Αυτοπαγίδευση - Free Sunday
Αυτοπαγίδευση

Αυτοπαγίδευση

Ο Ντέιβιντ Κάμερον δείχνει χαρούμενος με τον εαυτό του αυτές τις μέρες – όπως ήταν ο Έλληνας πρωθυπουργός αμέσως μετά το δικό του δημοψήφισμα, πέρυσι το καλοκαίρι. Και ο ένας και ο άλλος θεωρούν, ή θεωρούσαν, πως πέτυχαν, ή θα πετύχουν, με έναν σμπάρο δύο τρυγόνια: επιλύοντας ένα εσωκομματικό τους θέμα θα κέρδιζαν και μια νέα νομιμοποίηση. Μόνο που από την πολιτική εξίσωση έλειπε, και λείπει, ένας παράγοντας που καμιά φορά μετρά στη δημοκρατία: η εντύπωση που αφήνει στο κοινωνικό σώμα και στους διεθνείς εταίρους η (κατά)χρηση των θεσμών σε βάρος του γενικού συμφέροντος. Όπως και για τον Έλληνα ομόλογό του τον Ιούλιο, το δημοψήφισμα του Κάμερον, ακόμα κι αν το κερδίσει, είναι πολύ πιθανό να αποτελέσει την αρχή του τέλους του. Αντί να πιάσει σμπάρους, κινδυνεύει να γίνει μπεκάτσα που θα πιαστεί στα ίδια του τα δίχτυα.


Ως υπολογισμός στο χαρτί, το σχέδιο Κάμερον έμοιαζε να τα έχει σχεδόν όλα: ισχυρό στόχο (την παραμονή της Βρετανίας στην Ένωση), λαϊκιστική, άρα εκλογικά χρήσιμη, προσέγγιση (παραμονή μόνο με «ενίσχυση» των θέσεων της Βρετανίας), ευνοϊκή συγκυρία (ο Βρετανός πρωθυπουργός είναι φρεσκοεκλεγμένος και δημοφιλής, ενώ η Ευρώπη πάει άσχημα), αδύναμους αντιπάλους (ευρωσκεπτικιστές που βραχυκυκλώνονται, Εργατικούς που ψάχνονται), υποστήριξη από ισχυρά κέντρα («σοβαρό» Τύπο, επιχειρηματική κοινότητα), εύνοια έως υπερβολής από την Ε.Ε. (που ούτε να διανοηθεί μπορεί ότι στην οικονομική και μεταναστευτική κρίση θα προστεθεί ένα Brexit). Η στόχευση είναι καθαρή: θέτει ορισμένα ζητήματα επί των οποίων κερδίζει τη συναίνεση –δηλαδή την υποχώρηση– των ευρωπαϊκών θεσμών, παρουσιάζει αυτά τα βήματα ως ενίσχυση της Βρετανίας εντός της Ευρώπης, υποστηρίζει και κερδίζει την παραμονή, εξουδετερώνοντας συγχρόνως και τις ευρωσκεπτικιστικές φωνές του κόμματός του. Είπαμε όμως: στο χαρτί όλα αυτά. Η πράξη, το μόνο που μετράει στην πολιτική, αποδεικνύεται εντελώς διαφορετική.


Λίγες μέρες μετά την παρουσίαση –και την καταρχήν αποδοχή– του σχεδίου Κάμερον, όλοι –ο Βρετανός πρωθυπουργός, η Βρετανία και η Ευρώπη– είναι πολύ πιο πιθανό να χάσουν παρά να κερδίσουν. Η μανούβρα δεν πείθει πια κανέναν: οι υποχωρήσεις φάνηκαν ότι είναι σικέ, οι άλλες χώρες και ηγέτες θύμωσαν –φανερά ή μυστικά– με τις υπερβολικές υποχωρήσεις της Κομισιόν, η βρετανική κοινή γνώμη μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς το «όχι». Κυρίως, όμως, κινδυνεύουν κρίσιμες ευρωπαϊκές κατακτήσεις, όπως η ισότητα όλων των εργαζομένων, η εμβάθυνση του κοινού πολιτικού σχεδίου, η κατεύθυνση της ζώνης του ευρώ από εκείνους που ανήκουν σε εκείνην. Όπως ο Έλληνας ομόλογός του πριν από μερικούς μήνες, ο Βρετανός πρωθυπουργός δεν είναι πια σίγουρος αν θέλει να κερδίσει ή να χάσει το δημοψήφισμα και πώς θα επιβιώσει, είτε το κερδίσει είτε το χάσει.


Όχι γιατί υπερτίμησε τις δυνάμεις του. Αλλά γιατί υποτίμησε τη δύναμη της αλήθειας.