Ναυπηγεία Σκαραμαγκά: Με τον Προκοπίου ελπίζουν σε προκοπή - Free Sunday
Ναυπηγεία Σκαραμαγκά: Με τον Προκοπίου ελπίζουν σε προκοπή
Εδώ και δεκαετίες έχουν μετατραπεί σε μαύρη τρύπα για το δημόσιο χρήμα

Ναυπηγεία Σκαραμαγκά: Με τον Προκοπίου ελπίζουν σε προκοπή

Τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά έχουν μια μεγάλη ιστορία, αλλά και σημαντική συμβολή στα ελλείμματα και στα χρέη του Δημοσίου. Εκφράζεται η ελπίδα ότι η κατάσταση αυτή θα σταματήσει, ύστερα από την επιτυχή κατάληξη των δύο διαγωνισμών για την ιδιωτικοποίησή τους.

Πλειοδότης ο Προκοπίου

Πλειοδότης και στους δύο διαγωνισμούς αναδείχθηκε ο γνωστός Έλληνας εφοπλιστής Γιώργος Προκοπίου μέσω της ελεγχόμενης από αυτόν εταιρείας MILINA Enterprises Company Limited.

Ο όμιλος Προκοπίου πρόσφερε το ποσό των 37,3 εκατ. ευρώ για την περιοχή της 5ης δεξαμενής. Πρόκειται για το εμπορικό τμήμα των ναυπηγείων που ανήκει στην Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου (ΕΤΑΔ). Επίσης, ο όμιλος πρόσφερε άλλα 25,2 εκατ. ευρώ για το στρατιωτικό τμήμα των ναυπηγείων. Αυτό περιλαμβάνει τις εγκαταστάσεις κατασκευής υποβρυχίων, την 4η δεξαμενή, τις μηχανολογικές εγκαταστάσεις και τα γραφεία των ναυπηγείων.

Τα ναυπηγεία έχουν τεράστιο δυναμικό, αλλά απαξιώθηκαν με το πέρασμα του χρόνου. Για παράδειγμα, το λεγόμενο εμπορικό τμήμα περιλαμβάνει τη δεξαμενή Νο.5, ικανή να υποδεχθεί ακόμη και σούπερ τάνκερ. Για να συμβεί όμως αυτό θα πρέπει να επενδυθούν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ στη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό τους.

Άλλη χαρακτηριστική εξέλιξη της παρακμής των ναυπηγείων είναι ότι η προβλήτα Νο.4 και ο περιβάλλοντας χώρος χρησιμοποιούνται τα τελευταία χρόνια σαν… κέντρο φιλοξενίας προσφύγων.

Ο Γιώργος Προκοπίου γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1946 και ξεκίνησε τη μεγάλη πορεία του στην εμπορική ναυτιλία το 1971, επενδύοντας σε ένα δεξαμενόπλοιο. Αναγνωρίζεται σαν ένας από τους κορυφαίους παράγοντες της παγκόσμιας ναυτιλίας. Μέσω των εταιρειών του Dynacom, Dynagas και Sea Traders ελέγχει έναν στόλο από LNG carriers, δεξαμενόπλοια, bulk carriers και container ships. Συνολικά διαχειρίζεται 133 πλοία και άλλα 15 είναι υπό ναυπήγηση.

Ο κ. Προκοπίου είναι γνωστός και για τις σημαντικές ποιοτικές επενδύσεις του στον χώρο των ακινήτων. Πρόκειται για έναν διεθνώς αναγνωρισμένο δισεκατομμυριούχο, ο οποίος θέλει να συμβάλει μέσω της εξαγοράς των ναυπηγείων στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Φιλοδοξία του είναι να μετατρέψει τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά στα μεγαλύτερα ναυπηγεία της Ανατολικής Μεσογείου, όπως ήταν την περίοδο που ανήκαν στον Σταύρο Νιάρχο.

Μετά τη λήξη του διαγωνισμού έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Πράγματι οι εταιρείες που εκπροσωπούμε είναι οι πλειοδότες των διεξαχθέντων διαγωνισμών. Η ταχεία αδειοδότηση των σχεδιαζόμενων χρήσεων θα είναι καθοριστική για την επιτυχία του εγχειρήματος. Είναι μια πολύ θετική εξέλιξη και χρειάζεται πολλή δουλειά απ’ όλους».

Ο κ. Προκοπίου αναφέρεται στη διαδικασία που ισχύει για το στρατιωτικό τμήμα των ναυπηγείων,  σύμφωνα με την οποία ο ειδικός διαχειριστής αναδεικνύει τον πλειοδότη και καταθέτει τον φάκελο στο Πρωτοδικείο προκειμένου να αποφασίσει αν θα κάνει δεκτή την προσφορά.

Η αναγκαία σύνδεση

Η πρωτοβουλία Προκοπίου έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό, που είναι η σύνδεση των μεγάλων και επιτυχημένων επενδύσεων στην εμπορική ναυτιλία με τον ναυπηγικό τομέα και τη βιομηχανία γενικότερα.

Εκτιμάται ότι οι επενδύσεις του ομίλου Προκοπίου στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά μπορεί να φτάσουν τα 150 εκατ. ευρώ και να δημιουργήσουν 1.600 θέσεις εργασίας.

Αισιόδοξος εμφανίστηκε και ο πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, με τις αναρτήσεις του στο διαδίκτυο για τα οφέλη του Δημοσίου και την προοπτική των ναυπηγείων. Υπογράμμισε ότι το τελικό τίμημα είναι τετραπλάσιο του αρχικού και αγγίζει τα 78 εκατ. ευρώ. Τόνισε επίσης ότι «τα μεγαλύτερα ναυπηγεία της χώρας ξαναπιάνουν δουλειά και γίνεται ένα ακόμα βήμα για την αναγέννηση της ελληνικής ναυπηγικής βιομηχανίας».

Προηγήθηκε η εξυγίανση των Ναυπηγείων Σύρου και η ανάπτυξη του κύκλου εργασιών τους. Σειρά έχουν τα Ναυπηγεία της Ελευσίνας, που χρειάζονται κι αυτά ένα νέο επενδυτικό ξεκίνημα.

Διαχειριστική μαύρη τρύπα

Τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά ξεκίνησαν τη δραστηριότητά τους το 1937-1939. Το 1958 μεταβιβάστηκαν στον όμιλο του Σταύρου Νιάρχου. Γνώρισαν εντυπωσιακή ανάπτυξη στη δεκαετία του ’60 και του ’70. Στη συνέχεια όμως περιορίστηκε η δυναμική τους και το 1985 πέρασαν υπό τον έλεγχο του Δημοσίου. Ξεκίνησε μια μεγάλη διαχειριστική περιπέτεια, η οποία κόστισε δισεκατομμύρια ευρώ στους Έλληνες φορολογούμενους και τα οδήγησε σε παραγωγική παρακμή. Πολιτικές αποφάσεις, προκλητική κακοδιαχείριση, διαπλοκή και διαφθορά, καθώς και η συντεχνιακή λογική τα μετέτρεψαν σε μαύρες διαχειριστικές τρύπες.

Η μέθοδος που ακολουθήθηκε για να συντηρούνται σε βάρος του Έλληνα φορολογουμένου ήταν η ναυπήγηση πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού από ξένες εταιρείες που είχαν αναλάβει τη ναυπήγησή τους. Θεωρητικά αυτή η επιλογή μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξη του αμυντικού σκέλους της ναυπηγικής βιομηχανίας. Στην πράξη όμως, εξελίχθηκε σε μέθοδο υπερτιμολόγησης και – σε περιπτώσεις– μεγάλης κλίμακας διαφθοράς.

Πρώτα ναυπηγήθηκαν οι φρεγάτες MEKO 200HN της κλάσης «Ύδρα» από τη γερμανική Blohm & Voss. Στον Σκαραμαγκά ναυπηγήθηκαν οι τρεις από τις τέσσερεις φρεγάτες που παρήγγειλε το Πολεμικό Ναυτικό και παραδόθηκαν την περίοδο 1992-1994.

Η άσκηση αυτή επαναλήφθηκε σε μεγαλύτερη κλίμακα με τα γερμανικά υποβρύχια τύπου 214 και την αναβάθμιση των υποβρυχίων τύπου 2009. Η γερμανική κατασκευάστρια εταιρεία HDV και στη συνέχεια ο όμιλος ThyssenKrupp ανέλαβαν να λειτουργήσουν τα ναυπηγεία στη βάση μιας ιδιωτικοποίησης που είχε σαν «προίκα» την κατασκευή των υποβρυχίων.

Στην πράξη ξέφυγε το κόστος της κατασκευής των υποβρυχίων, δόθηκαν απίθανες μίζες που οδήγησαν τον τότε υπουργό Άμυνας, Α. Τσοχατζόπουλο, στη φυλακή, ενώ τα σχέδια για μετατροπή του Σκαραμαγκά σε σύνθετη βιομηχανία που θα κάλυπτε μέχρι και τις ανάγκες του ΟΣΕ, έμειναν στα χαρτιά. Το 2009 ο όμιλος ThyssenKrupp αποχώρησε από τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά για να στηθεί μια νέα ιδιωτικοποίηση, αυτή τη φορά υπέρ της Prininvest των αδερφών Safa και της Abu Dhabi Mar.

Οι αδελφοί Safa είναι Γάλλοι επιχειρηματίες με πρωταγωνιστική παρουσία στον χώρο των ναυπηγείων σε ευρωπαϊκές χώρες, στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Το 2010, κι ενώ η ελληνική κρίση ήταν σε πλήρη εξέλιξη, τους δόθηκαν τα ναυπηγεία έναντι ενός ευρώ με τη δέσμευση της τότε κυβέρνησης να ολοκληρώσει τη ναυπήγηση του υποβρυχίου «Παπανικολής» –το οποίο παρουσίαζε κάποια τεχνικά προβλήματα– και να ενισχύσει το πρόγραμμα κατασκευής των γερμανικών υποβρυχίων που ήταν σε εξέλιξη με πρόσθετη παραγγελία ύψους ενός δισ. ευρώ.

Οι αδελφοί Safa κατάγονται από τον Λίβανο, γι’ αυτό η Prininvest έχει την έδρα της στη Βηρυτό, όπου απασχολεί 2.500 άτομα. Η δικτύωση των αδερφών Safa στα ευρωπαϊκά ναυπηγεία ξεκίνησε με την εξαγορά, το 1991, των ναυπηγείων του Χερβούργου CMN (Constructions Mécaniques de Normandie). Μπόρεσαν να τα εξυγιάνουν και να τα αναπτύξουν. Σήμερα απασχολούν 500 άτομα και έχουν καλό κύκλο εργασιών. Με το πέρασμα του χρόνου, ο όμιλος Prininvest-Abu Dhabi Mar έφτασε να ελέγχει τα Γερμανικά Ναυπηγεία του Κιέλου, με ιστορία 170 ετών και τα γερμανικά ναυπηγεία NOBISKRUG με ιστορία 75 ετών και ειδίκευση στα σούπερ γιοτ.

Στην εταιρική ενημέρωση για τις επενδύσεις της Prininvest-Abu Dhabi MAR περιλαμβάνονται και τα Hellenic Shipyards, δηλαδή τα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά.

Οι αδελφοί Safa θεωρούν ότι το Ελληνικό Δημόσιο αθέτησε τις συμβατικές του υποχρεώσεις και διεκδικούν στα διεθνή δικαστήρια αποζημιώσεις που ξεπερνούν το ένα δισ. ευρώ. Από την πλευρά του, το ελληνικό Δημόσιο διεκδικεί την επιστροφή κρατικών επιδοτήσεων που κρίθηκαν παράνομες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ύψους 523 εκατ. ευρώ.

Η διαμάχη αδελφών Safa - Ελληνικού Δημοσίου δεν εξελίσσεται υπέρ του τελευταίου, εφόσον το ICC (Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο) έκανε δεκτή την αίτησή τους για ασφαλιστικά μέτρα και έχει απαγορεύσει στο Ελληνικό Δημόσιο –απειλώντας μάλιστα με την επιβολή προστίμων– να προχωρήσει σε οποιαδήποτε κίνηση στα ελληνικά δικαστήρια και φυσικά σε αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος, προτού εκδοθεί απόφαση για την κύρια υπόθεση.

Οι αδελφοί Safa επένδυσαν στην Abu Dhabi Mar μαζί με τη βασιλική οικογένεια του Άμπου Ντάμπι, ο μεγαλύτερος αδελφός Iskandar ήταν επί μία πενταετία αντιπρόεδρος του ομίλου MIG, ενώ μέσα από μια σειρά εξαγορών κατέληξαν να ελέγχουν τη γερμανική Blohm & Voss, όπως και το 25% της HDW από την οποία προμηθευτήκαμε τα υποβρύχια τύπου 214, με τα οποία καλύπτει τώρα τις ανάγκες του πολεμικού ναυτικού της και η Τουρκία.

Δεν ήταν σικέ

Το κακό προηγούμενο των ιδιωτικοποιήσεων των ναυπηγείων Σκαραμαγκά σε όφελος εταιρειών που είχαν εξασφαλίσει ή νόμιζαν ότι είχαν εξασφαλίσει συμβάσεις από το Πολεμικό Ναυτικό μας και η καθυστέρηση στη διαγωνιστική διαδικασία που παρατηρήθηκε, έκαναν τον Στέφανο Μάνο να μιλήσει για νέα «σικέ» ιδιωτικοποίηση των ναυπηγείων. Θεώρησε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα απέκλειε τις προσφορές διαφόρων επιχειρηματικών ομίλων για να συνδυάσει την ιδιωτικοποίηση των ναυπηγείων με νέες παραγγελίες του Πολεμικού Ναυτικού, όπως έκαναν οι κυβερνήσεις Σημίτη και Γ. Παπανδρέου κατά το παρελθόν.

Με την ανάδειξη του ομίλου Προκοπίου σε πλειοδότη μπαίνει τέλος στη σκοτεινή παράδοση των πραγματικά «σικέ» ιδιωτικοποιήσεων.

Οι πρώτες αντιδράσεις

Όπως θα περίμενε κανείς, οι αντιδράσεις στην εξαιρετικά επιτυχημένη ιδιωτικοποίηση ήρθαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος σε σχετική ανακοίνωση τονίζει ότι: «Ο συγκεκριμένος διαγωνισμός παρουσιάζει σκοτεινά σημεία και γεννά ερωτήματα, καθώς πρόκειται για επαναληπτική διαδικασία.

Ο όρος “κοψοχρονιά” φαίνεται να μην είναι αρκετός για να περιγράψει την τελική προσφορά καθώς η πραγματική αξία των Ναυπηγείων, σύμφωνα με ανεξάρτητους εκτιμητές, ξεπερνά τα 100 εκ. ευρώ».

Από την πλευρά του, το Σωματείο Εργαζομένων Ναυπηγείων Σκαραμαγκά «Η Τρίαινα» καλεί τον ειδικό διαχειριστή να μην αναδείξει πλειοδότη, ενώ υπογραμμίζει ότι «δεν πρόκειται να χαρίσουμε τα 200 εκατ. που μας χρωστάει η εταιρεία, από τα οποία πάνω από 30 εκατ. είναι οι αποζημιώσεις μας, σε κανέναν».

Ένα άλλο σημείο τριβής που αναδεικνύει τις ελληνικές ιδιαιτερότητες είναι η υποχρέωση του κλεισίματος της δομής προσφύγων που έχει δημιουργηθεί σε χώρους του ναυπηγείου, εντός τριών ετών, διαφορετικά η συμφωνία ακυρώνεται και επιστρέφεται το τίμημα στον πλειοδότη.

Ο Γιώργος Προκοπίου βρίσκεται μπροστά σε μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της επιχειρηματικής του σταδιοδρομίας. Καλείται να μεταφέρει το πνεύμα της πρωτοβουλίας και την επιχειρηματική αποτελεσματικότητα που τον χαρακτηρίζουν σε μία υπόθεση που μοιάζει χαμένη εδώ και δεκαετίες. Αν τα καταφέρει, θα κλείσει μία μαύρη διαχειριστική τρύπα που απορροφά διαχρονικά τεράστιες ποσότητες δημόσιου χρήματος μέσα από κυριολεκτικά εξωφρενικές καταστάσεις.