Η Ε.Ε. βραδυπορεί, ενώ έπρεπε να τρέχει - Free Sunday
Η Ε.Ε. βραδυπορεί, ενώ έπρεπε να τρέχει
Λάθος μηνύματα για τη μετα-Brexit εποχή.

Η Ε.Ε. βραδυπορεί, ενώ έπρεπε να τρέχει

Με την ολοκλήρωση του Brexit η Ε.Ε. μπαίνει σε μια νέα, κρίσιμη περίοδο. Καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να συνεχίσει με επιτυχία την πορεία της παρά τη στρατηγικής σημασίας απώλεια του Ηνωμένου Βασιλείου και πως οι Βρετανοί ευρωσκεπτικιστές και αντιευρωπαίοι εμπόδιζαν την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού της.

Προς το παρόν, τα πολιτικά μηνύματα που μας έρχονται από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, αρνητικά.

Προβλήματα για Μακρόν

Ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ο Ευρωπαίος ηγέτης που κάνει ενδιαφέρουσες προτάσεις για την εξέλιξη της Ε.Ε. και δείχνει να έχει ευρωπαϊκό όραμα.

Δυστυχώς, χάνει συνεχώς δυνάμεις στο εσωτερικό της Γαλλίας. Εξακολουθεί να είναι ο πιθανότερος νικητής των προεδρικών εκλογών του 2022, αλλά δεν έχει δημιουργήσει μια κοινωνική πλειοψηφία υποστήριξης της μεταρρυθμιστικής προσπάθειάς του, ενώ έχει ήδη χάσει 14 από τους 300 βουλευτές του κόμματος που δημιούργησε.

Ο Πρόεδρος Μακρόν και ο πρωθυπουργός Φιλίπ χειρίστηκαν με λάθος τρόπο την αναγκαία ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Κατάφεραν να συσπειρώσουν πολλές κατηγορίες εργαζομένων εναντίον τους χωρίς καν να εμφανίσουν μια φιλόδοξη μεταρρύθμιση και χωρίς να μπορέσουν να εξηγήσουν τα οφέλη και τις οικονομίες από τις προτάσεις που υποστηρίζουν.

Στην αρχή προσπάθησαν να αυξήσουν το βασικό ηλικιακό συνταξιοδοτικό όριο από τα 62 στα 64 έτη, αλλαγή η οποία δεν είναι τολμηρή συγκρινόμενη με όσα ισχύουν σε άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Μετά υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη βασική τους πρόταση, χωρίς να είναι σε θέση να εξηγήσουν ακριβώς τι πρέπει να γίνει. Στο κίνημα διαμαρτυρίας των «κίτρινων γιλέκων», το οποίο έχασε μέρος του δυναμισμού του με το πέρασμα του χρόνου, προστέθηκαν μήνες απεργιών εναντίον μιας απροσδιόριστης ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.

Οι δημοτικές εκλογές του Μαρτίου προβλέπεται να εξελιχθούν σε πολιτική δοκιμασία για την παράταξη του Μακρόν, ενώ η ακροδεξιά υπό τη Μαρίν Λεπέν εκτιμάται ότι θα καταγράψει σημαντικά κέρδη.

Με το πέρασμα του χρόνου δημιουργείται ένα κλίμα πολιτικής και κοινωνικής δυσαρέσκειας που περιορίζει τις ευρωπαϊκές δυνατότητες του Μακρόν. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, 60%-70% των Γάλλων θεωρούν ότι οι προεδρικές εκλογές του 2022 θα είναι μια επανάληψη της αναμέτρησης Μακρόν-Λεπέν, ενώ 70%-80% των ερωτηθέντων θα ήθελαν ένα διαφορετικό δίδυμο στον κρίσιμο δεύτερο γύρο.

Ο Μακρόν διατηρεί το πολιτικό πλεονέκτημα, έχει χαθεί όμως ένα μεγάλο μέρος του θετικού κλίματος και της δυναμικής του.

Γερμανική αδράνεια

Πιο μπερδεμένη είναι η πολιτική κατάσταση στη Γερμανία, η οποία φτάνει στο τέλος της περιόδου Μέρκελ, εφόσον η καγκελάριος έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα διεκδικήσει την επανεκλογή της στις βουλευτικές εκλογές του 2021.

Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών υπό την κ. Μέρκελ θα μπορέσει τελικά να εξαντλήσει την τετραετία.

Τα σχέδια για σταδιακή διαδοχή της Μέρκελ από την Κάρενμπαουερ κατέρρευσαν με πάταγο όταν η τελευταία δήλωσε ότι παραιτείται της διεκδίκησης της καγκελαρίας. Η Μέρκελ την προώθησε πρώτα στην ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, στη συνέχεια και στο υπουργείο Άμυνας, για να της δώσει τη δυνατότητα να τη διαδεχτεί στην καγκελαρία.

Δυστυχώς, η δημοτικότητα της Κάρενμπαουερ έμεινε σε πολύ χαμηλά επίπεδα και οι Γερμανοί τη θεώρησαν, σε ποσοστό 75%-85%, ακατάλληλη για να είναι η επόμενη καγκελάριος.

Οι περισσότεροι αναλυτές αποδίδουν την κατάρρευση της Κάρενμπαουερ στα εσωτερικά προβλήματα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, τα οποία μέχρι τώρα κάλυπτε η Μέρκελ με την προσωπικότητα και τις επιτυχίες της.

Πολλά στελέχη του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος θέλουν να αφήσουν πίσω τους την παράδοση του πολιτικού κέντρου που δημιούργησε η Μέρκελ, ενώ υπάρχουν και οι σκληροί της δεξιάς πτέρυγας, που θέλουν να βάλουν τέλος στον πολιτικό αποκλεισμό των ακροδεξιών της Εναλλακτικής για τη Γερμανία.

Οι τελευταίοι είναι που προκάλεσαν την εκδήλωση της εσωκομματικής κρίσης και την εξουδετέρωση της Κάρενμπαουερ, επειδή συνεργάστηκαν στην τοπική Βουλή της Θουριγγίας με τους ακροδεξιούς της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, προκειμένου να αντικατασταθεί ο τοπικός πρωθυπουργός, που ήταν του Κόμματος της Αριστεράς, από ένα στέλεχος του Κόμματος των Φιλελευθέρων.

Αυτή η συνεργασία προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση της Μέρκελ, εμφάνισε την προστατευόμενή της, Κάρενμπαουερ, ως πολιτικά αδύναμη και οδήγησε στο ξέσπασμα της εσωκομματικής κρίσης.

Τα ποσοστά των Χριστιανοδημοκρατών είναι πλέον αρκετά κάτω από το 30% και πολλοί εκτιμούν ότι θα ακολουθήσουν την πτωτική πορεία των Σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι πλέον κινούνται γύρω στο 15%.

Ξεκινάει η μάχη για την ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, η οποία αναμένεται να κορυφωθεί το καλοκαίρι. Αν ο νέος ηγέτης αναδειχθεί από τη δεξιά πτέρυγα, η οποία αμφισβητεί τη στρατηγική της Μέρκελ, τότε θα αυξηθούν οι πιθανότητες να πάμε σε πρόωρες εκλογές εντός του 2020. Αυτό θα συμβεί στην περίπτωση που παραιτηθεί η Μέρκελ από την καγκελαρία και αποφασίσουν οι Σοσιαλδημοκράτες ότι δεν θέλουν να συνεχίσουν στον κυβερνητικό συνασπισμό με έναν δεξιόστροφο καγκελάριο.

Η Γερμανία βρίσκεται κάπου μεταξύ πολιτικής στασιμότητας και πολιτικής αστάθειας, χωρίς να μπορεί να γίνει ασφαλής πρόγνωση για τις εξελίξεις. Το μόνο βέβαιο είναι ότι δύσκολα θα πάρει πρωτοβουλία για να οργανώσει τη μετα-Brexit εποχή της Ε.Ε.

Σε αυτή τη φάση η πολιτική αδυναμία της Γερμανίας συμπληρώνει τα πολιτικά προβλήματα του Μακρόν, για να μπλοκάρει την ευρωπαϊκή λειτουργία του στρατηγικής σημασίας γαλλογερμανικού άξονα.

Ευρω-μιζέρια

Η αδυναμία της Ε.Ε. να δημιουργήσει μια νέα δυναμική για να καλύψει το στρατηγικό κενό που αφήνει το Brexit αντανακλάται και στη μίζερη συζήτηση που γίνεται για το ύψος του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού κατά την επόμενη επταετία.

Οι Βρετανοί έφυγαν από την Ε.Ε. γιατί, μεταξύ των άλλων, τους ενοχλούσε η καθαρή συνεισφορά τους 7-8 δισ. τον χρόνο στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Τώρα, χωρίς την καθαρή συνεισφορά των Βρετανών, η Γερμανία και η Ολλανδία αρνούνται οποιαδήποτε πρόσθετη επιβάρυνση για να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό που άφησαν οι Βρετανοί και να χρηματοδοτηθούν οι νέες, φιλόδοξες πολιτικές που έχουν ανακοινωθεί.

Έχουμε μπροστά μας ένα κρίσιμο ευρωπαϊκό συμβούλιο στο οποίο θα αναδειχθούν οι διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών για μια «χούφτα ευρώ», εφόσον το εύρος στο οποίο θα κινηθεί ο ευρωπροϋπολογισμός θα είναι μεταξύ 1% και 1,15% του ΑΕΠ.

Όπως χαρακτηριστικά είπα στη σχετική συζήτηση στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το πρόβλημά μας είναι ότι έφυγαν οι Βρετανοί αφήνοντάς μας πίσω τη νοοτροπία τους. Η φράση της Θάτσερ «θέλω τα λεφτά μου πίσω» ακούγεται σε παραλλαγή από τους περισσότερους εκπροσώπους των κρατών-μελών με καθαρή συνεισφορά στον ψαλιδισμένο ευρωπροϋπολογισμό.

Τα προβλήματα του γαλλογερμανικού άξονα και η επικράτηση της βρετανικής νοοτροπίας μεταξύ των οικονομικά ισχυρών της Ε.Ε. έχουν προετοιμάσει μια δύσκολη συνέχεια.