Novartis: Κυβέρνηση υπό κατηγορία - Free Sunday
Novartis: Κυβέρνηση υπό κατηγορία

Novartis: Κυβέρνηση υπό κατηγορία

 

Από τη Βουλή το περιμέναμε και από αλλού μας ήρθε. Είχαμε σημειώσει ήδη από τις 8/2/2018 και πριν γίνει γνωστό το περιεχόμενο της δικογραφίας πως το γεγονός ότι ο φάκελος έφτασε στη Βουλή με τους μάρτυρες ήδη σε καθεστώς προστασίας σημαίνει ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς ενήργησε εν γνώσει της έρευνα κατά μελών κυβέρνησης. Τούτο όμως σημαίνει παράβαση του Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει κάθε έρευνα κατά υπουργού χωρίς άδεια της Βουλής.

Στις 9/2/2018 (σημειώστε την ημερομηνία) πέντε δικαστές μέλη του Δ.Σ. της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων προχωρούν σε δημόσια δήλωση στήριξης των εισαγγελέων Διαφθοράς και εγκαλούν το προεδρείο της Ένωσης για το ότι δεν προέβη και αυτή σε δημόσια δήλωση στήριξης. Οι δικαστές αυτοί υπήρξαν οι περισσότεροι υποψήφιοι με τη συνδικαλιστική παράταξη της κ. Β. Θάνου, πρώην προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου και νυν συμβούλου του πρωθυπουργού.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων προέβη τελικώς σε μια εντυπωσιακή δημόσια δήλωση στις 12/2/2018, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει: «Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων υπενθυμίζει ακόμα μια φορά προς κάθε κατεύθυνση τον σεβασμό στην εκ του Συντάγματος απορρέουσα διάκριση των εξουσιών, την ισοτιμία μεταξύ αυτών και ως εκ τούτου τον διακριτό ρόλο της δικαστικής εξουσίας». Επίσης: «Οι δικαστές και εισαγγελείς της χώρας οφείλουν να ενεργούν σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους του κράτους, περιφρουρώντας με τις αποφάσεις τους και τις ενέργειές τους το κύρος και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης». Η υπενθύμιση προς κάθε κατεύθυνση περιλαμβάνει και τη Δικαιοσύνη, ενώ αν από τη δεύτερη φράση είχε απαλειφθεί το «οφείλουν να», η γενική πρόβλεψη (προτροπή;) θα ήταν κατάφαση.

Ενώ στις 21/2/2018 είναι προγραμματισμένη συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής εις βάρος των δέκα, την παραμονή ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ανακοινώνει ότι οι τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες χαρακτηρίστηκαν μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος στις 9/2/2018. Τυπικά φαίνεται να καλύπτει τους εισαγγελείς Διαφθοράς, στην πραγματικότητα μάλλον τους αφήνει ακάλυπτους. Χαρακτηρισμός μάρτυρα ως προστατευόμενου χωρίς έγκριση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου προβλέπεται στις περιπτώσεις τρομοκρατίας και εγκληματικών οργανώσεων μόνο.

Στο μεταξύ, στις 12/2/2018 η κυβερνητική πλειοψηφία διαμορφώνει το «κατηγορητήριο», το οποίο δεν είναι κατηγορητήριο. Δεν αναφέρει συγκεκριμένες πράξεις, δεν αναφέρει συγκεκριμένα ονόματα και απλώς ζητεί να διερευνηθεί αν τα αδικήματα έχουν παραγραφεί. Δέχεται ωστόσο, έμμεσα, ότι τα αδικήματα της απιστίας και δωροληψίας και του ξεπλύματος έχουν παραγραφεί.

 

Μια αναδρομική ματιά

Αναδρομικά κοιτώντας, μεταξύ 9 και 12 Φεβρουαρίου παίχτηκαν όλα. Την ημέρα της συζήτησης στην Ολομέλεια ήταν ξεκάθαρο ότι οι μεν εισαγγελείς Διαφθοράς δεν στηρίζονται ανεπιφύλακτα ούτε από το σωματείο τους, μάλλον το αντίθετο, ούτε από την ιεραρχία, οι δε βουλευτές που καλούνταν να ψηφίσουν έπρεπε να στηριχτούν σε τρεις ανώνυμες και απολύτως αμφίβολης αξίας ως προς τον τρόπο που ελήφθησαν μαρτυρικές καταθέσεις. Και όλα αυτά με βάση δημόσιες ανακοινώσεις δικαστών.

Όπως και το «κατηγορητήριο» της κυβερνητικής πλειοψηφίας εξηγεί, αντί Προανακριτικής η Ολομέλεια της Βουλής θα είχε τη δυνατότητα να διαπιστώσει μόνη της την παραγραφή (έτσι, όμως, πάει περίπατο το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους») ή να ζητήσει να κριθεί η βασιμότητα των κατηγοριών από Τριμελές Συμβούλιο Εισαγγελέων (ένας αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου και δύο Εφετών, όλοι με κλήρωση). Στην τελευταία περίπτωση υπήρχε το ενδεχόμενο να διαπιστωθεί «αρμοδίως» το παράνομο της έρευνας και να μη φτάσουμε καν στον έλεγχο των κατηγοριών. Η επιλογή της Προανακριτικής με στόχο τη σύντομη διαπίστωση της παραγραφής ή «την επιστροφή του φακέλου στη Δικαιοσύνη» συνιστά τη μόνη οδό ώστε να μείνει όρθιο το «σκάνδαλο» και να περπατήσει λίγο ακόμη στον χρόνο.

Με αυτά τα δεδομένα θα ήταν παράλογο οποιοσδήποτε σώφρων βουλευτής της πλειοψηφίας να εμφανιστεί επιθετικός στη Βουλή κατά των υπόπτων. Ας μην ξεχνάμε ότι η καταδίκη μόνο με ανώνυμες μαρτυρίες απαγορεύεται ρητά. Καθόλου τυχαία, λοιπόν, η συζήτηση κύλησε, από πλευράς πλειοψηφίας, με αναφορές σε σκάνδαλο ιατρών και, αορίστως, σε πολιτική ευθύνη. Επιμελώς, άπαντες οι της πλειοψηφίας απέφυγαν να αναφερθούν σε συγκεκριμένες πράξεις, συγκεκριμένων υπουργών ή πρωθυπουργών, πολύ απλά για να μην ταυτιστούν με αυτό που μοιάζει (αν δεν είναι) μεθόδευση και για να μην αντιμετωπίσουν αύριο και οι ίδιοι συνέπειες.

 

Κατηγορούμενοι και κατήγοροι

Οι «κατηγορούμενοι» εμφανίστηκαν επιθετικοί και σύσσωμοι ζητούν πλήρη διερεύνηση, με άνοιγμα λογαριασμών και εξέταση μαρτύρων. Κανονικά αυτό θα έπρεπε να το ζητεί η «κατηγορούσα» κυβερνητική πλειοψηφία. Αλλά πώς; Με τους υπουργούς της κυβέρνησης να διατυπώνουν δημοσίως ότι είχαν άτυπη ενημέρωση και προφανείς παρατυπίες στους χειρισμούς της Εισαγγελίας Διαφθοράς, αξιοπιστία δεν θεμελιώνεται.

Λέγεται ότι το ταχύ κλείσιμο των εργασιών της Προανακριτικής θα αφήσει λάσπη να αιωρείται. Το άρθρο 86 του Συντάγματος προβλέπει ότι αν για οποιονδήποτε λόγο, στον οποίο περιλαμβάνεται και η παραγραφή, δεν περατωθεί η διαδικασία που αφορά δίωξη κατά μέλους της κυβέρνησης, η Βουλή μπορεί με αίτηση του κατηγορουμένου να συστήσει ειδική επιτροπή στην οποία μπορούν να μετάσχουν και δικαστικοί για τον έλεγχο της κατηγορίας. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα ο έλεγχος της κατηγορίας δεν μπορεί παρά να αφορά το πώς ελήφθησαν οι καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων και το πώς τους αποδόθηκε αυτή η ιδιότητα. Κάποιο άλλο στοιχείο στο «κατηγορητήριο» της κυβερνητικής πλειοψηφίας δεν μνημονεύεται. Θα ψάξει στ’ αλήθεια η Προανακριτική να βρει άλλα στοιχεία;

Επιπροσθέτως, όλες οι μηνύσεις που υποβλήθηκαν, ιδίως όμως αυτή του κ. Σαμαρά, θα ξαναφέρουν στο επίκεντρο της εξέτασης την ουσία της υπόθεσης, ακόμη και μετά τη διαπίστωση της παραγραφής. Αν οι μάρτυρες αποδειχθούν ψεύτες, οι πολιτικοί θα είναι αθώοι. Αν αποδειχθεί το αντίθετο, οι πολιτικοί θα είναι ένοχοι. Και στις δύο εκδοχές όμως θα εξεταστεί αν πράγματι υπήρξε μεθόδευση και συνεργασία στελεχών της Δικαιοσύνης και της παρούσας κυβέρνησης. Και για μεν τους πολιτικούς η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία έχει τον πρώτο λόγο να απορρίψει την αίτηση δίωξης, αλλά δεν μπορεί να κάνει το ίδιο για τους δικαστικούς.

Στις 15/2/2018 σε κοινή τους ανακοίνωση ο κ. πρόεδρος και η κ. εισαγγελέας του Αρείου Πάγου σημειώνουν: «Η δε θεσμοθετημένη από την έννομη τάξη μας λειτουργική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι αποτρεπτική κάθε είδους παρεμβάσεων στο έργο των δικαστικών λειτουργών. Όμως ο δημόσιος λόγος, με τον οποίο γίνεται προσωπική στοχοποίηση λειτουργών της Δικαιοσύνης, δεν βοηθάει, αλλά βλάπτει τη διατήρηση του κλίματος νηφαλιότητας που απαιτείται. Άλλωστε η νομιμότητα των αποφάσεων και των ενεργειών των λειτουργών της Δικαιοσύνης υπόκειται σε έλεγχο κατά τον θεσμικά προβλεπόμενο τρόπο». Όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, λοιπόν!

Και κάπως έτσι η κυβέρνηση βρέθηκε (στρατηγικά) σε θέση κυνηγημένου.

Για την ιστορία: Σκάνδαλο φαρμακευτικής δαπάνης δεν υπάρχει ακόμη. Υπάρχουν βάσιμες υποψίες. Σκάνδαλο θα υπάρξει όταν τεκμηριωθεί η εμπλοκή προσώπων ή έστω τεκμηριωθεί ο παράνομος ή παράτυπος τρόπος προώθησης των προϊόντων. Προϋποτίθεται σοβαρή Επιτροπή Ανταγωνισμού, σοβαρή Υπηρεσία Επιθεωρητών Υγείας, ισχυρή οικονομική αστυνομία και μια άλλη δομή και οργάνωση της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Ένα άλλο ελληνικό κράτος. Έως τότε, μπορεί ο καθένας μας να λέει ό,τι θέλει, επί δικαίους και αδίκους.