Ν. Αθανασίου: Η μείωση του αναγνωστικού κοινού είναι επιδημία χειρότερη από τον COVID-19 - Free Sunday
Ν. Αθανασίου: Η μείωση του αναγνωστικού κοινού είναι επιδημία χειρότερη από τον COVID-19

Ν. Αθανασίου: Η μείωση του αναγνωστικού κοινού είναι επιδημία χειρότερη από τον COVID-19

«Όσοι δημοσιογράφοι είναι απλώς πειθήνια όργανα εκτέλεσης εντολών συγκαταλέγονται στους δολοφόνους της δημοσιογραφίας και θα έχουν την τύχη της στυμμένης λεμονόκουπας», λέει στη Free Sunday o βετεράνος δημοσιογράφος και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ από το 2012, Νάσος Αθανασίου, σε μία συζήτηση με αφορμή το νέο του βιβλίο «Το έγκλημα που αρέσει: Δολοφονώντας τη δημοσιογραφία», που εγκαινιάζει τη σειρά «Τετράδια της δημοσιογραφίας» των Εκδόσεων Νίκας.

Λίγο πριν από την παρουσίαση του βιβλίου, το βράδυ του Σαββάτου 18 Σεπτεμβρίου στο Φεστιβάλ Βιβλίου, στο Ζάππειο, ο κ. Αθανασίου δίνει ως παραδείγματα μιας δημοσιογραφίας που είναι ψηλά, το φως που έριξε ο Βούλτεψης στη δολοφονία Λαμπράκη και την αποκάλυψη από την Washington Post των σφαγών στο Βιετνάμ, ενώ χαρακτηρίζει εξευτελισμό τις «δουλειές του πεντακοσάρικου» στα μέσα ενημέρωσης.

«To έγκλημα που αρέσει: Δολοφονώντας τη δημοσιογραφία»: Ποιο είναι το ακροατήριο στο οποίο αρέσει η δολοφονία της δημοσιογραφίας;

Αυτή η δολοφονία αρέσει στα μεγάλα πλήθη. Οι εκδότες την υποθάλπουν, διότι θέλουν να πουλήσουν. Δείτε, όμως. Ο αριθμός των πωλήσεων κατρακυλά διαρκώς. Άρα, ούτε από εμπορική άποψη συμφέρει η δολοφονία. Οι εκδοτικοί οίκοι πτωχεύουν. Στην Ελλάδα το αναγνωστικό κοινό λιγοστεύει, σε λίγο δεν θα υπάρχει πια ως οικονομική αξία. Αυτή είναι μια επιδημία χειρότερη εκείνης του COVID-19, αλλά κανείς δεν ασχολείται με αυτήν.

Θα μπορούσε κάποιος να σας πει ότι μιλάτε εκ του ασφαλούς διότι δεν βιοπορίζεστε πλέον από τη δημοσιογραφία, άρα ο σχολιασμός δεν ενέχει προσωπικά ρίσκα...

Άρα, μου λέτε ότι σήμερα ο δημοσιογράφος για να βγάλει το ψωμί του από τη δημοσιογραφία, πρέπει να ανέχεται και τον δικό του βιασμό και τον βιασμό εκείνης. Σε αυτόν τον ισχυρισμό η ζωή έχει ήδη δώσει την απάντησή της. Οι θέσεις εργασίας στον κλάδο μας μειώνονται. Αυτές που έχουν σωθεί είναι του πεντακοσάρικου. Πόσο περισσότερο να ξεφτιλιστούμε;

Αναλύετε την εμπορική επιτυχία των πρωταιτίων της δολοφονίας. Είναι η εμπορική επιτυχία που καθορίζει το κίνητρο;

Κατ’ αρχήν, το βιβλίο δεν αναφέρεται παρά εμμέσως στον επαρχιωτισμό της σημερινής δημοσιογραφίας στην Ελλάδα. Βασίζεται σε αυτά που ξεκίνησαν στις ΗΠΑ και στη Βρετανία και σταδιακά απλώθηκαν σε ολόκληρο τον πλανήτη. Στις σελίδες του περιέχεται το κλασικό σύστημα δημοσιογραφίας. Θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς βιβλίο της Α΄ Δημοτικού για τη δημοσιογραφία. Από την πρώτη κιόλας σελίδα επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα «τι είναι δημοσιογραφία;». Δεν βασίζομαι μόνο σε ιδέες δικές μου, αλλά σε αξιώματα που έχουν επαληθευτεί κατά τους τελευταίους τρεις αιώνες. Με άλλα λόγια, εγώ είμαι νάνος, αλλά κάθομαι στους ώμους γιγάντων. Το πρώτο κεφάλαιο φέρει τον τίτλο «Η ιερότητα των γεγονότων». Όσοι δεν πιστεύουν σε αυτή την ιερότητα μπορεί να κάνουν κάτι «επιτυχημένο» στη ραδιοτηλεόραση ή στην εφημεριδογραφία, αλλά αυτό το «επιτυχημένο» δεν είναι δημοσιογραφία. Είναι κάτι άλλο, που τους το χαρίζω.

Στο βιβλίο σας θέτετε το ερώτημα «γιατί τόσο χαμηλά». Πότε ήταν που η δημοσιογραφία ήταν «μόνο ψηλά»;

Όταν ο Βούλτεψης έριχνε φως στη δολοφονία Λαμπράκη και όταν η Washington Post αποκάλυπτε τις σφαγές στο Βιετνάμ. Αναφέρω μόνο δύο παλιά παραδείγματα. Υπάρχουν χιλιάδες. «Μόνο ψηλά» δεν είναι ποτέ τίποτα και κανείς. Προσέξτε, όμως. Ως επί το πλείστον η δημοσιογραφία στάθηκε ψηλά πολλές φορές στο παρελθόν, και σε ορισμένες χώρες εξακολουθεί να στέκεται ψηλά. Διαβάστε New York Times.

Είναι η πολιτική θεατής της δολοφονίας; Μπορεί να την αποτρέψει ή σιωπά γιατί τη διευκολύνουν η απαξίωση των μέσων και η αδιαμεσολάβητη επαφή με τον πολίτη;

Αυτή είναι μια αλήθεια που οι δημοσιογράφοι δεν έχουμε ηθικό δικαίωμα να τη χρησιμοποιήσουμε ως άλλοθι. Μόνοι μας βγάζουμε τα μάτια μας. Σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου εξετάζεται αν τα tabloids προκάλεσαν το Brexit. Αναφέρω πολλά στοιχεία υπέρ της καταφατικής απάντησης. Αναφέρω επίσης ότι ο σημερινός πρωθυπουργός της Βρετανίας απολύθηκε όταν ως δημοσιογράφος συνελήφθη να ψευδολογεί. Υπάρχει και το καλό και το κακό. Οι δημοσιογράφοι καλούνται να διαλέξουν.

Και οι δημοσιογράφοι; Είναι απλώς πειθήνια όργανα εκτέλεσης εντολών;

Όσοι είναι συγκαταλέγονται στους δολοφόνους της δημοσιογραφίας. Νομίζουν ότι έτσι θα επιβιώσουν, αλλά κάποιος πρέπει να τους προειδοποιήσει ότι έτσι θα μείνουν μια ώρα αρχύτερα άνεργοι, έχοντας την τύχη της στυμμένης λεμονόκουπας.

Όμως, όσο κι αν συζητάμε την υπερσυγκέντρωση των μέσων σε λίγα και ισχυρά χέρια, η σύγχρονη τεχνολογία επιτρέπει τη διάδοση μιας είδησης και μιας γνώμης, όσο κι αν θα ήθελαν τα media ή η πολιτική να την αποσιωπήσει...

Αυτή η καραμέλα έχει λιώσει πια.

Η σύγχρονη τεχνολογία δεν διαφέρει σε τίποτα από ένα μαχαίρι π.χ. του 14ου ή του 15ου αιώνα. Με το μαχαίρι μπορείς ή να σκοτώσεις κάποιον ή να φτιάξεις ένα θαυμάσιο τέμπλο σε μια εκκλησία. Quiz: Ποιος μεγάλος γκουρού της τεχνολογίας το είπε αυτό;

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Γιατί τόσο χαμηλά; Ποιοι ευθύνονται;

Ο Νάσος Αθανασίου γράφει για τη δημοσιογραφία που δολοφονείται κάθε μέρα, κάθε ώρα, σχεδόν παντού στον πλανήτη, δηλαδή για ένα ειδεχθές έγκλημα που αρέσει στον κόσμο και, επειδή ακριβώς του αρέσει, γίνεται συνένοχος.

Ο συγγραφέας κατονομάζει τους πρωταίτιους αυτής της δολοφονίας και αναλύει την εμπορική επιτυχία τους. Το φαινόμενο βρίσκει επιστημονική εξήγηση στην πολιτική ψυχολογία, αλλά για την ώρα δεν βρίσκει εκεί τη θεραπεία του. Το αντίθετο συμβαίνει: Εκεί βρίσκουν τις λύσεις τους οι καταστροφείς. Από εκεί, από την επιστήμη, οι σύγχρονοι βάρβαροι αντλούν την έμπνευση και τις τεχνικές για να εξακολουθήσουν πιο επιθετικά αυτή τη νέα μορφή κατάκτησης και κατοχής των κοινωνιών:

Η μελέτη αναφέρεται κυρίως στην παγκόσμια διάσταση του φαινομένου. Η ελληνική πτυχή, καρκινογόνος κι αυτή αλλά κουκίδα στην υδρόγειο, δεν μπορεί ακόμη να σκοτώσει παρά μόνον την Ελλάδα, ενώ η επικοινωνιακή δύναμη μεγάλων εταιριών «ενημέρωσης» και θεάματος αφανίζει ήδη ηπείρους.

Ποιοι τελειοποίησαν στις ημέρες μας τη δημοσιογραφική μηχανή κοινωνικού θανάτου; Τα ονόματα υπάρχουν, δεν έχουμε παρά να τα αναφέρουμε. Οι δράστες της δολοφονίας παραχωρούν συνεντεύξεις, φωτογραφίζονται στις επαύλεις τους, ομολογούν τα πάντα καμαρώνοντας για την ενοχή τους· και τα θύματα δεν καταλαβαίνουν πως είναι θύματα.