ΠΟΥ: Πεδίο σκληρής αναμέτρησης ΗΠΑ-Κίνας - Free Sunday
ΠΟΥ: Πεδίο σκληρής αναμέτρησης ΗΠΑ-Κίνας
Η Ε.Ε. σε ρόλο μεσολαβητή.

ΠΟΥ: Πεδίο σκληρής αναμέτρησης ΗΠΑ-Κίνας

Η ετήσια συνέλευση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) που πραγματοποιήθηκε στις 18 και 19 Μαΐου θα περάσει στην Ιστορία για δύο λόγους.

Ήταν η πρώτη φορά που πραγματοποιήθηκε με τη μορφή της τηλεδιάσκεψης, για να προστατευτούν οι εκπρόσωποι των 194 κρατών-μελών από την πανδημία. Αυτή η μορφή της συνεργασίας έχει έναν ξεχωριστό συμβολισμό, εφόσον ο ΠΟΥ δημιουργήθηκε τον Απρίλιο του 1948, στο πλαίσιο του ΟΗΕ, για να προστατεύσει αποτελεσματικά τη δημόσια υγεία σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο ξεχωρίζει η φετινή ετήσια συνέλευση του ΠΟΥ είναι η διαμάχη μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, η οποία ρίχνει ακόμη περισσότερο την αποτελεσματικότητα του διεθνούς οργανισμού.

 

Στρατηγική αντιπαράθεση

Οι ΗΠΑ και η Κίνα έχουν μπει σε μια περίοδο στρατηγικής αντιπαράθεσης, η οποία εκφράζεται με διάφορους τρόπους.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μεγάλη ένταση στις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων εξαιτίας του εντυπωσιακού εμπορικού πλεονάσματος που καταγράφει κάθε χρόνο η Κίνα στις διμερείς συναλλαγές. Οι εμπορικές αντιθέσεις περνούν αναπόφευκτα και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), με τις ΗΠΑ να δηλώνουν δυσαρεστημένες με τα προνόμια που διατηρεί η Κίνα από την εποχή που είχε τα χαρακτηριστικά μιας λιγότερο αναπτυγμένης οικονομίας.

ΗΠΑ και Κίνα συγκρούονται και στον τομέα της ψηφιακής οικονομίας, με τις ψηφιακές πολυεθνικές των ΗΠΑ να έχουν το πλεονέκτημα, τις κινεζικές να έχουν τη δυναμική με το μέρος τους, ενώ η Ε.Ε. είναι πολύ πίσω στην αναμέτρηση για το ψηφιακό μέλλον του πλανήτη.

Υπάρχει και μια στρατιωτική διάσταση στον ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με την Κίνα να έρχεται πλέον δεύτερη, σε παγκόσμιο επίπεδο, στις αμυντικές δαπάνες και να ενισχύει συνεχώς το πλεονέκτημά της στην ευρύτερη περιοχή της.

Η αντιπαράθεση που ξέσπασε μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας γύρω από την πανδημία έχει σχέση με όλες τις προηγούμενες και τους δίνει μια νέα διάσταση.

Οι ΗΠΑ διαπιστώνουν –όπως άλλωστε και η Ε.Ε.– ότι η Κίνα έχει μετατραπεί στο «εργοστάσιο του κόσμου» και πως παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλες τις εφοδιαστικές αλυσίδες, ακόμη και στο ιατροφαρμακευτικό υλικό που έχει σχέση με την αντιμετώπιση της πανδημίας.

O Covid-19 ενισχύει τις τάσεις που επικρατούν ήδη στη διεθνή οικονομία, όπως είναι το πέρασμα στην ψηφιακή οικονομία και στις νέες μορφές εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι ενισχύεται η ψηφιακή κυριαρχία των ΗΠΑ και της Κίνας και οι μεταξύ τους αντιθέσεις, που έχουν οδηγήσει σε έναν εντυπωσιακό οικονομικό, διπλωματικό πόλεμο γύρω από την κινεζική Huawei.

Στον στρατιωτικό τομέα ο κορονοϊός φαίνεται να δίνει νέες περιφερειακές δυνατότητες στην Κίνα, εφόσον η στρατηγική περιορισμού της που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο πολεμικό ναυτικό και ειδικά στα αεροπλανοφόρα. Σε αυτή τη φάση τα αεροπλανοφόρα των ΗΠΑ έχουν μετατραπεί σε επικίνδυνες εστίες της πανδημίας και ο στρατηγικός τους ρόλος έχει υποβαθμιστεί.

 

Πολιτικοί υπολογισμοί

Την κατάσταση περιπλέκουν οι εσωτερικοί πολιτικοί υπολογισμοί στις δύο υπερδυνάμεις.

Ο Πρόεδρος Τραμπ πηγαίνει σε προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο έχοντας χάσει τη μεγάλη υπεροχή που είχε προ πανδημίας. Υπάρχουν δημοσκοπήσεις που δείχνουν τον Δημοκρατικό υποψήφιο Μπάιντεν, πρώην αντιπρόεδρο επί προεδρίας Ομπάμα, να έχει άνετο προβάδισμα έναντι του Τραμπ, παρά το γεγονός ότι περνάει στην αντίληψη της αμερικανικής κοινής γνώμης ως ένας πολιτικός χωρίς ξεχωριστή προσωπικότητα και δυναμισμό.

Μετά από μια πρώτη συσπείρωση γύρω από τον Τραμπ μπροστά στον κίνδυνο της πανδημίας, πολλοί Αμερικανοί έχουν αρχίσει να κρατάνε αποστάσεις από τον Πρόεδρο.

Θεωρούν ότι δεν συντονίζει αποτελεσματικά την προσπάθεια κατά του Covid-19, πως οι μη προνομιούχοι πληρώνουν το μεγαλύτερο μέρος του λογαριασμού εξαιτίας και των προβλημάτων του συστήματος υγείας και πως ο Τραμπ εκφράζει αμφιλεγόμενες και αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις για την ιατρική, επιστημονική αντιμετώπιση του κορονοϊού.

Εσωτερικά ζητήματα έχει και ο ηγέτης της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ. Είχε οργανώσει τη θριαμβευτική επανεκλογή του για τρίτη προεδρική θητεία το 2023 καταργώντας τον περιορισμό των δύο προεδρικών θητειών και επιδιώκοντας να μετατραπεί, σε ό,τι αφορά την ηγετική του παρουσία, στην ισχυρότερη πολιτική προσωπικότητα στην ιστορία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας μετά τον ιδρυτή της, Μάο Τσετούνγκ.

Η πανδημία που ξεκίνησε από την πόλη Ουχάν έπληξε στην αρχή το ηγετικό του κύρος, εφόσον οι αρχές αντέδρασαν με καθυστέρηση και αντιμετώπισαν με κομμουνιστικού τύπου καταστολή τους επιστήμονες και τους πολίτες που πρώτοι επισήμαναν τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Πολλοί δυτικοί αναλυτές έκαναν τότε λόγο για το Τσερνόμπιλ της κινεζικής ηγεσίας, με το σκεπτικό ότι η εξάπλωση της πανδημίας θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει το κομμουνιστικό καθεστώς, όπως ακριβώς η πυρηνική καταστροφή στο Τσερνόμπιλ της Ουκρανίας επιτάχυνε την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Στη συνέχεια, όμως, η αντίδραση της κινεζικής ηγεσίας ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματική και όσα συνέβησαν με την πανδημία στις ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ ενίσχυσαν τη θέση της στην αντίληψη της κινεζικής κοινής γνώμης. Παρ’ όλα αυτά, ο Σι Τζινπίνγκ βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με μια οικονομία που δεν μπορεί να συνεχίσει –σε αυτή τη φάση– τα ρεκόρ ανάπτυξης με ετήσιο ρυθμό 6%-7% και μια σύνθετη κοινωνική κατάσταση, με βασικό χαρακτηριστικό την αύξηση των τιμών καταναλωτή, ιδιαίτερα στα τρόφιμα.

Στις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, ο Τραμπ έχει ανάγκη να εμφανίσει τους Κινέζους ως τους βασικούς υπεύθυνους για τα προβλήματα των ΗΠΑ στον τομέα της δημόσιας υγείας και της οικονομίας. Από την πλευρά του, ο Σι Τζινπίνγκ δεν ανέχεται την κριτική των ΗΠΑ και την αξιοποιεί για να επιτύχει την πατριωτική συσπείρωση των Κινέζων γύρω από την ηγεσία.

 

Οι ευθύνες της Κίνας

Ο κορονοϊός ξεκίνησε την πορεία του από την Ουχάν, μια κινεζική μεγαλούπολη 11 εκατομμυρίων, πρωτεύουσα της επαρχίας Χουπέι.

Σύμφωνα με τη θεωρία που αναπτύσσουν ο Πρόεδρος Τραμπ και οι συνεργάτες του, η εμφάνιση του ιού μπορεί να οφείλεται σε ατύχημα στο Ινστιτούτο Ιολογίας της Ουχάν. Η διεθνής επιστημονική κοινότητα απορρίπτει αυτή την εκδοχή και την αντιμετωπίζει περισσότερο ως θεωρία συνωμοσίας, προσαρμοσμένη στις ανάγκες της αμερικανικής ηγεσίας. Υπάρχουν όμως αναπάντητα ερωτήματα για την πορεία της πανδημίας και τον ρόλο των κινεζικών αρχών.

Με βάση τα επίσημα στοιχεία, η Κίνα αποκάλυψε για πρώτη φορά την ύπαρξη εστίας περιστατικών πνευμονίας στην πόλη Ουχάν, της επαρχίας Χουπέι, στις 31 Δεκεμβρίου του 2019. Οι Κινέζοι έκαναν λόγο για 44 κρούσματα, εκ των οποίων τα 11 έπασχαν από οξεία μορφή της νόσου.

Μεσολάβησε ένα διάστημα μέχρι τις 20 Ιανουαρίου με τις κινεζικές αρχές να ταλαντεύονται σε ό,τι αφορά τη μεταδοτικότητα της νόσου. Μόλις κατέληξαν στο συμπέρασμα για την υψηλή μεταδοτικότητα του κορονοϊού, άρχισαν να παίρνουν τα αναγκαία μέτρα σε συνθήκες μεγάλης πίεσης για το σύστημα υγείας και διοικητικής αναταραχής.

Χρειάστηκε να φτάσουμε στις 10 Φεβρουαρίου για να αισθανθεί η ηγεσία ότι ελέγχει την κατάσταση και να εμφανιστεί ο Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ στην Ουχάν, στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά της πανδημίας.

Χάθηκε πολύτιμος χρόνος στην προσπάθεια των τοπικών αρχών να πείσουν ότι ελέγχουν την κατάσταση. Χαρακτηριστική η σκληρή μοίρα του γιατρού Λι Γουενλιάνγκ, ο οποίος ειδοποίησε πρώτος τις αρχές και μέσω διαδικτύου την κοινή γνώμη για την επικίνδυνη επιδημία. Η απάντηση των αρχών ήρθε με τη σύλληψη και την κράτησή του και την αντιμετώπισή του ως ενός πολιτικά υποκινούμενου ταραχοποιού. Ο ηρωικός γιατρός πέθανε από κορονοϊό, με την κινεζική ηγεσία να τον αναγνωρίζει μετά θάνατον ως εθνικό μάρτυρα στη μάχη κατά του «διαβολικού ιού» και να ρίχνει τις ευθύνες για την κακομεταχείρισή του στους τοπικούς αξιωματούχους του Κ.Κ.

Η πανδημία αντιμετωπίστηκε στην αρχή με τις μεθόδους που χαρακτηρίζουν παραδοσιακά τα κομμουνιστικά καθεστώτα. Η επιδημία θεωρήθηκε απειλή για τα συμφέροντα του κράτους και του κόμματος και η χαρακτηριστική έλλειψη διαφάνειας αξιοποιήθηκε για να κερδίσουν χρόνο οι αρχές και να αποφασίσουν τι ακριβώς θα κάνουν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν το καθεστώς της Κίνας έδινε έγκαιρα τις αναγκαίες πληροφορίες και κινητοποιούσε τον πληθυσμό, οι επιπτώσεις του κορονοϊού θα ήταν πολύ μικρότερες στην Κίνα και στον κόσμο ολόκληρο. Οι κινεζικές αρχές παραδέχτηκαν την υψηλή μεταδοτικότητα του ιού στις 20 Ιανουαρίου, αφού είχαν αρχίσει να καταγράφονται κρούσματα με προέλευση την Κίνα σε άλλες χώρες, με πρώτη την Ταϊλάνδη. Άρχισαν την ενημέρωση όταν το πρόβλημα διεθνοποιήθηκε με δική τους ευθύνη.

Στη συνέχεια φάνηκαν τα θετικά χαρακτηριστικά του κινεζικού καθεστώτος, το οποίο συνδυάζει μια σταλινικού τύπου πειθαρχία με τη δυνατότητα να αντιδρά αποτελεσματικά και σε περιπτώσεις δημιουργικά στις μεγάλες προκλήσεις. Η παγκόσμια κοινή γνώμη εντυπωσιάστηκε με την ταχύτητα με την οποία οι Κινέζοι κάλυψαν τις ελλείψεις στο σύστημα υγείας, οργάνωσαν τα μαζικά διαγνωστικά τεστ και τη λεπτομερειακή ιχνηλάτηση των κρουσμάτων και την ψηφιακή παρακολούθηση όσων νόσησαν. Το μείγμα κομμουνιστικής πειθαρχίας και μεταμοντέρνας οργάνωσης απέδωσε, συγκρατώντας τον αριθμό των θανάτων και των κρουσμάτων σε πολύ χαμηλά επίπεδα για μια χώρα 1,4 δισ. κατοίκων. Μόλις έγινε αντιληπτή από την κινεζική κοινή γνώμη η μετατροπή της Ευρώπης σε επίκεντρο της πανδημίας και η χαοτική αντιμετώπισή της από τις ΗΠΑ, επικράτησε ένα αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας που διευκόλυνε τη νέα συσπείρωση γύρω από την ηγεσία.

 

Οι ευθύνες του ΠΟΥ

Οι διεθνείς οργανισμοί έχουν πάντα πρόβλημα στη διαχείριση των σχέσεών τους με την Κίνα και τις ΗΠΑ. Θέλουν να επιβάλουν στις υπερδυνάμεις τους κανόνες και τις διαδικασίες που ισχύουν για όλους, γνωρίζουν όμως ότι αυτές έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν τεράστια οικονομικά, οργανωτικά και πολιτικά προβλήματα στην περίπτωση που καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι θίγονται τα συμφέροντά τους.

Αφού πρώτα ανακοίνωσε η Κίνα την ύπαρξη εστίας περιστατικών πνευμονίας στην Ουχάν, ο ΠΟΥ προχώρησε την επόμενη μέρα, Πρωτοχρονιά του 2020, στη δημιουργία κέντρου διαχείρισης κρίσης στην έδρα του στη Γενεύη.

Χρειάστηκαν δέκα ημέρες για να εκδώσει την πρώτη τεχνική οδηγία προς τις 194 χώρες-μέλη. Σε αυτήν τόνιζε ότι τα επιστημονικά δεδομένα που είχε στη διάθεσή του δημιουργούσαν την εντύπωση ότι «η πιθανότητα για μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο είναι από μηδενική έως περιορισμένη».

Μετά την καταγραφή του πρώτου εισαγόμενου κρούσματος στην Ταϊλάνδη, μία εκ των υπευθύνων του ΠΟΥ για τη διαχείριση της επιδημίας υπογράμμισε στις 14 Ιανουαρίου ότι υπάρχει «πιθανότητα μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο, αλλά περιορισμένη».

Στις 20 και 21 Ιανουαρίου εμπειρογνώμονες του ΠΟΥ από την Κίνα και την περιοχή του Δυτικού Ειρηνικού επισκέφθηκαν την Ουχάν, όπου διαπίστωσαν μετάδοση του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο στο πλαίσιο της οικογένειας ή της παροχής ιατρικών υπηρεσιών. Σε ανακοίνωσή τους υπογράμμισαν ότι «περαιτέρω έρευνες είναι αναγκαίες για την κατανόηση του πλήρους μηχανισμού της μετάδοσης».

Στις 22 και 23 Ιανουαρίου ο διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγεσούς, συγκάλεσε την Επιτροπή Κρίσης του Οργανισμού, η οποία αποτελείται από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες. Το θέμα ήταν η κήρυξη «έκτακτης κατάστασης για τη δημόσια υγεία σε διεθνές επίπεδο».

Δεν υπήρξε όμως συμφωνία μεταξύ των ειδικών, απλώς συμφωνήθηκε να συνεδριάσουν ξανά σε δέκα ημέρες.

Πράγματι, στις 30 Ιανουαρίου ο ΠΟΥ κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία σε διεθνές επίπεδο.

Από τις 16 έως τις 24 Φεβρουαρίου 2020 πραγματοποιήθηκε επιστημονική αποστολή στην Ουχάν με ειδικούς από τις ΗΠΑ, την Κίνα, τη Γερμανία, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, τη Νιγηρία, τη Ρωσία, τη Σιγκαπούρη και τον Καναδά, για να εκτιμήσουν τις εξελίξεις.

Στις 24 Φεβρουαρίου ομάδα ειδικών του ΠΟΥ και του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) πήγε στην Ιταλία, η οποία είχε ήδη εξελιχθεί σε νέο κέντρο διάδοσης του κορονοϊού.

Στις 11 Μαρτίου ο ΠΟΥ προχώρησε στην κήρυξη πανδημίας, επισημαίνοντας ότι «90% των κρουσμάτων απαντάται σε 4 μόνο χώρες, ότι 81 χώρες δεν έχουν αναφέρει κανένα κρούσμα και 57 χώρες έχουν αναφέρει 10 ή λιγότερα κρούσματα».

Παρακολουθώντας τις κινήσεις των κινεζικών αρχών και του ΠΟΥ καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι χάθηκε πολύτιμος χρόνος στην αντιμετώπιση της πανδημίας εξαιτίας της αρχικής στάσης των κινεζικών αρχών και της προσπάθειας του ΠΟΥ να μην έρθουν σε αντιπαράθεση με αυτές, αναδεικνύοντας τα λάθη και τις παραλήψεις τους. Οι περισσότεροι κορυφαίοι ειδικοί θεωρούν πάντως ότι ο ΠΟΥ δεν έχει τις δυνατότητες να αντιπαρατεθεί με χώρες όπως η Κίνα και πως επενδύει σταθερά στην προσπάθεια συνεννόησης με τις αρχές, προχωρώντας στους αναγκαίους συμβιβασμούς και όσες διευκολύνσεις κρίνει σκόπιμες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα τέλη Απριλίου ο ΠΟΥ έχει υιοθετήσει μια ιδιαίτερα αυστηρή στάση. Προειδοποιεί σε κάθε ευκαιρία ότι η άρση των περιοριστικών μέτρων πρέπει να στηρίζεται στην εντατική χρήση των διαγνωστικών τεστ, στην απομόνωση και στην αντιμετώπιση των περιστατικών και στη διασφάλιση μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης.

Εντύπωση προκάλεσε η ανακοίνωση του ΠΟΥ στις 14 Μαΐου σύμφωνα με την οποία ο νέος κορονοϊός είναι πιθανό «να μην εξαφανιστεί ποτέ» και να εξελιχθεί σε μια νόσο «με την οποία θα πρέπει να μάθει να ζει η ανθρωπότητα».

 

Έκρηξη Τραμπ

Με το πέρασμα του χρόνου ο Τραμπ άρχισε να ανεβάζει τους τόνους της κριτικής προς την Κίνα και να ταυτίζει τον ΠΟΥ με την κινεζική ηγεσία.

Ο κορονοϊός ανέτρεψε τον πολιτικό σχεδιασμό του Τραμπ ενόψει των προεδρικών του Νοεμβρίου. Τον υποχρέωσε να ασχοληθεί με ένα θέμα το οποίο δεν γνωρίζει καλά, ούτε φαίνεται να έχει τη διάθεση να μελετήσει, ενώ έθεσε σε αμφισβήτηση το βασικό πολιτικό του πλεονέκτημα, τις καλές οικονομικές και χρηματιστηριακές του επιδόσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό ανεργίας, το οποίο ήταν 3%-4%, στα χαμηλότερα επίπεδα της πεντηκονταετίας, εκτοξεύτηκε σε λίγους μήνες στο 15% με τάσεις παραπέρα αύξησης.

Ο Τραμπ χρειάζεται «εδώ και τώρα» το άνοιγμα της αμερικανικής οικονομίας παρά το γεγονός ότι η πανδημία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, με τους θανάτους να πλησιάζουν τις 100.000 και τα κρούσματα να έχουν ξεπεράσει τα 1,5 εκατομμύρια.

Διαπιστώνει ότι ο ΠΟΥ είχε στην αρχική φάση μια χαλαρή αντίδραση, που διευκόλυνε την ηγεσία της Κίνας στις κινήσεις της, ενώ τώρα έχει υιοθετήσει μια αυστηρότερη στάση, που ανεβάζει το πολιτικό κόστος του ανοίγματος της οικονομίας που επιχειρεί ενόψει προεδρικών εκλογών.

Αντιδρά με το γνώριμο στιλ του. Καταγγέλλει τον ΠΟΥ ως όργανο της Κίνας. Αποδίδει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ στην καθυστέρηση της Κίνας σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της πανδημίας. Ανακοίνωσε το προσωρινό πάγωμα της οικονομικής συνεισφοράς των ΗΠΑ στον ΠΟΥ, που είναι της τάξης των 400 εκατ. δολαρίων τον χρόνο. Υπογράμμισε ότι οι ΗΠΑ θα σταματήσουν να χρηματοδοτούν τον διεθνή οργανισμό αν δεν προχωρήσει ταχύτατα στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και δεν κρατήσει αποστάσεις από την πολιτική της κινεζικής ηγεσίας.

Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Δεν μπορώ να επιτρέψω να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν οι Αμερικανοί φορολογούμενοι έναν οργανισμό ο οποίος, στην παρούσα κατάστασή του, είναι τόσο σαφές ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Αμερικής».

Αμερικανοί έχουν στραφεί κατά της Κίνας ζητώντας αποζημιώσεις… τρισεκατομμυρίων για την πανδημία, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν πάρει τη νομοθετική πρωτοβουλία για να δώσουν τη δυνατότητα στον Τραμπ να επιβάλει κυρώσεις στην Κίνα σε περίπτωση που δεν δεχτεί έλεγχο για την αρχική φάση της αντιμετώπισης του κορονοϊού και δεν δώσει τις αναγκαίες εξηγήσεις.

Το μόνο θετικό στη στάση του Τραμπ είναι ότι αποφεύγει την προσωπική αντιπαράθεση με τον ηγέτη της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, στον οποίο αναφέρεται με καλά λόγια, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα μελλοντικής συνεννόησης μεταξύ δύο ισχυρών ανδρών.

 

Η κινεζική απάντηση

Η απάντηση των Κινέζων προς τις ΗΠΑ γίνεται με το πέρασμα του χρόνου πιο σκληρή, με τον Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ να φροντίζει κι αυτός από την πλευρά του να κρατά έναν δίαυλο επικοινωνίας με τον Τραμπ για ενδεχόμενη μελλοντική συνεννόηση.

Οι Κινέζοι ενοχλούνται πάρα πολύ από την τάση του Τραμπ να αποκαλεί τον κορονοϊό «κινεζικό ιό». Υπάρχει το ιστορικό προηγούμενο της λεγόμενης ισπανικής γρίπης, η οποία ξέσπασε το 1918, επανεμφανίστηκε το 2018 και κόστισε τη ζωή σε περίπου 50 εκατομμύρια ανθρώπους.

Η ισπανική γρίπη πρωτοεμφανίστηκε στα χαρακώματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με τις ΗΠΑ να κατηγορούν τη Γερμανία ως υπεύθυνη για την ασθένεια και τη Γερμανία να αναφέρεται σε αυτήν ως «ο πυρετός της Φλάνδρας».

Τελικά, τον λογαριασμό τον πλήρωσε εκείνη την εποχή η Ισπανία, η οποία δεν πήρε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο Τύπος της οποίας παρουσίαζε αναλυτικά τις εξελίξεις για την πανδημία, εφόσον δεν υπήρχε λογοκρισία, όπως στα εμπόλεμα κράτη. Στην Ισπανία οι θάνατοι από τη γρίπη ξεπέρασαν τις 300.000 και τα κρούσματα τα 8 εκατομμύρια. Επιπλέον, οι αναφορές του βρετανικού Τύπου και της Royal Academy of Medicine οδήγησαν στον διεθνή χαρακτηρισμό της γρίπης ως ισπανικής, όχι επειδή προήλθε από την Ισπανία αλλά επειδή στη συγκεκριμένη χώρα υπήρχαν συνεχείς αναφορές σε αυτήν.

Ο Τραμπ δεν έχει δικαίωμα να βαφτίζει τον κορονοϊό «κινεζικό ιό», γιατί η ονοματοδοσία είναι αρμοδιότητα του ΠΟΥ, ο οποίος έχει «βαφτίσει» τον κορονοϊό «Covid-19». Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ιός προέρχεται πράγματι από την Κίνα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να αναφέρεται ως «κινεζικός ιός».

Οι Κινέζοι θεωρούν επιθετική ενέργεια κάθε αναφορά σε «κινεζικό ιό», γιατί μεγαλώνει τις δυσκολίες στην προσπάθειά τους να απευθυνθούν στη διεθνή κοινότητα με βάση την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας και τις πρωτοβουλίες διεθνούς αλληλεγγύης που πήραν, και όχι με βάση το στίγμα της Ουχάν.

Προειδοποιούν την Ουάσινγκτον ότι αν επιθυμεί καλές σχέσεις με το Πεκίνο θα πρέπει να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια διεκδίκησης αποζημιώσεων και να ξεχάσει τα περί ενδεχόμενης επιβολής οικονομικών κυρώσεων.

Η φρασεολογία που χρησιμοποιούν οι Κινέζοι αξιωματούχοι είναι ιδιαίτερα σκληρή, εφόσον έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αμερικανική κυβέρνηση προσπαθεί να μεταφέρει τις ευθύνες της για τη χαοτική και αναποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας στην Κίνα.

Η προσέγγιση, πάντως, του Σι Τζινπίνγκ είναι διαφοροποιημένη. Σε μαγνητοσκοπημένη ομιλία του στην ετήσια συνέλευση του ΠΟΥ ανακοίνωσε ότι η Κίνα θα χορηγήσει ποσό 2 δισ. δολαρίων στον ΠΟΥ την ερχόμενη διετία, απαντώντας έτσι στην κριτική των ΗΠΑ, που δικαιολογημένα θεωρούν απαράδεκτο μια χώρα με τις δυνατότητες της Κίνας να διαθέτει, σε ετήσια βάση, στον Οργανισμό λίγες δεκάδες εκατομμύρια δολάρια.

Ο Κινέζος Πρόεδρος δεσμεύτηκε επίσης ότι αν το εμβόλιο κατά του κορονοϊού αναπτυχθεί στην Κίνα, θα θεωρηθεί δημόσιο αγαθό που θα μπορούν να προμηθευτούν όλες οι χώρες.

Τέλος, ο Κινέζος ηγέτης ικανοποίησε και το αίτημα των ΗΠΑ για την πραγματοποίηση αδιάβλητης και ανεξάρτητης έρευνας για τη διαχείριση της πανδημίας από την Κίνα υπό δύο προϋποθέσεις. Να πραγματοποιηθεί η έρευνα αφού περάσει η πανδημία σε φάση ύφεσης και να μην αφορά αποκλειστικά την Κίνα αλλά όλες τις χώρες.

 

Κόντρα με συνέχεια

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η κόντρα ΗΠΑ-Κίνας και ΗΠΑ-ΠΟΥ θα έχει συνέχεια. Δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια η εξέλιξή της, αλλά η διεθνής δυναμική και η εσωτερική πολιτική κατάσταση στις ΗΠΑ και στην Κίνα συμβάλλουν στη συντήρησή της.

Ιδιαίτερα θετικός είναι ο ρόλος της Ε.Ε., η οποία υπογραμμίζει, με κάθε ευκαιρία, την ανάγκη ανάπτυξης της διεθνούς συνεργασίας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας.

Προώθησε το σχέδιο απόφασης που τελικά εγκρίθηκε από τους εκπροσώπους των 194 κρατών-μελών στην ετήσια συνέλευση του ΠΟΥ. Στην πρόταση ψηφίσματος της Ε.Ε. συμπεριλήφθηκε και η πραγματοποίηση αδιάβλητης και ανεξάρτητης έρευνας για τη διαχείριση της πανδημίας, προκειμένου να ικανοποιηθεί η Ουάσινγκτον και παρά τις αρχικές επιφυλάξεις του Πεκίνου. Η αμερικανική αντιπροσωπεία προσυπέγραψε το σχέδιο απόφασης, επιμένοντας όμως σε κάποιους «αστερίσκους». Διαφώνησε με την αναφορά στην υποχρεωτική διάθεση εμβολίων και φαρμάκων, στο όνομα των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των εταιρειών.

Η Ε.Ε. ασκεί εποικοδομητική πίεση για συνεννόηση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας στην αντιμετώπιση της πανδημίας, γιατί οι ειδικοί του ECDC θεωρούν αναπόφευκτο ένα δεύτερο κύμα στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Όπως τόνισε η επικεφαλής του ECDC, Αντρέα Άμον, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να θεωρήσουμε ότι ο κορονοϊός ανήκει στο παρελθόν. Υπογράμμισε ότι βασικό ερώτημα για το δεύτερο κύμα είναι το «πότε και πόσο μεγάλο».

Η διαμάχη που έχει ξεσπάσει γύρω από την πανδημία είναι ενδεικτική των τάσεων που έχουν επικρατήσει τα τελευταία χρόνια. Ο Τραμπ εφαρμόζει με διάφορους τρόπους το δόγμα «πρώτα η Αμερική». Οι ΗΠΑ περιορίζουν τις δυνατότητες πολυμερούς συνεργασίας σε επίπεδο διεθνών οργανισμών και γενικότερα, παρά το γεγονός ότι πρωταγωνίστησαν για δεκαετίες στη δημιουργία του διεθνούς συστήματος το οποίο τώρα φαίνεται να εγκαταλείπουν. Η Κίνα ενισχύει συνεχώς τη διεθνή της θέση και παρά τα αρχικά λάθη αξιοποιεί την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας σε όφελός της. Η Ε.Ε. στηρίζει τον ΠΟΥ και γενικότερα τη διατήρηση και την ανάπτυξη της διεθνούς συνεργασίας για την αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων. Επιδιώκει, σε δύσκολες συνθήκες, τον επαναπροσδιορισμό της θέσης της μεταξύ της ανερχόμενης Κίνας και των εσωστρεφών, λόγω Τραμπ, ΗΠΑ, παρακολουθώντας με ενδιαφέρον και την πορεία προς τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.