Ευρω-λάθη και παραλείψεις που ενίσχυσαν την πανδημία - Free Sunday
Ευρω-λάθη και παραλείψεις που ενίσχυσαν την πανδημία
Η Ε.Ε. πίσω στον Απρίλιο και σε πιο δύσκολες συνθήκες.

Ευρω-λάθη και παραλείψεις που ενίσχυσαν την πανδημία

Η πανδημία προσδιορίζει τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ε.Ε. και τείνει να μετατραπεί σε πολιτικό εφιάλτη των ηγετών των «27».

Το ερώτημα είναι πώς βρεθήκαμε σε αυτή τη δύσκολη θέση παρά τις αρχικές εκτιμήσεις ότι από το δεύτερο εξάμηνο του 2020 θα αφήναμε τα πιο δύσκολα πίσω μας και θα μπορούσαμε να οργανώσουμε τη δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας μας.

Όπως εξηγώ στο νέο μου βιβλίο «Στον λαβύρινθο της πανδημίας» (εκδόσεις Κλειδάριθμος, 405 σελ. 16,60 ευρώ), ο Covid-19 έχει μια απρόβλεπτη και επικίνδυνη δυναμική, γι’ αυτό άλλωστε έχω την αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε έναν λαβύρινθο από τον οποίο για να βγούμε πρέπει να φανούμε ευρηματικοί και αποτελεσματικοί.

Στρατηγική υποβάθμισης

Μια σειρά ευρωπαϊκών λαθών και παραλείψεων έκαναν τα δύσκολα δυσκολότερα, με αποτέλεσμα να έχουμε ένα κρίσιμο εξάμηνο μπροστά μας.

Το πρώτο λάθος που έκαναν η Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη είναι ότι υποβάθμισαν τη στρατηγική σημασία της πανδημίας.

Στην αρχή την αντιμετώπισαν με πνευματική αλαζονεία, θεωρώντας ότι οι διαστάσεις του προβλήματος είχαν σχέση με τα χαρακτηριστικά του καθεστώτος της Κίνας, από το οποίο βέβαια λείπουν η διαφάνεια, η ενημέρωση και ο δημοκρατικός έλεγχος.

Στην αρχική φάση της πανδημίας πολλοί αναλυτές θεώρησαν ότι μπορούσε να αποδειχθεί σε Τσερνόμπιλ της Κίνας, με την έννοια ότι θα απονομιμοποιούσε στην αντίληψη των Κινέζων το καθεστώς και θα προκαλούσε την αποδυνάμωση και την πτώση του.

Αποδείχθηκε στην πράξη ότι η ηγεσία του Κ.Κ. Κίνας είχε αντιληφθεί σωστά τη στρατηγική σημασία της πανδημίας, γι’ αυτό πήρε ακραία και αποτελεσματικά μέτρα για τον έλεγχό της.

Αντίθετα, η αντιμετώπιση του Covid-19 στην Ε.Ε. ήταν συγκριτικά χαλαρή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αυτοπαρουσιάζεται ως «γεωπολιτική», τελικά δεν κατάλαβε τη γεωπολιτική διάσταση της πρόκλησης.

Την Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2020 η Κίνα ανέφερε, για το τελευταίο 24ωρο, μηδέν θανάτους από κορονοϊό και κανένα νέο κρούσμα. Την ίδια ημέρα τα στατιστικά της πανδημίας πήραν φωτιά στην Ε.Ε. Η Ισπανία έσπασε το φράγμα του ενός εκατομμυρίου κρουσμάτων, στη Γερμανία τριπλασιάστηκαν μέσα σε μία μέρα τα κρούσματα σε 11.200, ενώ ο αριθμός των θανάτων σε ημερήσια βάση είναι σταθερά τριψήφιος σε Ισπανία, Γαλλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο του Brexit.

Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί αναδεικνύει τον παγκόσμιο ρόλο της Κίνας και ενισχύει τη συγκριτική της θέση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κινεζική οικονομία αναπτύχθηκε με ετήσιο ρυθμό 4,9% το τρίτο τρίμηνο του 2020. Οι αναλυτές και οι διεθνείς οργανισμοί εκτιμούν ότι η κινεζική οικονομία θα αναπτυχθεί το 2020, ενώ Γερμανία, ΗΠΑ, Γαλλία και άλλες δυτικές οικονομίες θα βρεθούν αντιμέτωπες με πτώση του ΑΕΠ από 5% έως 12%.

Η διαφορά είναι τεράστια και αναδεικνύει τον κορονοϊό ως καταλύτη διεθνοπολιτικών ανακατατάξεων.

Στην παγίδα της αισιοδοξίας

Από την αρχή της δοκιμασίας η Ε.Ε. των «27» και οι κυβερνήσεις των περισσότερων κρατών-μελών υιοθέτησαν, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, το πιο αισιόδοξο σενάριο.

Θέλησαν να αποφύγουν τα ιδιαίτερα αυστηρά μέτρα που εφαρμόζονται στην Κίνα και σε άλλες χώρες της Άπω Ανατολής. Τα μέτρα αυτά είναι εξαιρετικά δύσκολα στην εφαρμογή τους, έχουν τεράστιο κόστος και προκαλούν σε πολλές περιπτώσεις λαϊκή δυσαρέσκεια και πολιτική φθορά.

Οι πολιτικοί ηγέτες, στην προσπάθειά τους να αποφύγουν τα πολύ δύσκολα, δέχτηκαν, σε γενικές γραμμές, ότι το εμβόλιο μπορεί να έρθει σε διάστημα μερικών μηνών, μαζί με πιο αποτελεσματικές θεραπείες.

Έτσι, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ήταν καλύτερα να διαχειριστούν την πανδημία ώστε να μην ξεπεράσουν οι βαριά ασθενείς τις δυνατότητες του συστήματος υγείας παρά να την αντιμετωπίσουν όπως στην Κίνα, στην Ταϊβάν, στη Νότια Κορέα, στο Βιετνάμ και στη Νέα Ζηλανδία.

Ο φόβος του πολιτικού κόστους οδήγησε σε λάθος εκτίμηση, με αποτέλεσμα να είναι τώρα η Ε.Ε. ακάλυπτη, εφόσον δεν προβλέπεται ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο για το σύνολο του πληθυσμού πριν από το 2022.

Τεράστιο κενό

Η πανδημία βρήκε την Ε.Ε. με ένα τεράστιο κενό. Δεν υπάρχει κοινή πολιτική υγείας, γεγονός που κάνει πολύ δύσκολη τη συντονισμένη αντιμετώπιση του Covid-19.

Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν δημιουργήθηκε πολιτική δυναμική για την κάλυψη του τεράστιου κενού. Πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες –ιδιαίτερα οι λεγόμενοι «φειδωλοί»– δεν θέλουν την ανάληψη υποχρεώσεων σε ζητήματα υγείας, γιατί η αποτελεσματική προστασία της δημόσιας υγείας απαιτεί τεράστια κονδύλια.

Σε μια περίοδο κατά την οποία το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο περιορίζει τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό στο 1% του ΑΕΠ των «27», δεν υπάρχουν περιθώρια για τη χρηματοδότηση κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής υγείας. Θα έπρεπε να υπήρχε και η πολιτική βούληση για πολλαπλασιασμό των κονδυλίων του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για να είχαμε ουσιαστικά βήματα στην κατεύθυνση της επεξεργασίας και εφαρμογής κοινής πολιτικής υγείας.

Έχει δημιουργηθεί μια χαώδης κατάσταση, με έλλειψη κοινών κανόνων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και το κάθε κράτος-μέλος να εφαρμόζει τη δική του πολιτική, αδιαφορώντας για την κοινή προσπάθεια και τις ενδεχόμενες συνέπειες των επιλογών του για άλλα κράτη-μέλη.

Σημαντικό είναι επίσης το κενό στην ευρωπαϊκή πολιτική σε ό,τι αφορά τον τουρισμό. Ούτε στον τουρισμό υπάρχει κοινή πολιτική και ο συγκεκριμένος τομέας ποτέ δεν αποτέλεσε προτεραιότητα για την Ε.Ε.

Έτσι, χάνουν δυνατότητες ευρωπαϊκής υποστήριξης χώρες με μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό και τις υπηρεσίες. Παράλληλα, γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η αντιμετώπιση της απειλής για την υγεία μας, εφόσον δεν υπάρχουν κοινοί κανόνες για τα τεστ, τα αεροπορικά ή σιδηροδρομικά ταξίδια, τη λειτουργία των ξενοδοχείων, των χώρων εστίασης κ.λπ.

Γίνονται κάποιες προσπάθειες για την κάλυψη του κενού σε ό,τι αφορά τον τουρισμό, αλλά με τους ευρωπαϊκούς ρυθμούς, που δεν έχουν σχέση με τη δυναμική του κορονοϊού. Ήδη το τουριστικό 2021 αρχίζει να μοιάζει με το απογοητευτικό τουριστικό 2020.

Τα χρήματα… προσεχώς

Ένα άλλο λάθος στρατηγικής σημασίας που έκανε η Ε.Ε. είναι η μη χρηματοδότηση της αντιμετώπισης της πανδημίας κατά τη διάρκεια του 2020.

Οι ευκολίες και τα κονδύλια που τέθηκαν στη διάθεση των κρατών-μελών οφείλονται σε πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και σε δυνατότητες δανεισμού με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους που εξασφάλισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Λείπουν όμως οι δωρεάν οικονομικές ενισχύσεις, οι οποίες θα έρθουν μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης πιθανότατα από το δεύτερο εξάμηνο του 2021.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο απέφυγε οποιαδήποτε αύξηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για το 2020, για να μη δημιουργηθεί προηγούμενο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε περισσότερα κονδύλια για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027. Η άρνηση να ενισχυθούν οι οικονομίες που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη το 2020 πρέπει να αποδοθεί και στην υιοθέτηση αισιόδοξων σεναρίων για την πορεία της πανδημίας και των συνεπειών της, τα οποία διαψεύδονται από τις εξελίξεις.

Από τη στιγμή που δεν υπάρχουν πρόσθετες δωρεάν οικονομικές ενισχύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το 2020, το παιχνίδι παίζεται σε εθνικό-κρατικό επίπεδο. Τα κράτη-μέλη με μεγάλες οικονομικές και δημοσιονομικές δυνατότητες –χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Γερμανίας– στηρίζουν δυναμικά την οικονομία τους και τις επιχειρήσεις τους, ενώ χώρες με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας μένουν αναγκαστικά πίσω.

«Αιφνιδιασμός» για το δεύτερο κύμα

Σε όλες τις σοβαρές εκθέσεις για την πανδημία –χαρακτηριστικές οι σχετικές παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής– αναφέρεται και η σοβαρή πιθανότητα για την εκδήλωση δεύτερου κύματος, το οποίο μπορεί να προκαλέσει πρόσθετη πτώση του ΑΕΠ το 2020-2021 της τάξης του 3%.

Εδώ και μήνες κορυφαίοι επιστήμονες, όπως και ο ΠΟΥ, προειδοποιούν ότι σε ό,τι αφορά το δεύτερο κύμα της πανδημίας το ερώτημα δεν είναι «εάν» –εφόσον θεωρείται βέβαιο– αλλά «πότε».

Η Ε.Ε. και οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών εμφανίζονται αιφνιδιασμένες από μια εξέλιξη που ήταν εξαιρετικά πιθανή έως βέβαιη και περιλαμβανόταν στο βασικό σενάριο. Αυτός ο «αιφνιδιασμός» οφείλεται στη διαπίστωση ότι η πολιτική που ακολουθήθηκε δεν έφερε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και πως οι αναγκαίες διορθωτικές κινήσεις μπορεί να έχουν μεγάλο οικονομικό και πολιτικό κόστος.

Γι’ αυτό βλέπουμε τους ηγέτες των «27» να προσπαθούν να ξορκίσουν το ενδεχόμενο ενός νέου lockdown, με το σκεπτικό ότι έχει απαγορευτικό κόστος για την οικονομία. Παράλληλα, προσπαθούν να σπάσουν τη δυναμική της πανδημίας με μέτρα τα οποία δείχνουν σε πολλές περιπτώσεις κατώτερα των περιστάσεων, ενώ μπορεί να προκαλούν σύγχυση στην κοινή γνώμη, εφόσον τα κριτήρια εφαρμογής τους έχουν σχέση και με πολιτικούς υπολογισμούς.

Από τη στιγμή που δεν ελέγχεται η δυναμική της πανδημίας, θα πάμε σε νέο lockdown. Η Ιρλανδία είναι το πρώτο κράτος-μέλος που κινείται επίσημα σε αυτή την κατεύθυνση. Ανακοίνωσε ήδη lockdown, με βασική εξαίρεση τη λειτουργία των σχολείων.

Θεσμική υποβάθμιση

Ένα άλλο σοβαρό ευρωπαϊκό λάθος στην αντιμετώπιση της πανδημίας είναι η υποβάθμιση των ευρωπαϊκών θεσμών και της λειτουργίας τους.

Τα ίδια είχαν παρατηρηθεί στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης πριν από δέκα χρόνια. Αντί να δοθεί έμφαση στη θεσμική αναβάθμιση της Ε.Ε., ενισχύθηκε η διακρατική συνεργασία, με τα κράτη-μέλη να αποδίδουν –σε αρκετές περιπτώσεις– δικά τους λάθη και παραλείψεις στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και συνολικά στην Ε.Ε.

Αυτή η μέθοδος συντηρεί τον ευρωσκεπτικισμό, εφόσον στηρίζεται στην άποψη των κυβερνήσεων ότι η διακρατική συνεργασία είναι πιο αποτελεσματική από την ευρωπαϊκή θεσμική συνεργασία.

Η πανδημία έχει οδηγήσει στην εξασθένηση των αντιπάλων της Ε.Ε. Η ακροδεξιά βρίσκεται σε υποχώρηση στα περισσότερα κράτη-μέλη, γιατί οι ειδικές συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί της στέρησαν την πολιτική της πρώτη ύλη, το προσφυγικό-μεταναστευτικό.

Τα πολιτικά μηνύματα, όμως, για λιγότερη αντί περισσότερη Ευρώπη και για ανάπτυξη της διακρατικής συνεργασίας σε βάρος των ευρωπαϊκών θεσμών καλλιεργούν την αμφιβολία, η οποία, αν το επιτρέψουν οι συνθήκες, μπορεί να οδηγήσει στην ενίσχυση του αντιευρωπαϊσμού.

Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Σχοινάς, και η επίτροπος για θέματα υγείας, κ. Κυριακίδου, περνούν σε αυτή τη φάση σχεδόν απαρατήρητοι σε ό,τι αφορά τις πρωτεύουσες, ενώ οι ίδιες οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να αναδεικνύουν τον ρόλο τους, για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα η πανδημία και ζητήματα που συνδέονται με αυτήν, όπως είναι η απειλή για τη δημόσια υγεία και το προσφυγικό-μεταναστευτικό.

Την υποβάθμιση της θεσμικής λειτουργίας της Ε.Ε. μεγαλώνουν και οι κακές επιδόσεις, σε ό,τι αφορά τους θανάτους από τον κορονοϊό και τα κρούσματα, στο Βέλγιο και ειδικά στις Βρυξέλλες, που φιλοξενούν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Το Βέλγιο είναι το κράτος-μέλος της Ε.Ε. με τους περισσότερους θανάτους από κορονοϊό ανά εκατομμύριο κατοίκους. Οι κακές επιδόσεις του συγκρίνονται μόνο με εκείνες της… Βολιβίας. Αυτό δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στη λειτουργία των θεσμών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο οι συνεδριάσεις των επιτροπών και των πολιτικών ομάδων γίνονται πλέον μόνο μέσω τηλεδιάσκεψης. Το πιθανότερο είναι ότι τους αμέσως επόμενους μήνες θα έχουμε ένα νέο προσωρινό «λουκέτο» στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ανάλογο με εκείνο του περασμένου Απριλίου.

Επικίνδυνη χαλάρωση

Μια σοβαρή ευρωπαϊκή παράλειψη που θα βρούμε μπροστά μας τα επόμενα χρόνια είναι η χαλάρωση στον έλεγχο των δημοσίων δαπανών. Η πανδημία έχει μετατραπεί σε λευκή επιταγή για τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Δαπανούν, επικαλούμενες την ανάγκη αντιμετώπισης της πανδημίας, ό,τι θέλουν, προετοιμάζοντας έτσι το χρέος και τον λογαριασμό της επόμενης δεκαετίας.

Περάσαμε από το ένα άκρο στο άλλο. Από τη δημοσιονομική πειθαρχία, η οποία λειτουργούσε σε πολλές περιπτώσεις σαν οικονομικός και κοινωνικός οδοστρωτήρας, στη γενική δημοσιονομική χαλάρωση, η οποία οδηγεί το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος σε νέα ύψη.

Είναι άλλο η αύξηση των αναγκαίων δημοσίων δαπανών για την αντιμετώπιση της πανδημίας και άλλο η γενική δημοσιονομική χαλάρωση, η εγκατάλειψη αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και η αδυναμία περιορισμού οποιασδήποτε δημόσιας δαπάνης.

Η Ε.Ε. έχει μπει σε νέα φάση υπερχρέωσης. Η λεγόμενη «ποσοτική χαλάρωση» που εφαρμόζει η ΕΚΤ, σε συνδυασμό με την ενισχυμένη αξιοπιστία συγκεκριμένων κυβερνήσεων, όπως της ελληνικής, εξασφαλίζει ιστορικά χαμηλά επιτόκια δανεισμού. Τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού συμβάλλουν στη διαχείριση του δημόσιου χρέους χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις, παρά τη σημαντική αύξησή του.

Όμως οι συνθήκες στις διεθνείς αγορές μπορεί να αλλάξουν, για διάφορους λόγους, τα επόμενα χρόνια. Τότε, θα φανούν οι συνέπειες από τη γενικευμένη δημοσιονομική χαλάρωση και την εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους στην Ε.Ε. των «27».

Μένουμε πίσω

Η πανδημία λειτουργεί σαν καταλύτης σε αλλαγές που ήταν σε εξέλιξη και πριν από την εκδήλωσή της. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της ψηφιακής μετάβασης στην οικονομία, στην οποία η Ε.Ε. των «27» είχε μείνει πολύ πίσω σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Κίνα.

Ο κορονοϊός αλλάζει τον τρόπο οργάνωσης της εργασίας, ακόμη και την καταναλωτική συμπεριφορά μας. Μεγάλες κερδισμένες από την πανδημία είναι οι πολυεθνικές της ψηφιακής οικονομίας. Πρόκειται πλέον για εταιρείες που στις ΗΠΑ έχουν κεφαλαιοποίηση της τάξης του 1 τρισ. δολαρίων, με τους βασικούς μετόχους τους να έχουν περιουσία της τάξης των 100 δισ. δολαρίων. Ανάλογες είναι οι εξελίξεις στην Κίνα, με αποτέλεσμα να έχει ξεσπάσει ψηφιακή αναμέτρηση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για την κυριαρχία στην παγκόσμια αγορά.

Η Ε.Ε. έχει μείνει πολύ πίσω στην ψηφιακή μετάβαση. Αξιοποιεί την πανδημία για να θέτει ιδιαίτερα φιλόδοξους ψηφιακούς στόχους, χωρίς όμως να τους υποστηρίζει οικονομικά. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, υπό την πίεση των «φειδωλών», περιόρισε κι άλλο τα ανεπαρκή ευρωπαϊκά κονδύλια για την ψηφιακή μετάβαση. Στην αναμέτρηση η οποία κρίνει το μέλλον της ψηφιακής οικονομίας και γενικότερα της οικονομίας η Ε.Ε. αυτοπεριορίζεται σε περιθωριακό ρόλο, ενώ δεν υπάρχει η διάθεση δημιουργίας ευρωπαϊκών πρωταθλητών που θα μπορούσαν να αντέξουν στην πίεση των αμερικανικών και κινεζικών ψηφιακών κολοσσών.

Η αναγκαία συνεννόηση

Τα ευρωπαϊκά λάθη και οι παραλείψεις έχουν δώσει νέες ευκαιρίες στην πανδημία και κάνουν ολοένα πιο δύσκολο τον έλεγχό της και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της.

Η Ε.Ε. των «27» δεν έχει χρόνο για χάσιμο. Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, θα υποχρεωθεί ύστερα από μερικούς δύσκολους μήνες σε ένα νέο γενικό lockdown και θα διαπιστώσει υποβάθμιση της διεθνούς θέσης της έναντι των ΗΠΑ και κυρίως της Κίνας.

Κατά την άποψή μου, μόνο μια γαλλογερμανική πρωτοβουλία μπορεί να δημιουργήσει τη θετική ευρωπαϊκή δυναμική που έχουμε ανάγκη. Οι πιθανότητες για την εκδήλωση και την επιτυχία της είναι περιορισμένες, αποτελεί όμως το μόνο ρεαλιστικό σενάριο για να καλύψουμε σοβαρά λάθη και παραλείψεις και να μη μείνουμε ακόμη πιο πίσω.

Η ενεργοποίηση του γαλλογερμανικού άξονα σε όφελος της Ε.Ε. και της προοπτικής της αντιμετωπίζει συγκεκριμένες δυσκολίες. Η καγκελάριος Μέρκελ είναι εξαιρετικά διστακτική. Ίσως δεν θέλει να πάρει μεγάλο ρίσκο στην τελική ευθεία της πολιτικής της σταδιοδρομίας. Η Γερμανία έχει τη δυνατότητα για αξιόλογες πρωτοβουλίες, δεν φαίνεται όμως να έχει την πολιτική βούληση. Το αντίθετο ισχύει για τη Γαλλία, όπου ο Μακρόν εμφανίζεται πάντα προωθημένος στα ευρωπαϊκά ζητήματα, αλλά χωρίς τις αναγκαίες δυνάμεις. Η γαλλική οικονομία δεν έχει τις δυνατότητες ούτε τις επιδόσεις της γερμανικής. Το χάσμα μεταξύ εξουσίας και κοινωνίας είναι μεγάλο και μπορεί να γίνει μεγαλύτερο, ενώ το κόμμα Μακρόν αποδεικνύεται, από ορισμένες απόψεις, πολιτικά ανύπαρκτο, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα των δημοτικών εκλογών και των εκλογών για την πλήρωση κενών βουλευτικών εδρών.

Η ανάλυση μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είναι εντελώς αναγκαίο, αλλά και πολύ δύσκολο, να εκδηλωθεί η γαλλογερμανική πρωτοβουλία που θα οδηγήσει την Ε.Ε. σε αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας και των ευρύτερων συνεπειών της.