Συνομιλώντας με τη Λαγκάρντ - Free Sunday
Συνομιλώντας με τη Λαγκάρντ
Προβλέπει περίοδο αβεβαιότητας με μεγάλες προκλήσεις, αλλά και θετική εξέλιξη.

Συνομιλώντας με τη Λαγκάρντ

Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει θεσμοθετηθεί ο διάλογος με τον ή την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Κάθε τρεις μήνες ο Μάριο Ντράγκι και τώρα η Κριστίν Λαγκάρντ ενημερώνουν τους ευρωβουλευτές για την πολιτική που ακολουθεί η ΕΚΤ και στη συνέχεια δέχονται ερωτήσεις.

Επί Μάριο Ντράγκι, η ενημέρωση και ο διάλογος είχαν τονισμένη την ελληνική διάσταση εξαιτίας του μνημονίου και του αποκλεισμού των ελληνικών ομολόγων από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Επί Κριστίν Λαγκάρντ, η συζήτηση είναι… ευρωπαϊκών προδιαγραφών, γιατί η πανδημία δεν πλήττει μόνο χώρες με διαρθρωτικά προβλήματα –όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος στη διάρκεια της προηγούμενης κρίσης– αλλά όλες χωρίς εξαίρεση τις οικονομίες της Ευρωζώνης. Είναι μια συμμετρική κρίση, με ασύμμετρα όμως αποτελέσματα.

Μια άλλη διαφορά κατά την περίοδο της πανδημίας είναι ότι ο διάλογος είναι αναγκαστικά διαδικτυακός. Η έλλειψη φυσικής παρουσίας περιορίζει την πολιτική ένταση και κάνει το περιβάλλον πιο ακαδημαϊκό, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται ορισμένα θέματα σε βάθος.

Από το 2014, οπότε εκλέχτηκα ευρωβουλευτής, είμαι πλήρες μέλος της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Έδινα πάντα τεράστια σημασία στον θεσμοθετημένο διάλογο με τον Ντράγκι και τώρα με τη Λαγκάρντ για τρεις βασικούς λόγους.

Πρώτον, θεωρώ ότι η ΕΚΤ στέκεται πάντα στο ύψος των ευρωπαϊκών προκλήσεων και πως τόσο ο Ντράγκι όσο και η Λαγκάρντ είναι κορυφαίες προσωπικότητες που πρέπει να τους δίνουμε σημασία.

Δεύτερον, η ανάλυση που κάνει η ΕΚΤ για την ευρωπαϊκή οικονομία και η πολιτική που ακολουθεί έχουν τεράστια σημασία και σε διευκολύνουν να καταλάβεις προς τα πού πηγαίνουν οι εξελίξεις.

Τέλος, οι αποφάσεις της ΕΚΤ επιδρούν άμεσα στην πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ο Ντράγκι θέλησε να μας στηρίξει, αλλά βρέθηκε αντιμέτωπος με την εξαλλοσύνη του Βαρουφάκη και την πολιτική σύγχυση του Τσίπρα σε ό,τι αφορά τον ρόλο της ΕΚΤ. Η Λαγκάρντ έχει κάνει εντυπωσιακά ανοίγματα σε όφελος της ελληνικής οικονομίας, με βασικό την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο ειδικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Αναγνωρίζει με αυτόν τον τρόπο την αξιοπιστία του Μητσοτάκη και του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και στέλνει τα σωστά μηνύματα στις αγορές.

Προσπαθώ πάντα να γραφτώ στον κατάλογο των ομιλητών, για να έχω το πεντάλεπτο που δικαιούται κάθε ομιλητής για δημόσια ανταλλαγή απόψεων με τη μορφή της σχολιασμένης ερώτησης και απάντησης με την επικεφαλής της ΕΚΤ.

Την περασμένη Πέμπτη, 19 Νοεμβρίου, πραγματοποιήθηκε μία ακόμη ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων με την Κριστίν Λαγκάρντ. Συνοψίζω τα βασικά μηνύματα που, κατά την άποψή μου, έστειλε στους ευρωβουλευτές και στην κοινή γνώμη.

Περίοδος αβεβαιότητας

Η Λαγκάρντ χαιρέτισε τα «πολύ ενθαρρυντικά» τελευταία νέα για τα εμβόλια, προειδοποίησε όμως ότι έχουμε μπροστά μας μια περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας και απίστευτων προκλήσεων. Απηύθυνε την προειδοποίησή της με έναν δημιουργικό τρόπο, αποφεύγοντας την απαισιοδοξία και δίνοντας έμφαση στην πολλή και καλή δουλειά που πρέπει να γίνει.

Για να δημιουργήσει κλίμα εμπιστοσύνης, διαβεβαίωσε τους ευρωβουλευτές ότι η ΕΚΤ «είναι εδώ», όπως και κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας, και πως θα λειτουργήσει με την πολιτική της σαν «γέφυρα» μεταξύ των σημερινών δυσκολιών και της περιόδου μετά τον εμβολιασμό και την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας.

Αναφέρθηκε στις εκτιμήσεις των ειδικών της ΕΚΤ, σύμφωνα με τις οποίες η οικονομία της Ευρωζώνης παρουσίασε στο γ΄ τρίμηνο μια δυναμική, ταυτόχρονα όμως μερική και άνιση ανάκαμψη. Παρατήρησε ότι μπαίνοντας στο δ΄ τρίμηνο η οικονομία της Ευρωζώνης έχασε τη δυναμική της και πως εξαιτίας του δευτέρου κύματος της πανδημίας επιστρέφουμε σε ένα τρίμηνο υποτονικής δραστηριότητας, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις υπηρεσίες, όπως ο τουρισμός και τα ταξίδια.

Τόνισε ότι τα μέτρα που πήραν οι κυβερνήσεις προστάτευσαν σε μεγάλο βαθμό την απασχόληση και τα νοικοκυριά από τις συνέπειες της πανδημίας, αλλά πρέπει να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα όταν αναγκαστικά οι παρεμβάσεις θα περιοριστούν ή θα φτάσουν στο τέλος τους.

Σταθερή υποστήριξη

Εντύπωση προκάλεσε η εκτίμηση που έκανε η Λαγκάρντ για την πορεία του προϋπολογισμού. Ενώ είναι καταστατική υποχρέωση της ΕΚΤ να φροντίζει για τη σταθερότητα των τιμών με έναν ετήσιο πληθωρισμό λίγο κάτω από το 2%, η επικεφαλής της ΕΚΤ προέβλεψε ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα παραμείνει αρνητικός μέχρι τους πρώτους μήνες του 2021.

Απέδωσε τον αρνητικό πληθωρισμό στη μείωση του ΦΠΑ στη Γερμανία, στην πτωτική τάση των τιμών της ενέργειας, στην αδύναμη ζήτηση που χαρακτηρίζει την οικονομία και στη χαλάρωση σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας.

Ο αρνητικός πληθωρισμός είναι κακό σημάδι για την οικονομία, γιατί δείχνει ότι αδυνατεί να αναπτύξει δυναμική, ενώ περιπλέκει τη διαχείριση του δημόσιου χρέους σε βάθος χρόνου, ζήτημα που αφορά άμεσα την υπερχρεωμένη Ελλάδα.

Με τις δηλώσεις της η Λαγκάρντ επιβεβαίωσε τις πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ που θα πραγματοποιηθεί τον Δεκέμβριο θα παρθούν αποφάσεις για επέκταση του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων και για τη συνέχιση της προσφοράς μακροπρόθεσμων δανείων στις ευρωπαϊκές τράπεζες με ιδιαίτερα ελκυστικούς όρους, προκειμένου να βοηθηθεί η παροχή πιστώσεων στην πραγματική οικονομία. Όπως χαρακτηριστικά είπε η Λαγκάρντ, η ΕΚΤ θα προσαρμόσει εκ νέου την πολιτική της στις συνθήκες που διαμορφώνει το δεύτερο κύμα της πανδημίας, στηριζόμενη στα εργαλεία προσαρμογής που έχουν δοκιμαστεί με πολύ καλά αποτελέσματα. Εμφανίστηκε ως εγγυήτρια της εξασφάλισης ευνοϊκών όρων χρηματοδότησης για το σύνολο της οικονομίας.

Οι υποχρεώσεις των κυβερνήσεων

Αναλύοντας τη σύνθεση που πρέπει να έχει η νομισματική με τη δημοσιονομική πολιτική, η Λαγκάρντ περιέγραψε με τον τρόπο της τις υποχρεώσεις που πρέπει να αναλάβουν οι κυβερνήσεις. Ανάλογη ήταν η προσέγγιση του Ντράγκι, χωρίς τις περισσότερες φορές να επιτυγχάνει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Η σχέση ΕΚΤ-κυβερνήσεων, κυρίως των οικονομικά αναπτυγμένων κρατών-μελών της Ευρωζώνης, παρουσιάζει μεγάλο πολιτικό ενδιαφέρον. Η ΕΚΤ έχει την τάση να ζητεί από τις κυβερνήσεις να αναλάβουν πρόσθετες υποχρεώσεις –ιδιαίτερα στο επίπεδο της δημοσιονομικής πολιτικής– για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η κρίση. Οι κυβερνήσεις τις περισσότερες φορές δεν ανταποκρίνονται και ορισμένες από αυτές εμφανίζονται δυσαρεστημένες όταν η ΕΚΤ σπεύδει να καλύψει, στο μέτρο του δυνατού, το κενό οικονομικής πολιτικής που δημιουργούν.

Η Λαγκάρντ επέμεινε στη σημασία της αποτελεσματικής δημοσιονομικής πολιτικής. Κατά την άποψή της, μπορεί να επιταχύνει την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας, να λύσει κλαδικά προβλήματα τα οποία ξεπερνούν τις δυνατότητες της ΕΚΤ και να διαχειριστεί με σωστό τρόπο τις κρατικές εγγυήσεις, ώστε να υποστηριχθεί η οικονομία με σύνεση και, κυρίως, συνέχεια, για να αποτραπούν τυχόν αναταράξεις.

Ένα δύσκολο για τις κυβερνήσεις θέμα που έθιξε η Λαγκάρντ και συνήθιζε να θίγει ο Ντράγκι είναι η ποιότητα των δημοσίων δαπανών. Η ΕΚΤ θεωρεί αναγκαία την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, επειδή αποτελούν το καλύτερο μέσο άμεσης και αποτελεσματικής στήριξης της ζήτησης και μπορεί να λειτουργήσουν ως δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής.

Αναπτύσσοντας τη σταθερή θέση της ΕΚΤ υπέρ των δημοσίων επενδύσεων, η επικεφαλής της ΕΚΤ επέμεινε στην περιβαλλοντική και ψηφιακή διάστασή τους. Όπως χαρακτηριστικά είπε, ο συνδυασμός των δύο θα μας δώσει τη «νέα κανονικότητα» που θα ακολουθήσει την πανδημία.

Το πρόβλημα για τις κυβερνήσεις είναι ότι οι δημόσιες επενδύσεις αφορούν κονδύλια από την κάλυψη άμεσων οικονομικών και κοινωνικών αναγκών που μπορεί να παρουσιάζουν μεγαλύτερο πολιτικό και εκλογικό ενδιαφέρον. Έτσι, σε χώρες όπως η Ελλάδα, με μεγάλο δημόσιο χρέος και τεράστιο επενδυτικό έλλειμμα, οι δημόσιες δαπάνες καταλήγουν να κατευθύνονται στην κάλυψη τρεχουσών αναγκών και οι τόσο αναγκαίες δημόσιες επενδύσεις να πέφτουν σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα με το πέρασμα του χρόνου.

Όχι άλλη καθυστέρηση

Απευθυνόμενη στις κυβερνήσεις των «27» η Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι το «πακέτο» του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης πρέπει να γίνει λειτουργικό χωρίς καμία καθυστέρηση. Εξέφρασε τη σωστή άποψη, ότι η πολιτική διαμάχη και η σχετική καθυστέρηση που προκαλεί λειτουργούν σε βάρος των κρατών-μελών της Ε.Ε. που έχουν μεγάλες οικονομικές και αναπτυξιακές ανάγκες χωρίς να έχουν μεγάλο δημοσιονομικό χώρο για να στηρίξουν μέσω του κρατικού προϋπολογισμού την οικονομία τους.

Η παρέμβαση της επικεφαλής της ΕΚΤ στο συγκεκριμένο ζήτημα μου έφερε στον νου το σενάριο του οποίου την πραγματοποίηση πρέπει να αποφύγουμε. Αν οι αγορές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η Ε.Ε. έχει μπροστά της μία ακόμη πολιτική και θεσμική κρίση, με αποτέλεσμα να μείνει ουσιαστικά αβοήθητη η οικονομία της Ιταλίας, τότε θα γίνουν πολύ πιο αυστηρές στην αξιολόγηση της οικονομικής προοπτικής των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, ιδιαίτερα της Ιταλίας και της Ελλάδας.

Ο ιδιωτικός τομέας

Την ΕΚΤ την ενδιαφέρει η διευκόλυνση των μεγάλων επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, για να αποφευχθεί μια υποβάθμιση της πιστοληπτικής τους ικανότητας από τους οίκους αξιολόγησης, η οποία θα μπορούσε να τους δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα.

Η Λαγκάρντ δεν εμφανίστηκε ικανοποιημένη από το επίπεδο προσαρμογής πολλών επενδυτικών funds στους κανόνες που αποσκοπούν στον περιορισμό των συστημικών κινδύνων και άφησε σαφώς να εννοηθεί πως θα πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση.

Ζήτησε επίσης οι κρατικές εγγυήσεις των δανείων να είναι σωστά προγραμματισμένες, για να μη δημιουργηθούν ανώμαλες καταστάσεις κατά τη λήξη τους.

Παρατήρησε ότι υπάρχει, λόγω του δεύτερου κύματος της πανδημίας, τάση επιδείνωσης των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών και αναφέρθηκε σε μεγάλη πτώση της απόδοσης των κεφαλαίων τους μεταξύ του δ΄ τριμήνου του 2020 και του β΄ τριμήνου του 2021.

Έκανε υποδείξεις για το πώς ακριβώς πρέπει να κινηθούν οι τράπεζες για να προστατευτούν από την αύξηση των κόκκινων δανείων που οφείλεται στην έξαρση της πανδημίας και φάνηκε να ευνοεί την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, όπου το επιβάλλουν οι συνθήκες και είναι εφικτή.

Η γενική εικόνα που θέλησε να δημιουργήσει η Λαγκάρντ με τις τοποθετήσεις της και με την ανταλλαγή απόψεων με τους ευρωβουλευτές είναι ότι υπάρχει πλέον φως στο τέλος του υγειονομικού και οικονομικού τούνελ της πανδημίας, αλλά θα περάσουμε υποχρεωτικά από μια περίοδο αστάθειας, στη διάρκεια της οποίας θα αντιμετωπίσουμε μεγάλες προκλήσεις.

Η ΕΚΤ είναι «εδώ», όπως στο πρώτο κύμα της πανδημίας, και με την πολιτική της θα παίξει τον ρόλο της γέφυρας προς ένα καλύτερο οικονομικό μέλλον.