Το Brexit των ατελείωτων εκπλήξεων - Free Sunday
Το Brexit των ατελείωτων εκπλήξεων
Βασικό πλεονέκτημα του Ρίσι Σούνακ η αδυναμία των Συντηρητικών

Το Brexit των ατελείωτων εκπλήξεων

Θυμάμαι τον Νάιτζελ Φάρατζ, ηγέτη του UKIP και του κινήματος υπέρ του Brexit, να απευθύνεται στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά το δημοψήφισμα του Ιουνίου 2016 και να μας λέει με το χαρακτηριστικό στυλ του: «Τόσα χρόνια γελάγατε μαζί μου, μετά την επικράτηση του Brexit στο δημοψήφισμα ήρθε η ώρα να γελάσω εγώ μαζί σας».

Το UKIP (κόμμα ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου) πρωταγωνίστησε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπέρ του Brexit, ασκώντας τεράστια πίεση στο Συντηρητικό Κόμμα και υποχρεώνοντας τον πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον να επιλέξει τη «λύση» του δημοψηφίσματος.

Σήμερα θα μπορούσε να απαντήσει κάποιος στον Φάρατζ και στον Μπόρις Τζόνσον που επένδυσε πολιτικά στο Brexit, γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος. Όμως είναι τέτοια η ανησυχία των Ευρωπαίων για τα προβλήματα του Ηνωμένου Βασιλείου, ώστε και αυτοί που στοχοποιήθηκαν από τους υποστηρικτές του Brexit σπεύδουν να κάνουν δηλώσεις υπέρ της πολιτικής σταθερότητας.

Χαρακτηριστική η ανάρτηση στο Τwitter του Μισέλ Μπαρνιέ, ο οποίος διαπραγματεύθηκε εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης το Brexit: «Κανείς δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος με την πολιτική και οικονομική αναστάτωση στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν οφείλονται όλες οι δυσκολίες στο Brexit, αλλά είμαι πεπεισμένος ότι το Brexit τα κάνει όλα πιο δύσκολα».

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, απευθυνόμενος στους Ευρωπαίους εταίρους κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, υπογράμμισε ότι «θέλουμε πάνω από όλα σταθερότητα».

«Παγκόσμια Βρετανία»

Από τη διενέργεια του δημοψηφίσματος για το Brexit τον Ιούνιο του 2016, το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται στον πέμπτο Συντηρητικό πρωθυπουργό. Από τον Ντέιβιντ Κάμερον, στην Τερέζα Μέι, στη συνέχεια στον Μπόρις Τζόνσον, ένα σύντομο πέρασμα της Λιζ Τρας και τώρα η σειρά του Ρίσι Σούνακ.

Ο Ρίσι Σούνακ μπορεί να θεωρηθεί πολιτική έκπληξη, εφόσον είναι μόνο 42 ετών και έγινε βουλευτής για πρώτη φορά το 2015. Το σημαντικότερο, δεν έχει το προφίλ που θα περίμενε κανείς με βάση τους πρωτεργάτες του Brexit.

Το κίνημα του Brexit στηρίχθηκε σε ένα μείγμα εγγλέζικου εθνικισμού και ανάμνησης της αυτοκρατορίας. Ο χαρακτηριστικότερος εκφραστής του ήταν ο Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος έχει δημοσιεύσει ενδιαφέρον βιβλίο για τον Τσώρτσιλ και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αναβιώσει το «μεγαλείο» της παγκόσμιας Βρετανίας.

Το τελικό αποτέλεσμα ήταν να αναδειχθεί στην πρωθυπουργία του Ηνωμένου Βασιλείου ο Ρίσι Σούνακ, γιος Ινδών μεταναστών από την Ανατολική Αφρική με μεσοαστικό προφίλ. Ο πατέρας του εργάστηκε σαν γιατρός στο εθνικό σύστημα υγείας και η μητέρα του είχε το δικό της φαρμακείο. Ο ίδιος ο Σούνακ έκανε πολύ καλές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μετά στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ της Καλιφόρνια. Υπήρξε στέλεχος της επενδυτικής τράπεζας Γκόλντμαν Σακς και στη συνέχεια διαχειριστής κεφαλαίων σε δύο hedge funds.

Είναι αυτοδημιούργητος εκατομμυριούχος και μέσω του γάμου του με την Αξάτα Μούρτι, κόρη δισεκατομμυριούχου Ινδού μεγιστάνα της πληροφορικής, έχει οικογενειακή περιουσία υπερδιπλάσια του βασιλιά Καρόλου του Γ’, η οποία εκτιμάται σε 730 εκατομμύρια λίρες.

Στις αρχές του 2022 αποκαλύφθηκε ότι η δισεκατομμυριούχος σύζυγός του δεν πλήρωνε φόρους στο Ηνωμένο Βασίλειο ως «μη μόνιμη κάτοικος» της χώρας. Θεωρήθηκε σκάνδαλο αλλά παρ’ όλα αυτά ο Σούνακ παρέμεινε δημοφιλής και διατήρησε την πολιτική του δυναμική.

Είναι θρησκευόμενος ινδουιστής και το «προφίλ» του δεν έχει σχέση με τις προτιμήσεις των «αρχιτεκτόνων» του Brexit.

Βρέθηκε στην πρωθυπουργία αφού πρώτα έχασε την αναμέτρηση, μεταξύ των μελών του Συντηρητικού Κόμματος, από τη Λιζ Τρας. Η πτώση της τελευταίας δημιούργησε πολιτικό χώρο τον οποίο δεν μπορούσε να καλύψει ο Μπόρις Τζόνσον, παρά την προσπάθειά του να επιστρέψει στην ηγεσία. Έτσι, ο Σούνακ ήταν το μόνο στέλεχος των Συντηρητικών που μπόρεσε να εξασφαλίσει 100 υπογραφές βουλευτών του κόμματος, για να πάρει μέρος στη διαδικασία ανάδειξης του νέου ηγέτη. Από τη στιγμή που ο Τζόνσον δεν μπόρεσε να βάλει υποψηφιότητα και δεν υπήρξε άλλο στέλεχος να δηλώσει ενδιαφέρον, ο Σούνακ αναδείχθηκε ηγέτης των Συντηρητικών χωρίς να περάσει ξανά τη δοκιμασία της ψήφου των μελών του κόμματος.

Όπως δήλωσαν στα διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα Ινδοί πολίτες κάνοντας το σχετικό χιούμορ: «Ήμασταν επί αιώνες υπό βρετανική κυριαρχία, καιρός να κυβερνήσουμε κι εμείς στο Ηνωμένο Βασίλειο».

Η ανάδειξη του Σούνακ σε ηγέτη του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ένα από τα απρόοπτα του Brexit, το οποίο έχει τη σφραγίδα της πολιτικής σκέψης του Νάιτζελ Φάρατζ και του Μπόρις Τζόνσον.

Αύξηση των μεταναστών

Το Brexit κρίθηκε σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας των προσφυγικών, μεταναστευτικών ρευμάτων που προκάλεσε με την πολιτική του ο Ερντογάν το 2015 και το 2016. Πάνω από 1 εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες ήλθαν μέσω Τουρκίας στην Ελλάδα και προωθήθηκαν στη συνέχεια σε Αυστρία, Γερμανία και Σουηδία. Ελάχιστοι από αυτούς κατέληξαν στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά δημιουργήθηκε μια εικόνα ανεξέλεγκτης εισόδου ξένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία αξιοποιήθηκε έντεχνα από τους υποστηρικτές του Brexit.

Θα περίμενε κανείς ότι μετά την επικράτηση του Brexit θα είχαν επιβληθεί αυστηροί περιορισμοί στη μετανάστευση, εφόσον αυτός ήταν ένας από τους βασικούς σκοπούς του Brexit.

Το υπουργείο Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία που έχουν σχέση με χορήγηση βίζας, ασύλου και μετανάστευσης για το δωδεκάμηνο που έληξε τον Ιούνιο του 2022. Αυτά αποκαλύπτουν μια εντυπωσιακή αύξηση της μετανάστευσης, σε σχέση με τα χρόνια που προηγήθηκαν της πανδημίας, με 1,1 εκατομμύριο βίζες να έχουν χορηγηθεί σε ανθρώπους που επιθυμούν να ζήσουν στο Ηνωμένο Βασίλειο, πάνω από μισό εκατομμύριο περισσότερες από ό,τι το δωδεκάμηνο που έληξε τον Ιούνιο του 2019, πριν από την πανδημία.

Οι χορηγήσεις βίζας έσπασαν κάθε προηγούμενο ετήσιο ρεκόρ οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι, παρά τις κυβερνητικές δεσμεύσεις για έλεγχο και περιορισμό της μετανάστευσης, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.

Από αυτούς που πήραν βίζα στο δωδεκάμηνο που έληξε τον Ιούνιο του 2022, 331.000 πήγαν στο Ηνωμένο Βασίλειο για δουλειά, 486.000 για σπουδές, 82.300 για να ενωθούν με την οικογένειά τους και 230.000 για μετεγκατάσταση.

Οι βίζες που χορηγήθηκαν για εργασία αυξήθηκαν κατά 72% σε σχέση με το 2019 και οι βίζες που χορηγήθηκαν για σπουδές κατά 71% σε σχέση με το 2019.

Τη χρονιά του Brexit, οι βίζες όλων των ειδών ήταν 446.000, αυξήθηκαν σταδιακά μέχρι το 2019 σε 539.000 για να ξεπεράσουν το 2022 το 1.100.000.

Επομένως, οι Συντηρητικοί που αγωνίστηκαν υπέρ του Brexit για να περιορίσουν τη μετανάστευση συνέβαλαν με την πολιτική τους στην αύξησή της. Πολλές από τις βίζες που χορηγήθηκαν το 2022 ήταν για καλό σκοπό. Μετεγκαταστάθηκαν 21.000 Αφγανοί οι οποίοι είχαν συνεργαστεί με τους Βρετανούς και κινδύνευαν μετά την επικράτηση των Ταλιμπάν. Ήρθαν 130.000 Ουκρανοί για να γλιτώσουν από τους κινδύνους και τις κακουχίες του πολέμου, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο υποδέχθηκε 70.000 από το Χονγκ Κονγκ, ύστερα από την επιβολή σκληρού καθεστώτος πολιτικού ελέγχου από το Πεκίνο.

Ουσιαστικά, οι Συντηρητικοί που είναι στην κυβέρνηση βγήκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση περιορίζοντας τη μετανάστευση από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης –μόλις 64.700 Ευρωπαίοι πολίτες πήραν βίζα στο δωδεκάμηνο που έληξε τον Ιούνιο του 2022– για να αυξήσουν θεαματικά τη μετανάστευση από τρίτες χώρες.

Οικονομική μυθολογία

Η δυναμική υπέρ του Brexit στηρίχθηκε στην προβολή διαφόρων οικονομικών μύθων. Η βρετανική οικονομία, απαλλαγμένη από τους περιοριστικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα γινόταν πιο δυναμική και θα κατακτούσε μεγαλύτερο μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς. Χωρίς την «κηδεμονία» των Βρυξελλών, το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποκτούσε φορολογικό πλεονέκτημα και θα απελευθέρωνε την αγορά εργασίας, συμβάλλοντας στη διεθνή ανταγωνιστικότητα των διεθνών επιχειρήσεων. Ακόμη και το εθνικό σύστημα υγείας θα εξασφάλιζε πρόσθετα δισεκατομμύρια από την κατάργηση της καθαρής συνεισφοράς του Ηνωμένου Βασιλείου στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη. Αντίθετα, το Ηνωμένο Βασίλειο βγήκε ζημιωμένο στις συναλλαγές του με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ακόμη και το πανίσχυρο Σίτι του Λονδίνου είχε κάποια μικρή φθορά σε όφελος των Ευρωπαίων ανταγωνιστών του.

Η πτώση της Λιζ Τρας, η οποία έμεινε στην πρωθυπουργία μόλις 44 ημέρες, σήμανε και το επίσημο τέλος των οικονομικών μύθων που αναπτύχθηκαν γύρω από το Brexit. Η Τρας προχώρησε σε δραστική μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, της τάξης των 45 δισεκατομμυρίων λιρών, χωρίς να φροντίσει να τις χρηματοδοτήσει με αντίστοιχες περικοπές δαπανών ή αύξηση άλλων φόρων. Δημιουργήθηκε κρίση εμπιστοσύνης με αποτέλεσμα να αντιδράσουν αρνητικά οι αγορές, να αυξηθούν τα επιτόκια δανεισμού, να χάσουν τεράστια ποσά τα συνταξιοδοτικά ταμεία και να χρειαστεί η δυναμική παρέμβαση της τράπεζας της Αγγλίας για να αποτραπεί η αποσταθεροποίησή τους.

Φεύγοντας από την πρωθυπουργική κατοικία, η Τρας έκανε την ακόλουθη δήλωση, σαν συνεπής οπαδός του Brexit: «Είχαμε ένα όραμα μιας οικονομίας με χαμηλή φορολογία και υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που θα αξιοποιούσε το πλεονέκτημα των ελευθεριών του Brexit. Αναγνωρίζω όμως ότι, δεδομένων των συνθηκών, δεν μπορώ να είμαι συνεπής στην εντολή που πήρα όταν εκλέχθηκα από το Συντηρητικό Κόμμα».

Στη μάχη που έδωσε με τη Λιζ Τρας για τη διεκδίκηση των Συντηρητικών και την πρωθυπουργία, ο Ρίσι Σούνακ εμφανίστηκε πιο μετρημένος και υπεύθυνος στις οικονομικές του υποσχέσεις. Τώρα καλείται να βάλει τάξη στα δύσκολα δημοσιονομικά του Ηνωμένου Βασιλείου και να ελέγξει έναν πληθωρισμό της τάξης του 10% που ρίχνει το πραγματικό εισόδημα των Βρετανών και προκαλεί κοινωνικές αντιδράσεις.

Ο Σούνακ έχει κι αυτός ευθύνες για τη δύσκολη οικονομική κατάσταση του Ηνωμένου Βασιλείου εφόσον υπήρξε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον. Μπορεί να ήταν πιο συγκρατημένος και υπεύθυνος από τον Τζόνσον και την Τρας, έκανε όμως ρεκόρ παροχών και διαμέσου αυτών δημοτικότητας κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Επιχειρηματολόγησε κατά του lockdown για οικονομικούς λόγους, συμβάλλοντας στη μεγάλη αύξηση των θανάτων. Δαπάνησε εκατοντάδες δισεκατομμύρια λίρες και ετεροχρόνισε τις φορολογικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων για να αντέξουν στις πιέσεις της COVID-19. Μετά από όλα αυτά, είναι δύσκολο να εμφανιστεί ως συνεπής υποστηρικτής της δημοσιονομικής ορθοδοξίας και ακόμη πιο δύσκολο να πείσει τα στελέχη των Συντηρητικών και τους ψηφοφόρους για δύσκολα μέτρα προσαρμογής.

Η εικόνα του βαθύπλουτου με την αφορολόγητη δισεκατομμυριούχο σύντροφο σίγουρα δεν τον βοηθάει στις πολιτικές του επιδιώξεις.

Η εθνική ενότητα

Ένα από τα θύματα του Brexit ήταν η ενότητα του Ηνωμένου Βασιλείου.

Οι Σκωτσέζοι ήταν δυναμικά υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θεωρούν το Brexit έναν ακόμη λόγο να ανεξαρτητοποιηθούν από το Ηνωμένο Βασίλειο. Η κυβέρνηση της Σκωτίας προωθεί «συμβουλευτικό δημοψήφισμα» για την ανεξαρτησία που θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο του 2023 χωρίς την έγκριση του Βρετανικού Κοινοβουλίου. Υπάρχει θέμα συνταγματικότητας του δημοψηφίσματος, αλλά οι Σκωτσέζοι εθνικιστές δείχνουν αποφασισμένοι να δοκιμάσουν την τύχη τους.

Κατά την άποψή μου, μεγαλύτερος είναι ο μεσοπρόθεσμος κίνδυνος για την ενότητα του Ηνωμένου Βασιλείου από τη Βόρεια Ιρλανδία. Έχει περιέλθει σε οικονομική παρακμή και η σύγκρουση του Λονδίνου με τις Βρυξέλλες γύρω από τις εμπορικές ρυθμίσεις που διέπουν το Brexit οδηγεί σε πολιτικές εντάσεις στη Βόρεια Ιρλανδία και σε κυβερνητική παράλυση, με τους Ενωτικούς Προτεστάντες να μποϊκοτάρουν την από κοινού διακυβέρνηση με τους Καθολικούς. Οι τελευταίοι αποκτούν με το πέρασμα του χρόνου αριθμητικό και πολιτικό πλεονέκτημα και ενισχύεται ο πειρασμός να διεκδικήσουν, όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, την ένωση με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, η οποία έχει αναπτυχθεί σημαντικά και θεωρείται μία από τις μεγάλες οικονομικές επιτυχίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η τελευταία ελπίδα

Πλεονέκτημα του Ρίσι Σούνακ είναι η πολιτική αδυναμία των Συντηρητικών. Βρίσκονται πολύ πίσω στις δημοσκοπήσεις από τους Εργατικούς, ορισμένες εμφανίζουν την ψαλίδα στις 25-30 μονάδες, και έχουν κίνητρο να εξαντλήσουν την πενταετία μέχρι τον Ιανουάριο του 2025, για να διεκδικήσουν ένα καλό εκλογικό αποτέλεσμα.

Ο Σούνακ δεν έχει το κλασικό προφίλ του Brexiteer, αν και υπήρξε συνεπής υποστηρικτής του Brexit. Καλείται να πάρει δύσκολα οικονομικά μέτρα, με την κυβέρνησή του να έχει πρόβλημα δημοτικότητας. Δεν έχει την εντολή του βρετανικού λαού ούτε καν των μελών του Συντηρητικού Κόμματος. Είναι ζήτημα να ελέγχει το 1/3 της κοινοβουλευτικής ομάδας, ενώ είναι φανερό ότι ο Μπόρις Τζόνσον θα κάνει ό,τι μπορεί για να τον υπονομεύσει, γιατί με την παραίτησή του από τη θέση του υπουργού Οικονομικών ο Σούνακ συνέβαλε στη δική του πτώση.

Θα έλεγε κανείς ότι βρίσκεται αντιμέτωπος με μια κατάσταση που είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαχειριστεί. Έχει όμως ένα σημαντικό πλεονέκτημα, την επίγνωση των Συντηρητικών ότι βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση και πως, εάν τον αμφισβητήσουν, θα υποχρεωθούν να πάνε σε εκλογές στις οποίες θα συντριβούν.

Θεωρώ ότι ο Σούνακ εκφράζει μια «παγκόσμια Βρετανία» αλλά όχι με τον τρόπο που την είχαν στον νου τους οι πρωτεργάτες του Brexit. Το γεγονός ότι είναι παιδί Ινδών μεταναστών και παντρεμένος με Ινδή δισεκατομμυριούχο αναδεικνύει την πολυπολιτισμικότητα της πρώην αυτοκρατορίας που θα μπορούσε να στηρίξει, υπό προϋποθέσεις, την οικονομική ανάπτυξη του Ηνωμένου Βασιλείου. Άλλωστε, η Ινδία αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή στην ψηφιακή οικονομία και σε άλλους τομείς, ενώ λειτουργεί από στρατηγική άποψη σαν αντίβαρο στην ενισχυμένη επιρροή της Κίνας.

Το πρόβλημα του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ότι δυσκολεύεται να μετατρέψει τους παραδοσιακούς δεσμούς της πρώην αυτοκρατορίας και της Κοινοπολιτείας σε οικονομικό πλεονέκτημα. Είναι πιθανό να το επιχειρήσει ο Σούνακ με έναν τρόπο που θα ξεφεύγει από την παραδοσιακή σκέψη των υποστηρικτών του Brexit.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει την πολυτέλεια να χαρεί από τις δυσκολίες και τις επιπλοκές που έχει το Brexit για το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η πολυδιάστατη κρίση που προκαλεί αναδεικνύει την στρατηγική σημασία που έχει το Ηνωμένο Βασίλειο για την Ευρωπαϊκή ασφάλεια και οικονομία. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι Βρετανοί είναι υποδειγματικοί σε ό,τι αφορά τη στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία και δίνουν σε αυτό το ζήτημα το καλό παράδειγμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27.