Η πολιτική πτώση του Μητσοτάκη - Free Sunday
Η πολιτική πτώση του Μητσοτάκη
Η παρακολούθησή μου από την ΕΥΠ με εντολή Μαξίμου ενδεικτική της υποβάθμισης της Δημοκρατίας μας

Η πολιτική πτώση του Μητσοτάκη

Την Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2022 πληροφορήθηκα από το αποκαλυπτικό πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Documento ότι ήμουν στη λίστα πέντε πολιτικών και παραγόντων οι οποίοι είχαμε πέσει θύματα των «κοριών» με εντολή Μαξίμου. Οι άλλοι τέσσερις παρακολουθούνταν ταυτόχρονα από το παράνομο λογισμικό Predator και την ΕΥΠ, ενώ εγώ αποκλειστικά από την ΕΥΠ.

Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων με τις καταγγελίες Ανδρουλάκη, ακολούθησα το παράδειγμά του και ζήτησα από την αρμόδια υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να ελέγξει το κινητό μου για να δούμε αν είχε παγιδευτεί από παράνομο λογισμικό. Η απάντηση στην περίπτωσή μου ήταν αρνητική, αλλά στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι τον ρόλο του «κοριού» έπαιζε η ΕΥΠ μέσω του παρόχου, του ΟΤΕ, στην Ελλάδα.

Θεωρώ το ρεπορτάζ του Documento απολύτως έγκυρο γιατί οι προηγούμενες αποκαλύψεις του, όπως για παράδειγμα η παρακολούθηση συνεργατών του εφοπλιστή Βαγγέλη Μαρινάκη, αποδείχθηκαν 100% σωστές και προκάλεσαν μιντιακές και πολιτικές εξελίξεις. Επιπλέον είχα προειδοποιητικά μηνύματα για εξαιρετικά πιθανή παρακολούθησή μου, με τη μέθοδο των υποκλοπών, από διάφορες πλευρές.

Μια ιδιαίτερη περίπτωση

Η παρακολούθησή μου από την ΕΥΠ έχει εξαιρετικό πολιτικό ενδιαφέρον γιατί έβαλα μία από τις 52 υπογραφές στην υποψηφιότητα Μητσοτάκη για την ηγεσία της ΝΔ, τον βοήθησα στον πρώτο γύρο της αναμέτρησης με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη και τον στήριξα δυναμικά στην προσπάθειά του να γίνει πρωθυπουργός.

Αν στα παραπάνω προσθέσουμε ότι υπήρξα ο βασικός άτυπος πολιτικός σύμβουλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, όταν ήταν πρωθυπουργός το 1991-1992, είναι φανερό ότι η κακομεταχείρισή μου από το σύστημα του Κυριάκου Μητσοτάκη αποκτά ιδιαίτερη πολιτική σημασία.

Οικογενειακό παρελθόν

Δεν είναι η πρώτη φορά που βρέθηκα αντιμέτωπος με τους «κοριούς» της οικογένειας Μητσοτάκη. Πίστευα όμως ότι οι παρακολουθήσεις και οι παγιδεύσεις ήταν μία πολιτική εξαίρεση και όχι ο κανόνας.

Μετά την ήττα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στις εκλογές του 1993 τέθηκε το ερώτημα στον Ελεύθερο Τύπο, όπου ήμουν το δεύτερο σημαντικότερο στέλεχος μετά τον διευθυντή Δημήτρη Ρίζο, αν η παραταξιακή εφημερίδα θα στήριζε τον νέο ηγέτη της ΝΔ Μιλτιάδη Έβερτ ή θα συνέχιζε να στηρίζει τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.

Αν και υπήρξα άτυπος σύμβουλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την περίοδο 1991-1992 όταν ήμουν ήδη διευθυντής στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής και σύμβουλος έκδοσης στον ημερήσιο Ελεύθερο Τύπο με διευθυντή τον Δημήτρη Ρίζο, θεώρησα αυτονόητο ότι η εφημερίδα θα στήριζε τον νέο ηγέτη της ΝΔ Μιλτιάδη Έβερτ.

Τότε εκδηλώθηκε η βίαιη αντίδραση του τότε μητσοτακικού συστήματος. Ο Πάνος Καμμένος, άνθρωπος τότε της οικογένειας Μητσοτάκη, εμφανίστηκε στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας που εξέδιδε τον Ελεύθερο Τύπο και του ιδρύματος Βουδούρη που την ήλεγχε και παρουσίασε κασέτες υποστηρίζοντας ότι τον εκβίαζα όταν ήταν υποψήφιος βουλευτής στις εκλογές του 1993 για να εξασφαλίσω τεράστια οικονομικά ανταλλάγματα.

Επρόκειτο για μία σκηνοθεσία με εντολή Κωνσταντίνου Μητσοτάκη - του οποίου υπήρξα στενός συνεργάτης - και εκτέλεση του στρατηγού Γρυλλάκη ο οποίος καθοδηγούσε τότε τον Καμμένο. Μου το είπαν ωμά, παραιτήσου από τον Ελεύθερο Τύπο για να αποκτήσουμε τον πλήρη έλεγχο διαφορετικά θα σε εξοντώσουμε ηθικά και επαγγελματικά.

Απάντησα με έναν σκληρό δικαστικό αγώνα με τον οποίο καθάρισα το όνομά μου, περνώντας από το πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ το οποίο δεν διαπίστωσε τον εκβιασμό που κατήγγειλε ο Καμμένος. Στη συνέχεια φρόντισα να απομονώσω επαγγελματικά όσους στράφηκαν εναντίον μου στον Ελεύθερο Τύπο και να επικρατήσω πλήρως στην εφημερίδα εφόσον το 1996 έγινα διευθυντής όλου του εκδοτικού συγκροτήματος ελέγχοντας εκτός από τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής και το εξαιρετικά σημαντικό ημερήσιο φύλλο.

Ήξερα λοιπόν τη συνωμοτική παράδοση και τις σκοτεινές διαδρομές της οικογένειας Μητσοτάκη, που εκείνη την εποχή αφορούσαν τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τη Ντόρα Μπακογιάννη, θεωρούσα όμως ότι ήταν ένα λάθος που προέκυψε μέσα από την ένταση της περιόδου και όχι… οικογενειακή μέθοδος.

Διαρκής πτώση του επιπέδου

Με τη βοήθειά μου ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρόβαλε την εικόνα ενός σύγχρονου ευρωπαϊστή, μεταρρυθμιστή πολιτικού ο οποίος θα εξασφάλιζε στη χώρα την ευρωπαϊκή σταθερότητα και προοπτική που είχε ανάγκη.

Θεώρησα ότι δεν είχε την ανάγκη να επαναλάβει τα λάθη του πατέρα του, ο οποίος βέβαια είχε και πολλές θετικές πλευρές. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μεγάλωσε σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, με τα προβλήματά του λυμένα σε βάθος γενεών και χωρίς τις δραματικές εμπειρίες του πατέρα του. Εκτίμησα λοιπόν ότι θα μπορούσε να είχε μία πολύ πιο θετική άποψη για την πολιτική και την ίδια τη ζωή.

Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν εντελώς διαφορετικά.

Αμέσως μετά την άνοδό του στην εξουσία κατέφυγε στη γνωστή οικογενειοκρατική συνταγή. Ο πατέρας του είχε την κόρη του, Ντόρα Μπακογιάννη, υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ στο Μαξίμου. Ο Κυριάκος τοποθέτησε τον ανιψιό του, Γρηγόρη Δημητριάδη, διευθυντή στο γραφείο του πρωθυπουργού στο Μαξίμου.

Ταυτόχρονα μετέτρεψε το Μαξίμου σε ένα προεδρικού τύπου κέντρο εξουσίας, γεγονός που ανέδειξε τον Δημητριάδη σε ουσιαστικό Νο.2 της κυβέρνησης και του υπό δημιουργία μητσοτακικού καθεστώτος.

Επί Σαμαρά είχαμε 40 μέλη στο υπουργικό συμβούλιο, ο Τσίπρας τα αύξησε σε 50 και ο Μητσοτάκης τα πήγε στα 60 γελοιοποιώντας την επιχειρηματολογία για μικρό και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα. Το χειρότερο είναι ότι όλα σχεδόν τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου έχουν ελάχιστη επιρροή στις εξελίξεις και παίρνουν εντολές από το κέντρο εξουσίας στο Μαξίμου με διεκπεραιωτή, μέχρι την αναγκαστική παραίτησή του, τον Γρηγόρη Δημητριάδη.

Αρχηγός του συστήματος ο Μητσοτάκης, υπαρχηγός ο Δημητριάδης και σε κάποια απόσταση ο Γεραπετρίτης με οικογενειακούς δεσμούς με τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, εταιρεία που ανθεί με τη βοήθεια του Μαξίμου.

Σε χρόνο-ρεκόρ δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για μια εκτός δημοκρατικού ελέγχου διαπλεκόμενη και φυσικά διεφθαρμένη εξουσία.

Οι φάσεις της αντιπαράθεσης

Μέσα από τις διάφορες φάσεις της αντιπαράθεσής μου με τον Μητσοτάκη είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τον εκφυλισμό του συστήματος εξουσίας, το οποίο δημιούργησε.

Στην αρχή περιορίστηκαν οι επαφές μου με τον πρωθυπουργό, με το σκεπτικό ότι μπορεί να ήμουν ισχυρός υποστηρικτής του αλλά διατηρούσα ανεξαρτησία σκέψης και δράσης, κατά συνέπεια δεν μπορούσαν να με εμπιστευθούν.

Ακόμη και γραπτές εισηγήσεις μου προς το Μαξίμου, όπως για παράδειγμα για τις αστικές συγκοινωνίες στην Αθήνα σε περίοδο COVID-19, κατέληγαν επιδεικτικά στο καλάθι των αχρήστων χωρίς ούτε μία τυπική απάντηση.

Στη συνέχεια κόπηκα στο… τεστ Δημητριάδη. Το φθινόπωρο του 2020 ο Δημητριάδης μου τηλεφώνησε ζητώντας μου να σταματήσω να ασκώ κριτική στην κυβέρνηση για την κατάσταση των αστικών συγκοινωνιών, γιατί όπως χαρακτηριστικά είπε, χτυπάω την κυβέρνηση κάτω από τη μέση και παίζω το παιχνίδι του ΣΥΡΙΖΑ.

Του είπα ότι η επιχειρηματολογία του δείχνει την έλλειψη πολιτικής κρίσης και κοινωνικής ευαισθησίας και πως σε κάθε περίπτωση δεν είναι αρμόδιος για να μου κάνει υποδείξεις. Αν θέλει να απευθυνθεί σε μένα να το κάνει θεσμικά, μέσω του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, που είναι ο επικεφαλής των ευρωβουλευτών της ΝΔ.

Μόλις έστειλα μήνυμα στον Δημητριάδη ότι δεν είμαι πολιτικός υφιστάμενός του, άρχισε ο αποκλεισμός μου από τη Δημόσια Τηλεόραση και από τα ιδιωτικά κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας. Ο άνθρωπος που διαχειρίστηκε τη λεγόμενη λίστα Πέτσα και όλα τα πάρε-δώσε της εξουσίας με τους καναλάρχες, επέβαλε την τηλεοπτική μου εξαφάνιση η οποία εξακολουθεί να ισχύει.

Αξιολογώντας την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί αποφάσισα να συνεχίσω την κριτική μου σε πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής, να αποφύγω συνεννόηση και συμβιβασμό με το σύστημα Μαξίμου και να εντατικοποιήσω την παρουσία μου στο διαδίκτυο δημιουργώντας τη δημοσιότητα που προσπαθούσε να μου στερήσει το σύστημα Μαξίμου.

Τον Απρίλιο του 2021 ο Μητσοτάκης αποφάσισε να παρέμβει και για λογαριασμό του Δημητριάδη. Μου τηλεφώνησε λέγοντάς μου ότι «αυτή τη φορά δεν σου μιλάει ο διευθυντής του γραφείου του πρωθυπουργού αλλά ο ίδιος ο πρωθυπουργός».

Δήλωσε εξαιρετικά δυσαρεστημένος με τις αναρτήσεις μου στο διαδίκτυο και κατέληξε ότι θα προχωρήσει στη διαγραφή μου αν δει ένα ακόμη «επιθετικό» tweet.

Του απάντησα ότι τα tweets μου δεν πρόκειται να αλλάξουν σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο και καλά θα κάνει να βελτιώσει την πολιτική του σε διάφορους τομείς, από την αντιμετώπιση της πανδημίας μέχρι την πολιτική διαχείριση των ΜΜΕ και την εξυπηρέτηση μεγάλων συμφερόντων, γιατί η κυβέρνησή του είχε πάρει λάθος δρόμο.

Ακολούθησε μία περίοδος ανορθόδοξου επικοινωνιακού πολέμου με τον Δημητριάδη να χρησιμοποιεί το κύκλωμά του, ιδιαίτερα τις επαφές του στην Καθημερινή, σε μια προσπάθεια να με απαξιώσει στην αντίληψη της κοινής γνώμης. Με «φυτευτά» παραπολιτικά και ρεπορτάζ εμφανιζόμουν σαν ένας πικραμένος του οποίου οι φιλοδοξίες δεν είχαν ικανοποιηθεί από τον Μητσοτάκη, σαν ένας πολιτικός ταραχοποιός που προσπαθεί να τραβήξει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ή σαν ένας ευρωβουλευτής της ΝΔ που ετοίμαζε την προσχώρησή του στο… κόμμα Βελόπουλου.

Είναι τέτοια η εκδοτική, δημοσιογραφική εξαθλίωση που προκαλεί το σύστημα Μαξίμου ώστε οι αναγνώστες της Καθημερινής δεν έχουν πληροφορηθεί ακόμη ότι αντί για το κόμμα Βελόπουλου για το οποίο με προετοίμαζαν οι παραπολιτικές της στήλες κατ’ εντολή του Δημητριάδη, προσχώρησα στην πολιτική ομάδα του Renew Europe στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου εκπροσωπούνται τα φιλελεύθερα κόμματα της Ε.Ε. και το κόμμα του Μακρόν.

«Εχθρός του έθνους»

Ύστερα από μία περίοδο έντονης αντιπαράθεσης όπου το σύστημα Μαξίμου αξιοποίησε όλες τις επικοινωνιακές, πολιτικές δυνατότητες σε βάρος μου, φτάσαμε στις αρχές του 2022 στην τηλεφωνική διαγραφή μου από τη ΝΔ.

Ο Μητσοτάκης την αποφάσισε, ο γραμματέας της ΝΔ Μαρινάκης μου τη γνωστοποίησε χωρίς να συνεδριάσει οποιοδήποτε όργανο και χωρίς να έχω την ευκαιρία να παρουσιάσω τις θέσεις μου στο πλαίσιο ενός υποτυπώδους έστω εσωκομματικού διαλόγου.

Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν το σκεπτικό της απόφασης. Έπρεπε να διαγραφώ γιατί με την επιχειρηματολογία μου μείωνα τη διεθνή εικόνα της Ελλάδας και λειτουργούσα σε βάρος των εθνικών συμφερόντων.

Είχε αρχίσει να ωριμάζει στο μυαλό του Μητσοτάκη η ιδέα ότι όσοι ήταν αντίθετοι στην πολιτική του αποτελούσαν κίνδυνο για τα εθνικά συμφέροντα και γι’ αυτό έπρεπε να εξουδετερωθούν πολιτικά.

Δημιουργώντας ένα κλειστό σύστημα εξουσίας και στην προσπάθειά του να το υπερασπιστεί, μας πήγε πίσω στη μετεμφυλιακή περίοδο των «αντεθνικώς δρώντων» και του «εσωτερικού εχθρού».

Αυτή η επιλογή δεν ήταν τυχαία γιατί χρησιμοποιείται για την ενεργοποίηση του παρακράτους σε βάρος των πολιτικών του αντιπάλων.

Την περίοδο κατά την οποία κλιμακώθηκε η αντιπαράθεσή μου στο εσωτερικό της ΝΔ με τον Μητσοτάκη και τον Δημητριάδη είχε δοθεί εντολή παρακολούθησης του ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ Ανδρουλάκη, από την ΕΥΠ.

Επιδίωξη του Μητσοτάκη ήταν να εμποδίσει την ανάδειξή του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ εφόσον βασική θέση του Ανδρουλάκη ήταν ότι θα μπορούσε να συνεργαστεί μετεκλογικά με τη ΝΔ ή τον ΣΥΡΙΖΑ, με βάση το εκλογικό αποτέλεσμα και προγραμματικές συγκλίσεις υπό τον όρο ότι ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας δεν θα επέστρεφαν στην πρωθυπουργία.

Ο Μητσοτάκης αντέδρασε ενεργοποιώντας το σύστημα των κοριών και παρουσιάζοντας τον Ανδρουλάκη σαν… «απειλή για την εθνική ασφάλεια». Η ΕΥΠ δεν δικαιούται να αναζητεί «εσωτερικούς εχθρούς» στους πολιτικούς αντιπάλους του εκάστοτε πρωθυπουργού και γι’ αυτό ο Ανδρουλάκης βαφτίστηκε «απειλή για την εθνική ασφάλεια». Έτσι «νομιμοποιείται» η παρακολούθησή του από τους μητσοτακικούς «κοριούς».

Αξίζει να σημειωθεί ότι κι εγώ παρουσιάστηκα σαν επικίνδυνος για τα εθνικά συμφέροντα, στο επίσημο σκεπτικό της διαγραφής μου από τη ΝΔ. Άλλωστε και η δική μου παρακολούθηση από την ΕΥΠ στηρίζεται επισήμως στο ότι αποτελώ απειλή ή κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια.

Έχουμε λοιπόν δυο Έλληνες ευρωβουλευτές, οι οποίοι συμμετέχουν στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκπροσωπούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε επαφές με κυβερνήσεις κρατών-μελών και κυβερνήσεις τρίτων χωρών, αλλά θεωρούνται «απειλή για την εθνική ασφάλεια» από το σύστημα Μαξίμου, προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι παρακρατικοί μηχανισμοί.

Φθορά στην Ε.Ε.

Ο αυταρχισμός του συστήματος Μητσοτάκη στηρίζεται στον έλεγχο των ΜΜΕ στην Ελλάδα και σε μια ισχυρή συμμαχία συμφερόντων.

Στην Ε.Ε. όμως ο συσχετισμός των δυνάμεων είναι εντελώς διαφορετικός. Τα πιο έγκυρα ευρωπαϊκά ΜΜΕ καυτηριάζουν τις μεθοδεύσεις Μητσοτάκη σε ό,τι αφορά τον περιορισμό της ελευθερίας των ελληνικών ΜΜΕ και συγκρίνουν το σκάνδαλο των υποκλοπών με το Watergate και άλλες ανάλογες υποθέσεις.

Η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη διαμορφώνεται με αρνητικό για την κυβέρνηση τρόπο δεσμεύοντας, ως ένα βαθμό, και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη διάρκεια του 2022 η ευρωπαϊκή εικόνα του Μητσοτάκη υποβαθμίστηκε εντυπωσιακά. Σε αυτό έπαιξε ρόλο η προσπάθειά του να μετατρέψει τη διαγραφή μου από τη ΝΔ σε ζήτημα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), η αντιπαράθεση του συστήματος Μαξίμου με τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ, τους δημοσιογράφους και τη ΜΚΟ Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα.

Τέλος η ουσιαστική άρνηση της κυβέρνησης να συνεργαστεί με την Επιτροπή PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το ζήτημα των υποκλοπών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ειδικά στην Ελλάδα, εξόργισε τους ευρωβουλευτές και δημιούργησε μια ευρύτατη πλειοψηφία σε βάρος του συστήματος Μητσοτάκη, η οποία στηρίζεται στις πολιτικές ομάδες του Renew Europe, των Σοσιαλιστών, των Πρασίνων και της Αριστεράς.

Η τηλεφωνική παρακολούθηση Ανδρουλάκη η οποία αποκαλύφθηκε το περασμένο καλοκαίρι, η δική μου που αποκαλύφθηκε πρόσφατα μεγάλωσαν το πολιτικό, θεσμικό χάσμα Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και συστήματος Μητσοτάκη. Είναι φανερό ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτή η παρακολούθηση ευρωβουλευτών από την ΕΥΠ, με πρωτοβουλία του πολιτικού της προϊστάμενου που είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, με το σκεπτικό ότι αποτελούν… κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια.

Μέσω των «κοριών» πραγματοποιείται εντυπωσιακή επικοινωνιακή, πολιτική πτώση του Μητσοτάκη στην Ε.Ε., ενώ στην Ελλάδα η κατάσταση είναι διαφορετική.

Η ποιοτική υποβάθμιση του υπό διαμόρφωση καθεστώτος Μητσοτάκη και της προοπτικής του περνάει στην ελληνική κοινή γνώμη και έχει αρχίσει να επηρεάζει τις εξελίξεις αλλά με βραδύτερους ρυθμούς από αυτούς που παρατηρούνται στην Ε.Ε.

Η υποβάθμιση της ευρωπαϊκής εικόνας του Μητσοτάκη του στερεί ένα από τα παραδοσιακά του πλεονεκτήματα έναντι των πολιτικών του αντιπάλων και μπορεί με το πέρασμα του χρόνου να επιταχύνει και τις αρνητικές εξελίξεις για το σύστημα εξουσίας στην Ελλάδα.