Υβριδικός πόλεμος και γκρίζα ζώνη από Ερντογάν - Free Sunday
Υβριδικός πόλεμος και γκρίζα ζώνη από Ερντογάν
Γιατί αποτυγχάνει στην αναμέτρησή του με την Ελλάδα.

Υβριδικός πόλεμος και γκρίζα ζώνη από Ερντογάν

Ως μέλος της υποεπιτροπής Άμυνας και Ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχω εξοικειωθεί τα τελευταία χρόνια με μια νέα ορολογία που περιγράφει σύγχρονες πολεμικές τακτικές ή την επιδίωξη συγκεκριμένων στόχων με μια πολιτική που είναι στα όρια του πολέμου, χωρίς όμως να φτάνει στην κήρυξη και τη διεξαγωγή πολέμου.

Ο Ερντογάν αποδεικνύεται ειδικός σε όλες αυτές τις σύγχρονες μεθόδους. Άλλοτε απειλεί και άλλοτε προβάλλει στρατιωτική δύναμη στα πλαίσια του νεο-οθωμανικού επεκτατισμού του από τη Λιβύη μέχρι τη Συρία και από την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι τον νότιο Καύκασο.

Η τακτική της γκρίζας ζώνης

Στη γλώσσα της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ η «γκρίζα ζώνη» χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα εντατικό πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό ανταγωνισμό, ο οποίος ξεφεύγει από τα όρια της παραδοσιακής διπλωματίας, αλλά δεν φτάνει μέχρι τον συμβατικό πόλεμο.

Πρόκειται για μια συντονισμένη προσπάθεια ή αλλεπάλληλες πρωτοβουλίες οι οποίες δεν μπορούν να ενταχθούν στην παραδοσιακή αποτροπή ή προβολή δύναμης αλλά είναι σχεδιασμένες για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων χωρίς την άμεση και μεγάλης κλίμακας χρήση στρατιωτικών δυνάμεων.

Από τον ορισμό της «γκρίζας ζώνης» είναι φανερό ότι ο Ερντογάν εμπλουτίζει με την πολιτική που ακολουθεί τη σχετική μεθοδολογία και πρακτική.

Υβριδικός πόλεμος

Ο υβριδικός πόλεμος είναι μία έννοια που εξελίσσεται συνεχώς –στη βάση της μελέτης των συγκρούσεων– και αναφέρεται στη χρήση μη συμβατικών μεθόδων ως μέρος μιας πολυδιάστατης πολεμικής σύγκρουσης. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα μείγμα συμβατικών και μη συμβατικών μεθόδων, που μπορεί να περιλαμβάνουν τον κυβερνοπόλεμο, την ψυχολογική πίεση μέσω fake news, την επιθετική διπλωματία για δημιουργία κατάλληλου κλίματος, τη στρατιωτική επέμβαση μέσω τρίτων –κυρίως «ατάκτων»– και διάφορες μορφές αντάρτικου ακόμη και σε αστικό περιβάλλον. Η έννοια του υβριδικού πολέμου άρχισε να αναπτύσσεται μετά την αναμέτρηση της Χεζμπολάχ με τον Λίβανο το 2006, οπότε η ισλαμική οργάνωση κατάφερε να συνδυάσει διαφόρων τύπων ενέργειες και πρωτοβουλίες για να αντιμετωπίσει τις κατά πολύ ισχυρότερες ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις.

Η αποσταθεροποίηση της ανατολικής Ουκρανίας –με πρωτοβουλία της Ρωσίας– και η ενσωμάτωση της Κριμαίας στη Ρωσία ύστερα από την κατάλληλη ψυχολογική, επικοινωνιακή, πολιτική και στρατιωτική προετοιμασία θεωρείται άλλο ένα καλό παράδειγμα εξέλιξης υβριδικού πολέμου σε σύγχρονες συνθήκες.

Ο Ερντογάν, με τις πρωτοβουλίες που παίρνει, δίνει νέες διαστάσεις στον υβριδικό πόλεμο. Κατέλαβε τμήμα της Συρίας στο οποίο κυριαρχεί το κουρδικό στοιχείο ύστερα από μια καμπάνια κατά της… τρομοκρατίας που εμφάνιζε την Τουρκία να απειλείται, με άμεση παρέμβαση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και κυρίως της πολεμικής αεροπορίας, αλλά και με την αξιοποίηση από την Τουρκία Σύρων ισλαμιστών μισθοφόρων που έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τους Κούρδους λόγω της συμβολής των τελευταίων στην ήττα και διάλυση του Ισλαμικού Κράτους.

Στη Λιβύη ο Ερντογάν συνδυάζει τον παρασκηνιακό έλεγχο της κυβέρνησης της Τρίπολης με τη χρήση υπερσύγχρονων οπλικών συστημάτων –όπως τα drones– και την αξιοποίηση των μεταφερόμενων Σύρων ισλαμιστών μισθοφόρων. Πρωτότυπη, στα πλαίσια του υβριδικού πολέμου, είναι και η παρέμβαση της Τουρκίας υπέρ του Αζερμπαϊτζάν στην αναμέτρηση Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας για τον έλεγχο του Ναγκόρνο Καραμπάχ και της γύρω περιοχής.

Η Ελλάδα έχει απέναντί της έναν ισχυρό και σκληρό παίκτη που εμπλουτίζει με τις πρωτοβουλίες του τη θεωρία και πρακτική της γκρίζας ζώνης και του υβριδικού πολέμου.

Σε έναν ιδανικό κόσμο το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. θα έσπευδαν να ασκήσουν πίεση στον Ερντογάν και στην Τουρκία για να εγκαταλείψει αποσταθεροποιητικές πρακτικές που μπορεί να θέσουν σε δοκιμασία το συλλογικό σύστημα ασφάλειας. Όπως συμβαίνει συχνά στη διεθνή πολιτική, αλλού βρίσκεται η θεωρία και αλλού η πράξη.

Το προσφυγικό-μεταναστευτικό

Το εντυπωσιακό με τον Ερντογάν είναι ότι αποτυγχάνει στην τακτική της γκρίζας ζώνης και στην προετοιμασία υβριδικού πολέμου σε ό,τι αφορά την Ελλάδα. Αυτό δείχνει ότι η πατρίδα μας έχει το αναγκαίο δυναμικό αλλά και την αποφασιστικότητα για να εξουδετερώσει όλων των ειδών τις προκλήσεις.

Το πρώτο μήνυμα το έστειλε ο πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, στη λεγόμενη «μάχη του Έβρου». Τον Φεβρουάριο του 2020 ο Ερντογάν αποφάσισε να επαναλάβει την τακτική του 2015-2016, στέλνοντας, όπως ο ίδιος δήλωσε, 150.000-200.000 πρόσφυγες και μετανάστες –μέσα σε λίγες ημέρες– στην Ελλάδα.

Επιδίωξή του ήταν η επανάληψη –μέσω της αδύναμης στην αντίληψή του Ελλάδας– του εκβιασμού που άσκησε το 2015-2016 στην Ε.Ε. με τις ροές προσφύγων και μεταναστών.

Οι ελεγχόμενες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές αντιμετωπίζονται ως μέρος της τακτικής της γκρίζας ζώνης και του υβριδικού πολέμου, εφόσον μπορούν να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρες περιοχές ή και κράτη.

Η ελληνική πλευρά είχε στην αναμέτρηση του Έβρου διπλή επιτυχία στρατηγικής σημασίας.

Πρώτον, με πρωτοβουλία Μητσοτάκη και πρωταγωνιστικό ρόλο Χρυσοχοΐδη εξουδετερώθηκαν οι τουρκικές μεθοδεύσεις. Όπως χαρακτηριστικά είπε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, όταν επισκέφθηκε τον Έβρο για να στηρίξει την ελληνική προσπάθεια, η Ελλάδα μετατράπηκε σε «ασπίδα της Ευρώπης».

Με την αποφασιστική παρέμβαση της κυβέρνησης προστατεύτηκε η Ε.Ε. από τον εκβιασμό Ερντογάν, στιγματίστηκε η προσπάθειά του να επαναλάβει την κρίση του 2015-2016 και ενισχύθηκε η θέση της Ελλάδας στο εσωτερικό της Ε.Ε.

Δεύτερον, ο πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, ανέλυσε στην Ελλάδα και διεθνώς το πώς ο Ερντογάν αξιοποιεί τις ελεγχόμενες από αυτόν προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές στο πλαίσιο του υβριδικού πολέμου. Με όσα είπε, ο πρωθυπουργός έλυσε πολλές απορίες και πέρασε την αποφασιστική του στάση στην ελληνική κοινή γνώμη αλλά και στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στις κυβερνήσεις.

Στην Ελλάδα οι περισσότεροι πολίτες αντιλήφθηκαν ότι το προσφυγικό-μεταναστευτικό, έτσι όπως εξελίχθηκε, δεν έχει σχέση με την αλληλεγγύη που πρέπει να δείχνουμε σε όσους διώκονται ή αναζητούν μια καλύτερη ζωή, αλλά με την προώθηση του επεκτατισμού της Τουρκίας.

Στην Ε.Ε. έγινε αντιληπτό ότι η Ελλάδα περιορίζοντας δραστικά τις ροές δεν θίγει ανθρώπινα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών, αλλά λειτουργεί σαν «ασπίδα της Ευρώπης» έναντι της εκβιαστικής τακτικής του Ερντογάν.

Προπαγάνδα και ψυχολογία

Το καθεστώς της Τουρκίας επενδύει τεράστια κονδύλια και σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό σε μια σύνθετη επιχείρηση προπαγάνδας και ψυχολογικού καταναγκασμού.

Με τη γνωστή μέθοδο Γκέμπελς, ο Ερντογάν αντιστρέφει πλήρως την πραγματικότητα και μπορεί να προετοιμάζει επιθετικές ενέργειες εμφανίζοντας την Τουρκία να αμύνεται έναντι της… απειλητικής Ελλάδας που υποτίθεται ότι την απειλεί.

Η τουρκική προπαγάνδα είναι χονδροειδής και συγκρούεται βάναυσα με την πραγματικότητα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι να έχουν εξαγριωθεί τα περισσότερα ευρωπαϊκά ΜΜΕ με την Τουρκία και η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη να έχει στραφεί εναντίον της. Η αποτυχία της Άγκυρας πρέπει να αποδοθεί και στην καλή διεθνή εικόνα της Ελλάδας και της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αυτά που περιγράφουν οι προπαγανδιστές του Ερντογάν δεν «κολλάνε» με αυτά που γνωρίζουν από πρώτο χέρι οι Ευρωπαίοι.

Η τουρκική προπαγάνδα, πάντα στα πλαίσια της γκρίζας ζώνης και του υβριδικού πολέμου, έχει μετατραπεί σε μπούμερανγκ και δυσκολεύει και τη διπλωματική προσπάθεια της Τουρκίας, εφόσον συμβάλλει στη συνολική απαξίωσή της στην αντίληψη των Ευρωπαίων.

Η ελληνική επιτυχία είναι τεράστια, αν σκεφτούμε πόσο ισχυρή είναι η παρουσία του τουρκικού κράτους και των παραφυάδων του σε ευρωπαϊκές χώρες, τα τεράστια ποσά που αφιερώνονται στην προπαγάνδα και την καλή παράδοση που έχει δημιουργήσει η Τουρκία στη λειτουργία λόμπι που προωθούν τις επιδιώξεις της.

Θεαματική είναι η τουρκική αποτυχία και σε ζητήματα ψυχολογικού πολέμου και καταναγκασμού. Η προβολή της εικόνας μιας πανίσχυρης Τουρκίας η οποία περνάει σαν οδοστρωτήρας πάνω απ’ όσους αντιστέκονται στα επεκτατικά της σχέδια είχε τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Αντί να αποθαρρύνει τους κουρασμένους από μια δεκαετή οικονομική κρίση Έλληνες και να τους διασπάσει, τους ένωσε σε μια εθνική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας.

Η αλλαγή της ψυχολογίας και του κλίματος που συνδέεται με αυτήν φάνηκε και στην αναγκαστική προσαρμογή της τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Στη μάχη του Έβρου στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, βουλευτές και ευρωβουλευτές έκαναν κριτική στην κυβέρνηση στα μέτρα του Ερντογάν, καταγγέλλοντας «απάνθρωπη» μεταχείριση προσφύγων και μεταναστών από την ΕΛ.ΑΣ. Στη συνέχεια δόθηκε λιγότερη έμφαση από τον ΣΥΡΙΖΑ στο συγκεκριμένο αφήγημα, το οποίο εξακολουθεί να παρουσιάζει –κυρίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο– μακριά από την ελληνική κοινή γνώμη, που το απορρίπτει. Στη σημερινή φάση της ελληνοτουρκικής αναμέτρησης η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αντιλαμβανόμενη την αλλαγή της ψυχολογίας και του κλίματος, προσπαθεί να βγει στην κυβέρνηση από τα δεξιά, πατριωτικά, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι αρκετά δυναμική στην αντίδρασή της στην τουρκική επιθετικότητα. Ο ελιγμός του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποδίδει πολιτικά, γιατί δεν έχει την αναγκαία αξιοπιστία στα εθνικά θέματα. Δείχνει όμως την αναγκαστική προσαρμογή του στην ψυχολογία και στο κλίμα που επικρατεί.

Οικονομικός πόλεμος

Ο Ερντογάν κινείται επιθετικά εναντίον της Ελλάδας χρησιμοποιώντας, στα πλαίσια της γκρίζας ζώνης και του υβριδικού πολέμου, και οικονομικές πιέσεις.

Ύστερα από μια περίοδο δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης, η Τουρκία έχει τετραπλάσιο ΑΕΠ από το δικό μας. Παράλληλα, έχει χαμηλό δημόσιο χρέος, το οποίο ως ποσοστό επί του ΑΕΠ είναι λιγότερο από το 1/4 του ελληνικού.

Έχοντας στο μυαλό του την Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων, ο Ερντογάν προσπαθεί να μας θέσει το δίλημμα «προσαρμοστείτε στη νέα κατάσταση που θέλει να δημιουργήσει η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο ή προχωρήστε σε έναν ανταγωνισμό που θα περιλαμβάνει και πανάκριβα οπλικά συστήματα».

Η Τουρκία διαπιστώνει τώρα ότι, παρά τα γνωστά προβλήματα, η Ελλάδα έχει το συγκριτικό οικονομικό πλεονέκτημα. Δεν είναι η Ελλάδα του Τσίπρα και των συγκρούσεων στην Ευρωζώνη, αλλά η Ελλάδα του Μητσοτάκη και του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης. Μπορεί το ελληνικό χρέος να είναι υπέρογκο, ωστόσο καλύπτεται από την εγγύηση της Ευρωζώνης και το επιτόκιο στο δεκαετές ομόλογο του ελληνικού Δημοσίου είναι κάτω από το 1%.

Αντίθετα, το τουρκικό χρέος δεν καλύπτεται από καμία εγγύηση, χτυπάει κυρίως τον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα που χρωστάει σε συνάλλαγμα, ενώ η ισοτιμία της τουρκικής λίρας καταρρέει και τα επιτόκια δανεισμού του τουρκικού Δημοσίου είναι τιμωρητικά, με το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου να χτυπάει και το 13%-14%.

Επομένως, οι οικονομικοί υπολογισμοί στους οποίους ο Ερντογάν στηρίζει την αντιπαράθεσή του με την Ελλάδα αποδεικνύονται εσφαλμένοι.

Το κόστος του εμπάργκο

Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Ερντογάν βρίσκεται αντιμέτωπος με το υψηλό οικονομικό κόστος του εμπάργκο.

Μπορεί η Γερμανία και άλλα κράτη-μέλη να τον προστατεύουν, προς το παρόν, από ένα γενικό ευρωπαϊκό οικονομικό εμπάργκο σε βάρος της Τουρκίας, ωστόσο ο πόλεμος φθοράς που ήθελε να κάνει σε βάρος της ελληνικής οικονομίας ουσιαστικά διεξάγεται σε βάρος της τουρκικής.

Οι διεθνείς αγορές θεωρούν τον Ερντογάν απρόβλεπτο και επικίνδυνο και λαμβάνουν υπόψη τους την απομάκρυνση –με δική του ευθύνη– της Τουρκίας από την Ε.Ε., όπως και την πιθανότητα να επικρατήσει η άποψη της Γαλλίας και της Ελλάδας και να εφαρμοστεί τελικά ευρωπαϊκό οικονομικό εμπάργκο σε βάρος της Τουρκίας.

Το αποτέλεσμα είναι μια εντυπωσιακή φυγή κεφαλαίων από την Τουρκία, ματαίωση ή αναβολή άμεσων ξένων επενδύσεων και διαρκής υποχώρηση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Ερντογάν έπεσε στην οικονομική παγίδα που προσπάθησε να στήσει σε βάρος της Ελλάδας.

Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στην Τουρκία, με ευθύνη Ερντογάν, μεγαλώνει τις δυσκολίες για πολλούς Τούρκους και τη λαϊκή δυσαρέσκεια με την κυβερνητική πολιτική.

Από την πλευρά της, η Ελλάδα αρχίζει να πιέζει ακόμα περισσότερο, ζητώντας, μεταξύ των άλλων, την αναστολή της τελωνειακής ένωσης Ε.Ε.-Τουρκίας. Δεν ξέρουμε αν και πότε θα φτάσει η ελληνική διπλωματία σε αυτόν τον στόχο. Ούτως ή άλλως, το ελληνικό αίτημα λειτουργεί αποτρεπτικά για επενδύσεις και ανάπτυξη συνεργασίας με την Τουρκία.

Επίδειξη δύναμης

Μέρος της γκρίζας ζώνης και του υβριδικού πολέμου που διεξάγει η Τουρκία είναι και η διαρκής επίδειξη δύναμης σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.

Υποτίθεται ότι με τις υπερπτήσεις των τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών και τις προκλητικές διαδρομές των ερευνητικών πλοίων και των πλωτών γεωτρύπανων της Τουρκίας η Ελλάδα προσαρμόζεται σιγά σιγά στην ιδέα να δεχτεί την τουρκική υπεροπλία και να κάνει τις σχετικές εκπτώσεις στα δικαιώματά της.

Και εδώ ο Ερντογάν έπεσε έξω σε όλες του τις εκτιμήσεις. Η Ελλάδα όχι μόνο δεν δέχεται την τουρκική υπεροπλία αλλά κάνει τις αναγκαίες κινήσεις για να ενισχύσει τη θέση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων έναντι των τουρκικών. Χαρακτηριστική η συμφωνία με τη Γαλλία για την ταχύτατη προμήθεια 18 μαχητικών αεροσκαφών τύπου Ραφάλ με ειδικά πυραυλικά συστήματα. Η ενίσχυση της πολεμικής αεροπορίας με τα προηγμένα γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη συμπληρώνει την αποδυνάμωση της τουρκικής εξαιτίας των συνεχιζόμενων συλλήψεων «αντικαθεστωτικών» πιλότων F-16 και την έξωση της Τουρκίας από το πρόγραμμα συμπαραγωγής και προμήθειας των αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35 εξαιτίας της απόφασης του Ερντογάν να προμηθευτεί και να ενεργοποιήσει τους ρωσικούς πυραύλους S-400.

Σε ό,τι αφορά το ροκάνισμα της ελληνικής κυριαρχίας και των ελληνικών δικαιωμάτων που επιχειρείται μέσω των τουρκικών ερευνητικών πλοίων και των πλωτών γεωτρύπανων, έχει μετατραπεί σε ροκάνισμα της διπλωματικής θέσης της Άγκυρας.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει συμφωνήσει ότι πρέπει να υπάρξει διάλογος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποκλειστικά για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας και σε περίπτωση διαφωνίας προσφυγή στη Χάγη. Οι ελληνικές θέσεις και η ευρωπαϊκή εικόνα της πατρίδας μας ενισχύθηκαν κι άλλο σε βάρος της Τουρκίας μετά τη συμφωνία με την Αλβανία για τη διευθέτηση των όποιων διαφορών για την ΑΟΖ με αυτήν ακριβώς τη διαδικασία. Τα Τίρανα γύρισαν στο συγκεκριμένο θέμα την πλάτη στην Άγκυρα, στέλνοντας το μήνυμα ότι προτιμούν τη συνεννόηση και τις καλές σχέσεις με την Αθήνα –που μπορεί να επηρεάσει την ενταξιακή διαδικασία της Αλβανίας– παρά με την Άγκυρα. Η Τουρκία μπορεί να αναπτύσσει τις οικονομικές σχέσεις της με την Αλβανία και να προσφερθεί να ενισχύσει με κάθε τρόπο την επιρροή της, απομακρύνεται όμως –με ευθύνη του Ερντογάν– από την Ε.Ε. Έτσι, γίνεται λιγότερο ενδιαφέρουσα για τον ευρωπαϊκό σχεδιασμό της κυβέρνησης Ράμα.

Θα υπάρξει συνέχεια

Η Ελλάδα τα πηγαίνει εντυπωσιακά καλά αντιμέτωπη με τον Ερντογάν, ο οποίος δίνει με τις επιλογές του νέες διαστάσεις στη θεωρία και στην πρακτική της γκρίζας ζώνης και του υβριδικού πολέμου.

Ενώ στα άλλα μέτωπα που έχει ανοίξει καταγράφει ορισμένες επιτυχίες, σε σχέση με την Ελλάδα –προς το παρόν– μετράει μόνο κόστος. Επικοινωνιακό, διπλωματικό, οικονομικό.

Η επιχείρηση φθοράς που έχει εξαπολύσει σε βάρος της Ελλάδας έχει τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Η ευρωπαϊκή και διεθνής εικόνα της χώρας μας έχει ενισχυθεί, όπως και η διπλωματική της θέση, η ψυχολογία και η ενότητα του ελληνικού λαού είναι σε εξαιρετικά επίπεδα και οι κινήσεις μας στον οικονομικό και στρατιωτικό τομέα εξουδετερώνουν με το παραπάνω τις αντίστοιχες τουρκικές.

Αυτό δεν σημαίνει ότι λύσαμε το πρόβλημα ή ότι θα ηρεμήσει ο Ερντογάν. Οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν συνέχιση ή και κλιμάκωση της έντασης για τρεις βασικούς λόγους.

Πρώτον, η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Τουρκίας και η σχετική πολιτική φθορά επιβάλλουν στον Ερντογάν να επιδιώξει τη συσπείρωση γύρω από την κυβέρνηση μέσω της νεο-οθωμανικής επεκτατικής στρατηγικής του.

Δεύτερον, η διαφαινόμενη επιδείνωση του διεθνοπολιτικού πλαισίου στο οποίο λειτουργεί η Τουρκία τον σπρώχνει στην εντατικοποίηση της προσπάθειας στο άμεσο μέλλον. Αν επιβεβαιωθούν οι προγνώσεις και χάσει ο Τραμπ τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, ο Ερντογάν και η οικογένειά του θα στερηθούν τον βασικό τους προστάτη. Από τις 20 Ιανουαρίου θα έχουν να κάνουν με Δημοκρατικό πρόεδρο και Δημοκρατική διακυβέρνηση που αντιτίθεται στον ισλαμικό εθνικισμό του.

Τρίτον, ο Ερντογάν κάνει ό,τι κάνει γιατί μέχρι τώρα είχε εξασφαλίσει –λόγω ευρωπαϊκής αδράνειας και έγκρισης του Τραμπ– πολιτική ασυλία. Δεν πληρώνει τους λογαριασμούς που ανοίγει. Και η περίοδος της ασυλίας πλησιάζει στο τέλος της.