Παναγιώτης Λιαργκόβας: «Καθαρή έξοδος δεν υπάρχει» - Free Sunday
Παναγιώτης Λιαργκόβας: «Καθαρή έξοδος δεν υπάρχει»

Παναγιώτης Λιαργκόβας: «Καθαρή έξοδος δεν υπάρχει»

Την εκτίμηση ότι η προοπτική της «καθαρής εξόδου» της χώρας από το μνημόνιο δεν υφίσταται καταθέτει ο Παναγιώτης Λιαργκόβας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και πρώην επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Παράλληλα, ο κ. Λιαργκόβας υπογραμμίζει την ανάγκη συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων για τα μείζονα ζητήματα της χώρας.

Κατ’ αρχάς, είδατε την πρώτη έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής υπό τον διάδοχό σας στη θέση του συντονιστή του Γραφείου; Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας;

Η έκθεση αναφέρεται στα γνωστά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας: χρέος προς ασφαλιστικά ταμεία και εφορίες 130 δισ. ευρώ, κόκκινες οφειλές σε τράπεζες 95 δισ. ευρώ, κρατικό χρέος 330 δισ. ευρώ και υποβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου. Αναγνωρίζει ορθά επίσης ότι τα υπερπλεονάσματα βλάπτουν την πραγματική οικονομία. Τέλος, τονίζει την ανάγκη ύπαρξης ενός στρατηγικού σχεδίου μακράς πνοής που εκ των πραγμάτων θα υπερβαίνει τη θητεία μιας κυβέρνησης. Συνεπώς, τα βασικά του στοιχεία θα πρέπει να τεθούν σε δημόσιο διάλογο, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια ελάχιστη συναίνεση. Ελπίζω ότι αυτή η τελευταία πρόταση του ΓΠΚΒ θα τύχει της ανάλογης ευνοϊκής αντιμετώπισης από τον υπουργό Οικονομικών, ώστε να δώσει σε δημόσια διαβούλευση το «ολιστικό σχέδιο» ανάπτυξης, το οποίο αφορά την επόμενη μέρα και ξεπερνά τη θητεία της τρέχουσας κυβέρνησης.

Όσον αφορά τις παρατηρήσεις επί των μεγεθών της οικονομίας, ποιο είναι το σχόλιό σας για την έκθεση;

Η έκθεση δέχεται με ικανοποίηση τον ρυθμό ανάπτυξης 1,4% για το 2017, ενώ εκτιμά ότι το 2018 ο ρυθμός ανάπτυξης θα κυμανθεί γύρω στο 2%. Θα ήθελα να παρατηρήσω ότι οι εισηγητικές εκθέσεις του κρατικού προϋπολογισμού εκτιμούσαν ρυθμό ανάπτυξης 2,7% για το 2017 και 2,5% για το 2018. Η μη υλοποίηση του στόχου για το 2017 και το ψαλίδισμα των εκτιμήσεων για το 2018 πρέπει να αποτελέσει πηγή προβληματισμού, κάτι που δεν διαφαίνεται στην έκθεση του ΓΠΚΒ.

Θεωρείτε ότι η εικόνα της ελληνικής οικονομίας είναι τόσο καλή όσο περιγράφεται από την κυβέρνηση, αλλά και άλλους φορείς, ή όχι;

Τα τελευταία οκτώ χρόνια, παρά τα λάθη και τις οπισθοδρομήσεις που έγιναν, έχει επιτευχθεί πρωτοφανής για τα χρονικά της Ε.Ε., αλλά και του ΟΟΣΑ, διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Επίσης, έχουν υλοποιηθεί πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων, καθώς και στη δημόσια διοίκηση. Όλα αυτά όμως φαίνεται πως έγιναν με τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Πολλές ευάλωτες κοινωνικές ομάδες επωμίστηκαν συγκριτικά μεγαλύτερο βάρος και χειροτέρεψαν τη θέση τους στην κοινωνία. Η φτώχεια, η ανεργία (ιδίως των νέων), η εισοδηματική ανισότητα και ο κοινωνικός αποκλεισμός πήραν τεράστιες διαστάσεις. Τα τελευταία τρία χρόνια δέχεται ισχυρά πλήγματα μέσω της φοροκεντρικής λιτότητας και η μεσαία τάξη, με αποτέλεσμα τη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι τον Αύγουστο η Ελλάδα θα κάνει «καθαρή έξοδο» από τα προγράμματα προσαρμογής. Κατ’ αρχάς, τι σημαίνει κατά την άποψή σας «καθαρή έξοδος»; Θεωρείτε ότι μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο;

Καθαρή έξοδος δεν υπάρχει. Το ερώτημα είναι εάν θα φτιάξουμε εμείς το μαξιλάρι ασφαλείας ή εάν θα υπάρχει μαξιλάρι μέσω προληπτικής γραμμής πίστωσης. Εάν το κάνουμε εμείς, το οικονομικό κόστος θα είναι πολύ μεγαλύτερο. Οι τράπεζες θα χάσουν την εξαίρεση από τον ELA που αυτή τη στιγμή προσφέρει η ΕΚΤ. Επίσης, δεν θα εκμεταλλευτούμε τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης. Τέλος, δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι διανύουμε μια περίοδο χαμηλών επιτοκίων –κάτι στο οποίο έχει συμβάλει και η αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ– και ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας. Σε περίπτωση που οι συνθήκες χειροτερέψουν, η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας μέσω των αγορών θα γίνει ακόμα πιο δύσκολη. Σε αυτή την περίπτωση, η προληπτική γραμμή θα είναι μονόδρομος, παρά τις όποιες επιθυμίες.

Πολύς λόγος γίνεται για το μεταμνημονιακό αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα. Κατά την άποψή σας, ποιοι θα πρέπει να είναι οι βασικοί άξονες του σχεδίου αυτού;

Ένα «ολιστικό» αναπτυξιακό σχέδιο πρέπει να βασίζεται σε τρεις άξονες. Πρώτον, στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, τα οποία μέσω συγκεκριμένων δράσεων πρέπει να μετατραπούν γρήγορα σε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Ο δεύτερος άξονας είναι η καινοτομία και γνώση. Η χώρα διαθέτει ένα προικισμένο ανθρώπινο κεφάλαιο, που αν έχει τα κατάλληλα κίνητρα, μπορεί να παραμείνει και να προσφέρει στη χώρα. Ο τρίτος άξονας, που δυστυχώς απουσιάζει από την πρόταση της κυβέρνησης, είναι η ενίσχυση της αποδοτικότητας της οικονομίας συνολικά. Αυτό επιτυγχάνεται με την ενίσχυση των θεσμών και ιδιαίτερα της Δικαιοσύνης, την εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την καταπολέμηση της διαφθοράς και της ανομίας.

Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής γίνεται λόγος και για την αναγκαιότητα της συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων του τόπου. Νομίζετε ότι μπορεί να επιτευχθεί;

Η συμφωνία των μεγάλων πολιτικών κομμάτων στα ουσιαστικά ζητήματα που απασχολούν τον τόπο (δημόσιο χρέος, ασφαλιστικό-δημογραφικό, εκπαίδευση, ελληνοτουρκικά, Σκοπιανό) είναι απαραίτητη, ιδίως όταν έχουμε μπροστά μας αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις. Όμως, πώς μπορεί αυτή να επιτευχθεί όταν επικρατεί ένα περιβάλλον έντασης, ενοχοποίησης, σκανδαλολογίας και πολιτικών διώξεων;

Ένα μείζον ζήτημα που φαίνεται να απασχολεί την κυβέρνηση είναι η ρύθμιση του δημοσίου χρέους, ωστόσο οι δανειστές δεν δείχνουν να βιάζονται να καταλήξουν σε μια απόφαση. Γιατί, κατά την άποψή σας;

Η ρύθμιση του χρέους είναι απαραίτητη, γιατί μακροχρόνια, δηλαδή μετά το 2023, το χρέος, με οποιονδήποτε τρόπο και αν το εξετάσουμε, δεν είναι βιώσιμο. Οι δανειστές, πράγματι, δεν βιάζονται να καταλήξουν σε μια απόφαση, γιατί το πρόβλημα δεν είναι άμεσο. Άλλωστε βλέπουν ότι η κυβέρνηση καταφέρνει να συσσωρεύει τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα (πάνω από 4% του ΑΕΠ) και ενδεχομένως να μη θέλουν να ανακόψουν αυτή την τάση.

Τέλος, η χώρα μπορεί τον Αύγουστο να ολοκληρώσει το πρόγραμμα, ωστόσο η επιτήρηση θα παραμείνει. Μπορείτε να μας περιγράψετε πώς θα είναι και τι θα σημάνει για τον βαθμό ελευθερίας που η κυβέρνηση θα έχει στην άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής;

Η Ελλάδα μετά τον Αύγουστο θα υπάγεται στους ισχύοντες για τα κράτη-μέλη περιορισμούς της δημοσιονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης. Επίσης, η εποπτεία για κράτη-μέλη που έχουν δανειστεί από τον ΕΜΣ προβλέπεται να είναι ενισχυμένη. Τέλος, τον ρόλο της «τρόικας» αναλαμβάνουν, με διαφορετική βέβαια μορφή, οι ίδιες οι αγορές. Στον βαθμό που η οικονομική πολιτική χαρακτηρίζεται από συνέπεια αναφορικά με τους στόχους της, οι αγορές θα ανταμείβουν τη χώρα με αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας και χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού. Αν όμως οι αγορές διαπιστώσουν ότι οι κυβερνήσεις δεν χαρακτηρίζονται από συνέπεια στην άσκηση οικονομικής πολιτικής (π.χ. εφαρμόζουν πελατειακές πρακτικές για την εξασφάλιση πολιτικού οφέλους), θέτοντας σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα, θα είναι τιμωρητικές, ανεβάζοντας τα επιτόκια και δυσκολεύοντας ή/και ακυρώνοντας τυχόν πρόσβαση σε δανειακά κεφάλαια.