Μ.Σαρηγιαννίδης, αν. καθ. Διεθνούς Δικαίου ΑΠΘ «Οι ρηγματώσεις στον γαλλογερμανικό άξονα προκαλούν ανησυχία για την Ε.Ε.» - Free Sunday
Μ.Σαρηγιαννίδης, αν. καθ. Διεθνούς Δικαίου ΑΠΘ  «Οι ρηγματώσεις στον γαλλογερμανικό άξονα προκαλούν ανησυχία για την Ε.Ε.»

Μ.Σαρηγιαννίδης, αν. καθ. Διεθνούς Δικαίου ΑΠΘ «Οι ρηγματώσεις στον γαλλογερμανικό άξονα προκαλούν ανησυχία για την Ε.Ε.»

«Εξετάζοντας τη μεγαλύτερη εικόνα, η Ρωσία μάλλον θα καταφέρει να διασφαλίσει τα τετελεσμένα και θα διαπραγματευθεί από θέση ισχύος, αφού βέβαια θα έχει πληρώσει πολύ βαρύ τίμημα. Σε αυτή την περίπτωση, στην άλλη πλευρά του τραπεζιού μάλλον δεν θα κάθεται ο Ζελένσκι», επισημαίνει ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης.

 

Πριν από 100 χρόνια, ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ μας είχε ενημερώσει ότι «ουδέν νεότερο από το δυτικό μέτωπο» υπήρχε. Τώρα, εννέα μήνες μετά την έναρξη του πολέμου, δεν έχουμε κανένα νεότερο ούτε από το ανατολικό μέτωπο…

Που στο πνεύμα του κορυφαίου αντιπολεμικού έργου του Ρεμάρκ σημαίνει πως ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει γίνει καθημερινότητα και περίπου συνήθεια, ενώ άνθρωποι εξακολουθούν να σκοτώνονται. Επομένως, η πιο σταθερή και επίμονη υπόμνηση σε κάθε ευκαιρία πρέπει να είναι πως ο πόλεμος είναι οργανωμένη βαρβαρότητα. Αν ως τέτοια, πάψει να μας σοκάρει και να μας αφυπνίζει, τότε έχουμε επιλέξει τον δρόμο της ηθικής αδιαφορίας και της έκπτωσης από τα ορθολογικά και ουμανιστικά κεκτημένα που έχουν θεμελιώσει τις κοινές αρχές και αξίες στην Ευρώπη.

 

Έτσι ήταν οι δυτικές κοινωνίες το 1939, όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία;

Οι λαοί της Ευρώπης είχαν υποφέρει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Μεγάλο Πόλεμο, όσο ποτέ άλλοτε. Τότε χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά χημικά όπλα και ο πόλεμος έφθασε στην καρδιά των μεγάλων αστικών κέντρων επηρεάζοντας τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Εύλογα, λοιπόν, οι Ευρωπαίοι πρέπει να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αντιπολεμικού κινήματος. Ωστόσο, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ο ρόλος των ιδεολογιών του Μεσοπολέμου, που εξέθρεψαν αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα και επέβαλαν αναθεωρητικές πολιτικές. Αν, λοιπόν, υπάρχει κάποια αναλογία σήμερα, αυτή είναι σίγουρα η ιδεολογική κινητοποίηση που εκφράζεται μέσα από τον λαϊκισμό και την ανακατασκευή στερεότυπων και αφηγήσεων που εξυπηρετούν τις σύγχρονες αναθεωρητικές πολιτικές.

 

Μπορούμε να απαντήσουμε κατηγορηματικά ποιοι είναι οι εμπόλεμοι και πόσο μπορεί να έχει κοστίσει αυτός ο πόλεμος;

Αναφορικά με τους εμπόλεμους, η εικόνα είναι ξεκάθαρη⸱ η Ρωσία και η Ουκρανία βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Παράλληλα, όμως, πρέπει να διευκρινίσουμε δύο πράγματα. Πρώτον, το γεγονός ότι, στο διάγγελμά του στις 24 Φεβρουαρίου 2022, ο πρόεδρος της Ρωσίας αναφέρθηκε σε «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», δεν συνεπάγεται άρνηση της πολεμικής πραγματικότητας που ο ίδιος επιδίωξε να διαμορφωθεί με την εισβολή στην Ουκρανία. Στην ουσία αποτελεί μια προσεκτικά επιλεγμένη διατύπωση για να πείσει ότι απέναντί του δεν βρίσκεται ο ουκρανικός λαός αλλά η κυβέρνηση του Κιέβου και εκείνοι που θεωρεί απόγονους του ναζισμού. Ενδεχομένως, ο επικεφαλής του Κρεμλίνου πίστευε ότι αρκούσε μια σύντομη «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» για τη βίαιη αλλαγή της κυβέρνησης στο Κίεβο και την εγκατάσταση μιας κυβέρνησης ανδρείκελου που θα ευνοούσε τα ρωσικά συμφέροντα. Ωστόσο, ακόμα κι αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί έτσι, η ρωσική επιθετικότητα θα είχε διαμορφώσει συνθήκες ένοπλης σύρραξης με άμεσα εμπλεκόμενους τη Μόσχα και το Κίεβο.

Η δεύτερη παρατήρηση αφορά τον τρόπο με τον οποίο αναμειγνύονται τρίτα κράτη στον πόλεμο. Αναμφίβολα, και οι δύο πλευρές, και πολύ περισσότερο η Ουκρανία, ενισχύονται από τρίτα κράτη κρυφά και φανερά. Ωστόσο, κανένα τρίτο κράτος δεν συμμετέχει άμεσα στην ένοπλη σύρραξη. Ενδεχομένως, ορισμένοι να υιοθετούν το επιχείρημα πως η στρατιωτική αρωγή με την ενίσχυση με στρατιωτικό υλικό συνιστά παραβίαση της ουδετερότητας και συνεπώς συμμετοχή στον πόλεμο. Ωστόσο, υπάρχει πάντα το ψήφισμα της 2ας Μαρτίου 2022 της Γενικής Συνέλευσης, που καταδικάζει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και προσφέρει χώρο για το επιχείρημα της επιλεκτικής ουδετερότητας υπέρ του κράτους που δέχεται ένοπλη επίθεση κατά παράβαση της διεθνούς νομιμότητας και του Χάρτη του ΟΗΕ.

Τέλος, το κόστος αυτού του πολέμου είναι πολύ μεγάλο και δεν περιορίζεται μόνο στους εμπόλεμους. Εκτός από τις ανθρώπινες απώλειες, ειδικά σε βάρος των αμάχων, το οικονομικό κόστος είναι τεράστιο και αφορά τις διεθνείς οικονομικές και εμπορικές σχέσεις. Όταν τερματιστεί αυτό το κακό, ο κόσμος μας θα έχει αλλάξει δομικά, και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να υπολογιστεί ως κόστος σήμερα.

 

Ποιος μπορεί να είναι ο στόχος των εμπολέμων; Μήπως είναι απλώς ένας πόλεμος φθοράς του αντιπάλου;

Η ουκρανική πλευρά εύλογα και νόμιμα αμύνεται προκειμένου να αποκαταστήσει την εδαφική ακεραιότητά της και να υπερασπιστεί την πολιτική ανεξαρτησία της. Ωστόσο, οι επιχειρησιακές δυνατότητές της αποτελούν ερωτηματικό, καθώς το σύνορο του ποταμού Δνείπερου και τα τετελεσμένα που έχει δημιουργήσει η Ρωσία στην Κριμαία και την ανατολική Ουκρανία δεν είναι εύκολο να ανατραπούν. Για τη ρωσική πλευρά, τα πράγματα είναι μάλλον ομιχλώδη. Η αποτυχία του αρχικού σχεδίου για την ανατροπή της κυβέρνησης του Κιέβου οδήγησε το Κρεμλίνο σε μια πολεμική περιπέτεια, για την οποία μάλλον δεν ήταν προετοιμασμένο. Όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, η Ρωσία έχει κάθε λόγο να επιδιώξει τον τερματισμό των εχθροπραξιών παραχωρώντας ένα μέρος των εδαφικών κερδών της. Όμως, για να πετύχει μια τέτοια συμφωνία, θα πρέπει να πείσει την ουκρανική πλευρά πως δεν έχει την ικανότητα να αντεπιτεθεί και να αποκαταστήσει την εδαφική ακεραιότητά της. Τα πλήγματα στις ουκρανικές υποδομές που δεν αποτελούν νόμιμους στρατιωτικούς στόχους και θα βυθίσουν μεγάλο τμήμα του πληθυσμού σε έναν «σκοτεινό χειμώνα» λόγω έλλειψης ηλεκτρισμού και θέρμανσης στοχεύουν στην κάμψη του ουκρανικού ηθικού. Ομοίως, και η κουραστική επανάληψη για τις πυρηνικές ικανότητες του Κρεμλίνου επιδιώκει να διαμορφώσει ένα κλίμα φόβου, ώστε τελικά το Κίεβο να ενδώσει και να διαπραγματευθεί με το Κρεμλίνο.

Όσον αφορά το ζήτημα του πολέμου φθοράς, πρέπει να επισημάνουμε τα εξής. Προφανώς, μια ένοπλη σύρραξη προκαλεί φθορά και στους δύο εμπολέμους. Συνήθως, η επιλογή του πολέμου φθοράς ανήκει στο πιο αδύναμο μέρος, καθώς δεν διαθέτει τα μέσα να αντιμετωπίσει ανοιχτά τον αντίπαλό του. Ωστόσο, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είναι δυνατός ένας πόλεμος φθοράς στις μεγάλες πεδιάδες της Ουκρανίας και να συζητάμε για αναλογίες με τη ζούγκλα στο Βιετνάμ. Ειδικά, εφόσον οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις έχουν σταθεροποιηθεί και συμπτυχθεί σε ένα συμπαγές μέτωπο εκατοντάδων χιλιομέτρων, χρησιμοποιώντας μάλιστα τον Δνείπερο ως de facto γραμμή αντιπαράθεσης. Βέβαια, από την πλευρά της Δύσης και ειδικά των ΗΠΑ, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι μια ευκαιρία για την οικονομική και στρατιωτική φθορά της Ρωσίας. Όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, η Ουάσιγκτον έχει κάθε λόγο να επιχαίρει για την οικονομική και στρατιωτική αιμορραγία της Ρωσίας, διότι μπορεί να στραφεί με περισσότερη άνεση στην περιοχή του Ειρηνικού, ώστε να αντιμετωπίσει τον πιο σημαντικό ανταγωνιστή της, που δεν είναι άλλος από το Πεκίνο.

 

Ποια θα είναι η μίνιμουμ νίκη για τους Ρώσους και ποια για τους Ουκρανούς; Η επίτευξή της μπορεί να οδηγήσει σε συμβιβασμό;

Ο Πούτιν δεν μπορεί να υποχωρήσει από την αρχική θέση του. Δηλαδή την κατάκτηση της Κριμαίας και της ανατολικής Ουκρανίας. Ο Ζελένσκι έχει δηλώσει πως ο πόλεμος θα τελειώσει όταν απελευθερωθεί και η Κριμαία. Όπως γίνεται κατανοητό, και οι δύο ηγέτες είναι εγκλωβισμένοι σε κόκκινες γραμμές που είναι ανεδαφικές και δεν προοιωνίζουν επιτυχημένη διαμεσολάβηση. Επομένως, είτε θα χρειαστεί πολιτική αλλαγή σε μία ή και στις δύο πρωτεύουσες, είτε η μία πλευρά θα έχει τέτοιες επιτυχίες στο πεδίο της μάχης που θα αλλάξει ριζικά την εικόνα του αγώνα προς όφελός της. Όπως εξελίσσονται τα πράγματα και εξετάζοντας τη μεγαλύτερη εικόνα, η Ρωσία μάλλον θα καταφέρει να διασφαλίσει τα τετελεσμένα και θα διαπραγματευθεί από θέση ισχύος, αφού βέβαια θα έχει πληρώσει πολύ βαρύ τίμημα. Σε αυτή την περίπτωση, στην άλλη πλευρά του τραπεζιού μάλλον δεν θα κάθεται ο Ζελένσκι.

 

Σε αυτό το εννεάμηνο, έχουν καταγραφεί παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου για τη διεξαγωγή του πολέμου; Κι αν υπάρχουν, αγγίζουν τον χαρακτηρισμό «εγκλήματα πολέμου»;

Κάθε παραβίαση του Δικαίου των Ένοπλων Συρράξεων, δηλαδή του Ανθρωπιστικού Δικαίου, αποτελεί έγκλημα πολέμου. Για παράδειγμα, τα πλήγματα σε βάρος μη στρατιωτικών στόχων είναι κατάφωρες παραβιάσεις και εγκλήματα πολέμου. Δυστυχώς, η ανεύρεση ομαδικών τάφων συνηγορεί στην κατάφαση για τη διάπραξη όχι μόνο εγκλημάτων πολέμου αλλά και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Προφανώς, όλα αυτά θα κριθούν με τεκμήρια και αποδείξεις ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Ωστόσο, η φρίκη του πολέμου επέστρεψε στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία.

 

Πόσο πιθανό κρίνετε η εισβολή Πούτιν να έχει οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε περισσότερη ενοποίηση; Τελικά η ενέργεια είναι αποτελεσματικό μέσο πίεσης;

Η εισβολή Πούτιν είναι μια ευκαιρία συμπαράταξης πίσω από τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες και αρχές, αλλά παράλληλα δοκιμάζει την αντοχή της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Αναμφίβολα, η ενεργειακή εξάρτηση της Ε.Ε. από τη Ρωσία διαμορφώνει τις προοπτικές για νέες πολιτικές που ίσως στο μέλλον οδηγήσουν σε εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Μέχρι τότε, και επειδή η Ε.Ε. είναι μεγάλο καράβι και στρίβει αργά, τα κράτη-μέλη παραμένουν ευάλωτα απέναντι στο όπλο της ενέργειας. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Γερμανία. Οι Σρέντερ και Μέρκελ θεμελίωσαν την ευημερία της γερμανικής κοινωνίας και την οικονομική ηγεμονία της Γερμανίας στην Ε.Ε. με το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο. Σήμερα, λοιπόν, η Γερμανία «δυσκολεύεται» να ακολουθήσει μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική αναφορικά με την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου και βρίσκεται απέναντι στην πλειοψηφία των κρατών-μελών της Ε.Ε. Και θα μπορούσαμε ακόμη και να διαπιστώσουμε ρηγματώσεις στον περίφημο γαλλογερμανικό άξονα, γεγονός που σε συνδυασμό με το Brexit μόνο ανησυχία θα μπορούσε να προκαλέσει για την Ε.Ε. και τους λαούς της αναφορικά με τις προοπτικές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.