Τα εμβόλια αλλάζουν τον πολιτικό σχεδιασμό - Free Sunday
Τα εμβόλια αλλάζουν τον πολιτικό σχεδιασμό
Η κυβέρνηση έχει το πλεονέκτημα, ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει στην πόλωση και στο απρόοπτο.

Τα εμβόλια αλλάζουν τον πολιτικό σχεδιασμό

Τα επιτελεία των κομμάτων προσπαθούν να προσαρμόσουν τον πολιτικό τους σχεδιασμό στις νέες συνθήκες που δημιουργεί η ανάπτυξη ασφαλών και αποτελεσματικών εμβολίων, τα οποία θα αρχίσουν να διατίθενται από τα τέλη του 2020 - αρχές 2021 και αναμένεται να καλύψουν το σύνολο του πληθυσμού στην Ε.Ε. το αργότερο μέχρι το φθινόπωρο του 2021.

Η δυνατότητα αποτελεσματικού εμβολιασμού του γενικού πληθυσμού περιορίζει εντυπωσιακά την αβεβαιότητα που σχετίζεται με την πανδημία. Όλοι πλέον γνωρίζουν ότι το αργότερο μέχρι τον χειμώνα του 2021-2022 θα έχουμε επιστρέψει στην κανονικότητα. Η απειλή για τη δημόσια υγεία θα αποτελεί, σε γενικές γραμμές, παρελθόν και το πιθανότερο είναι ότι θα καταγράφονται απόλυτα ελεγχόμενοι και εποχικοί θάνατοι, όπως συμβαίνει με διάφορες ιώσεις.

Πρόκειται για μια ποιοτική αλλαγή, οι προεκτάσεις της οποίας δεν έχουν περάσει ακόμα στην ευρύτερη κοινή γνώμη. Οι πολίτες σε αυτή τη φάση ανησυχούν για τον αριθμό των κρουσμάτων, εκείνων που νοσούν βαριά και εκείνων που χάνουν τη μάχη στις ΜΕΘ. Η ανησυχία και ο φόβος δεν είναι βέβαια ελληνική ιδιαιτερότητα. Αφορούν το σύνολο της Ε.Ε., η οποία, δυστυχώς, έχει μετατραπεί για δεύτερη φορά σε επίκεντρο της πανδημίας. Οι περισσότεροι δίνουν τη μάχη για να προστατεύσουν την υγεία τους και να τα βγάλουν πέρα με μια δύσκολη έως εφιαλτική καθημερινότητα. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ μας.

Από το γ΄ ή το δ΄ τρίμηνο του 2021 οι οικονομικές προγνώσεις και ο σχετικός σχεδιασμός θα είναι ξανά ακριβείς και δεν θα χρειάζεται η διαρκής αναθεώρηση βασικών εκτιμήσεων και του κρατικού προϋπολογισμού, που επί πανδημίας μετατράπηκε σε κανόνα.

Η Ελλάδα θα περάσει στη μετά την πανδημία εποχή με πολύ καλή δυναμική, γιατί τα φιλοευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, και κυρίως η ΝΔ, μπόρεσαν να κρατήσουν τη χώρα στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε. κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2015. Έτσι, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες θα έχουν την καλύτερη κάλυψη στον κόσμο σε ό,τι αφορά τα εμβόλια. Η οικονομία μας στηρίζεται αποτελεσματικά από την ΕΚΤ, τα δανειακά προγράμματα της Ε.Ε. και τις διεθνείς αγορές. Έρχεται, με κάποια καθυστέρηση, και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο θα μας εξασφαλίσει 32 δισ. ευρώ για να καλύψουμε γρήγορα την οικονομική ζημιά που μας προκάλεσε η πανδημία.

Η στρατηγική της κυβέρνησης

Για τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνηση τα νέα είναι ιδιαίτερα καλά ύστερα από μια περίοδο μεγάλων δυσκολιών και συνεχών ανατροπών.

Το Μαξίμου καλείται πάντως να απαντήσει στο ερώτημα πώς θα διαχειριστεί τους 10-12 μήνες που μας χωρίζουν από την πλήρη επιστροφή στην κανονικότητα.

Σε αντίθεση με το πρώτο κύμα της πανδημίας, που ο πρωθυπουργός έφυγε μπροστά με ένα αυστηρό lockdown που αιφνιδίασε τους πάντες, στο δεύτερο κύμα η κυβέρνηση ακολουθεί τη γενικότερη ευρωπαϊκή τάση.

Εφαρμόζει το λεγόμενο «light lockdown», που εφαρμόζεται σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ε.Ε. χωρίς προς το παρόν εντυπωσιακά αποτελέσματα.

Ο κ. Μητσοτάκης –όπως και οι άλλοι ηγέτες της Ε.Ε.– θεωρεί ότι ένα γενικό και αυστηρό lockdown θα επιβάρυνε ακόμη περισσότερο την οικονομία. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις δεν θέλουν να παίξουν με την ψυχολογία των πολιτών στη διάρκεια της χριστουγεννιάτικης περιόδου. Επιδιώκουν να χαλαρώσουν –προσωρινά και προγραμματισμένα– την πειθαρχία και να συνεχίσουν μετά την εορταστική περίοδο με μέτρα-ακορντεόν, που θα ανοιγοκλείνουν ανάλογα με τον ρυθμό διάδοσης του κορονοϊού.

Με αυτή τη μέθοδο οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. –συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής– εκτιμούν ότι θα φτάσουν στην περίοδο του γενικού εμβολιασμού του πληθυσμού και πως θα αφήσουν οριστικά πίσω τους την πανδημία σε ένα χρονικό σημείο το οποίο δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να προσδιοριστεί, αλλά θα είναι κατά τη διάρκεια της περιόδου Ιουλίου-Νοεμβρίου 2021.

Μπορούμε να πούμε ότι ο βασικός κυβερνητικός σχεδιασμός έχει τα εξής πλεονεκτήματα:

Πρώτον, ακολουθείται η γενική ευρωπαϊκή τάση, γεγονός που διευκολύνει τη συνεννόηση και τον συντονισμό στα πλαίσια της Ε.Ε.

Δεύτερον, έχει εξασφαλιστεί πλήρως η χρηματοδότηση της μεταβατικής περιόδου χάρη στην πολιτική που ακολουθεί η ΕΚΤ και στη διεθνή αξιοπιστία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η Ελλάδα δανείζεται στις διεθνείς αγορές με ιστορικά χαμηλά και συχνά αρνητικά επιτόκια, εξέλιξη η οποία είναι πραγματικά εντυπωσιακή.

Τρίτον, από κοινωνική και πολιτική άποψη το Μαξίμου ακολουθεί τον ασφαλέστερο δρόμο. Δεν δοκιμάζει τις αντοχές της κοινωνίας, εφόσον παρατηρείται ήδη μεγάλη κοινωνική κόπωση, και δεν αυξάνει το πολιτικό ρίσκο που συνδέεται με την εφαρμογή της κυβερνητικής στρατηγικής.

Τα αδύνατα σημεία

Η κυβερνητική στρατηγική έχει σημαντικά αδύνατα σημεία, τα οποία συνηθίζω να επισημαίνω στις δημόσιες παρεμβάσεις μου για να συμβάλω στην αναζήτηση των αναγκαίων λύσεων.

Το light lockdown δεν αποδίδει, προς το παρόν, τα αναμενόμενα. Τα στοιχεία για τους θανάτους και όσους εισάγονται στις ΜΕΘ κινούνται σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα. Δεν γνωρίζουμε ακόμη αν παρατηρείται η αναμενόμενη καθυστέρηση των δύο εβδομάδων σε ό,τι αφορά τη βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας ή τα μέτρα δεν αποδίδουν γιατί είναι σχετικά χαλαρά και εφαρμόζονται από πολλούς πολίτες μας ακόμη χαλαρότερα.

Επίσης, έχει τεράστια σημασία να διευκρινιστεί αν η κυβέρνηση κινείται με βάση την εκτίμηση ότι θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα το καλοκαίρι του 2021 ή τον χειμώνα του 2021-2022. Θα ήταν ασφαλέστερο αν ο κυβερνητικός σχεδιασμός γινόταν με βάση το αυστηρό σενάριο της επιστροφής στην κανονικότητα τον επόμενο χειμώνα. Το χρονικό διάστημα που μας χωρίζει από το τέλος της κρίσης, με βάση αυτό το σενάριο, είναι κατά την άποψή μου πολύ μεγάλο για να συνεχίσουμε με παραλλαγές light lockdown και μέτρα-ακορντεόν.

Οι θάνατοι μπορεί να ξεπεράσουν τις 10.000 και η οικονομική ζημιά να αποδειχθεί ακόμη μεγαλύτερη από αυτήν που θα προκαλούσε ένα αυστηρό και γενικό lockdown τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο και μια συντηρητική συνέχεια στην οικονομική δραστηριότητα μέχρις ότου φτάσουμε στον εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού.

Οι υπολογισμοί είναι δύσκολοι, αλλά πρέπει να γίνουν. Μία βασική διαφορά με το πρώτο lockdown –η οποία μπερδεύει ακόμη περισσότερο την κατάσταση– είναι ότι τον Μάρτιο δεν είχαμε μεγάλη διασπορά του ιού, ενώ τώρα έχει χαθεί ο σχετικός σχεδιασμός. Κατά συνέπεια, δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε την αποτελεσματικότητα ενός νέου αυστηρού, γενικού lockdown με βάση τα όσα συνέβησαν τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο, εφόσον οι συνθήκες έχουν αλλάξει δραματικά.

Με προβληματίζουν ιδιαίτερα οι εκτιμήσεις των ειδικών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), οι οποίοι προειδοποιούν ότι με τον τρόπο που κινείται η Ε.Ε. δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα, αντίθετα θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα τρίτο κύμα πανδημίας στις αρχές του 2021.

Τα εμβόλια έχουν αλλάξει την εικόνα, με την έννοια ότι βλέπουμε το φως στο τέλος του τούνελ, στο οποίο θα φτάσουμε το αργότερο τον χειμώνα του 2021-2022. Πρέπει όμως να αποφασίσουμε με ποιον τρόπο θα κινηθούμε μέσα στο τούνελ της πανδημίας τους επόμενους 9-12 μήνες με τις μικρότερες δυνατές ανθρώπινες, οικονομικές και κοινωνικές απώλειες.

Η σημασία των δημοσκοπήσεων

Η κυβέρνηση μπαίνει στην ευθεία που οδηγεί στο τέλος του τούνελ έχοντας σημαντικό δημοσκοπικό και πολιτικό πλεονέκτημα. Με βάση την τελευταία δημοσκόπηση της MRB που έγινε για λογαριασμό του τηλεοπτικού Star, η ΝΔ καταγράφει ένα ποσοστό 37,6% στην πρόθεση ψήφου έναντι 21,7% του ΣΥΡΙΖΑ, 5,7% του Κινήματος Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ), 4,5% του ΚΚΕ, 4,2% της Ελληνικής Λύσης και 2,7% του ΜέΡΑ25. Η αδιευκρίνιστη ψήφος στη συγκεκριμένη δημοσκόπηση είναι της τάξης του 20%.

Η κυβέρνηση έχει καλύψει γύρω στη μισή απόσταση στο τούνελ της πανδημίας έχοντας αυξήσει εντυπωσιακά τη διαφορά της από τον ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με το αποτέλεσμα των τελευταίων βουλευτικών εκλογών. Πρόκειται, χωρίς αμφιβολία, για πολύ μεγάλη πολιτική επιτυχία του κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησης.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κατάσταση είναι ειδυλλιακή σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση. Η ίδια δημοσκόπηση δείχνει ότι 64% των ερωτηθέντων θεωρούν λίγο έως καθόλου αποτελεσματικά τα μέτρα που εφαρμόζονται. Το ποσοστό αυτό εκφράζει την αγωνία των πολιτών για όσα παρατηρούνται και επιβάλλει στην κυβέρνηση να πάρει αποφάσεις και να ξεκαθαρίσει τη στρατηγική της, γνωρίζοντας πλέον ότι με τα εμβόλια θα βγούμε από την κρίση το αργότερο τον επόμενο χειμώνα.

Η κοινή γνώμη κρίνει αυστηρά τα μέτρα της κυβέρνησης, ταυτόχρονα όμως αναγνωρίζει σε ποσοστό 50% ότι η επιδημιολογική εικόνα της χώρας στο δεύτερο κύμα της πανδημίας είναι καλύτερη σε σύγκριση με αυτήν άλλων χωρών που δοκιμάζονται από τον κορονοϊό.

Το ποσοστό των πολιτών που την κρίνουν χειρότερη σε σύγκριση με την εικόνα άλλων χωρών είναι μόλις 20,8%, ενώ 24,1% εκτιμούν ότι η επιδημιολογική εικόνα στην Ελλάδα είναι ίδια με αυτήν άλλων χωρών.

Στη δημοσκόπηση της Κάπα Research που έγινε για λογαριασμό της ιστοσελίδας ethnos.gr εμφανίζονται αρκετά αδύνατα σημεία στην κυβερνητική πολιτική, έτσι όπως την αντιλαμβάνεται η κοινή γνώμη.

Οι πολίτες θεωρούν ότι η σημαντικότερη αιτία για τη διάδοση του κορονοϊού ήταν ο συνωστισμός στα μέσα μεταφοράς.

Οι κυβερνητικοί αρμόδιοι προσέγγισαν το συγκεκριμένο θέμα με λάθος τρόπο. Εγκλωβίστηκαν στη σύγκριση της πολιτικής που θα ακολουθούσαν με την πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στα μέσα μεταφοράς, ενώ έπρεπε να συγκρίνουν τη σημερινή πολιτική με τις ανάγκες που δημιουργεί η πανδημία.

Με βάση τα αποτελέσματα της ίδιας δημοσκόπησης, οι πολίτες κάνουν την ακόλουθη ιεράρχηση των ευθυνών για την έξαρση της πανδημίας. Αποδίδουν ευθύνες στη συνολική διαχείριση από την κυβέρνηση, στη συνέχεια στους πολίτες που δεν τηρούν τα μέτρα, στους νέους που αμφισβητούν τα μέτρα και λιγότερες ευθύνες στην επιτροπή λοιμωξιολόγων και στη στάση της αντιπολίτευσης.

Επομένως, η κυβέρνηση έχει σημαντικό δημοσκοπικό, πολιτικό πλεονέκτημα, αλλά και πολλές αδυναμίες σε ό,τι αφορά την αντίληψη της κοινής γνώμης για την πολιτική που εφαρμόζει. Θα πρέπει να βελτιώσει την πολιτική της, ώστε να μην έχει μεγάλες απώλειες στην πορεία μέσα στο τούνελ προς το τέλος της πανδημίας.

Επένδυση στην πόλωση

Ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του βλέπουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υστερεί σημαντικά έναντι της κυβέρνησης και πως το παράθυρο ευκαιρίας που τους προσφέρει η κρίση θα κλείσει με τον μαζικό εμβολιασμό του πληθυσμού.

Το τελευταίο διάστημα επιχειρούν αριστερή στροφή και επενδύουν στη στρατηγική της έντασης.

Κατά την άποψή μου, η αλλαγή πολιτικής της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποδοθεί σε τρεις λόγους. Πρώτον, διαπίστωσαν ότι δεν μπορούν να προωθήσουν το άνοιγμα στην Κεντροαριστερά σε συνθήκες πανδημίας. Δεν έχουν τις αναγκαίες γνώσεις, ούτε τη διάθεση.

Δεύτερον, διαβάζουν τις δημοσκοπήσεις με έναν τρόπο που τους οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μπορούν να αξιοποιήσουν την αδυναμία του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25. Η αριστερή στροφή μπορεί, θεωρητικά, να οδηγήσει στην εκλογική λεηλασία των κομμάτων της Αριστεράς από τον ισχυρότερο ΣΥΡΙΖΑ ή και σε μελλοντική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η οποία θα στηρίζεται στην κοινοβουλευτική υποστήριξη των κομμάτων της Αριστεράς, όπως συμβαίνει με το Σοσιαλιστικό Κόμμα στην Πορτογαλία.

Η αριστερή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται στην παραδοχή ότι προς το παρόν δεν έχει τις δυνατότητες να αμφισβητήσει την ηγεμονία του Μητσοτάκη στον χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς.

Η μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά δεν γίνεται εύκολα δεκτή από τους ψηφοφόρους του. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της MRB για τον τηλεοπτικό Star, 46% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αντίθετοι στη διεξαγωγή εκδηλώσεων κατά την ημέρα του Πολυτεχνείου, με το ποσοστό να ανεβαίνει στο 67,9% για το σύνολο της κοινής γνώμης. Στο σύνολο της κοινής γνώμης 27,6% ήταν υπέρ της πραγματοποίησης εκδηλώσεων στην επέτειο του Πολυτεχνείου παρά την πανδημία.

Το παράδειγμα του Πολυτεχνείου είναι σημαντικό, γιατί δείχνει πως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στριμώχνεται με δική της ευθύνη στην πολιτική γωνία, διχάζοντας και τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης δείχνουν ότι τα λάβαρα κατά της αστυνομοκρατίας και τις… φασίζουσας ΝΔ που σήκωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή τους περιορισμούς στον εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνείου, δεν επηρεάζουν την ευρύτερη κοινή γνώμη.

Ο τρίτος λόγος για τον οποίο ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του ανεβάζουν τους τόνους της κριτικής και την ένταση είναι γιατί θέλουν να δοκιμάσουν τις αντοχές του συστήματος. Ελπίζουν πάντα σε μια μεγάλη αποτυχία ή ένα απρόοπτο σε συνθήκες κρίσης που θα στιγματίσει την κυβέρνηση και δεν θα της επιτρέψει στη συνέχεια να αξιοποιήσει πολιτικά την έξοδο από την κρίση.

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της MRB για το Star, το 56% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι το σύστημα υγείας θα τα καταφέρει, ενώ ένα σημαντικό 34,4% περιμένει ότι θα καταρρεύσει.

Στη δημοσκόπηση της Κάπα Research για το ethnos.gr 48% των ερωτηθέντων εκτιμούν ότι η κρίση θα παραμείνει σε ελεγχόμενο πλαίσιο, αλλά ένα εξαιρετικά σημαντικό 42% καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κρίση μάλλον θα βγει εκτός ελέγχου. Υπάρχει, λοιπόν, τονισμένο το στοιχείο της αστάθειας στην πορεία μας προς το τέλος του τούνελ και σε αυτήν ακριβώς επενδύει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για να καλύψει το δημοσκοπικό, πολιτικό της μειονέκτημα.

Δύσκολη μετάβαση

Η κυβέρνηση έχει τις πολιτικές δυνάμεις και τις εφεδρείες για να οργανώσει –σε όφελός της– την οριστική έξοδο από την πανδημία, πρέπει όμως να κινηθεί προσεκτικά.

Με βάση τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης της Κάπα Research για το ethnos.gr, το 48% των πολιτών έχει θετική άποψη για την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας. Πρόκειται για ένα υψηλό ποσοστό που δείχνει πολιτική αντοχή σε συνθήκες κρίσης, το οποίο όμως είναι πολύ χαμηλότερο από τα ποσοστά-ρεκόρ της περασμένης άνοιξης.

Μητσοτάκης-ΝΔ θεωρούνται με σημαντική διαφορά η καλύτερη λύση σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της πανδημίας. Το 44% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ η διαχείριση της πανδημίας θα ήταν χειρότερη, ενώ ένα 30% πιστεύει ότι θα ήταν καλύτερη.

Κι ενώ η ΝΔ υπερέχει σαφώς του ΣΥΡΙΖΑ, τα προβλήματα για τους πολίτες μεγαλώνουν και η κυβέρνηση θα αξιολογηθεί, αναπόφευκτα, με βάση τη δυνατότητά της να συμβάλει στην αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. Η έρευνα της Κάπα Research δείχνει ότι η μεγαλύτερη ανησυχία των πολιτών έχει σχέση με το ζήτημα της υγείας τους και της υγείας της οικογένειάς τους. Η δεύτερη σημαντικότερη ανησυχία τους έχει σχέση με την οικονομική κατάσταση και το εισόδημά τους. Ανησυχούν επίσης για τα εθνικά θέματα, για το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσουν τα μέτρα, για την εργασία και την επαγγελματική τους προοπτική, για την εκπαίδευση των παιδιών τους και σε μικρότερο ποσοστό για το αν θα τα βγάλουν πέρα στη διάρκεια του lockdown.

Τα προβλήματα πολιορκούν τους πολίτες και την κοινωνία και η πίεση περνάει αναπόφευκτα στην κυβέρνηση, η οποία πρέπει να στηρίξει, στο μέτρο του δυνατού, όσους έχουν ανάγκη, χωρίς όμως να δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα στη διαφαινόμενη ανάκαμψη της οικονομίας.

Η κυβέρνηση θα κριθεί και με βάση το επίπεδο διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης. Υπάρχει ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού –γύρω στο 20%– που δεν είναι συνεργάσιμο και με την ανεύθυνη στάση του περιορίζει την αποτελεσματικότητα των κυβερνητικών μέτρων. Σύμφωνα με την έρευνα της MRB για τον τηλεοπτικό Star, 21,7% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι η Θεία Κοινωνία δεν μεταδίδει τον ιό, ενώ, σε ό,τι αφορά το εμβόλιο, 37,7% δηλώνουν ότι σίγουρα δεν θα το κάνουν ή μάλλον δεν θα το κάνουν.

Τα ποσοστά εκείνων που δεν είναι συνεργάσιμοι ή δεν θεωρούν πως ο κορονοϊός είναι απειλή είναι αρκετά υψηλά ώστε να περιορίσουν την αποτελεσματικότητα των κυβερνητικών μέτρων, ενισχύοντας τα ερωτηματικά για την ποιότητα της κυβερνητικής πολιτικής.