Σκληρό παιχνίδι με τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας - Free Sunday
Σκληρό παιχνίδι με τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας
Η αποτελεσματικότητα θα κριθεί σε βάθος χρόνου

Σκληρό παιχνίδι με τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας

Το ζήτημα των οικονομικών κυρώσεων που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ, η Ε.Ε. και άλλες δυτικές χώρες στη Ρωσία είναι στρατηγικής σημασίας. Από την επιτυχία ή μη των κυρώσεων θα εξαρτηθεί η δυνατότητα του Πούτιν να συνεχίσει να χρηματοδοτεί και να διεξάγει έναν επιθετικό πόλεμο μεγάλης κλίμακας στην καρδιά της Ευρώπης.

Υπερβολική αισιοδοξία

Στο ξεκίνημα της εφαρμογής των οικονομικών κυρώσεων, αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου 2022, εκφράστηκαν υπερβολικά αισιόδοξες εκτιμήσεις από τους ηγέτες των δυτικών χωρών.

Το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ρωσίας θα κατέρρεε, η ισοτιμία του ρουβλιού θα έπαιρνε την κατηφόρα, η πτώση του ρωσικού ΑΕΠ θα μπορούσε να φτάσει το 20%, το 30% ή και το 40%.

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν συνέβη. Υπάρχει πάντα ένα στοιχείο πολιτικής υπερβολής στις οικονομικές εκτιμήσεις για ζητήματα στρατηγικής σημασίας. Παλαιότερα είχαμε το Brexit που θα «βούλιαζε» τη βρετανική οικονομία. Είναι γεγονός ότι τα πράγματα δεν πήγαν καλά για το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά τα όποια προβλήματα δεν μπορούν να αποδοθούν αποκλειστικά στο Brexit, εφόσον είχαμε και τη δοκιμασία της COVID-19.

Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας αντέδρασε με επαγγελματισμό κι έτσι δεν υπήρξαν μεγάλες αναταράξεις, παρά τον αποκλεισμό μεγάλων ρωσικών τραπεζών από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT. Το ρούβλι ανέκαμψε ταχύτατα και η ισοτιμία του είναι πάνω από τα προ εισβολής επίπεδα. Οι διεθνείς οργανισμοί άρχισαν να αλλάζουν ο ένας μετά τον άλλον τις εκτιμήσεις τους για την πορεία του ρωσικού ΑΕΠ. Σε γενικές γραμμές, εκτιμούν ότι θα υπάρξει μία πτώση 4%-5% του ΑΕΠ το 2022, παρόμοια πτώση το 2023 και ανάκαμψη 1%-2% το 2024.

Επομένως, δεν έχουμε να κάνουμε με δραματικές αλλαγές που θα μπορούσαν να πείσουν τον Πούτιν να εγκαταλείψει την πολεμική προσπάθεια καθαρά για οικονομικούς λόγους. Η υποχώρηση του ΑΕΠ οφείλεται και σε άλλους παράγοντες εκτός από τις κυρώσεις, όπως είναι η συνέχιση των δυσκολιών με την πανδημία και η φυγή πολλών καλά εκπαιδευμένων νέων στο εξωτερικό για να αποφύγουν τη στράτευση.

Πάντως, πίσω από τη γενική εικόνα της σταθερότητας κρύβονται σοβαρές δυσκολίες. Για παράδειγμα, η ιδιωτική κατανάλωση υποχωρεί γύρω στο 9% το 2022, ρίχνοντας το βιοτικό επίπεδο των περισσότερων Ρώσων. Από την άλλη, οι δημόσιες δαπάνες –κυρίως αυτές που σχετίζονται με τη διεξαγωγή του πολέμου– αυξάνονται εντυπωσιακά, στηρίζοντας με τον τρόπο τους τη ρωσική οικονομία.

Τα αίτια

Τα αίτια για την προσωρινή τουλάχιστον αναποτελεσματικότητα των κυρώσεων είναι πολλά.

Πρώτον, ο Πούτιν ξεκίνησε τον πόλεμο με τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στα ύψη και φρόντισε με τους χειρισμούς του να κάνει τα ορυκτά καύσιμα ακριβότερα. Αυτό σημαίνει ότι τους πρώτους εννέα μήνες του πολέμου η Ρωσία εισέπραξε περισσότερα σε συνάλλαγμα απ’ ό,τι τους αντίστοιχους μήνες του 2021, παρά τη μείωση των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Δεύτερον, ο Πούτιν είχε δημιουργήσει ένα «εθνικό ταμείο» της τάξης των 500-600 δισ. δολαρίων, με το οποίο μπορεί να χρηματοδοτεί, για ένα κρίσιμο διάστημα, την πολεμική προσπάθεια. Οι χώρες του ΝΑΤΟ και γενικότερα η Δύση βρήκαν τον τρόπο να δεσμεύσουν συναλλαγματικά αποθέματα της Ρωσίας της τάξης των 250-300 δισ. δολαρίων. Παρ’ όλα αυτά, το «ταμείο» του Πούτιν εξακολουθεί να ενισχύεται παρά τη διεξαγωγή του πολέμου.

Τρίτον, η παγκόσμια οικονομία έχει αλλάξει με το ειδικό βάρος των δυτικών χωρών να μειώνεται συνεχώς. Η Κίνα είναι η δεύτερη οικονομική υπερδύναμη με φιλοδοξία να γίνει η πρώτη και προφανώς δεν δεσμεύεται από τις οικονομικές κυρώσεις της Δύσης. Θεωρεί ότι με το πέρασμα του χρόνου η ρωσική οικονομία θα ακουμπήσει περισσότερο στην κινεζική που έχει δεκαπλάσιο μέγεθος. Η Κίνα αναδείχθηκε –μετά το ξεκίνημα του πολέμου και με τη βοήθεια των κυρώσεων– σε πρώτο εμπορικό εταίρο της Ρωσίας.

Ανάλογη είναι η πορεία των σχέσεων Ρωσίας και Ινδίας. Η Ινδία έχει τη δυναμικότερα αναπτυσσόμενη μεγάλη οικονομία του πλανήτη και αποσκοπεί στη μετατροπή της σε ισχυρό ανταγωνιστή της Κίνας για οικονομικούς και στρατηγικούς λόγους. Στα πλαίσια της αδέσμευτης πολιτικής της έχει παραδοσιακά καλές σχέσεις με τη Ρωσία, η οποία είναι και ο μεγαλύτερος προμηθευτής οπλικών συστημάτων για τις ινδικές ένοπλες δυνάμεις. Οι τελευταίες αντιμετωπίζουν διαχρονικά τη στρατιωτική πρόκληση της Κίνας –η οποία έχει συνοριακές διαφορές με την Ινδία– και του Πακιστάν με το οποίο υπάρχει ιστορική αντιπαλότητα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε διάστημα λίγων μηνών η Ρωσία μετατράπηκε στον υπ’ αριθμόν 1 προμηθευτή πετρελαίου της Ινδίας αφήνοντας πίσω της παραδοσιακούς προμηθευτές της Ινδίας, όπως είναι η Σαουδική Αραβία και το Ιράκ. Υποστηρίζεται ότι οι Ρώσοι προμηθεύουν πετρέλαιο στην Ινδία με έκπτωση 30% σε σχέση με τις διεθνείς τιμές, προκειμένου να το διαθέσουν εκτός της συρρικνούμενης –λόγω κυρώσεων– δυτικής αγοράς.

Σουρωτήρι

Οι κυρώσεις δεν είναι βραχυπρόθεσμα όσο αποτελεσματικές θα ήθελε η Δύση, γιατί υπάρχουν, σκόπιμα, πολλές τρύπες και παρακάμψεις στην εφαρμογή τους.

Οι κυρώσεις εφαρμόζονται σταδιακά ανάλογα με τις ανάγκες και τα ανταγωνιστικά συμφέροντα των δυτικών χωρών. Πρώτα καλύπτουν αυτό που θεωρούν βασική προτεραιότητα και στη συνέχεια ξεδιπλώνουν τις κυρώσεις.

Εφαρμόζονται λοιπόν σταδιακά, ελλιπώς και δίνουν αρκετό χρόνο αντίδρασης στο σύστημα του Πούτιν.

Αντίλογος είναι ότι άμεση, δραστική και πλήρης εφαρμογή κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας θα είχε εξωφρενικό κόστος για τη δυτική οικονομία. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, η Ευρωζώνη πηγαίνει για ήπια ύφεση το 2023 με μείωση του ΑΕΠ κατά 0,5%-1%. Αυτό οφείλεται –σε μεγάλο βαθμό– και στην εφαρμογή των κυρώσεων, όπως και στα αναμενόμενα ρωσικά αντίμετρα, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα.

Υπάρχουν σημαντικές δυτικές χώρες οι οποίες δεν εφαρμόζουν οικονομικές κυρώσεις. Αντίθετα, χρησιμοποιούν τους περιορισμούς σαν ευκαιρία ενίσχυσης της διμερούς οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσία και της διεθνούς θέσης τους. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η Τουρκία, η οποία έχει καταφέρει να αναδειχθεί σε προνομιακό οικονομικό εταίρο της Ρωσίας με την άδεια των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., εφόσον ο Ερντογάν εμφανίζεται σαν αξιόπιστος συνομιλητής του Πούτιν ικανός να περάσει μηνύματα ή και κοινές πρωτοβουλίες σε αυτόν.

Άλλο παράδειγμα δυτικής χώρας που δεν εφαρμόζει κυρώσεις είναι το Ισραήλ, το οποίο στηρίζεται διαχρονικά στην εβραϊκή μετανάστευση από τη Ρωσία και θέλει να αποφύγει κινήσεις που θα μπορούσαν να φέρουν σε δύσκολη θέση τους Εβραίους της Ρωσίας, οι οποίοι έχουν μία δύσκολη –και σε περιπτώσεις– μαρτυρική ιστορία.

Ένας άλλος λόγος για τον οποίο οι κυρώσεις είναι σχετικά χαμηλής αποτελεσματικότητας είναι ότι εφαρμόζονται από αρκετές χώρες τυπικά, όχι όμως ουσιαστικά.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Ελλάδας, όπου η κυβέρνηση συνδυάζει μια σκληρή φρασεολογία εναντίον της Ρωσίας με την εντυπωσιακή οικονομική διευκόλυνσή της και μάλιστα χωρίς τουριστικά, εμπορικά ή επενδυτικά ανταλλάγματα.

Μετά την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου 2022, οι ρωσικές εξαγωγές στην Ελλάδα, κυρίως πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, υπερδιπλασιάστηκαν σε σχέση με τους ίδιους μήνες του 2021. Η απεξάρτηση από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο καθυστερεί και η μεγάλη αύξηση των διεθνών τιμών τους αυξάνει τελικά την ελληνική χρηματοδότηση στον πόλεμο του Πούτιν.

Το ίδιο συμβαίνει με τη διά θαλάσσης μεταφορά ρωσικού πετρελαίου, εφόσον, σύμφωνα με τις σχετικές διεθνείς στατιστικές, πραγματοποιείται σε ποσοστό περίπου 50% από πλοία ελληνικών συμφερόντων.

Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση σε ό,τι αφορά τις λεγόμενες χρυσές βίζες. Οι Ρώσοι, οι οποίοι με μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ παίρνουν ελληνικό διαβατήριο ή δικαίωμα διαμονής στην Ελλάδα, τίθενται αυτομάτως εκτός πεδίου εφαρμογής των κυρώσεων.

Οι ελληνικές κουτοπονηριές εφαρμόζονται με παραλλαγές και από άλλες δυτικές χώρες. Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε είναι αν θέλουμε πραγματικές, αποτελεσματικές οικονομικές κυρώσεις που θα δημιουργήσουν πρόβλημα στη ρωσική πολεμική μηχανή ή δήθεν κυρώσεις με τις οποίες διαχειριζόμαστε τα οικονομικά μας συμφέροντα, χωρίς όμως να δημιουργούμε σοβαρό πρόβλημα στον Πούτιν και την επιθετική του στρατηγική.

Ο χρόνος θα δείξει

Ξεκινήσαμε με ένα σοβαρό λάθος εκτίμησης, ότι οι κυρώσεις θα αποσταθεροποιούσαν τη ρωσική οικονομία. Δεν πρέπει να το συμπληρώσουμε με ένα νέο λάθος, βάσει του οποίου η σχετικά μικρή βραχυχρόνια απόδοση των κυρώσεων απαλλάσσει τη ρωσική οικονομία από πιέσεις και προβλήματα.

Κατά την άποψή μου, οι οικονομικές κυρώσεις, ακόμη και με τον σχετικά πρόχειρο και άνισο τρόπο που επιβάλλονται, οδηγούν στη μεγέθυνση των προβλημάτων της ρωσικής οικονομίας αλλά σε μεσομακροπρόθεσμη βάση.

Έχουν αποσυρθεί πολλές δυτικές επιχειρήσεις από τη Ρωσία, γεγονός που περιορίζει αναπόφευκτα τον δυναμισμό της οικονομίας της. Η Ρωσία χάνει παραδοσιακούς ισχυρούς εταίρους και πολύ καλές αγορές για τα προϊόντα της, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία. Επί Μέρκελ είχαμε δυναμική ανάπτυξη της οικονομικής και ενεργειακής συνεργασίας, ενώ τώρα η διμερής συνεργασία περιορίζεται δραστικά.

Δημιουργούνται και εξαρτήσεις τις οποίες είναι βέβαιο ότι ο Πούτιν θα ήθελε να αποφύγει. Χάνει σημαντικά οικονομικά στηρίγματα στη Δύση εξαιτίας των κυρώσεων και της πολιτικής που ακολουθεί, ενώ επιταχύνεται η μετατροπή της Ρωσίας σε μικρότερο εταίρο της Κίνας. Από τη μία ο Πούτιν έχει φαντασιώσεις της ρωσικής αυτοκρατορίας στην Ευρώπη και από την άλλη υποτάσσεται σε επίπεδο στρατηγικής στην Ασία, στην Κίνα.

Η γενική εικόνα

Οι οικονομικές κυρώσεις αποκλείεται να οδηγήσουν, αποκλειστικά με τη δυναμική τους, σε αλλαγή στρατηγικής τον Πούτιν. Παίζουν όμως ρόλο στη διαμόρφωση της γενικής εικόνας και της προοπτικής, βάσει των οποίων θα πάρει η ρωσική ηγεσία τις αποφάσεις της.

Ύστερα από εννέα μήνες μεγάλης κλίμακας σκληρού πολέμου, ο απολογισμός των Ρώσων σε νεκρούς και τραυματίες στρατιωτικούς μπορεί να ξεπερνάει τις 100.000. Οι Ρώσοι αρχίζουν να πληροφορούνται για μαζικούς τάφους Ρώσων στρατιωτικών σε διάφορες περιοχές της Ουκρανίας όπου έγιναν σκληρές μάχες, ενώ δημοσιοποιούνται εκδηλώσεις διαμαρτυρίας από αυτούς που επιστρατεύτηκαν και στέλνονται στο μέτωπο χωρίς επαρκή προετοιμασία και κατάλληλο εξοπλισμό.

Παρά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από τη στρατηγικής σημασίας περιοχή της Χερσώνας, πολύ λίγοι αναλυτές θεωρούν ότι η Ρωσία μπορεί να χάσει τον πόλεμο με την Ουκρανία. Για να αποσταθεροποιηθεί όμως το καθεστώς Πούτιν, ο πόλεμος πρέπει να διαρκέσει μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς καθαρή νίκη της Ρωσίας, ή οι απώλειες και η κακομεταχείριση των στρατιωτικών να προκαλέσουν μεγάλης κλίμακας διαμαρτυρίες.

Στη διαμόρφωση της γενικής εικόνας και της προοπτικής οι οικονομικές κυρώσεις μπορεί να παίξουν τον σημαντικό ρόλο, τον οποίο δεν είχαν στο ξεκίνημα της αναμέτρησης.