Κωστής Τσιτσελίκης: «Έχουμε και θεσμική εκτροπή και μιντιακό πραξικόπημα» - Free Sunday
Κωστής Τσιτσελίκης: «Έχουμε και θεσμική εκτροπή και μιντιακό πραξικόπημα»

Κωστής Τσιτσελίκης: «Έχουμε και θεσμική εκτροπή και μιντιακό πραξικόπημα»

Η Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου έκανε μια οξύτατη ανακοίνωση καταδίκης της δημοσιοποίησης προσωπικής συνομιλίας ανώτατου δικαστικού. Ο πρόεδρός της, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Κ. Τσιτσελίκης μας εξηγεί το σκεπτικό, σημειώνοντας ότι η ελευθερία της έκφρασης πάσχει στη χώρα μας.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, με αφορμή την υποκλοπή και δημοσιοποίηση προσωπικής επικοινωνίας ανώτατου δικαστικού, μίλησε για «κατάντια στην οποία διολισθαίνουν τα δημόσια ήθη» και για πρακτικές τις οποίες εφαρμόζουν «φασιστικά καθεστώτα». Βαριές κουβέντες δεν είναι;
Ναι, ασφαλώς είναι βαριές κουβέντες, το ζητούμενο είναι εάν αρμόζουν στα όσα βαριά ταλανίζουν την ελληνική Δικαιοσύνη, από μέσα και απ’ έξω. Θα ήθελα να επικαλεστώ το πρόσφατο δελτίο Τύπου που εξέδωσε η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου: «Οι εξομολογήσεις, οι ενδόμυχες σκέψεις και τα συναισθήματα ενός προσώπου δεν ενδιαφέρουν το κοινό, ακόμα και εάν πρόκειται για υψηλόβαθμο δικαστικό λειτουργό, και δεν σταθμίζονται με οποιοδήποτε δημόσιο συμφέρον. Η παραβίαση, διά της δημοσίευσης, του σκληρού πυρήνα της ιδιωτικότητας μας καθιστά όλους «εκβιάσιμους» ανά πάσα στιγμή, χωρίς να χρειάζεται να προβαίνουμε σε καμία αξιόποινη ή αξιόμεμπτη συμπεριφορά. Η επιταγή για συμμόρφωση μέσω μιας αόρατης και διαρκούς απειλής διαπόμπευσης και εξευτελισμού αρμόζει σε άλλες κοινωνίες, σε άλλες εποχές, σε άλλα καθεστώτα. […] Ο εθισμός της κοινωνίας στη γενική παρακολούθηση και η αξιοποίηση νόμιμων ή παράνομων παρακολουθήσεων κατά το δοκούν είναι αδιανόητη σε μια δημοκρατική κοινωνία».

Συμμερίζεστε τις εκτιμήσεις της αντιπολίτευσης ότι υπάρχει «θεσμική εκτροπή» και του πρωθυπουργού ότι η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με «μιντιακό πραξικόπημα»;
Το ειδικό ζήτημα δημοσιοποίησης των προσωπικών συνομιλιών του δικαστικού συνδέθηκε εργαλειακά με το ζήτημα της ανωμαλίας που επικρατούσε με το θεσμικό καθεστώς που ρυθμίζει το μιντιακό και ειδικά το τηλεοπτικό τοπίο. Ας μην ξεχνάμε ότι η ελευθερία της έκφρασης θεωρείται ορθά ότι πάσχει σοβαρά στη χώρα μας, όπου η έκφραση γνώμης στον δημόσιο χώρο μέσα από την τηλεόραση ελέγχεται από ανθρώπους και συμφέροντα που σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές δεν θα έπρεπε. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση αγνοούν το επίδικο, που είναι η προστασία του δικαιώματος στην πληροφόρηση. Η ραδιοτηλεόραση δεν είναι μια απλή επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς οφείλει να υπακούει σε αυστηρούς κανόνες εγγυήσεων του δημοκρατικού πλουραλισμού. Θεματοφύλακας των εγγυήσεων αυτών είναι το κράτος. Από την εμπλοκή των ιδιωτών και στη διαδικασία απόλαυσης του δικαιώματος στην πληροφόρηση και τον εγγυητικό ρόλο του κράτους είχαμε και έχουμε κακή εμπειρία, με αποτελέσματα που συνιστούν υπονόμευση του πυρήνα της δημοκρατίας μας. Θα έλεγα, λοιπόν, και θεσμική εκτροπή και μιντιακό πραξικόπημα, αλλά όχι όπως τα εννοούν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση.

Τελικά, είμαστε μια «κανονική» ευρωπαϊκή χώρα ή όχι; Πιο ισχυρός είναι ο ευρωπαϊκός ή ο βαλκανικός εαυτός μας;
Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν τις δικές τους ιδιαιτερότητες και όλες υπόκεινται σε κοινούς κανόνες που τείνουν να συνδιαμορφώσουν μια κοινή ευρωπαϊκή κανονικότητα, η οποία εντέλει αποτελεί την ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα. Στο επίπεδο των δικαιωμάτων του ανθρώπου, η Ελλάδα έχει ενσωματώσει εν πολλοίς αυτό τον χαρακτήρα της ευρωπαϊκότητας. Είναι δύσκολο να πει κανείς εάν η ευρωπαϊκή έννομη τάξη καθόρισε την Ελλάδα ή εάν ο δρόμος του εκδημοκρατισμού και της εμπέδωσης των δικαιωμάτων στη μετά το 1974 εποχή έχει τη δική του αυτονομία. Πάντως, μπορούμε να διακρίνουμε πεδία αντίστασης που υποτάχθηκαν σε μια κανονικότητα χάρη στον ευρωπαϊκό παράγοντα, όπως αυτό της απόδοσης νομικής ισότητας και αναγνώρισης όψεων θρησκευτικής ελευθερίας σε ετερόδοξους χριστιανούς. Από την άλλη πλευρά, η αναγνώριση εθνικής ταυτότητας σε μειονοτικές ομάδες αποτελεί ακόμα ένα ταμπού, μια δυσανεξία, που αναδύθηκε στον χώρο των δικαιωμάτων με την εμμονή μη αναγνώρισης ορισμένων μειονοτικών συλλόγων στη Θράκη και στη Φλώρινα. Πολλά μπορούν να ειπωθούν για την εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το οποίο φυσικά δεν είναι καθόλου στατικό, αλλά επικαθορίζεται από τη στάση των ευρωπαϊκών κρατών, άρα και από την Ελλάδα, ή τις αντιστάσεις στις επιταγές του κράτους δικαίου που στοιχειοθετούν την ελληνική εξαίρεση, ή τον χαρακτήρα του βαλκανικού εαυτού μας, όπως το λέτε.

Το προσφυγικό δεν είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Σωστό ή λάθος;
Η πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, όπως γνωρίζετε πολύ καλύτερα από μένα, καθορίζεται από την ατζέντα εκείνων που έχουν τα μέσα ενημέρωσης στα χέρια τους. Είναι εύλογο, από την άλλη πλευρά, όσο καυτό και ενδιαφέρον να είναι ένα θέμα, να μην μπορεί να βρίσκεται καθημερινά στην πρώτη σελίδα. Το προσφυγικό έχει πολλές πτυχές και τρόπους να «επικοινωνηθεί», άρα θα το αδικούσαμε εάν συζητούσαμε γενικά και αορίστως για το προσφυγικό. Θα πρέπει να δούμε τι ήταν αυτό που κυριάρχησε στην πρώτη γραμμή και τι αποσιωπήθηκε ή τι έμεινε στα ψιλά των εφημερίδων και των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Το σωστό και το λάθος συνακόλουθα, κατά τη γνώμη μου, εξαρτάται από την πολιτική επιλογή τού τι προβάλλεται και με ποιον τρόπο. Και το προσφυγικό, στη γενική του εικόνα βέβαια, καθορίστηκε από ηγεμονικές λογικές φόβου και αποτροπής. Ενίοτε και από ρηχές φιλανθρωπικές προσεγγίσεις. Το προσφυγικό ζήτημα είναι ένα συνεχές ζητούμενο που αφορά πρωτίστως την ελληνική κοινωνία και το ελληνικό κράτος: το πώς θα μάθουμε και θα εμπεδώσουμε τη συμπερίληψη και τον πλουραλισμό ως κοινωνική και πολιτική πράξη. Οι πρόσφυγες που θα μείνουν στην Ελλάδα είναι αυριανοί συμπολίτες μας και αυτή την οπτική θα ήθελα να δω στην πρώτη γραμμή της δημόσιας συζήτησης.

Η επικείμενη επίσκεψη Ομπάμα υποδηλώνει αναβάθμιση του γεωστρατηγικού βάρους της χώρας;
Οι σπάνιες επισκέψεις Αμερικανού Προέδρου στη χώρα μας γίνονται δεκτές με προσδοκίες αναβάθμισης της θέσης της Ελλάδας έναντι των γειτόνων ή γενικώς. Ίσως ένα τέτοιο πρώτο αντανακλαστικό αισιοδοξίας να είναι κατ’ αρχάς αναμενόμενο, σε ψυχολογικό επίπεδο. Ωστόσο, δεν συμμερίζομαι τέτοιου είδους εκτιμήσεις αβίαστα, εκτός και εάν προκύψει αποτέλεσμα συγκεκριμένο που θα συμβάλει στη σταθερότητα της περιοχής, ενδεχομένως μέσα από τη στήριξη της Ελλάδας για ανάληψη πρωτοβουλιών και την οικοδόμηση σταθερών συμμαχιών συνεργασίας, χωρίς αυτές να επιτείνουν τις υπάρχουσες εντάσεις. Εξάλλου, η γειτονιά μας είναι σε τόσο μεγάλη κρίση, που η επάνοδος σε μια βιώσιμη σταθερότητα θα πρέπει να είναι το κύριο μέλημά μας. Ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε διαδοχικές ζώνες πολέμου και μια Τουρκία σε συνθήκες ανάφλεξης. Συνεπώς η όποια αναβάθμιση της θέσης της Ελλάδας δεν έχει κανένα νόημα εάν δεν συμβάλλει στην επιστροφή στην ειρήνη και στη συνεργασία η ευρύτερη περιοχή μας. Αν, πάλι, η επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου προοιωνίζεται μια βαρύνουσα αμερικανική ευνοϊκή παρέμβαση για τα του ελληνικού χρέους και τη σχέση της Ελλάδας με τους δανειστές της, αυτό δεν το γνωρίζω, αλλά το εύχομαι, με μεγάλο ρίσκο να εκφράζω απλώς μια ανεδαφική ελπίδα.

Η πορεία που έχει πάρει η Τουρκία τι σηματοδοτεί για την ευρύτερη περιοχή και για εμάς;
Η Τουρκία βρίσκεται σε μια πρωτόγνωρη τροχιά. Η αμφισβήτηση του θεσμικού της υπόβαθρου, δηλαδή οι κεμαλικές βάσεις επί των οποίων οικοδομήθηκε το κράτος, η επιταχυνόμενη ισλαμοποίηση κοινωνίας και κράτους, η απαξίωση ιδεών του Διαφωτισμού και η συνεχής κατακρήμνιση των δημοκρατικών πυλώνων της μετά τη 16η Ιουλίου και η επιβολή μιας ιδιότυπης δικτατορίας αποτελούν νέα δεδομένα που ασφαλώς οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία δεν μπορεί να αποτελεί αξιόπιστο εγγυητή της σταθερότητας. Πόσο μάλλον όταν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της σε δύο μέτωπα, στο Ιράκ και στη Συρία, την καθιστούν ενεργό εμπόλεμο μέρος. Με την Ελλάδα δεν διαβλέπω ότι θα υπάρξει –άμεσα τουλάχιστον– ιδιαίτερη ένταση, παρ’ όλες τις νεο-οθωμανικές κορόνες και την πρωτοφανή αμφισβήτηση των συνόρων που όρισε η Συνθήκη της Λωζάννης. Ωστόσο, οι πολιτικές του απόλυτου ηγεμόνα της Τουρκίας είναι πλέον τόσο απρόβλεπτες, ασυνεπείς και ανεπιτυχείς με γνώμονα τη σταθερότητα ως προς την κανονικότητα στο εσωτερικό της χώρας και στη γειτονιά της, που από μόνες τους προκαλούν εύλογη ανησυχία. Μια ιδιαίτερη πτυχή της κρίσης της Τουρκίας έχει άμεσο ενδιαφέρον για τα δικά μας πράγματα: η θέση και η τύχη των εκατοντάδων (χιλιάδων;) φυγάδων, ήδη πολλών εξ αυτών αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα, όχι ακροαριστερών ή Κούρδων, όπως στο παρελθόν, αλλά Τούρκων δημοσιογράφων, δασκάλων, δημοσίων υπαλλήλων και καθηγητών πανεπιστημίου που ασφυκτιούν ή που βρίσκονται υπό διωγμό στην πατρίδα τους. Αυτό θα αποτελέσει κάποια στιγμή σημείο τριβής μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας – ήδη ανέκυψε με την πολύ ιδιαίτερη περίπτωση των στρατιωτικών φυγάδων. Στο θέμα αυτό η ελληνική κυβέρνηση και διοίκηση οφείλουν να υιοθετήσουν λύσεις σύμφωνες με το δίκαιο, χωρίς να υποκύψουν σε πολιτικές σκοπιμότητες, που, έτσι κι αλλιώς, μακροπρόθεσμα θα ακυρωθούν.