Από τη μάχη για την εκλογική νίκη, στον πόλεμο για την πολιτική επιβίωση - Free Sunday
Από τη μάχη για την εκλογική νίκη, στον πόλεμο για την πολιτική επιβίωση
Ο πρωθυπουργός ενώ αποχωρεί από το προεδρικό μέγαρο

Από τη μάχη για την εκλογική νίκη, στον πόλεμο για την πολιτική επιβίωση

Αντιμέτωπος με τη σκληρή πραγματικότητα, την οποία προφανώς γνώριζε αλλά απέφευγε να ομολογήσει, βρίσκεται τις τελευταίες ημέρες ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και το επιτελείο το οποίο καθορίζει τις πολιτικές γραμμές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στο Μέγαρο Μαξίμου. Και αυτό το τοπίο το αποτυπώνει κυρίως η εικόνα που δημιουργείται από τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών όχι μόνο στο ζήτημα της πρόθεσης ψήφου αλλά κυρίως στα ποιοτικά χαρακτηριστικά που τις συνοδεύουν.

Το βασικό ζήτημα που αναδείχθηκε στις δημοσκοπήσεις τόσο της Public Issue όσο και της Pulse είναι η ανακοπή της μείωσης της διαφοράς ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, η οποία είχε αποτελέσει κύριο πολιτικό επιχείρημα που στήριζε τις ασκήσεις θάρρους που επιχειρούσε η κυβέρνηση στον κομματικό μηχανισμό.

 

Η απαξίωση του πολιτικού κεφαλαίου «Τσίπρας»

Το πλέον ανησυχητικό στοιχείο για το Μέγαρο Μαξίμου ήταν η καταγραφή της εικόνας του πρωθυπουργού και του κόμματός του στην ελληνική κοινωνία το 2015 και το 2018. Η ερώτηση των ερευνητών της Public Issue για το κατά πόσο οι Έλληνες θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει ικανό αρχηγό έδωσε θετικές απαντήσεις 17%, δηλαδή μείωσε το ποσοστό κατά 40 ολόκληρες μονάδες, από το 57% που είχε απαντήσει θετικά πριν από τρία χρόνια.

Αυτό δεν σημαίνει πρακτικά αμφισβήτηση του κ. Τσίπρα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργεί όμως την εντύπωση ότι η ανάκαμψη του κόμματος περνά από την προβολή ενός άλλου προσώπου, το οποίο να μπορεί να ικανοποιήσει τις προσδοκίες της κοινής γνώμης σε ό,τι αφορά τον ορισμό της έννοιας «ικανός».

Η ανάγκη για «ολική επαναφορά» του ΣΥΡΙΖΑ προκύπτει και από τις απαντήσεις σε δύο ακόμη ερωτήσεις που αφορούσαν το κόμμα αυτό καθαυτό και θέτουν εκ νέου το ζήτημα τι επιθυμεί να εκπροσωπήσει ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τα μνημόνια:

Τον Μάρτιο του 2015 το 57% των ερωτηθέντων είχε απαντήσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο κοντά στα συμφέροντα της μεσαίας τάξης. Τρία χρόνια αργότερα, αυτό έχει πέσει στο 15%.

Τον Μάρτιο του 2015 το 54% δήλωνε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μέλλον και προοπτική. Σήμερα έχει πέσει στο 13%.

Τον Μάρτιο του 2015 το 54% πίστευε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο κοντά στα συμφέροντα των πλέον αδυνάμων, ενώ τώρα την ίδια απάντηση δίνει το 15%.

Τον Μάρτιο του 2015 το 48% συμμεριζόταν την άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τα πιο ικανά στελέχη, ενώ σήμερα την ίδια άποψη έχει μόνο ένας στους τέσσερις, δηλαδή το 12%.

Τον Μάρτιο του 2015 7% εκτιμούσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εξαρτημένος από οικονομικά συμφέροντα. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει υπερδιπλασιαστεί και φτάνει το 18%. Το συγκεκριμένο θέμα είναι κομβικής σημασίας στην επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η έρευνα δείχνει ότι το ποσοστό που απαντά ότι η ΝΔ είναι εξαρτημένη από οικονομικά συμφέροντα είναι μόλις επτά μονάδες μεγαλύτερο κι έτσι η σχέση, από 45-7 που ήταν το 2015, έχει περιοριστεί στο 25-18.

Τον Μάρτιο του 2015 μόλις το 5% διαισθανόταν κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ σήμερα ένας στους τρεις ερωτηθέντες, το 33%, εκτιμά ότι το κόμμα είναι σε κρίση.

Ουσιαστικά, η έρευνα δείχνει ότι υπάρχει θέμα επαφής του κόμματος με την κοινωνία, σε βαθμό που καθιστά απαραίτητες αλλαγές, για να μπορέσει να επιβιώσει πολιτικά.

 

Οι συγκρίσεις με το ΠΑΣΟΚ

Σε αυτές τις διαπιστώσεις πολλοί αντιτείνουν ότι παρόμοια εικόνα είχε η ελληνική κοινωνία και για το ΠΑΣΟΚ από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, όμως το κόμμα επιβίωσε.

Μία εμφανής διαφορά είναι ότι το ΠΑΣΟΚ είχε επιτύχει να δημιουργήσει πελατειακούς δεσμούς με διάφορες ομάδες στην ελληνική κοινωνία, ενώ στην ίδια απόπειρα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ανάλογα αποτελέσματα.

Η πιο πρόσφατη απόδειξη της αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει ερείσματα στην κοινωνία είναι τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών, στις οποίες η φιλική στο κυβερνών κόμμα παράταξη περιορίστηκε σε ποσοστά κάτω από 1%. Όσο κι αν οι φοιτητικές εκλογές δεν αποτελούν πολιτικό βαρόμετρο, το γεγονός ότι ελάχιστοι φοιτητές συγκινήθηκαν από την προοπτική να ενισχύσουν τη συγκεκριμένη παράταξη οδηγεί σε αυτονόητα συμπεράσματα.

Παρόμοια αποτυχία είχε και η διαρκής προσπάθεια του υπουργού Εσωτερικών να δημιουργήσει ή να εντάξει στον ΣΥΡΙΖΑ έναν στρατό συμβασιούχων των δήμων με την προοπτική της μονιμοποίησής τους. Ενδεικτική της αποτυχίας ήταν η αναδίπλωση που επιχείρησε ο υπουργός Εσωτερικών, διαβεβαιώνοντας ότι ποτέ δεν είχε υποσχεθεί μονιμοποίηση, χωρίς να θυμάται ότι οι συγκεκριμένες δεσμεύσεις του είχαν καταγραφεί σε κάμερες.

Την ίδια στιγμή, τρία χρόνια μετά την άνοδο στην εξουσία, οι αυτοδιοικητικές παρατάξεις που είχε στηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν να έχουν ακόμη μικρότερη επιρροή και από τα χαμηλά ποσοστά που είχαν καταγράψει το 2014, με αποτέλεσμα η ίδια η κομματική ηγεσία να αναλώνεται σε μια προσπάθεια να υιοθετήσει εν ενεργεία δημάρχους με πολιτικά ή και προσωπικά πολλές φορές ανταλλάγματα, θέτοντας στο περιθώριο τους υποψηφίους που είχε υποστηρίξει στις προηγούμενες εκλογές.

Στα τρία χρόνια της εξουσίας του ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε και τα πελατειακά συστήματα που είχε προσελκύσει το 2015, με την υπόσχεση ότι θα διατηρήσουν το καθεστώς το οποίο είχαν. Ανάμεσα σε αυτά κυρίαρχη είναι η αντίθεση του σωματείου των εργαζομένων στη ΔΕΗ, οι οποίοι είχαν στηρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ για να μη γίνει ιδιωτικοποίηση της εταιρείας και σήμερα βλέπουν να προχωρά με ταχύτατους ρυθμούς. Τα παλαιότερα παραδείγματα παρόμοιων περιπτώσεων λένε ότι μετά την ιδιωτικοποίηση ενός δημόσιου φορέα οι εργαζόμενοι προτιμούν να συνδιαλέγονται με τον νέο εργοδότη αντί για το κόμμα.

 

Οι αποστάσεις των «φίλων»

Αυτό υποτίθεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το είχε διαφυλάξει με τη μεταβίβαση ορισμένων επιχειρήσεων σε «φιλικούς επιχειρηματίες» – η πιο χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση ήταν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το οποίο μεταβιβάστηκε στον κ. Ιβάν Σαββίδη. Όμως τον τελευταίο καιρό εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο κ. Σαββίδης δείχνει να παίρνει διακριτικές αποστάσεις από το Μαξίμου, γεγονός που κάποιοι συνδυάζουν με την προστασία που δεν πρόσφερε στον ΠΑΟΚ στις αντιπαραθέσεις που είχε με την ΑΕΚ του κ. Μελισσανίδη και τον Ολυμπιακό του κ. Μαρινάκη.

Στην πολιτική φαντασίωση του Μεγάρου Μαξίμου, η «καθαρή έξοδος από τα μνημόνια» θα δημιουργούσε το πολιτικό πλαίσιο για την ανατροπή του πολιτικού τοπίου που έχει δημιουργηθεί και την επανάκτηση της πρωτοβουλίας από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η κοινωνία έχει προεξοφλήσει ότι, ό,τι κι αν συμβεί μετά τον Αύγουστο, δεν πρόκειται να… λύσει τα χέρια του κ. Τσίπρα από τα δεσμά.

Η φιλότιμη προσπάθεια που κατέβαλαν κυβερνητικά στελέχη να κλείσουν το μάτι ότι στη μεταμνημονιακή περίοδο θα αρθούν οι μνημονιακές δεσμεύσεις μάλλον έκανε περισσότερο καχύποπτους τους δανειστές και είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των υπό διαπραγμάτευση όρων της εποπτείας. Η δε προσπάθεια εξαγοράς «φιλιών» εντός Ε.Ε. με ανταλλάγματα κρατικές προμήθειες κατέστησε ακόμη πιο προσεκτικούς τους εταίρους, ενώ οι προσδοκίες για βοήθεια στο θέμα της εξόδου δημιούργησαν ασφυκτικό πλαίσιο στη διαπραγμάτευση για το όνομα της ΠΓΔΜ, η καλύτερη εξέλιξη στην οποία είναι να αποτύχει με ευθύνη της άλλης πλευράς ή να υπάρξουν μέχρι το τέλος Ιουνίου άλλες διεργασίες ανάμεσα στην Ε.Ε. και τη Ρωσία. Αν η συμφωνία έρθει στην ελληνική Βουλή, ο κυβερνητικός εταίρος του Τσίπρα –οι ΑΝΕΛ– ή θα φύγει ή θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα.

Το τελευταίο όπλο που το Μέγαρο Μαξίμου νόμιζε ότι είχε στη φαρέτρα του ήταν η ενίσχυση που ο δημόσιος τομέας θα πρόσφερε στην ανάκτηση της πολιτικής πρωτοβουλίας με την πλήρη υποταγή των κρατικών λειτουργών στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Όμως αυτό γίνεται κάθε μέρα και πιο δύσκολο, όταν όλοι βλέπουν τις δημοσκοπήσεις της επερχόμενης ήττας. Η πρωτοβουλία του εισαγγελέα Αγγελή να θέσει στο αρχείο τις μηνύσεις Σαμαρά και Βενιζέλου για τη Novartis είναι απλώς η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα και, με βάση τα σημερινά δεδομένα, η μάχη για τις εκλογές μπορεί να εξελιχθεί σε μάχη πολιτικής επιβίωσης. Όσα προσωπικά ρουσφέτια και αν γίνονται σε Νεοδημοκράτες που θεωρείται ότι μπορεί να δελεαστούν…