Πολλά μέτωπα, λίγες λύσεις - Free Sunday
Πολλά μέτωπα, λίγες λύσεις
Πιο δύσκολο το πολιτικό, κοινωνικό περιβάλλον για την κυβέρνηση

Πολλά μέτωπα, λίγες λύσεις

Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του βρίσκονται αντιμέτωποι με την κλιμάκωση διαφορετικών κρίσεων που εξελίσσονται ταυτόχρονα. Ξαφνικά όλα αρχίζουν να πηγαίνουν χειρότερα, με το κυβερνητικό επιτελείο να στερείται –στις περισσότερες περιπτώσεις– λύσεων.

Μεγαλώνει η «τρύπα»

Τα επίσημα στατιστικά στοιχεία για τον Μάιο και για το σύνολο του πενταμήνου Ιανουαρίου-Μαΐου 2022 δείχνουν ότι η Ελλάδα επέστρεψε για τα καλά σε περίοδο μεγάλων ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της.

Τον Μάιο το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 646 εκατ. ευρώ για να φτάσει τα 2 δισ. ευρώ. Για το σύνολο του πενταμήνου Ιανουαρίου-Μαΐου η εξέλιξη ήταν ιδιαίτερα ανησυχητική, εφόσον το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 4,1 δισ. ευρώ σε σχέση με το ίδιο πεντάμηνο του 2021, για να φτάσει τα 10,1 δισ. ευρώ.

Η μεγάλη αύξηση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών οφείλεται στο μεγάλο κόστος των εισαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά και στη μεγάλη αύξηση του εμπορικού ελλείμματος χωρίς να υπολογίζονται τα καύσιμα.

Ο τουρισμός ανακάμπτει δυναμικά και τον Μάιο οι εισπράξεις ξεπέρασαν το 90% των εισπράξεων-ρεκόρ του Μαΐου 2019. Όμως είναι τόσο μεγάλη η αύξηση του εμπορικού ελλείμματος –της τάξης του 80%– ώστε τα εντυπωσιακά αυξημένα σε σχέση με το 2021 τουριστικά έσοδα δεν αρκούν για να συγκρατήσουν το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Επί Τσίπρα το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών –παραδοσιακό αδύναμο σημείο της ελληνικής οικονομίας– είχε περιοριστεί γύρω στο 1% του ΑΕΠ. Επί Μητσοτάκη αυξήθηκε το 2020 και το 2021 γύρω στο 6% του ΑΕΠ, ενώ το 2022 πλησιάζει το 6% του ΑΕΠ μόνο κατά τη διάρκεια του πρώτου πενταμήνου του έτους.

Πρόκειται για δραματική επιδείνωση, η οποία μας εκθέτει στην κρίση των διεθνών αγορών και προκαλεί τη δικαιολογημένη δυσαρέσκεια των Βρυξελλών. Ο δραστικός περιορισμός του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών δεν είναι εύκολη υπόθεση, γιατί περνάει υποχρεωτικά από μέτρα λιτότητας και την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Με την επανεμφάνιση ενός εξαιρετικά υψηλού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και την αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος η Ελλάδα επιστρέφει στην εποχή των δίδυμων ελλειμμάτων που προετοίμασε το έδαφος για την επιβολή των μνημονίων.

Προς το παρόν η κατάσταση διασώζεται εξαιτίας της δυναμικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και της υπεραπόδοσης των φόρων, ιδιαίτερα των καταναλωτικών. Η κυβέρνηση κερδίζει κάποια χρονικά περιθώρια, είναι φανερό όμως ότι δεν μπορεί να συνεχίσει την οικονομική πολιτική στη βάση των δίδυμων ελλειμμάτων και ότι έρχεται μία επώδυνη προσαρμογή.

Ενεργειακό αδιέξοδο

Οι μεγάλες οικονομικές ανισορροπίες συνδυάζονται με το ενεργειακό αδιέξοδο στο οποίο οδήγησε η μεγάλη αύξηση της εξάρτησής μας από το φυσικό αέριο.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να μειώσουν την κατανάλωση του φυσικού αερίου κατά 15%. Οι Βρυξέλλες προβλέπουν κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία και αξιοποίηση από τον Πούτιν του ενεργειακού του πλεονεκτήματος ιδιαίτερα κατά τον χειμώνα 2022-2023.

Είναι λογικό, λοιπόν, να ζητούν μείωση της συνολικής κατανάλωσης του φυσικού αερίου κατά 15%, προκειμένου να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή αυτονομία των κρατών-μελών.

Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απορρίπτεται από τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου: Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία.

Θεωρούν ότι η μείωση της κατανάλωσης του φυσικού αερίου επιβάλλεται περισσότερο στη Γερμανία, η οποία έχει μεγαλύτερη εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και λιγότερο στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίες βρίσκονται σε διαδικασία υποκατάστασης του ρωσικού φυσικού αερίου με εισαγόμενο υγροποιημένο φυσικό αέριο.

Ούτως ή άλλως, η Ελλάδα έχει περιέλθει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Η ηλεκτροπαραγωγή εξαρτάται σε ποσοστό 40%-55% από το πανάκριβο εισαγόμενο φυσικό αέριο. Η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και το πετρέλαιο καθυστερεί, γι’ αυτό παρατηρείται διπλασιασμός των ελληνικών εισαγωγών από τη Ρωσία με περίπου μηδενικές ελληνικές εξαγωγές προς τη Ρωσία.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το υγροποιημένο φυσικό αέριο στο οποίο στρέφεται τώρα η ελληνική κυβέρνηση είναι ακριβότερο και από το ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ δεν υπάρχουν εγγυήσεις για επάρκεια τον επόμενο χειμώνα.

Χαρακτηριστικό της έλλειψης ελληνικής ενεργειακής στρατηγικής είναι και το γεγονός ότι αυξήθηκε η ενεργειακή εξάρτηση από το φυσικό αέριο χωρίς να υπάρχει πρόβλεψη για αποθηκευτική υποδομή.

Πηγαίνουμε προς έναν εξαιρετικά δύσκολο χειμώνα, όπου μπορούν να επιβληθούν περιορισμοί στην κατανάλωση ενέργειας και καυσίμων, ενώ η ΡΑΕ επεξεργάζεται διάφορα σενάρια, ανάλογα με την εξέλιξη της διεθνούς ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία, τα οποία προκαλούν δικαιολογημένη ανησυχία.

Η κυβέρνηση μοιάζει παγιδευμένη στις επιλογές της. Από τη μια, οι τιμές χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας, που συνδέονται με το φυσικό αέριο, σπάνε ρεκόρ μαζί με τα «ουρανοκατέβατα κέρδη» των εταιρειών ενέργειας. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τη μεγάλη αύξηση του ενεργειακού κόστους και του πληθωρισμού, ταυτόχρονα και κατηγορίες ότι παίζει το παιχνίδι μεγάλων συμφερόντων.

Από την άλλη, μέτρα περιορισμού της κατανάλωσης ενέργειας και καυσίμων θα κάνουν ακόμη πιο δύσκολη την καθημερινότητα πολλών πολιτών, θα περάσουν το μήνυμα ότι χάθηκε ο έλεγχος της ενεργειακής στρατηγικής και θα έχουν, πιθανότατα, μεγάλο δημοσκοπικό και πολιτικό κόστος.

Η κυβέρνηση δείχνει καταδικασμένη να συνεχίσει μια αδιέξοδη πορεία ελπίζοντας για το καλύτερο. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15% προκάλεσε σοκ στο Μαξίμου ύστερα από τις κυβερνητικές διαρροές για επικείμενη θετική παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην αγορά ενέργειας που δικαιολογούσε την εγκατάλειψη του σεναρίου των πρόωρων εκλογών.

Το ζήτημα της ακρίβειας

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε την αύξηση των βασικών επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης προετοιμάζοντας ταυτόχρονα το έδαφος για μελλοντικές αυξήσεις των επιτοκίων.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, εκτίμησε ότι ο υψηλός πληθωρισμός θα είναι μαζί μας για μεγάλο χρονικό διάστημα και τον συνέδεσε με τα τρόφιμα, τα καύσιμα, τις εφοδιαστικές αλυσίδες, τις διεθνοπολιτικές εντάσεις.

Η ΕΚΤ, η οποία άργησε να αντιδράσει στις πληθωριστικές πιέσεις, ακολουθεί τώρα την πορεία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και ενισχύει την αντιπληθωριστική της προσπάθεια.

Δημιουργείται έτσι μία εξαιρετικά σύνθετη κατάσταση την οποία είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.

Έχει χαθεί ο έλεγχος σε ό,τι αφορά την ακρίβεια, με αποτέλεσμα ο ελληνικός πληθωρισμός να είναι 3,5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Οι κυβερνητικές διαβεβαιώσεις ότι επρόκειτο για ένα φαινόμενο μικρής διάρκειας έχουν ξεπεραστεί από τις αρνητικές εξελίξεις. Ο υψηλός ετήσιος πληθωρισμός της τάξης του 12% ροκανίζει εκτός από το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών και το πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης.

Αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων που δυσκολεύονται ή δεν μπορούν να καλύψουν βασικές τους ανάγκες. Οι συνταξιούχοι, ιδιαίτερα αυτοί με χαμηλές συντάξεις, υφίστανται εισοδηματικές απώλειες 15%-25%. Οι νέοι, ιδιαίτερα τα ζευγάρια που θέλουν να ξεκινήσουν την κοινή τους ζωή, τείνουν να αποκλειστούν από τη αγορά ακινήτων λόγω της εντυπωσιακής αύξησης του κόστους αγοράς ή και ενοικίασης ακινήτου.

Ο πληθωρισμός ασκεί μεγάλη πίεση στο βιοτικό επίπεδο και την καθημερινότητα των πολιτών και κάνει την κυβέρνηση κοινωνικά και πολιτικά ευάλωτη.

Ούτε όμως η ενίσχυση της αντιπληθωριστικής προσπάθειας της ΕΚΤ είναι καλά νέα για την ελληνική οικονομία. Η Ελλάδα έχει το ρεκόρ του δημόσιου χρέους και ένα ολοένα αυξανόμενο ιδιωτικό χρέος, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου εξυπηρετείται με μεγάλη δυσκολία. Είναι, λοιπόν, εξαιρετικά ευάλωτη στην άνοδο των διεθνών επιτοκίων, η οποία έχει γίνει ο κανόνας και στην Ευρωζώνη.

Η καταστροφή της Πεντέλης

Σε αυτό το δύσκολο οικονομικό και κοινωνικό κλίμα ήρθε να προστεθεί η νέα πύρινη καταστροφή της Πεντέλης. Ο Μητσοτάκης είχε ενισχύσει τη θέση του ασκώντας σκληρή κριτική στην κυβέρνηση Τσίπρα για τα λάθη και τις παραλείψεις που οδήγησαν στην τραγωδία στο Μάτι.

Τώρα βρίσκεται ο Μητσοτάκης σε δύσκολη θέση εφόσον η νέα καταστροφή της Πεντέλης δημιουργεί εικόνα αναποτελεσματικότητας για κυβέρνηση, κράτος, περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση.

Την πολιτική διαχείριση της κρίσης δυσκολεύει το γεγονός ότι η ΝΔ κυριαρχεί πολιτικά στην κυβέρνηση, το κράτος, τις περιφέρειες και την τοπική αυτοδιοίκηση. Επομένως, η γνωστή έλλειψη συντονισμού στην πυροπροστασία και στην κατάσβεση των πυρκαγιών δεν απαλλάσσει τη ΝΔ από τις πολιτικές της ευθύνες, εφόσον αυτοί που πρωταγωνιστούν σε όλα τα επίπεδα και αδυνατούν να συντονιστούν μεταξύ τους είναι «γαλάζιοι».

Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης και βασικοί συνεργάτες του αποδίδουν την αύξηση των πυρκαγιών και στην κλιματική αλλαγή που δημιουργεί ακραία καιρικά φαινόμενα. Η επιχειρηματολογία τους είναι βάσιμη αν δούμε τι συμβαίνει και σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Όμως τα ίδια έλεγε ο Τσίπρας το 2018, με τη ΝΔ να υποστηρίζει τότε ότι η κλιματική αλλαγή δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σαν άλλοθι για τα λάθη και τις παραλείψεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Με τη νέα καταστροφή της Πεντέλης εξασθενίζει η κριτική που άσκησε στο παρελθόν ο Μητσοτάκης στον Τσίπρα, αναδεικνύονται οι ευθύνες της ΝΔ σε κυβερνητικό, περιφερειακό και αυτοδιοικητικό επίπεδο, ενισχύονται οι αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του πρωθυπουργού και του συστήματος Μαξίμου, ενώ υποβαθμίζεται κι άλλο η ποιότητα ζωής στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας.

Η περίοδος των πυρκαγιών βρίσκεται σε εξέλιξη και ήδη τα εξαιρετικά αρνητικά αποτελέσματα πιέζουν πολιτικά την κυβέρνηση.

Η δασοπροστασία και η δασοπυρόσβεση είναι πολύ δύσκολες υποθέσεις στην Ελλάδα, όπου κυριαρχούν σε αυτά τα ζητήματα η κυβερνητική, κρατική αδιαφορία, η γραφειοκρατική αδράνεια και η κοινωνική ανευθυνότητα.

Ο Λιγνάδης και το ήθος της εξουσίας

Η κυβέρνηση πολιορκείται από τα προβλήματα, ενώ το ήθος και η αξιοπιστία της εξουσίας πλήττονται από την εξέλιξη της υπόθεσης Λιγνάδη.

Η αποφυλάκιση, ενόψει Εφετείου, ενός καταδικασθέντος σε 12 χρόνια φυλάκιση για βιασμό ανηλίκων, θεωρείται αβάστακτη πρόκληση από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας.

Ο Λιγνάδης προωθήθηκε στην καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου εκτός διαδικασίας και στη βάση της εμπιστοσύνης που του έδειξε ο πρωθυπουργός. Μόλις άρχισαν να αποκαλύπτονται πτυχές του σκοτεινού παρελθόντος του, η κυβερνητική ηγεσία προσπάθησε να τον στηρίξει καταργώντας τις πολιτικές αποστάσεις ασφαλείας. Ακόμη και μετά την προκλητική αποφυλάκιση που ακολούθησε την πρωτόδικη καταδίκη του, η κυβερνητική ηγεσία δεν βρήκε μια λέξη να πει για να εκφράσει τη συμπαράστασή της στη δικαιολογημένα θορυβημένη κοινωνία.

Σε μία περίοδο όπου αναπτύσσεται διεθνώς το κίνημα #MeToo, η κυβέρνηση φαίνεται να επέλεξε τη συγκάλυψη του σκανδάλου και τη δημιουργία πρόσθετων εμποδίων και αντικινήτρων γι’ αυτούς που βρήκαν το κουράγιο να μιλήσουν.

Αντιμέτωπη με την αρνητική αντίδραση της κοινωνίας στις επιλογές της, η κυβέρνηση προσπαθεί να αμυνθεί κομματικοποιώντας την αντιπαράθεση. Αποδίδει τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, ακόμη και αυτές που έχουν διεθνή διάσταση, στον ΣΥΡΙΖΑ, εκτιμώντας ότι με τον τρόπο αυτό θα συσπειρώσει την εκλογική της βάση και θα περιορίσει το πολιτικό κόστος από το σκάνδαλο Λιγνάδη.

Ευρύτερο ζήτημα

Δυστυχώς για την κυβέρνηση, το σκάνδαλο Λιγνάδη προστίθεται στις εκκρεμότητες που έχει δημιουργήσει στον χώρο των ΜΜΕ και σε ζητήματα που έχουν σχέση με το κράτος Δικαίου στην Ελλάδα.

Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης δέχεται πλέον μεγάλη πολιτική πίεση, ακόμη και σε προσωπικό επίπεδο, για τον περιορισμό της ελευθερίας των ΜΜΕ στην Ελλάδα και την άρνησή του να λάβει υπόψη του την κριτική των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ακόμη και Ευρωπαίων Επιτρόπων.

Η μεγάλη πτώση της Ελλάδας, στη θέση 108, στον πίνακα αξιολόγησης της ελευθερίας των ΜΜΕ σε διάφορες χώρες από τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα, οφείλεται και στη δολοφονία Καραϊβάζ τον Απρίλιο του 2021.

Τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν δολοφονίες δημοσιογράφων στη Μάλτα, στη Σλοβακία, στην Ολλανδία και στην Ελλάδα. Από τις τέσσερις χώρες της Ε.Ε. στις οποίες δολοφονήθηκαν δημοσιογράφοι, μόνο στην Ελλάδα παραμένει ανεξιχνίαστη η δολοφονία, ενώ δεν υπάρχει επίσημη ενημέρωση για την πρόοδο των ερευνών.

Όσο μένουν ατιμώρητοι οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί για την εξόντωση του Καραϊβάζ, τόσο δηλητηριάζεται ο δημόσιος βίος, δημιουργείται δυναμική αυτολογοκρισίας στους δικαιολογημένα φοβισμένους δημοσιογράφους και είναι πολύ δύσκολο να ανέβει η Ελλάδα στη διεθνή κατάταξη των χωρών σε ό,τι αφορά την ελευθερία των ΜΜΕ.

Στις 12 Απριλίου του 2021, εικοσιτετράωρα μετά τη δολοφονία Καραϊβάζ, ο Φαμπιέν Περιέ, ανταποκριτής στην Αθήνα της αριστερόστροφης γαλλικής εφημερίδας Liberation, δημοσίευσε διάφορα σενάρια για τη δολοφονία Καραϊβάζ, σε αναλυτική ανταπόκρισή του από την Αθήνα.

Ο Περιέ υποστήριξε, μεταξύ των άλλων, ότι οι έρευνες του Καραϊβάζ «άγγιζαν στενά τη λειτουργία του κράτους στην Ελλάδα, όπως η υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη, η οποία για αρκετές εβδομάδες υπονόμευσε το κυβερνών κόμμα της ΝΔ, πολλά από τα μέλη του οποίου λέγεται ότι διατηρούσαν προσωπικούς δεσμούς με τον άνδρα του θεάτρου, διορισμένου χωρίς διαφάνεια, έξι εβδομάδες μετά την εκλογική νίκη της ΝΔ».

Σε άλλο σημείο της ανταπόκρισής του, ο δημοσιογράφος της «Liberation» τονίζει: «Για πολλούς παρατηρητές ο Λιγνάδης είχε πολιτική προστασία, ενώ μία ημέρα πριν τη δολοφονία του, ο Γιώργος Καραϊβάζ είχε προχωρήσει περισσότερο ισχυριζόμενος στην τηλεόραση ότι είχε δοθεί χρόνος στον Δημήτρη Λιγνάδη για να διαγράψει ουσιαστικά στοιχεία».

Τα δύσκολα μπροστά της

Η κυβέρνηση έχει τα δύσκολα μπροστά της. Τα ζητήματα που έχουν σχέση με την οικονομία, την ενέργεια, το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών προβλέπεται να έχουν αρνητική εξέλιξη στη διάρκεια του χειμώνα.

Οι πολύ καλές επιδόσεις του τουρισμού προσφέρουν πολύτιμη ανάσα στην οικονομία, σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας και στην κυβέρνηση. Δεν αρκούν όμως για να αντιστρέψουν μία οικονομική και κοινωνική δυναμική που γίνεται ολοένα πιο αρνητική.

Ατού της κυβέρνησης είναι η εξασφάλιση σημαντικών ευρωπαϊκών πόρων για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Παρατηρούνται αρκετές καθυστερήσεις όμως στην αξιοποίηση των κονδυλίων και είναι βέβαιο ότι η ιταλική κρίση θα επηρεάσει αρνητικά το ευρωπαϊκό περιβάλλον και τις διαδικασίες στήριξης των προβληματικών ευρωπαϊκών οικονομιών.

Με τους χειρισμούς της σε βάρος της ελευθερίας των ΜΜΕ, την κριτική για την αδιαφορία που της ασκείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, την ατιμωρησία των δολοφόνων του Καραϊβάζ και την αποφυλάκιση του Λιγνάδη, η εξουσία απέκτησε σοβαρό πρόβλημα ήθους και αξιοπιστίας.

Παράλληλα, η νέα καταστροφή της Πεντέλης μεγάλωσε τις αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του συστήματος εξουσίας που έχει δημιουργήσει ο κ. Μητσοτάκης.

Οι προηγούμενες δημοσκοπήσεις εμφάνισαν την κυβέρνηση να χάνει την εμπιστοσύνη του κόσμου σε ζητήματα μεγάλου δημόσιου ενδιαφέροντος, όπως είναι η ακρίβεια και το ενεργειακό. Οι επόμενες δημοσκοπήσεις θα δείξουν μια ακόμη πιο γκρίζα κυβερνητική και πρωθυπουργική εικόνα.

Προς το παρόν, στο Μαξίμου αισθάνονται πολιτικά ασφαλείς επειδή εκτιμούν ότι τα προβλήματα και τα εσωκομματικά ζητήματα στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ δυσκολεύουν τον Τσίπρα και τον Ανδρουλάκη στην προσπάθεια να αλλάξουν τον συσχετισμό δυνάμεων σε όφελός τους και σε βάρος της κυβέρνησης και της ΝΔ.

Οι πολιτικές συνθήκες έχουν αλλάξει για τους λόγους που εξήγησα, γι’ αυτό ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης δεν στηρίζεται πια στα δικά του πλεονεκτήματα που χάνονται, στην αντίληψη της κοινής γνώμης, το ένα μετά το άλλο, αλλά στα μειονεκτήματα των κομμάτων της αντιπολίτευσης.