Ο ΣΥΡΙΖΑ όμηρος των αντικρουόμενων αφηγημάτων του - Free Sunday
Ο ΣΥΡΙΖΑ όμηρος των αντικρουόμενων αφηγημάτων του
Ο πρωθυπουργός άκουσε το όνομα του και προσήλθε να ψηφίσει για τη συνταγματική αναθεώρηση

Ο ΣΥΡΙΖΑ όμηρος των αντικρουόμενων αφηγημάτων του

Σε απόδειξη ότι τα περιθωριακά πολιτικά στοιχεία δεν έχουν καμία σημασία όταν δεν χρησιμοποιούνται ως εργαλεία από την κυβέρνηση εξελίχθηκε η δεύτερη ψηφοφορία για την αναθεώρηση του Συντάγματος.

Λίγες ώρες πριν από την έναρξη της διαδικασίας, η βουλευτής Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου απειλούσε στο καφενείο της Βουλής ότι «θα τα μπουμπουνίσει όλα», δηλαδή θα καταψηφίσει τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την αναθεώρηση, ενώ δεν απέκλειε και το ενδεχόμενο να παραιτηθεί.

Η κυρία Μεγαλοοικονόμου ουσιαστικά εκβίαζε πολιτικά την κυβέρνηση, θεωρώντας ότι η διαφοροποίησή της θα σήμαινε την κατάρρευση της κυβερνητικής πλειοψηφίας στη Βουλή, καθώς αντικαταστάτης της από το ψηφοδέλτιο της Ένωσης Κεντρώων θα ήταν ο κ. Γιάννης Καλλιάνος, ο οποίος έχει ήδη ενταχθεί στη ΝΔ, άρα η πλειοψηφία θα έμενε στους 150.

Όμως πολύ σύντομα η κυρία Μεγαλοοικονόμου διαπίστωσε ότι η διαπραγματευτική της δύναμη είχε συνθλιβεί στη θεσμική διαδικασία στη Βουλή, καθώς σε καμία από τις ψηφοφορίες που ακολούθησαν για τα 28 υπό αναθεώρηση άρθρα δεν ήταν κρίσιμη η μία ψήφος και καμία από τις προς αναθεώρηση διατάξεις δεν πέρασε οριακά με 151.

«Προφανώς κάποιοι μπέρδεψαν τι τους είπα και λένε ότι δεν θα ψηφίσω. Φυσικά και θα ψηφίσω, θα πάω στην κοινωνική υποχρέωση που έχω, θα γυρίσω στην ψηφοφορία και θα ψηφίσω κανονικά την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Όλα τα άλλα είναι σενάρια φαντασίας που προφανώς σε κάποιους αρέσουν» είπε η κυρία Μεγαλοοικονόμου, ανακαλώντας τα περί «μπουμπουνητού».

 

Αναθεώρηση στα ψιλά…

Πριν από τις ψηφοφορίες της Πέμπτης, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αποφασίσει ήδη να βυθίσει επικοινωνιακά την υπόθεση της αναθεώρησης, η οποία δεν απέδιδε τα αποτελέσματα τα οποία προσδοκούσε το Μέγαρο Μαξίμου στον σχεδιασμό του. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση είχε επιλέξει τα αντίδοτα για την αλλαγή της ατζέντας, καθώς η αναθεώρηση είχε εξελιχθεί αρνητικά.

Έτσι, την ημέρα της ψηφοφορίας η μεν «Αυγή» αναφερόταν στο θέμα με ένα μικρό, ουδέτερο πολιτικά χτύπημα στην πρώτη σελίδα «Η Βουλή ψηφίζει σήμερα για 43 αναθεωρητέα άρθρα του συντάγματος», ενώ στις άλλες φιλοκυβερνητικές εφημερίδες δεν υπήρχε καν αναφορά.

Παράλληλα, είχε προσδιοριστεί για την ημέρα της συζήτησης η ανακοίνωση από τον υπουργό Παιδείας των αλλαγών στην εισαγωγή στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, θέμα που παραδοσιακά απασχολεί βαθιά την ελληνική κοινωνία.

Στο ίδιο κλίμα κινήθηκε ο φιλοκυβερνητικός Τύπος και την επομένη της συζήτησης, ενώ η «Αυγή» απέφυγε να αναδείξει το θέμα της αλλαγής στον τρόπο εκλογής Προέδρου και προτίμησε την αντιπαράθεση με τη ΝΔ στο θέμα της παραγραφής των ευθυνών μελών της κυβέρνησης, για την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κατηγορήσει τη ΝΔ ότι αρνήθηκε να έχει αναδρομική ισχύ.

«Ακόμη και οι πρωτοετείς φοιτητές της Νομικής γνωρίζουν ότι πρόνοιες που αφορούν ποινικά αδικήματα αφορούν μόνον μελλοντικές και όχι παρελθούσες πράξεις. Επομένως, ακόμη και αν περνούσε η πρόταση, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε μόνον για επικοινωνιακούς λόγους, δεν θα μπορούσε να σταθεί ποτέ σε οποιοδήποτε δικαστήριο, ούτε ελληνικό ούτε πόσο μάλλον ευρωπαϊκό» απάντησε η ΝΔ, κλείνοντας το θέμα πολιτικά και επιστημονικά.

 

Η κατολίσθηση των προσδοκιών

Συνολικά, όμως, ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ διαχειρίστηκαν τελικά την αναθεώρηση δείχνει ότι τα μεγαλεπήβολα σχέδια και οι ελπίδες που είχαν εναποθέσει στο θέμα για αλλαγή της ατζέντας και του τοπίου εξατμίστηκαν.

«Με τις συνταγματικές αλλαγές που προτείνει η κυβέρνηση ενισχύεται το Κοινωνικό κράτος, η Λαϊκή αντιπροσώπευση και η Δημοκρατία, ενώ επαναπροσδιορίζονται οι σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους» είχε γράψει ο πρωθυπουργός σε ανάρτησή του στο Twitter στις 14 Φεβρουαρίου.

Έναν μήνα αργότερα, η προσέγγιση ήταν πολύ πιο ήπια πολιτικά: «Μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια έχουμε τη δυνατότητα να σκεφτούμε τι πήγε στραβά με τον κοινοβουλευτισμό, με την προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων. Να σκεφτούμε πάνω στα λαϊκά αιτήματα που αναδύθηκαν μέσα από την πρωτοφανή κρίση του πολιτικού μας συστήματος» έγραψε ο κ. Τσίπρας προχθές, Πέμπτη, μετά τη δεύτερη συζήτηση και την ψηφοφορία στη Βουλή.

 

Λύνοντας τα χέρια του Μητσοτάκη

Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δύο στόχους: από τη μια να δημιουργήσει το «πολιτικό κλίμα» των «προοδευτικών δυνάμεων» που από κοινού θα αλλάξουν τις διατυπώσεις του Συντάγματος και από την άλλη να κάνει ακόμη πιο περίπλοκη τη διαδικασία εκλογής Προέδρου, την οποία τελικά να στείλει σε εκλογή από τον λαό, καθιστώντας τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες όμηρο για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Όταν η ΝΔ ανακοίνωσε ότι θα υπερψηφίσει την πρόταση να υπάρξουν αλλαγές στη διαδικασία της προεδρικής εκλογής, ξαφνικά στο Μέγαρο Μαξίμου διαπίστωσαν ότι είχαν εγκλωβιστεί. Διότι η υπερψήφιση από αυτή τη Βουλή της πρότασης για αλλαγές με 180 ψήφους –όπως εξασφάλιζε η συναίνεση της ΝΔ– σήμαινε πρακτικά ότι η επόμενη Βουλή θα είχε τη δυνατότητα να αλλάξει το σχετικό άρθρο με 151 ψήφους.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ΝΔ θα έχει αυτή την πλειοψηφία, άρα θα μπορεί να αλλάξει την εκλογή και να αποφευχθεί η προσφυγή τον Μάρτιο του 2020 στις κάλπες εάν ο όποιος υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποτύχει να εξασφαλίσει 180 ψήφους.

Η επόμενη Βουλή μπορεί πλέον με 151 ψήφους να αποφασίσει ότι ο Πρόεδρος θα εκλέγεται με απλή πλειοψηφία, άρα πρακτικά τα σενάρια για «παρένθεση Μητσοτάκη» και προσφυγή στις κάλπες με απλή αναλογική εξαιτίας της αδυναμίας εκλογής Προέδρου ακυρώνονται.

Όταν στο Μαξίμου ψηλάφισαν το νέο τοπίο, ήταν πλέον αργά, καθώς το κλίμα του εγκλωβισμού είχε ήδη περάσει στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε μια κίνηση πανικού, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι αυτή η Βουλή δεσμεύει την επόμενη ως προς την κατεύθυνση της αναθεώρησης, άποψη που έκανε τα πράγματα λίγο χειρότερα, καθώς ερμηνεύτηκε ως επιβεβαίωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη βλέπει ότι η επόμενη πλειοψηφία θα είναι ΝΔ και προσπαθεί να προλάβει τις επιπτώσεις.

Το κλίμα έγινε ακόμη χειρότερο όταν λίγο αργότερα κυκλοφόρησαν άλλες διαρροές, σύμφωνα με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ θα βάλει βουλευτές του να καταψηφίσουν την πρόταση για αλλαγή στην εκλογή του Προέδρου, έτσι ώστε η πρόταση να μην περάσει με 180 ψήφους, άρα η αλλαγή του τρόπου εκλογής Προέδρου να χρειάζεται 180 στην επόμενη Βουλή.

Αλλά και αυτές ερμηνεύτηκαν ως προσπάθεια να γίνει δυσκολότερο το έργο του Μητσοτάκη, άρα ως σαφής προεξόφληση της νίκης της ΝΔ.

Με παρόμοιο τρόπο ερμηνεύτηκαν και οι διαρροές για εκλογές τον Μάιο, αλλά και η διαβεβαίωση ότι ο πρωθυπουργός κατέληξε ότι εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο.

Το σενάριο για εκλογές τον Μάιο είχε την ερμηνεία ότι η κυβέρνηση-κουρελού δεν αντέχει, ενώ το σενάριο για τον Οκτώβριο είχε ως ερμηνεία ότι οι δημοσκοπήσεις είναι τόσο κακές, που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να πάει σε εκλογές.

Όλα αυτά, μαζί με όσα έγιναν κατά την τελευταία συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, ερμηνεύουν και την ηπιότητα του πρωθυπουργού στη δεύτερη συζήτηση για την αναθεώρηση και την αποτυχία των εκβιασμών τύπου Μεγαλοοικονόμου.