Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής: Η ανάκαμψη είναι εύθραυστη - Free Sunday
Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής: Η ανάκαμψη είναι εύθραυστη

Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής: Η ανάκαμψη είναι εύθραυστη

Η διαφαινόμενη ανάκαμψη είναι εύθραυστη και θα διακοπεί αν η χώρα εγκαταλείψει το μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων ή υπάρξει πολιτική αστάθεια, επισημαίνει το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής, όπως μεταδίδει ο ΣΚΑΪ.

Επίσης χαρακτηρίζει ως θετικό βήμα την χθεσινή έκδοση ομολόγου και την ερμηνεύει ως μία κίνηση από πλευράς της κυβέρνησης ότι θα εκπληρώσει τις τρέχουσες συμφωνίες. "Σε διαφορετική περίπτωση θα υπάρξει επιστροφή σε συνθήκες ύφεσης, κοινωνικές εντάσεις και δυσκολίες στην χρηματοδότηση από τις αγορές".

Οι οικονομολόγοι του γραφείου προϋπολογισμού υπογραμμίζουν την ανάγκη θεσμικής ανασυγκρότησης της χώρας καθώς, όπως λένε, "η βαθιά και παρατεταμένη ύφεση, απελευθερώνει αντιλήψεις που δεν συμβιβάζονται με τις βασικές αρχές τις σύγχρονης δημοκρατίας".

Στην έκθεση προβλέπεται θετικός ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ της τάξης του 1,5-1,6%, μικρότερος του προβλεπόμενου στον κρατικό προϋπολογισμό μερικούς μήνες πριν. Όπως σημειώνεται, ενώ το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης αισιοδοξεί ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης θα φθάσει το 2% το 2017 και το 2018 το 3%, η διαφαινόμενη ανάκαμψη είναι εύθραυστη.

«Για να το διατυπώσουμε χωρίς περιστροφές, θα διακοπεί αν η χώρα εγκαταλείψει το μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων. Το ίδιο θα συμβεί αν υπάρξει πολιτική αστάθεια», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, τονίζεται ότι η οικονομική πορεία τα τελευταία δύο χρόνια ήταν καλύτερη από όσο πολλοί πρόβλεπαν, μολονότι αυτό ουδόλως δικαιολογεί το κόστος όσων συνέβησαν το πρώτο εξάμηνο του 2015.

Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, η έξοδος στις αγορές, για να έχει συνέχεια, προϋποθέτει ισχυρή οικονομική μεγέθυνση με διάρκεια. Ενδεικτικά, αν υποθέσουμε ότι έχουμε οικονομική μεγέθυνση σε χρηματικούς όρους της τάξης του 2% για τα επόμενα δέκα χρόνια, τότε με βάση την υπάρχουσα συζήτηση για το ύψος των δημοσιονομικών πλεονασμάτων, το ύψος των χρηματοοικονομικών αναγκών για πληρωμή τόκων θέτει μικρές, διαχειρίσιμες αλλά υπαρκτές δοκιμασίες. Προϋποθέτει επίσης ότι γίνεται κατανοητό ότι μόνο επιμέρους και σταδιακές αλλαγές μπορούν να γίνουν στις συνιστώσες του δημοσιονομικού πλεονάσματος, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Συναφώς, η συζήτηση για το «μείγμα οικονομικής πολιτικής» πρέπει πλέον να κινηθεί μακριά από το «μακρο-επίπεδο». Με άλλα λόγια πρέπει να γίνουν σημαντικές αλλαγές κυρίως στη σύνθεση των δαπανών και των φόρων – πολλές από τις οποίες προδιαγράφει το συμπληρωματικό μνημόνιο. Όλα αυτά -με τη σειρά τους- προϋποθέτουν αλλαγή των αντιλήψεων για τις δαπάνες και τους φόρους.

Σε ότι αφορά την οικονομική συγκυρία, στην έκθεση γίνεται λόγος για «πρώιμες ενδείξεις ήπιας ανάκαμψης», τονίζεται ωστόσο ότι οι συστημικοί κίνδυνοι παραμένουν. Με δεδομένη την ένδειξη ότι έχει κλείσει ο κύκλος της βαθιάς ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, αλλά και την υπερ-επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων (πρωτογενές πλεόνασμα), είναι κρίσιμο οι προσπάθειες πλέον να μετατοπισθούν στη βελτίωση των συνθηκών στην «πραγματική οικονομία», προκειμένου η ελληνική οικονομία να ξεφύγει από τη στασιμότητα που βρίσκεται την τελευταία τριετία (2014 – 2016), σημειώνεται.

Επιπρόσθετα, το Γραφείο απευθύνει έκκληση να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες για να καλυφθούν οι απώλειες τις κρίσης. Σε αυτό το πλαίσιο, χρειάζονται επενδύσεις πάνω από €100 δισ. μέχρι το 2022. Είναι σαφές, ότι αυτό το ποσό μπορεί να καλυφθεί μόνο μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Για να πραγματοποιηθούν όμως οι ιδιωτικές επενδύσεις, θα πρέπει να αρθούν παράγοντες που αποτελούν τροχοπέδη, όπως:

  • Η φορολογική πολιτική (υψηλή φορολογία, συχνές αλλαγές στο φορολογικό καθεστώς) που εφαρμόζεται αποτελεί αντικίνητρο για επενδύσεις.
  • Η άρση της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια (μείωση ρευστότητας, δανειοδοτήσεων, καθυστερήσεις στις επιστροφές ΦΠΑ, επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων) η οποία προκαλεί πολύ σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων, κάτι που προφανώς επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ελληνική οικονομία καθώς και τις προοπτικές για έξοδο από την κρίση.
  • Η βελτίωση της λειτουργίας της Δημόσιας διοίκησης.
  • Η ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης

«Ο δρόμος για την κανονικότητα θα είναι μακρύς και όλα δείχνουν ότι το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας της Ελλάδας δεν θα έλθει το 2018, παρά την σχετική αύξηση των βαθμών ελευθερίας στην άσκηση πολιτικής. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε πώς αυτό που πολλές φορές αποκαλείται ‘εποπτεία’ στο δημόσιο λόγο, χρησιμοποιείται ως άλλοθι για τη μετάθεση ευθυνών σε άλλους στην άσκηση πολιτικής. Επίσης, δεν έχει γίνει κατανοητό ότι η λεγόμενη 'πολυμερής εποπτεία' είναι μέρος των νέων συνθηκών που διαμόρφωσε η ίδια η ευρωπαϊκή ενοποίηση, δηλαδή της θεμελιώδους αλλαγής της έννοιας της 'εθνικής κυριαρχίας'», αναφέρεται.