Σκέψεις πριν, μετά και για το εμβόλιο - Free Sunday
Σκέψεις πριν, μετά και για το εμβόλιο

Σκέψεις πριν, μετά και για το εμβόλιο

Της Αγγελικής Κολοκοτσά*

Ο Κώστας είναι γυμναστής και, παρόλο που είχε τη δυνατότητα να εμβολιαστεί, δεν το έχει κάνει, γιατί θεωρεί ότι δεν έχουν γίνει επαρκείς κλινικές μελέτες και δοκιμές. Δεν φοβάται, καθώς έχει πολύ καλή υγεία και προσέχει πολύ, ενώ μένει «ακίνητος» ως προς τον εμβολιασμό, γιατί θεωρεί ότι δεν ξέρουμε το πραγματικό ρίσκο του εμβολίου.

Η Χαρά, που είναι φροντίστρια ασθενών, αν και είχε τη δυνατότητα να εμβολιαστεί με τους υγειονομικούς αρκετά νωρίς, διστάζει να το κάνει, σημειώνοντας ότι είναι αρκετά νέα και «έχει όρεξη να ζήσει».

Ένα ποσοστό της τάξης του 68% των Ελλήνων δηλώνουν ότι ήδη έχουν κάνει το εμβόλιο, είτε έχουν κλείσει ραντεβού να το κάνουν, είτε θα το κάνουν οπωσδήποτε, σύμφωνα με τα τελευταία αποτελέσματα της δειγματοληπτικής έρευνας Focus Bari / YouGov που διεξήχθη τον Ιούνιο του 2021 σε 21 χώρες.

Από την άλλη, περίπου 10%-12% των Ελλήνων είναι αμφίθυμοι ως προς τον εμβολιασμό τους.

Είναι γιατί φοβούνται, γιατί δεν είναι έτοιμοι, γιατί ακόμη ψάχνουν απαντήσεις που θα τους ησυχάσουν ως προς τις παρενέργειες ή τους «κρυφούς» κινδύνους του εμβολίου.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο εμβολιασμός για την Covid-19 είναι μια καινούργια εμπειρία για την ανθρωπότητα, που δεν θυμίζει σε τίποτα καμία προηγούμενη. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα και πολύ σύντομα βρεθήκαμε χωρίς καμία ψυχική προετοιμασία μπροστά σε κάτι ανοίκειο και ξένο, που ταυτόχρονα ήταν και τόσο απειλητικό, να καλούμαστε να αποφασίσουμε για τον εμβολιασμό μας.

Είδαμε ανθρώπους να προσέρχονται για εμβολιασμό κατακυριευμένοι από άγχος και αρνητικές σκέψεις.

Είδαμε ανθρώπους να τριγυρνούν έξω από τα εμβολιαστικά κέντρα φοβισμένοι μέχρι να έρθει η σειρά τους να εμβολιαστούν, ενώ αρκετοί ήταν εκείνοι που επιζητούσαν παρέα, «συνοδεία» σε αυτό το «δύσκολο» εγχείρημα.

Είδαμε «παιδιά», που με τη σειρά τους είναι ή όχι και οι ίδιοι γονείς, να συνοδεύουν τους υπερήλικες γονείς τους στον εμβολιασμό τους στοργικά και υπομονετικά, ζευγάρια να συνοδεύει ο ένας τον άλλον ή να κλείνουν τα ραντεβού τους για εμβολιασμό την ίδια ημέρα, «συντροφικά», προκειμένου να μοιραστούν το ψυχικό βάρος και να μαλακώσει ο φόβος, να μην τον «ακούν» τόσο έντονα και εκκωφαντικά.

Όλα γίνονται πιο δύσκολα και τα βήματα είναι «πιο βαριά» κάτω από την ομπρέλα του φόβου. Εκτός από την επιδημία του ιού, παρατηρούμε μια επιδημία φόβου που κινεί τα νήματα. Με αυτόν τον τρόπο η ιατρική πράξη του εμβολιασμού ισοδυναμεί με πράξη που οδηγεί στον «θάνατο».

Θα πεθάνουμε από τον ιό ή θα πεθάνουμε από το εμβόλιο;

Οι «ανεμβολίαστοι» δεν είναι μια μάζα ανθρώπων με τις ίδιες ανάγκες και τα ίδια γνωρίσματα. Δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν «ψεκασμένοι», πολύ περισσότερο όταν ακούγονται κατά καιρούς τόσο αντιφατικά μηνύματα που μπερδεύουν τόσο πολύ τον κόσμο.

Το κράτος χρειάζεται να παρέχει ασφάλεια στους πολίτες, να λειτουργεί ενωτικά, σαν ένας καλός «πατέρας», αρθρώνοντας ξεκάθαρα μηνύματα ως προς τον εμβολιασμό, όχι ασάφειες και πολώσεις, ώστε να νιώθουμε ασφαλείς.

Από την άλλη, οι εξηγήσεις των ειδικών θα έπρεπε να είναι σαφέστερες και η πρόσκληση-έκκληση στους πολίτες να εμβολιαστούν καλύτερα αιτιολογημένη, πάνω σε ρεαλιστική βάση, και λιγότερο ηθική-ιδεολογική.

Παραπάνω από αναγκαία η επιστημονική πειθώ, που μπορεί να «ησυχάσει» τις φοβίες και τις ανασφάλειες κάποιου, τις δεύτερες σκέψεις ή την καχυποψία, με ένα αίσθημα αμοιβαιότητας που λειτουργεί λυτρωτικά και ανακουφιστικά.

Στους νέους 18-25 ετών παρακολουθήσαμε ότι δόθηκε ένα κίνητρο, το voucher, μια επιβράβευση για να εμβολιαστούν. Καταλάβαμε ότι πάνω απ’ όλα ένιωσαν ότι «υπάρχουν». Όλη την προηγούμενη περίοδο βρίσκονταν σε μια συνεχή αγωνία κι αυτό τους οδηγούσε στο να παραβιάζουν τα μέτρα, προκειμένου να ακουστούν, να τους προσέξουν.

Οι ειδικοί υγείας και ψυχικής υγείας είναι δίπλα μας, έτοιμοι να μας συνοδεύσουν σε όλον αυτόν τον δρόμο προς την ελευθερία, ώστε να νιώθουμε ασφαλείς και να προχωράμε «εσωτερικά» και εξωτερικά με συνείδηση, με καθαρή σκέψη, με ενισχυμένη ελεύθερη βούληση και ατομική ευθύνη.

Δεν θα πρέπει να μένουμε μόνο στην ατομική ευθύνη. Η ευθύνη για τη διαχείριση της πανδημίας είναι προπαντός συλλογική και πολιτική. Δεν ευθύνονται μόνο οι νέοι για τη διασπορά. Από την κατηγορία των «αποδιοπομπαίων τράγων», οι νέοι πέρασαν στην επιβράβευση του voucher. Περισσότερο όμως χρειάζεται σωστή, έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση για να πάρουμε τη ζωή μας πίσω. Χρειάζεται χάραξη πολιτικών υγείας, επιστημονική πειθώ και όχι τόσο πολιτικές επιβράβευσης, που είναι βούτυρο στο ψωμί της συνωμοσιολογίας.

Χρειάζεται να είμαστε συγκρατημένοι και συγκροτημένοι, έχουμε δρόμο μπροστά, και μόνο παραμένοντας μαζί και ενωμένοι, μακριά από πολώσεις, θα τα καταφέρουμε στον παρόντα χρόνο, καθώς και στη μετα-Covid 19 εποχή.

*Η Αγγελική Κολοκοτσά είναι ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια, Κέντρο Ημέρας Αμαρουσίου «Franco Basaglia», Εταιρεία Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ).