Η κακή τύχη του τζογαδόρου - Free Sunday
Η κακή τύχη του τζογαδόρου
το διάγγελμα του πρωθυπουργού για την έξοδο από τα μνημόνια έπαιξε ακόμη και στα μαγαζιά του τζόγου

Η κακή τύχη του τζογαδόρου

Αν σήμερα κάνω μήνυση στον γείτονα, ισχυριζόμενος ότι το 2012 μου έκλεψε το πορτοφόλι με ένα χιλιάρικο, ο εισαγγελέας δεν πρόκειται να ασχοληθεί. Θα την αρχειοθετήσει λόγω παραγραφής. Το ίδιο ακριβώς έπρεπε να έχει συμβεί και για το περίφημο σκάνδαλο Novartis. Τα υποτιθέμενα εγκλήματα των δέκα υπουργών γνωρίζαμε όλοι, η κυβέρνηση πρώτη, ότι είχαν παραγραφεί, πριν ξεκινήσει η δεύτερη θητεία της «πρώτης φοράς».

Είναι (;) περιττό να σημειώσουμε ότι η παραγραφή των αδικημάτων ισχύει σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο. Ενισχύει την ασφάλεια δικαίου και την κοινωνική συνοχή, πιέζει τις αρχές να είναι γρήγορες και αποτελεσματικές, αποδέχεται το ενδεχόμενο να μείνει κάποιος ατιμώρητος για κάτι που διέπραξε κάποτε, και γιατί η τιμωρία έχει νόημα να γίνεται στην ώρα της και γιατί η αέναη δυνατότητα δίωξης μπορεί να δημιουργήσει καταστάσεις ομηρίας του πολίτη. Κάτι ξέρουν στη Βενεζουέλα επ’ αυτού.

Η κυβέρνηση, γνωστό είναι πια, επέλεξε να τεντώσει (για να το πούμε ευγενικά) τις διαδικασίες, γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να υπάρξει δίκη, με έναν ιδιοτελή σκοπό: να γίνει έρευνα, με την ελπίδα να βρεθεί κάτι ύποπτο σε κάποιον λογαριασμό πολιτικού αντιπάλου, να πιαστεί από αυτό και, ειδικά επειδή δεν επρόκειτο ποτέ να γίνει δίκη, να μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Δεν βρέθηκε τίποτε και κατηγορεί αμήχανα τους διωκόμενους ότι κρύβονται στην παραγραφή. Απλή ανάγνωση της προτάσεως των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ στην Ολομέλεια μαρτυρά ότι οι ίδιοι δέχονται πως τα αδικήματα έχουν υποπέσει σε παραγραφή.

Με την τακτική της σπίλωσης των πολιτικών αντιπάλων, των ύβρεων και των απειλών ανέβηκε στην εξουσία, με την ίδια τακτική επιχειρεί να την επεκτείνει. Το κακό είναι ότι πιέζει απροσχημάτιστα τους δικαστικούς. Κακός τζόγος και αλίμονο στον κακό τζογαδόρο!

Οφείλουμε να ομολογήσουμε, πάντως, πως η κυβέρνηση έχει μια σοβαρή δικαιολογία για να ενεργεί έτσι. Ψηφίστηκε!

Με «έναν νόμο και ένα άρθρο» θα σκιζόταν το μνημόνιο. «Το ευρώ δεν είναι φετίχ». «Τι το κακό έχει η δραχμή;» «Απόψε τελειώνουν τα μνημόνια» διακηρύχθηκε το βράδυ της 15ης Ιανουαρίου 2015.

Προηγήθηκαν οι κραυγές για πρόθυμους υπηρέτες των δανειστών, τα «δεν πληρώνω» που έγιναν «πληρώστε», το κίνημα των Αγανακτισμένων, δηλαδή των αριστερών και ακροδεξιών αντάμα, ονειρευομένων τη σκύλευση της δημοκρατίας. Κακός ο τζόγος και κακή η μοίρα του τζογαδόρου.

Σε έξι μήνες η πρόσκρουση στον τοίχο ήταν εκκωφαντική. Ο τζογαδόρος έσπασε τα μούτρα του. Πλην όμως τζογαδόρος δεν ήταν μόνο η κυβέρνηση της πρώτης φοράς αλλά και ο ψηφοφόρος. Αυτός που ήξερε μέσα του ότι αυτά δεν γίνονται, αλλά κουτοπόνηρα πίστεψε ότι μπορεί ο θαυμαστός νέος να εκβιάσει την Ευρώπη και αυτή να συνεχίσει να μας παρέχει «παγωμένη πίστωση» εις το άπειρο.

Κι επειδή ο τζόγος είναι εθισμός τελικά, αυτός ο περήφανος λαός δεν παραδέχτηκε ότι την πάτησε από το πάθος του για εύκολο χρήμα και καλή ζωή και ξαναψήφισε τους ίδιους. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, ειδικά στους τζογαδόρους. Συνήθως, βέβαια, πεθαίνει μαζί με τον τζογαδόρο, αλλά αυτό είναι βαρύ.

Μεσολάβησε άλλωστε η κορυφαία πράξη του τζόγου. Δημοψήφισμα, χωρίς ερώτημα, χωρίς νόημα, χωρίς στόχο και λογική. Στο καζίνο συνηθίζεται να παρεμβάλλονται άρτος και θεάματα, προκειμένου να σπάσει η μονοτονία, να εκτονωθεί –νομίζει ο καημένος– ο παίκτης και να συνεχίσει στο ίδιο, απαράλλαχτο καταστροφικό μοτίβο.

Με περηφάνια ο λαός μας έριξε τη ζαριά στα τυφλά και ύστερα, τον Σεπτέμβριο, επιβράβευσε το πάθος του: την περήφανη διαπραγμάτευση η οποία επέφερε εκατό δισ. ζημιά. Είδατε κανέναν τζογαδόρο να κερδίζει;

Αν χωθώ μέσα στο καζίνο τις μικρές ώρες και αρχίσω να απαγγέλλω ποίηση, τομάτες στο πρόσωπο θα εισπράξω. Αν, την ώρα που ο άλλος ανεβοκατεβάζει τον κουλοχέρη με μανία, αρχίσω να του μιλάω για τα καλά της εργασίας και του μόχθου, μάλλον κλοτσιά θα μου ρίξει.

Κάπως έτσι ήμασταν για χρόνια. Και τον καιρό που ήταν παχιές οι μύγες, γιατί η «καταραμένη» Ε.Ε. μας έδωσε επιδοτήσεις, σκληρό νόμισμα και χαμηλά επιτόκια, και τον καιρό της καταστροφής, γιατί είχαμε πιστέψει πως έτσι έπρεπε να γίνεται πάντα. Τζογαδόροι, αναπαυμένοι πάνω στα πρώτα εύκολα κέρδη και στην τύχη του ατζαμή. Άντε να μιλήσεις στον εθισμένο για τα καλά της μόρφωσης, για τα καλά της εργασίας, της σύνεσης, της υπομονής. Για την ανάγκη της εξειδίκευσης, της διά βίου κατάρτισης, της προσαρμογής στον κόσμο που αλλάζει τάχιστα. Αυτά θέλουν κόπο. Είναι αλήθεια ότι και «λεφτά υπάρχουν» και «επανίδρυση» διά των διορισμών είχαμε ψηφίσει παλιότερα. Δεν είναι τωρινός ο τζογαδόρικος εθισμός μας. Απλά σήμερα ζούμε την κατάληξή του.

Οι μάρκες του καζίνου σώθηκαν και το «ίδρυμα» δεν θα μας δώσει άλλες. Πλέον πρέπει να βγάλουμε λεφτά μόνοι μας, για να μπορέσουμε πρωτίστως να επιβιώσουμε. Κανονικά δεν επιτρέπεται σκέψη για παιχνίδι και τζόγο. Ξέρετε πολλούς τζογαδόρους που το κατάφεραν και δεν καταστράφηκαν;

Έχουμε γίνει χώρα συνταξιούχων και εργαζομένων που ονειρεύονται (έστω και από ανάγκη) να γίνουν συνταξιούχοι. Θεωρούμε αυτονόητο ότι τα παιδιά μας θα δουλέψουν για να πληρώσουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, με τις οποίες θα πληρωθούν είτε οι δικές μας συντάξεις (όχι πάντως οι δικές τους) ή έστω μια θεσούλα για μας στο Δημόσιο. Αλλά τα παιδιά των τζογαδόρων συνήθως φεύγουν μακριά. Στην περίπτωση της χώρας, μεταναστεύουν. Δεν είναι χαζά. Για την ακρίβεια, δεν προλάβαμε να τα χαζέψουμε, να τους δώσουμε στραβή κατεύθυνση. «Αλλοτρίωση» θα το ονόμαζαν οι λόγιοι.

Αφού εξευτελίστηκε ο αριστερός τζόγος, υπάρχει ακόμη περιθώριο να δοκιμάσουμε τον ακροδεξιό όμοιο. Και αυτός τη δραχμή δόξασε στο πρόσφατο παρελθόν, την Ευρώπη καταράστηκε. Πασπάλισε απλώς τον λόγο του με μπόλικη δόση εθνικής υπερηφάνειας, αρκεί να μη χρειαστεί να πάμε να πολεμήσουμε. Αρκεί απλώς να ονομάζουμε τους άλλους «προδότες». Αρκεί να μετατρέψουμε την απογοήτευση του τζογαδόρου σε θυμό για το «σύστημα» και το «κατεστημένο». Ποιος σου επέβαλε να πας να παίξεις, αν όχι ο κακός σου ο εαυτός;

Κανένας τζογαδόρος δεν είχε καλή κατάληξη. Ελάχιστοι κατάφεραν να μην καταστραφούν. Στην περίπτωση των λαών, ανάλογα παίγνια κατέληξαν σε αφανισμό. Οκτώ εκατομμύρια θα είμαστε σε 30 χρόνια. Αν αυτό δεν είναι η καταστροφή μας, τότε τι άλλο θα μπορούσε να είναι; Οκτώ εκατομμύρια, εφόσον σήμερα αποφύγουμε νέα χρεοκοπία.

Μια, όχι τυχερή, ζαριά έμεινε ακόμη. Αυτή που δεν πρέπει να ρίξουμε στις επόμενες εκλογές. Στις οποίες πρέπει να επιλέξουμε δυσάρεστες λύσεις, βασισμένες σε λογικές σκέψεις, ψύχραιμη ανάλυση και επιλογή των καλύτερων από αυτούς που είναι διαθέσιμοι.

Καλή μας τύχη!