Γ.Κωνσταντινίδης, αν. Καθηγητής ΠΑΜΑΚ: «Η παρατεταμένη ένταση με την Τουρκία ευνοεί τη ΝΔ» - Free Sunday
Γ.Κωνσταντινίδης, αν. Καθηγητής ΠΑΜΑΚ: «Η παρατεταμένη ένταση με την Τουρκία ευνοεί τη ΝΔ»

Γ.Κωνσταντινίδης, αν. Καθηγητής ΠΑΜΑΚ: «Η παρατεταμένη ένταση με την Τουρκία ευνοεί τη ΝΔ»

Η ακριβής ημερομηνία των εκλογών έχει μια πολιτική σημασία και δεν είναι μόνο τεχνικό θέμα που συναρτάται μόνο με αργίες, διακοπές ή πανελλαδικές, επισημαίνει ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Γιάννης Κωνσταντινίδης, ο οποίο καταγράφει την κατάσταση των δύο μεγάλων κομμάτων στην τελική ευθεία προς τις κάλπες.

 

ΧΜ: Οι δημοσκοπήσεις στην αρχή της τελευταίας ευθείας για τις κάλπες επιμένουν να καταγράφουν σημαντική υπεροχή της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι τελικά πολιτικό ή αριθμητικό μέγεθος η διαφορά στις μετρήσεις μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ;

ΓΚ: Όντως, η ΝΔ διατηρεί ένα σαφές προβάδισμα επί του ΣΥΡΙΖΑ σε όλη την περίοδο από τις τελευταίες εκλογές μέχρι σήμερα. Ένα προβάδισμα που δεν δείχνει να περιορίζεται ουσιαστικά ούτε και στις χειρότερες για την κυβέρνηση στιγμές, όπως αυτές της αποκάλυψης των παρακολουθήσεων του κινητού του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ από την ΕΥΠ το καλοκαίρι ή των παραλείψεων που οδήγησαν στον εγκλωβισμό οδηγών στην Αττική Οδό τον περασμένο Ιανουάριο. Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να προσελκύσει δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της ΝΔ του 2019, ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, μαρτυρά την εγγενή αδυναμία του να παρουσιαστεί ως καλύτερος διαχειριστής της εξουσίας. Υπό την έννοια αυτή, δεν είναι η αυστηρά μαθηματική απόσταση που τον χωρίζει από τη ΝΔ αυτή που μετράει –άλλωστε το πιθανότερο είναι πως αυτή θα μειωθεί καθώς τα περιθώρια συσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ είναι περισσότερα και η εμπειρία του 2019 έχει δείξει ότι η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται την έσχατη στιγμή– αλλά η πολιτική απόσταση που τον χωρίζει από τον ρόλο του αντικαταστάτη της ΝΔ. Όσο δεν πετυχαίνει να πείσει ότι θα είναι ένας καλύτερος αντικαταστάτης της ΝΔ, δεν μπορεί να προσελκύσει ψηφοφόρους της ΝΔ του 2019 και αυτός είναι ο μόνος δρόμος να πετύχει την εκλογική νίκη.

ΧΜ: Είναι η σταθερή υπεροχή του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη έναντι του Αλέξη Τσίπρα κομμάτι της ερμηνείας του σταθερού προβαδίσματος της ΝΔ;

ΓΚ: Υποθέτω ότι τεκμαίρετε την υπεροχή αυτή από την κλασική ερώτηση καταλληλότητας που καταγράφεται στις περισσότερες μετρήσεις της κοινής γνώμης. Προσωπικά, βρίσκω αυτήν την ερώτηση προβληματική, για τον απλούστατο λόγο ότι το περιεχόμενο της έννοιας της καταλληλότητας δεν ορίζεται καθολικά. Κάποιος μπορεί να θεωρεί πιο κατάλληλο αυτόν που είναι πιο έντιμος ή πιο προσιτός στον μέσο πολίτη, ενώ κάποιος άλλος μπορεί να θεωρεί πιο κατάλληλο αυτόν που είναι πιο εργατικός ή πιο επιδραστικός στο περιβάλλον του. Ως προς ορισμένα από αυτά τα χαρακτηριστικά, ο Αλέξης Τσίπρας αξιολογείται θετικότερα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Απαντώντας λοιπόν στο ερώτημά σας, θα έλεγα ότι το πρόσωπο του κ. Μητσοτάκη δεν είναι η βασική ερμηνευτική μεταβλητή πίσω από το επίμονο δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ, πολύ περισσότερο σήμερα που η ταύτιση του Κυριάκου Μητσοτάκη με την έννοια της «αριστείας» έχει διαρραγεί ως συνέπεια της αποκάλυψης σκανδάλων. Η υστέρηση του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται στη δική του αδυναμία να πείσει ότι δεν είναι απλώς ένα κόμμα αντίδρασης που αρκείται στη δημιουργία εντάσεων. Αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να ήταν χρήσιμα κατά την περίοδο 2012-2015 ή όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα μικρό κόμμα. Σήμερα δεν είναι αρκετά.

ΧΜ: Και όμως ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να ποντάρει στην ένταση. Εσείς πιστεύετε ότι θα αλλάξει στρατηγική στον δρόμο προς τις κάλπες; Και αν ναι, θα τον βοηθούσε κάτι τέτοιο να ανακάμψει έναντι της ΝΔ;

ΓΚ: Πράγματι, ακολουθεί το ίδιο αντιπολιτευτικό μοτίβο με αυτό της περιόδου προ του 2015, όταν όμως το αιφνιδιασμένο από τις οικονομικές εξελίξεις εκλογικό σώμα ακολουθούσε χωρίς δεύτερη σκέψη τα «λόγια της οργής». Εκτιμώ ότι αυτό δεν είναι αρκετό σήμερα. Όχι γιατί δεν συντρέχουν λόγοι κοινωνικής οργής, αλλά γιατί το πλαίσιο εκλογικού ανταγωνισμού που διαμορφώνει η απλή αναλογική απαιτεί μια ηπιότερη, πιο συνεργατική και εντέλει πιο διαχειριστική προσέγγιση. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να ήταν ο πρώτος που θα ακολουθούσε έναν τέτοιο δρόμο, καθώς ήταν εκείνος που προώθησε την απλή αναλογική και συνάμα το μοντέλο διακυβέρνησης που αυτή συνεπάγεται. Όσο δεν το κάνει, ανταποκρινόμενος απλώς στις ευθείες επικοινωνιακές προκλήσεις της ΝΔ για το «συριζαϊκό παρελθόν», χάνει το πλεονέκτημα του μετριοπαθούς και υπεύθυνου εταίρου μιας κυβέρνησης συνεργασίας.

ΧΜ: Με ποιον θα έκανε μια τέτοια συνεργασία, αν ακολουθούσε τον δρόμο που περιγράφετε; Γενικότερα το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης μετά τις εκλογές που έρχονται θα κριθεί από τους αριθμούς ή από την πολιτική βούληση;

ΓΚ: Η υιοθέτηση της στρατηγικής του «μετριοπαθούς δυνητικού εταίρου» από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είχε ως πρωταρχικό στόχο την προσέγγιση με άλλα κόμματα, αλλά τη διάψευση της εικόνας που επιχειρεί συστηματικά να δημιουργήσει για αυτόν η ΝΔ. Την εικόνα ενός κόμματος-παρία που δεν έχει θέση στην κανονικότητα ενός δικομματικού συστήματος. Η επιτυχημένη κατασκευή αυτής της εικόνας, ήδη προ του 2019, ή με άλλα λόγια αυτό που συχνά αποκαλούμε η συντήρηση του «αντί-ΣΥΡΙΖΑ συναισθήματος», καθηλώνει τον ΣΥΡΙΖΑ σε χαμηλά ποσοστά. Ο απεγκλωβισμός του ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση στην οποία τον έχει τοποθετήσει η ΝΔ θα βελτίωνε στην κάλπη τις δημοσκοπικές επιδόσεις του, οι οποίες σήμερα δεν του επιτρέπουν τη δυνατότητα να ελέγξει το παιχνίδι των διερευνητικών εντολών. Οι εκλογές της απλής αναλογικής δείχνουν ότι θα φέρουν σε κομβικό ρόλο το ΠΑΣΟΚ, καθώς πέραν των επιλογών ενός μεγάλου συνασπισμό ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ ή ενός τετρακομματικού συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ - ΚΚΕ - ΜΕΡΑ25 –επιλογών μάλλον ανεδαφικών– η μόνη άλλη επιλογή που θα επιτρέπουν τα μαθηματικά της κατανομής των εδρών θα είναι εκείνη της συνεργασίας ΝΔ - ΠΑΣΟΚ. Εκτιμώ ότι κανένα από τα δύο κόμματα δεν θα προτιμά πολιτικά τη συνεργασία αυτή σε σύγκριση με την προοπτική μιας νέας αναμέτρησης και συνεπώς οι δεύτερες κάλπες θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες.

ΧΜ: Όλη σας η ανάλυση στηρίζεται σε συγκεκριμένα δημοσκοπικά δεδομένα, τα οποία προφανώς προβλέπουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ηττηθεί καθαρά από τη ΝΔ. Ο Αλέξης Τσίπρας ωστόσο έχει δηλώσει δημοσίως ότι δεν εμπιστεύεται τις δημοσκοπήσεις. Πού θα αποδίδατε την άρνησή του αυτή; Είναι μια μορφή πίεσης προς τις εταιρείες δημοσκοπήσεων από την οποία προσδοκά οφέλη;

ΓΚ: Η αμφισβήτηση του αγγελιοφόρου που φέρνει μια κακή είδηση είναι πάγια αντίδραση όχι μόνο στον χώρο της πολιτικής, αλλά και στις καθημερινές κοινωνικές μας επαφές. Φοβάμαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς, αυτό-τροφοδοτούμενος μάλιστα με το επιχείρημα των κακών προβλέψεων των εταιρειών δημοσκοπήσεων για τις επιδόσεις του στο παρελθόν. Πράγματι, το ποσοστό του 2019 υποεκτιμήθηκε, καθώς η συσπείρωσή του τις τελευταίες μέρες πριν από την κάλπη υπήρξε δυναμική. Βεβαίως, το αποτέλεσμα του ντέρμπι μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων προβλέφθηκε σωστά. Ακόμα σημαντικότερο, στις δύο αναμετρήσεις του 2015, όσο και στο δημοψήφισμα του 2015, υπήρξαν μετρήσεις που αποτύπωσαν πεντακάθαρα τόσο τις επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και την άνετη επικράτηση του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα. Ακόμα και αν υπήρξαν αστοχίες από κάποιες εταιρείες στο παρελθόν, η σταθερή άρνηση των ευρημάτων των δημοσκοπήσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι δικαιολογημένη, γιατί απλούστατα το επιχείρημα περί καθολικής αποτυχίας του κλάδου στο παρελθόν δεν είναι αληθές. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποια στόχευση πίσω από αυτήν τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ, φοβάμαι ότι πρόκειται για μια εδραιωμένη πλέον εμμονή που έρχεται και επανέρχεται ασυνείδητα στον λόγο του κόμματος.

ΧΜ: Πάντως στις πρώτες μετρήσεις μετά την αποκάλυψη των υποκλοπών σε βάρος του Νίκου Ανδρουλάκη, η επίδοση της ΝΔ καταγράφηκε χαμηλότερη. Πώς κέρδισε αυτό το χαμένο έδαφος η κυβέρνηση; Υπήρξε κομβική η αντιπαράθεσή της με την Τουρκία;

ΓΚ: Δεν ήταν ιδιαιτέρως σημαντικές οι απώλειες για τη ΝΔ στις αρχές Σεπτεμβρίου, κυρίως γιατί επρόκειτο για εφήμερες επιλογές εξόδου από την κάλπη, δηλαδή αποχής, ορισμένων ψηφοφόρων της ΝΔ του 2019. Η δήλωση αποχής δεν είναι πάντα μια σταθερή δήλωση στον χρόνο και συνεπώς η κάλυψη αυτού του μικρού ποσοστού απωλειών από τη ΝΔ ήταν πάντα εντός των δυνατοτήτων της. Όταν ένας ψηφοφόρος σου δεν έχει εισχωρήσει σε κάποιο άλλο κομματικό στρατόπεδο, αλλά κρατά απλώς αποστάσεις λόγω δυσαρέσκειας, τότε είναι εύκολο να τον κερδίσεις εκ νέου λόγω μιας συγκυρίας. Και η παρατεταμένη ένταση με την Τουρκία είναι μια τέτοια συγκυρία που ευνοεί τη ΝΔ, τόσο γιατί βρίσκεται στην κυβέρνηση και συνεπώς κερδίζει από τη γενικότερη συσπείρωση «γύρω από τη σημαία», όσο και επειδή ο αρχηγός της εκλαμβάνεται από την κοινή γνώμη ως έχων καλύτερες προσβάσεις στα διεθνή κέντρα αποφάσεων, ιδιότητα που σε συνθήκες ελληνοτουρκικής έντασης κρίνεται ως ιδιαιτέρως σημαντική.

ΧΜ: Μιλήσατε για τη σημασία της συγκυρίας. Θεωρείτε ότι η ακριβής ημερομηνία των εκλογών μπορεί να αποβεί ζήτημα πολιτικής σημασίας, με την έννοια ότι μπορεί η τότε συγκυρία να επιδράσει στις επιλογές ψήφου, ή είναι απλώς ένα τεχνικό θέμα;

ΓΚ: Η επίδραση μιας συγκυρίας στην εκλογική συμπεριφορά δεν είναι ποτέ προβλέψιμη. Τον Μάρτιο του 2004, το κυβερνών ισπανικό Λαϊκό Κόμμα έχασε από τα χέρια του τη νίκη όταν τρεις μέρες πριν από τις κάλπες η Αλ-Κάιντα ανατίναξε επιβατικά τρένα στον σταθμό της Μαδρίτης. Τον Σεπτέμβριο του 2002, οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες, όντας επίσης στην κυβέρνηση, κέρδισαν τις εκλογές που όλοι θεωρούσαν χαμένες για αυτούς όταν τεράστιες εκτάσεις γύρω από τον ποταμό Έλβα πλημμύρισαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Έντονα συμβάντα μπορούν να επιφέρουν ανατροπές, κυρίως όταν απαιτούν γρήγορα ανακλαστικά διαχείρισης από τις κυβερνήσεις. Φυσικά, κάθε κυβέρνηση επιδιώκει να ελέγξει τη συγκυρία των εκλογών. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει επιλέξει ως χρόνο διεξαγωγής των εκλογών τον Μάιο του 2023, προφανώς ελπίζοντας ότι δε θα ανακύψει κάποια δύσκολη συγκυρία τον μήνα εκείνο, διότι σε αυτήν την περίπτωση θα έχει εξαντλήσει και τον χρόνο της. Συνεπώς, η ακριβής ημερομηνία έχει μια πολιτική σημασία και δεν είναι μόνο τεχνικό θέμα που συναρτάται μόνο με αργίες, διακοπές ή πανελλαδικές.