Οι 120 δόσεις του γκρι - Free Sunday
Οι 120 δόσεις του γκρι

Οι 120 δόσεις του γκρι

Ένα από τα πρώτα νομοθετήματα της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήταν ο ν. 4321 που ψηφίστηκε τον Μάρτιο του 2015 και θέσπισε τη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών στο Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία σε 100 δόσεις. Όσοι υπήχθησαν τότε στη ρύθμιση βρίσκονται τώρα περίπου στη μέση, με μερική απαλλαγή προσαυξήσεων. Ήδη όμως καταγράφεται το γεγονός ότι, από τους υπαχθέντες, τουλάχιστον οι μισοί σε ό,τι αφορά τα ταμεία και αρκετά περισσότεροι σε ό,τι αφορά τις φορολογικές οφειλές έχουν χάσει τη ρύθμιση. Ένα μέτρο που προοριζόταν να ανακουφίσει τους δοκιμαζόμενους πολίτες φάνηκε να αποτυγχάνει στον στόχο του. Πολύ γρήγορα διατυπώθηκε απ’ όλες τις πλευρές της κοινωνίας η ανάγκη θέσπισης και νέας ανάλογης ρύθμισης, που να περιλαμβάνει και χρέη που δημιουργήθηκαν μετά το 2015. Εδώ είναι το κλειδί.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο ίδιος νόμος που προέβλεψε τις 100 δόσεις προέβλεψε και τη δυνατότητα εφάπαξ τμηματικής ή ολικής καταβολής με ανάλογη απαλλαγή του συνόλου των προσαυξήσεων που αναλογούν στο ποσό της τμηματικής ή ολικής καταβολής. Με αυτή τη διάταξη «καθάρισαν» μεταξύ άλλων τότε ο ΠΑΟΚ του κ. Σαββίδη και γνωστός επιχειρηματίας. Κατέβαλαν την οφειλή και γλίτωσαν τα υπόλοιπα φέσια.

Οι ισχυροί είχαν και έχουν τη δυνατότητα εφάπαξ καταβολής. Η «μαρίδα», ο μέσος ταλαιπωρημένος πολίτης, χρειαζόταν τότε απεγνωσμένα τις 100 δόσεις, αλλά δεν απηλλάγη από το σύνολο αλλά από μέρος μόνο των προσαυξήσεων και φυσικά στην πορεία δεν άντεξε κιόλας.

Επανέρχομαι στο κλειδί. Γιατί ο κόσμος δεν άντεξε και έχασε μια ρύθμιση που του ζητούσε ποσά της τάξεως των 50 ή 100 ευρώ τον μήνα; Διότι έπρεπε να είναι διαρκώς ενήμερος για τα τρέχοντα χρέη. Έπρεπε να πληρώνει φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ, εισφορά αλληλεγγύης και ασφαλιστικές εισφορές στην ώρα τους. Κι επειδή αυτό ήταν ανέφικτο, οι ρυθμίσεις χάθηκαν.

Πώς να αντέξει ειδικά ο αυτοαπασχολούμενος, ελεύθερος επαγγελματίας και έμπορος να πληρώσει τρέχοντα, όταν αυτά έχουν ως εξής: Ζητά ο δικηγόρος, ο έμπορος, ο τεχνίτης μια αμοιβή της τάξεως των 1.000 ευρώ. Ισοδυναμεί με δύο μισθούς του ιδιωτικού τομέα (που παίρνει δώρο) ή έναν μισθό του δημοσίου τομέα (που δεν παίρνει δώρα). Ποιος αντέχει να δώσει το 1/12 των ετήσιων αποδοχών του πια; Αν όμως τα εισπράξει αυτά, ο δικηγόρος, ο έμπορος, ο τεχνίτης πρέπει χοντρικά: να αποδώσει 24% για ΦΠΑ, 27% για ασφαλιστική εισφορά, 29% για φόρο εισοδήματος και περίπου μεσοσταθμικά 2,5% για εισφορά αλληλεγγύης και 2,5% για ΕΝΦΙΑ ή τέλη κυκλοφορίας σαράβαλου. Το σύνολο είναι 85%. Με το υπόλοιπο 15% πρέπει να αγοράσει φαγητό, να πληρώσει φροντιστήρια, να να να… Αλλά και μέσα σε αυτό το 15% ενυπάρχει ΦΠΑ 24%. Αυτή την κατάσταση διαμόρφωσε η παρούσα κυβέρνηση και με αυτή την κατάσταση, και 1.200 να γίνουν οι δόσεις των ρυθμίσεων, άκρη δεν θα βγει. Στην πραγματικότητα, δεν είναι το ποσό της δόσης το κρίσιμο, όσο το γεγονός ότι με τους όρους που διαμορφώθηκαν, είναι αδύνατο για τον ιδιωτικό τομέα όχι να δημιουργήσει αποταμίευση αλλά απλώς να παραγάγει εισόδημα.

Η ρύθμιση των 120 πλέον δόσεων προβλέπει τις ίδιες περίπου προϋποθέσεις. Και πάλι πρέπει τα τρέχοντα να πληρώνονται στην ώρα τους. Και πάλι οι ισχυροί έχουν δυνατότητα εφάπαξ πληρωμής με πλήρη απαλλαγή προσαυξήσεων. Και πάλι άκρη δεν θα βγει. Η μόνη εμφανής χρησιμότητα θα είναι να μπορέσουν κάποιοι άνθρωποι να ρυθμίσουν στον ΕΦΚΑ και να βγουν στη σύνταξη. Οι δόσεις θα κρατούνται από τη σύνταξη και η σύνταξη θα είναι κοντά στο μηδέν… επί 120 μήνες. Παρακαλούνται οι συγγενείς να μαζεύουν λεφτά για τα κόλλυβα.

Θα πει κάποιος ότι στις συναλλαγές μεταξύ επιτηδευματιών τα πράγματα είναι πιο ελαφρά, διότι συμψηφίζεται ο ΦΠΑ, διότι τα έξοδα μειώνουν το φορολογητέο. Θα παρατηρήσει επίσης ότι μεγάλο μέρος των συναλλαγών γίνεται με μαύρα, επομένως ο αυτοαπασχολούμενος, τελικά, επιβιώνει. Σωστό μεν, αλλά η παραδοχή ενσωματώνει την αιτία του κακού: Θέλουμε κράτος οργανωμένο, με βιώσιμες πολιτικές, που θα επιτρέπουν στον πολίτη να ευημερεί ή κράτος στο οποίο θα πρέπει να κάνουμε «ζαβολιές» για να επιβιώσουμε στοιχειωδώς; Πιστεύει κανείς ότι θεσμοθετώντας ουσιαστικά την παραοικονομία ως μέσο βασανιστικής επιβίωσης θα μπορέσουμε να πάμε μπροστά; Για την ανάπτυξη δεν το συζητάμε. Δεν θα έρθει. Δεν μπορώ να φανταστώ την περίφημη Ελληνίδα μάνα να λέει: Γίνε, παιδί μου, γιατρός, να κλέβεις την εφορία για να ευτυχήσεις. Γίνε, παιδί μου, έμπορος, για να μην αποδίδεις ΦΠΑ και να γίνεις πλούσιος. Γίνε φοροφυγάς για να είσαι όμηρος του κάθε ελεγκτικού μηχανισμού, ο οποίος πληρώνεται από τους φόρους σου.

Οι 100 δόσεις του 2015 απέτυχαν. Η αποτυχία επισφραγίζεται και από το γεγονός ότι η νέα ρύθμιση έφερε 120 δόσεις. Σε δύο χρόνια όλοι θα ζητάνε 150 δόσεις. Τίποτα δεν έχει αλλάξει, τίποτα δεν θα αλλάξει.

Ένα εκατομμύριο παιδιά, 3 εκατομμύρια συνταξιούχοι, 1 εκατομμύριο δημόσιοι υπάλληλοι, 1 εκατομμύριο άνεργοι. Οι 100 δόσεις των υπολοίπων που έγιναν 120, που θα γίνουν σύντομα 150, δεν φτάνουν για να συντηρήσουν όλους μας. Κανένας νέος δεν θα μείνει στη χώρα για να σπουδάσει και να μεγαλουργήσει για να καταλήξει δοσάς.

Το στήσιμο, η δομή της οικονομίας μας πρέπει να αλλάξει δραστικά, ώστε να μη χρειάζονται δόσεις. Το 2010 χάθηκε μια τεράστια ευκαιρία στο να τραβηχτεί μια γραμμή και να φύγουν από τη μέση όλα τα παλιά χρέη. Ακόμη και σήμερα οι υπηρεσίες και τα δικαστήρια ασχολούνται με χρέη του 2005. Χάθηκε μία ακόμη ευκαιρία όταν στη συνέχεια έπρεπε να εξορθολογιστούν οι δαπάνες του κράτους (κοινώς, να κάνουμε οικονομία), αλλά επιλέξαμε να γδάρουμε ό,τι κινείται για να μη μειωθούν οι μισθοί, οι συντάξεις και το τεράστιο αντιπαραγωγικό κράτος. Αντί να εξορθολογίσουμε τη νομοθεσία και να οργανώσουμε τις υπηρεσίες, αυξήσαμε τις φορολογίες σε αφόρητο βαθμό. Καταστρέψαμε τον ιδιωτικό τομέα. Σκοτώσαμε την αγελάδα και περιμένουμε να πιούμε γάλα.

Οι 120 δόσεις έρχονται να λειτουργήσουν ως το χάδι μετά τον βιασμό. Ουδείς λογικός μπορεί να αισθάνεται καλά με όλο αυτό. Αν δεν το πάρουμε όλο από την αρχή, περιλαμβανομένης, αναπόφευκτα πια, της διαγραφής χρεών, παράλληλα με τη μείωση της τρέχουσας φορολογίας, μέλλον δεν υπάρχει. Και δεν θα βρεθεί στην επόμενη ρύθμιση των 150, τουλάχιστον, δόσεων.