, η οποία βρίσκεται εκτός δημοκρατικού ελέγχου και αναπτύσσει –με το πέρασμα του χρόνου– τις παρακρατικές δραστηριότητές της.

Η αστυνομική υπηρεσία συνδυάζεται με την αστυνομική... εγκληματικότητα, με την κυβέρνηση να προσφέρει πολιτική κάλυψη και τη Δικαιοσύνη να μην ασχολείται.

Ο λαϊκισμός του Μητσοτάκη θέλει τη φιλελεύθερη Δημοκρατία ένα κέλυφος χωρίς πολιτικό περιεχόμενο. Η αμφισβήτησή της είναι συνεχής και μεθοδική, γι’ αυτό έχουμε πάει δεκαετίες πίσω σε ζητήματα δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Ο λαϊκισμός εξελίσσεται σε παγκόσμιο επίπεδο και βγαίνει από τα παραδοσιακά καλούπια του Περόν και του Τσάβες.

Στην Ε.Ε. ο Μητσοτάκης αναδεικνύεται σε άριστο λαϊκιστή, ο οποίος μάλιστα επικράτησε πολιτικά καλλιεργώντας προφίλ αντιλαϊκιστή. Αποδεικνύεται στην πράξη ότι η κριτική στους λαϊκιστές είχε στόχο την απαξίωση των πολιτικών του αντιπάλων στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να αναπτύξει τον δικό του λαϊκισμό. Με τη φόρα που έχει πάρει, είναι πολύ πιθανόν να περάσει από τον λαϊκισμό –στον οποίο αριστεύει– στον μεταλαϊκισμό, στη βάση του οποίου αναδείχθηκε το φαινόμενο Μελόνι στην Ιταλία.