Χτύπημα Μητσοτάκη στον μύθο της αποτελεσματικής τουρκικής διπλωματίας. - Free Sunday
Χτύπημα Μητσοτάκη στον μύθο της αποτελεσματικής τουρκικής διπλωματίας.
Ευρωπαϊκή κόπωση με την επιθετικότητα και τους εκβιασμούς Ερντογάν.

Χτύπημα Μητσοτάκη στον μύθο της αποτελεσματικής τουρκικής διπλωματίας.

Η συμφωνία Λιβύης-Τουρκίας για τη δημιουργία μιας αυθαίρετης αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) μετατρέπεται, με πρωτοβουλίες του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησης, σε διπλωματικό αυτογκόλ της Άγκυρας.

Υποτίθεται ότι η τουρκική διπλωματία υπηρετεί διαχρονικά με συνέπεια τη στρατηγική της Άγκυρας και είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική. Αν κρίνουμε πάντως από τις αντιδράσεις των ευρωπαϊκών θεσμών και συγκεκριμένων κρατών-μελών, όπως η Ιταλία, η τουρκική διπλωματία έκανε, υπό την πίεση του Ερντογάν, ένα άλμα στο κενό.

Βγαίνει ο λογαριασμός

Οι ηγέτες της Ε.Ε. αποφάσισαν κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες ότι «το μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης σχετικά με την οριοθέτηση των θαλάσσιων ορίων στη Μεσόγειο παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων χωρών και δεν συμμορφώνεται με το Δίκαιο της Θάλασσας».

Η διατύπωση στα Συμπεράσματα της συνόδου είναι ιδιαίτερα αυστηρή για την Τουρκία και έρχεται σε συνέχεια αποφάσεων των προηγούμενων συνόδων κορυφής, με τις οποίες καταδικάζονται οι παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο και προετοιμάζεται το έδαφος για την επιβολή κυρώσεων σε άτομα και εταιρείες που εμπλέκονται στις παράνομες γεωτρήσεις της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ.

Η Ε.Ε. επενδύει σε μια σχέση στρατηγικής σημασίας με την Τουρκία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρόκειται να δεχτεί συμπεριφορές οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες και αρχές.

Μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016 ο Ερντογάν παίρνει συνεχώς αποφάσεις που μεγαλώνουν την απόσταση Άγκυρας-Βρυξελλών. Θεωρητικά, βρίσκονται σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., οι οποίες συμπληρώνουν 15ετία. Στην πράξη, δεν υπάρχει προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. και στους διαδρόμους των Βρυξελλών έχει επικρατήσει η άποψη ότι είναι πρακτικά αδύνατο να ξεπεραστούν οι διαφορές και τα εμπόδια.

Το καθεστώς Ερντογάν κρατάει στη φυλακή δεκάδες χιλιάδες πολιτικούς αντιπάλους του, διεκδικεί το παγκόσμιο ρεκόρ στις φυλακίσεις δημοσιογράφων, έχει καταργήσει τη διάκριση των εξουσιών, ελέγχει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη Δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, καταπιέζει συστηματικά την κουρδική μειονότητα και τιμωρεί σκληρά τους πολιτικούς και αυτοδιοικητικούς εκπροσώπους της.

Στην αντίληψη της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, στην Τουρκία έχει επιβληθεί μια σκληρή δικτατορία. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεσμεύονται από την κρίση των Ευρωπαίων πολιτών.

Η Τουρκία είναι απαράδεκτη για τους Ευρωπαίους και σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική της. Οι πιέσεις που ασκεί στην Κύπρο, οι παράνομες έρευνες και οι γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, ο διαρκής εκβιασμός με τις ροές προσφύγων και μεταναστών, η εισβολή στη Συρία με στόχο την εξουδετέρωση Κούρδων «τρομοκρατών», είναι ενέργειες εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου. Η συμφωνία με την πολιορκημένη κυβέρνηση της Λιβύης ήρθε να επιβεβαιώσει τους χειρότερους φόβους, η Τουρκία του Ερντογάν είναι παράγοντας διεθνούς αποσταθεροποίησης.

Ο πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, ο υπουργός Εξωτερικών, κ. Δένδιας, και ο επικεφαλής της ομάδας των ευρωβουλευτών της ΝΔ, κ. Μεϊμαράκης, κινήθηκαν γρήγορα και αποτελεσματικά, εξασφαλίζοντας την υποστήριξη των ευρωπαϊκών θεσμών και κυβερνήσεων για τις ελληνικές θέσεις, σε βάρος της Τουρκίας.

Η αξιοπιστία του πρωθυπουργού, κ. Μητσοτάκη, και οι καλές σχέσεις του με τους Ευρωπαίους ηγέτες, σε συνδυασμό με την απογοήτευση των Ευρωπαίων με τις επιλογές του Ερντογάν, έφεραν το καλύτερο δυνατό διπλωματικό αποτέλεσμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Το πρόβλημα παραμένει

Οι διπλωματικές επιτυχίες της ελληνικής πλευράς δεν λύνουν βέβαια το πρόβλημα, γιατί ο Ερντογάν έχει αποδείξει ότι κινείται συχνά εκτός διπλωματικού πλαισίου, εκτιμώντας ότι μπορεί να τον ευνοεί ο συσχετισμός δυνάμεων.

Τα Συμπεράσματα, όμως, των συνόδων κορυφής, οι δηλώσεις κορυφαίων παραγόντων, όπως η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φον ντερ Λάιεν, τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έχουν όλα τη σημασία τους.

Πρώτον, διευκολύνουν την ελληνική πλευρά στην αντιμετώπιση μεγάλων θεμάτων, όπως είναι το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Οι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται την ορθότητα των ελληνικών θέσεων και την ανάγκη να εκφράσουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους. Πολλοί από αυτούς διστάζουν, γιατί κάνουν πολιτικούς υπολογισμούς με βάση την κατάσταση στη χώρα τους, ξέρουν όμως ότι η Ε.Ε. μπορεί να πληρώσει έναν πολιτικό, κοινωνικό λογαριασμό ανάλογο με εκείνον του 2015-2016 αν επιτραπεί στον Ερντογάν να συνεχίσει να εκβιάζει με τις ροές προσφύγων και μεταναστών.

Δεύτερον, η τουρκική οικονομία περνάει μια δύσκολη περίοδο και έχει μεγάλη εξάρτηση από τις ευρωπαϊκές επενδύσεις, τις εμπορικές συναλλαγές με την Ε.Ε. και τον τουρισμό. Ο Ερντογάν έχει αρχίσει ήδη να πληρώνει τον λογαριασμό για τις επιλογές του.

Για παράδειγμα, «πάγωσε» η μεγάλη επένδυση της Volkswagen στην περιοχή της Σμύρνης εξαιτίας της εισβολής τουρκικών στρατευμάτων στη Συρία. Πρόκειται για μια επένδυση που ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ και θα δημιουργούσε πάνω από 30.000 θέσεις εργασίας.

Η Ε.Ε. αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει αλληλεξάρτηση σε ό,τι αφορά την οικονομική συνεργασία, αυτή άλλωστε είναι και η θέση της ελληνικής κυβέρνησης. Θα υπάρξει ωστόσο αναπόφευκτα άσκηση οικονομικής επιρροής, σε μια προσπάθεια να επηρεαστεί η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Ο Ερντογάν εμφανίζεται να μη δέχεται τέτοιου είδους επιρροές, είναι γνωστό όμως ότι κάνει τους σχετικούς υπολογισμούς, γιατί το βασικό πολιτικό του πρόβλημα προέρχεται από τη στασιμότητα της τουρκικής οικονομίας και τις κοινωνικές συνέπειες που έχει.

Επομένως, οι πολιτικές αποφάσεις της Ε.Ε. λειτουργούν, σε συνδυασμό με την οικονομική της ισχύ, αποτρεπτικά σε ό,τι αφορά τις απαράδεκτες επιλογές Ερντογάν στην εξωτερική πολιτική.

Πρόσθετες δυσκολίες

Το τελευταίο διάστημα η τουρκική διπλωματία αντιμετωπίζει πρόσθετες δυσκολίες. Η απευθείας συνεννόηση Ερντογάν-Τραμπ δεν της λύνει όλα τα προβλήματα, εφόσον τα νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ κινούνται ανοιχτά κατά της Άγκυρας. Προωθούνται οι κυρώσεις για την επιλογή Ερντογάν υπέρ των ρωσικών πυραύλων S-400, ενώ πέρασε από τη Γερουσία και το ψήφισμα με το οποίο αναγνωρίζεται η Γενοκτονία των Αρμενίων. Ενδιαφέρον έχουν και οι δηλώσεις του πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ, με τις οποίες παίρνει σαφείς αποστάσεις από την τουρκική ερμηνεία του Δικαίου της Θάλασσας και τη νομική βάση της συμφωνίας Άγκυρας-Τρίπολης.

Η σχετική ευρωπαϊκή απομόνωση της Άγκυρας συμπληρώνει τις δυσκολίες συνεννόησης με τις ΗΠΑ και τα προβλήματα στις σχέσεις με Ισραήλ, Αίγυπτο, Συρία, ενώ προσφέρει νέες δυνατότητες στην ελληνική διπλωματία.

Οι διπλωματικές επιτυχίες του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης ενισχύουν την εθνική αυτοπεποίθηση, ενισχύουν τη θέση μας έναντι της Άγκυρας και συμβάλλουν στην απομυθοποίηση της τουρκικής διπλωματίας.