Συρία - προσφυγικό - Λιβύη σε νέο στρατηγικό πλαίσιο - Free Sunday
Συρία - προσφυγικό - Λιβύη σε νέο στρατηγικό πλαίσιο
Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη να οργανώσει συνάντηση με τον στρατηγό Χαφτάρ στην Αθήνα στέλνει το μήνυμα στο Βερολίνο και σε όλους τους ενδιαφερόμενους ότι η Ελλάδα διεκδικεί σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της κρίσης

Συρία - προσφυγικό - Λιβύη σε νέο στρατηγικό πλαίσιο

Σε κάθε προσπάθεια που κάνουμε να διαχειριστούμε διεθνοπολιτικά ζητήματα μεγάλης σημασίας διαπιστώνουμε ότι το ειδικό διεθνοπολιτικό βάρος της Τουρκίας έχει ενισχυθεί, ενώ της Ελλάδας περιορίστηκε εξαιτίας της δεκαετούς κρίσης και των ευρύτερων συνεπειών της.

Για παράδειγμα, το τουρκικό ΑΕΠ είναι 5 έως 6 φορές το ελληνικό, ενώ η Τουρκία έχει έναν νεανικό πληθυσμό που πλησιάζει τα 85 εκατομμύρια κι εμείς έναν ολοένα πιο γερασμένο πληθυσμό που ετοιμάζεται να πέσει κάτω από το όριο των 10 εκατομμυρίων.

Η αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας συμπίπτει χρονικά με εντυπωσιακές διεθνείς ανακατατάξεις.

Παρελθόν η Συμμαχία

Στα τέλη του 2019 ο Πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν έδωσε μία συνέντευξη στον «Economist» στην οποία τόνισε ότι η συμμαχία του ΝΑΤΟ είναι «εγκεφαλικά νεκρή».

Παρά το στοιχείο της σκόπιμης πρακτικής υπερβολής, η εκτίμηση Μακρόν δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα και αυτό φαίνεται σε σχέση με όσα συμβαίνουν μ’ εμάς.

Οι ΗΠΑ έχουν χαράξει μια στρατηγική σταδιακής αλλά επιταχυνόμενης αποχώρησης από το Αφγανιστάν και το Ιράκ μέχρι τις χώρες του Σαχέλ (Μαυριτανία, Μάλι, Μπουρκίνα Φάσο, Νίγηρας, Τσαντ).

Εκτιμάται ότι οι ΗΠΑ δαπάνησαν πάνω από 1 τρισ. δολάρια στην εισβολή στο Ιράκ, στην κατοχή και την «ανοικοδόμηση» της χώρας, με τα γνωστά αρνητικά αποτελέσματα.

Η στρατηγική αναδίπλωση των ΗΠΑ είχε αρχίσει επί προεδρίας Ομπάμα με τη στροφή προς την Ασία, εφόσον πλέον η Κίνα θεωρείται βασικός στρατηγικός αντίπαλος, και επιταχύνεται με τον γνωστό απότομο τρόπο επί προεδρίας Τραμπ.

Ένα πρόσθετο κίνητρο που έχουν οι Αμερικανοί για να περιορίσουν την παρουσία τους ή και να αποχωρήσουν από περιοχές που μέχρι πριν από δέκα χρόνια θεωρούσαν στρατηγικής σημασίας είναι οι αλλαγές στον ενεργειακό χάρτη. Οι ΗΠΑ δεν εξαρτώνται πλέον από το εισαγόμενο πετρέλαιο και αυτό επηρεάζει την παγκόσμια στρατηγική τους.

Η στρατηγική αναδίπλωση των ΗΠΑ αναδεικνύει την πολιτική και στρατιωτική αδυναμία των Ευρωπαίων. Η κριτική που κάνουμε στην Ε.Ε. στον Τραμπ πέφτει στο κενό και δεν έχουμε να προτείνουμε εναλλακτική στρατηγική, ούτε στέλνουμε το μήνυμα ότι η Ε.Ε. είναι πρόθυμη να αναλάβει πρόσθετες ευθύνες.

Αυτό φαίνεται και στην άρνηση των Ευρωπαίων, και ιδιαίτερα της Γερμανίας, να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες στο επίπεδο του 2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Στη Γερμανία το ποσοστό είναι μόλις 1,2% του ΑΕΠ και η εντυπωσιακή πολιτική άνοδος των Πρασίνων στέκεται εμπόδιο στη σοβαρή αύξησή του.

Η πολιτικοστρατιωτική αδυναμία της Ε.Ε. μεγαλώνει εξαιτίας και δύο άλλων παραγόντων.

Πρώτον, το Brexit στερεί από την Ε.Ε. ένα στρατιωτικά ισχυρό μέλος με μεγάλη εμπειρία στην προβολή δύναμης.

Δεύτερον, οι αποτυχημένες επεμβάσεις των Ευρωπαίων σε Ιράκ, Συρία και Λιβύη αποκλείουν το ενδεχόμενο νέων επεμβάσεων. Δεν πρόκειται να τις δεχτεί η κοινή γνώμη και καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση –με εξαίρεση τη γαλλική– δεν αντέχει πολιτικά την επιστροφή δεκάδων νεκρών στρατιωτικών στην πατρίδα.

Αυτό είναι το πλαίσιο στρατηγικής στο οποίο καλείται να λειτουργήσει η Ελλάδα. Κατά τη γνώμη μου, είναι δύσκολο, δεν είναι όμως απελπιστικό. Οι δυσκολίες αντιμετωπίζονται, αρκεί να καλύψουμε τις μεγάλες ελλείψεις μας, να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και να εκμεταλλευτούμε τα αδύνατα σημεία της Τουρκίας, που μας ασκεί πίεση σε διάφορα θέματα στρατηγικής σημασίας.

Ελληνική απουσία στο Βερολίνο

Την Κυριακή πραγματοποιείται στο Βερολίνο διεθνής διάσκεψη στο πλαίσιο της προσπάθειας του ΟΗΕ να επιτύχει κάποιου είδους ειρήνευση στη Λιβύη.

Η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο πρωταγωνίστησαν το 2011 στην εξόντωση του Καντάφι, με τον οποίο είχαν συνεργαστεί κατά διαστήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Σαρκοζί κατηγορείται ότι χρηματοδότησε την εκλογή του στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας με κονδύλια που μπορεί να προέρχονται από το καθεστώς Καντάφι.

Στη διάσκεψη του Βερολίνου θα πάρουν μέρος τα πέντε μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΗΠΑ, Ρωσία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Κίνα), η Γερμανία, η Ιταλία, η Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αίγυπτος, η Αλγερία και η Δημοκρατία του Κονγκό. Θα εκπροσωπηθούν επίσης ο ΟΗΕ, η Ε.Ε., η Αφρικανική Ένωση, η Αραβική Λίγκα και το πιθανότερο είναι ότι θα πάρουν μέρος –χωρίς να συναντηθούν– οι ηγέτες των δύο αντίπαλων κυβερνήσεων της Λιβύης.

Η Ελλάδα ζήτησε να εκπροσωπηθεί, αλλά η καγκελάριος Μέρκελ δεν ικανοποίησε το αίτημα. Χάσαμε με τον τρόπο αυτόν διπλωματικούς πόντους, αλλά η συμμετοχή μας, αν κρίνουμε και από τη σύνθεση αυτών που θα πάρουν μέρος, δεν θα ήταν καθοριστικής σημασίας.

Η κρίση στη Λιβύη κλιμακώνεται από το 2011, οπότε ανατράπηκε το καθεστώς Καντάφι, και έχει επεκταθεί στις χώρες του Σαχέλ, στα νότια της Λιβύης.

Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη να οργανώσει συνάντηση με τον στρατηγό Χαφτάρ στην Αθήνα στέλνει το μήνυμα στο Βερολίνο και σε όλους τους ενδιαφερόμενους ότι η Ελλάδα διεκδικεί σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της κρίσης, ιδιαίτερα μετά τη συμφωνία της κυβέρνησης της Τρίπολης με την Άγκυρα για την υποτιθέμενη ΑΟΖ Λιβύης-Τουρκίας.

Η βασική θέση μας για την απαράδεκτη συμφωνία της κυβέρνησης της Τρίπολης με την Τουρκία για τον προσδιορισμό ΑΟΖ προσυπογράφεται από την Ε.Ε. και διατυπώνεται συνεχώς απ’ όλους τους εκπροσώπους της.

Της διάσκεψης του Βερολίνου προηγήθηκε διπλωματική προσπάθεια της Ιταλίας –της οποίας η Λιβύη ήταν αποικία– να μεσολαβήσει μεταξύ των δύο αντίπαλων πλευρών. Η ιταλική διπλωματία απέτυχε παταγωδώς, αναδεικνύοντας έτσι τη μείωση της επιρροής της στη Λιβύη.

Ενδεικτική της νέας γεωπολιτικής πραγματικότητας ήταν η συνάντηση Πούτιν-Ερντογάν στη Μόσχα, στην οποία πήραν μέρος, χωρίς να συναντηθούν, ο πρωθυπουργός της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ κυβέρνησης της Τρίπολης, Φαγιέζ αλ-Σαράτζ, και ο αντίπαλός του, οι δυνάμεις του οποίου ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της Λιβύης και τις πετρελαιοπηγές, στρατάρχης Χαλίφα Χαφτάρ.

Πούτιν και Ερντογάν επαναλαμβάνουν στη Λιβύη αυτά που κάνουν στη Συρία. Υποστηρίζουν αντίπαλες πλευρές. Στη Συρία οι Ρώσοι στηρίζουν μαζί με τους Ιρανούς το καθεστώς Άσαντ, ενώ οι Τούρκοι πρωταγωνίστησαν στην αποτυχημένη προσπάθεια αποσταθεροποίησής του.

Στη Λιβύη οι Τούρκοι υποστηρίζουν μαζί με το Κατάρ την κυβέρνηση της Τρίπολης, ενώ οι Ρώσοι επενδύουν, μαζί με την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στον πλήρη έλεγχο της χώρας από τον Χαφτάρ.

Σημασία δεν έχει τόσο ποιους ακριβώς υποστηρίζουν ο Πούτιν και ο Ερντογάν αλλά ότι η Μόσχα και η Άγκυρα καλύπτουν με διαφορετικούς τρόπους στη Συρία και στη Λιβύη το κενό επιρροής που δημιουργεί η ουσιαστική απόσυρση των Ευρωπαίων και η απουσία από τις εξελίξεις στις δύο αυτές χώρες των ΗΠΑ.

Έχουμε, λοιπόν, το αξιοπερίεργο θέαμα οι δύο αντίπαλοι να μοιράζουν το παιχνίδι μεταξύ τους.

Της συνάντησης Πούτιν-Ερντογάν στη Μόσχα προηγήθηκε η επίσκεψη Μέρκελ στη Μόσχα, χωρίς να δώσει κάτι ουσιαστικό για το θέμα της Λιβύης.

Στο Βερολίνο υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να επιτευχθεί μια θεωρητική τουλάχιστον ειρήνευση στη Λιβύη, όμως η Γερμανία και η Ε.Ε. θα περιοριστούν στον ρόλο του διαμεσολαβητή, εφόσον δεν έχουν αναπτύξει δυνάμεις στη Λιβύη, ενώ η Τουρκία και η Ρωσία έχουν ισχυρή στρατιωτική παρουσία μέσω μισθοφορικών δυνάμεων και διεκδικούν τον έλεγχο της εφαρμογής ενδεχόμενης εκεχειρίας.

Μια ματιά σε όσα συμβαίνουν στη Λιβύη, με βάση και την εμπειρία της Συρίας, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι σοβαρές επιτυχίες της ελληνικής διπλωματίας που οδηγούν σε θετικές για εμάς αποφάσεις και ψηφίσματα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και των ευρωπαϊκών θεσμών δεν αλλάζουν το υπό διαμόρφωση νέο στρατηγικό πλαίσιο, ούτε φυσικά τον συσχετισμό δυνάμεων.

Η Τουρκία έχει ενισχύσει την τελευταία 15ετία την οικονομική και στρατηγική της θέση και αξιοποιεί την κρίση στο ΝΑΤΟ και την πολιτικοστρατιωτική αδυναμία της Ε.Ε. για να κάνει, κυριολεκτικά, ό,τι θέλει. Αυτό ίσως είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα της νεο-οθωμανικής στρατηγικής του Ερντογάν. Διεκδικεί για την Τουρκία έναν ρόλο πολύ μεγαλύτερο από τις δυνάμεις της και στην πορεία δημιουργεί νέες αντιθέσεις, έχοντας ήδη αποφασισμένους αντιπάλους. Αυτά που μοιάζουν με στρατιωτικές επιτυχίες της Τουρκίας μπορεί να εξελιχθούν σε τεράστιο πρόβλημα για την ίδια, εφόσον δεν έχει τις δυνατότητες να υποστηρίξει σε βάθος χρόνου μια τόσο φιλόδοξη στρατηγική, ενώ στο επίπεδο της διπλωματίας χάνει συνεχώς πόντους.

Προσφυγικό: Η στρατηγική διάσταση

Οι κινήσεις της Τουρκίας στη Συρία και στη Λιβύη και η διαρκής πίεση που ασκεί στην Κύπρο για τον αγωγό φυσικού αερίου EastMed, αλλά και στην Ελλάδα από το Αιγαίο μέχρι τη… Λιβύη, μας επιβάλλει μια διαφορετική αντιμετώπιση στο προσφυγικό-μεταναστευτικό.

Υπάρχει πάντα η ανθρωπιστική διάσταση, εφόσον, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ, οι πρόσφυγες φτάνουν, σε παγκόσμιο επίπεδο, τα 70 εκατομμύρια, ενώ οι μετανάστες –δηλαδή αυτοί που δουλεύουν σε άλλη χώρα από αυτήν όπου γεννήθηκαν– ανέρχονται, σύμφωνα με υπολογισμούς ειδικών, σε 300-400 εκατομμύρια.

Το 1/3 των προσφύγων αναζητά καλύτερες συνθήκες σε άλλες χώρες, ενώ πλέον οι λεγόμενοι κλιματικοί πρόσφυγες ξεπερνούν σε αριθμό τους πρόσφυγες που δημιουργούν οι πόλεμοι και οι εμφύλιοι. Προσφυγικές κρίσεις παρατηρούνται σε διάφορα σημεία του πλανήτη, από την Ινδία μέχρι το Μεξικό, και είναι λογικό να αντιμετωπίζει ανάλογο πρόβλημα η χώρα μας, που αποτελεί πύλη εισόδου στην Ε.Ε.

Όμως το προσφυγικό-μεταναστευτικό έχει στην Ελλάδα δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι ότι χρησιμοποιείται συστηματικά από την Τουρκία για να δοκιμάζει τις ελληνικές αντοχές και να ασκεί διαπραγματευτική πίεση στην Ε.Ε. και ιδιαίτερα στη Γερμανία, η οποία συνδυάζει την υποδοχή μεγάλου αριθμού προσφύγων και μεταναστών με την παρουσία σε αυτήν 3,5 εκατομμυρίων Γερμανών πολιτών τουρκικής καταγωγής.

Η Ε.Ε. αδυνατεί να φτάσει σε μια ολοκληρωμένη και αποτελεσματική στρατηγική στο προσφυγικό-μεταναστευτικό. Ουσιαστικά μεταθέτει τη διαχείριση του προβλήματος στην Ελλάδα, εφόσον μετά τη σκλήρυνση της θέσης της Ιταλίας έναντι των προσφύγων και των μεταναστών που έρχονται στην Ε.Ε. μέσω Λιβύης, τα 2/3 των ροών προς την Ε.Ε. περνούν πλέον μέσα από την Ελλάδα.

Το πλαίσιο διαχείρισης του προσφυγικού-μεταναστευτικού είναι ιδιαίτερα αρνητικό για την πατρίδα μας. Μετά την ευρωπαϊκή κρίση του 2015-2016, που προκλήθηκε από το πέρασμα 1 εκατομμυρίου προσφύγων και μεταναστών από την Τουρκία στην Ελλάδα για να καταλήξουν σε Αυστρία, Σουηδία και Γερμανία, επιβλήθηκαν σκληροί όροι σε βάρος μας.

Πρώτον, η σημαντική ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για την κάλυψη των αναγκών των προσφύγων και των μεταναστών δίνεται στη βάση του καθεστώτος ανθρωπιστικής βοήθειας για τρίτες χώρες. Έτσι, τα ευρωπαϊκά κονδύλια καταλήγουν σε ποσοστό 65%-70% σε διεθνείς οργανισμούς και ΜΚΟ. Με αυτόν τον τρόπο χάνονται πολύτιμα χρήματα για το ελληνικό Δημόσιο και την τοπική αυτοδιοίκηση, που επιβαρύνονται με διάφορους τρόπους, ενώ εμπλέκονται ένα σωρό φορείς στον σχεδιασμό, που θα έπρεπε να είναι κεντρικός, με κυβερνητικές, κρατικές υπογραφές.

Δεύτερον, η Ελλάδα μετατράπηκε σε χώρα εγκλωβισμού προσφύγων και μεταναστών. Όσοι μπαίνουν μένουν σε αυτήν, για να μην επαναληφθεί η εμπειρία του 2015-2016. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, την τελευταία τριετία πέρασαν 30.000-35.000 πρόσφυγες και μετανάστες από την Ελλάδα σε άλλες χώρες της Ε.Ε. παράνομα, με τη βοήθεια κυκλωμάτων διακίνησης.

Η Αθήνα επενδύει στις προσπάθειες που θα κάνει η γερμανική προεδρία στο δεύτερο εξάμηνο του 2020 για να γίνει δεκτό, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το ότι όσοι περάσουν στην Ελλάδα την πρώτη φάση της χορήγησης ασύλου θα μπορούν να μετακινηθούν σε άλλες χώρες της Ε.Ε. μέχρι τη λήψη της οριστικής απόφασης. Αν συμβεί αυτό, θα είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Διαφορετικά μέτρα

Με αφορμή την επανασύσταση του αρμόδιου υπουργείου και την ανάθεσή του στον κ. Μηταράκη διατυπώνω τις ακόλουθες προτάσεις για μια διαφορετική αντιμετώπιση του ζητήματος, στο νέο στρατηγικό πλαίσιο που έχει δημιουργηθεί.

Πρώτον, χρειάζονται περισσότερο κράτος και περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση στη διαχείριση του θέματος, ενώ πρέπει να περιοριστούν δραστικά η χρηματοδότηση και ο ρόλος των ΜΚΟ και των διεθνών οργανισμών.

Η κυβέρνηση πρέπει να αρχίσει να κινείται σε αυτή την κατεύθυνση και να ασκήσει πίεση στην Ε.Ε. να προσαρμόσει την πολιτική της στα μέτρα των αναγκών μας.

Δεύτερον, τα στρατηγικής σημασίας νησιά του Αιγαίου που δέχονται μεγάλη πίεση από το προσφυγικό-μεταναστευτικό δεν πρέπει απλώς να αποσυμφορηθούν αλλά να περιορίσουν την παρουσία προσφύγων και μεταναστών σε λίγες χιλιάδες.

Κατά την άποψή μου, δημιουργούνται τεράστιες επιπλοκές όταν μπερδεύονται ανθρωπιστικά ζητήματα με προβλήματα άμυνας και εθνικής κυριαρχίας. Οι Τούρκοι ξέρουν καλά να παίζουν αυτό το παιχνίδι και πρέπει να βάλουμε τέλος στις προσπάθειες αποσταθεροποίησης περιοχών στρατηγικής σημασίας.

Τρίτον, οι δαπάνες για σίτιση και στέγαση των προσφύγων και των μεταναστών –ειδικά αυτών που έχουν οικογενειακό προφίλ– πρέπει να αυξηθούν, για να μπορούν να φιλοξενηθούν σε ξενοδοχεία ή ενοικιαζόμενα δωμάτια σε διάφορες περιοχές της χώρας σε καλές συνθήκες και σε όφελος της τοπικής οικονομίας.

Τέταρτον, πρέπει να υπάρξουν διάφοροι τρόποι ενίσχυσης της οικονομίας και της κοινωνίας των περιοχών που δέχονται ή πρόκειται να δεχτούν μεγάλη πίεση από το προσφυγικό-μεταναστευτικό.

Τα μέτρα πρέπει να περιλαμβάνουν εισοδηματικές ενισχύσεις στους μη προνομιούχους συμπολίτες μας αυτών των περιοχών και την ανάθεση της κάλυψης των αναγκών των προσφύγων και των μεταναστών σε τοπικές επιχειρήσεις ή σε επιχειρήσεις που θα αναπτύξουν υποχρεωτικά σημαντικές δραστηριότητες σε αυτές τις περιοχές, δημιουργώντας νέες θέσεις απασχόλησης.

Προβλέπεται ότι σημαντικές δημόσιες δαπάνες για το προσφυγικό-μεταναστευτικό εξαιρούνται του υπολογισμού του πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος.

Φραγμός στις ροές

Έχω διατυπώσει την άποψη ότι η μετεγκατάσταση προσφύγων και μεταναστών από τα νησιά του Αιγαίου στην ενδοχώρα δεν ανακόπτει τις ροές. Αντίθετα, ενισχύει τις δυνατότητες του τουρκικού κράτους και παρακράτους να τις αυξήσουν, εφόσον ολοένα περισσότεροι πρόσφυγες και μετανάστες θα θελήσουν να πληρώσουν τους διακινητές για να περάσουν από την Τουρκία στα ελληνικά νησιά και στη συνέχεια στην ενδοχώρα, ελπίζοντας ότι στη συνέχεια θα περάσουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Πρέπει να υπάρξει ένα σχέδιο Β με τη μετατροπή δύο-τριών αραιοκατοικημένων νησιών με περιορισμένο τουριστικό ενδιαφέρον σε χώρους υποδοχής προσφύγων και μεταναστών. Οι λίγοι κάτοικοι θα αποζημιωθούν πλουσιοπάροχα από το Δημόσιο, θα κατασκευαστούν σε διάστημα λίγων μηνών τα αναγκαία έργα υποδομής και αν δούμε ότι η μετεγκατάσταση από τα νησιά στην ενδοχώρα δεν λύνει το πρόβλημα αλλά αντίθετα αυξάνει τις ροές, τότε θα εφαρμοστεί μετεγκατάσταση από τα νησιά όπου παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση προσφύγων και μεταναστών σε επιλεγμένα νησιά που θα έχουν μετατραπεί σε χώρους υποδοχής.

Πρόκειται για μια παραλλαγή της μεθόδου που εφαρμόζει με διακομματική συναίνεση η Αυστραλία και η οποία είναι βέβαιο ότι θα μειώσει δραστικά τις ροές.